Τον «δρόμο» για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας δείχνει η Ισλανδία. «Η ενδοοικογενειακή βία δεν πρέπει να γίνεται ανεκτή, στιγματίζει τα παιδιά και τραυματίζει μια ολόκληρη κοινωνία», δήλωσε η αρχηγός της ισλανδικής αστυνομίας, Sigriour Björk Guojonsdottir, κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της διατομεακής ομάδας εργασίας που έλαβε χώρα στις 26-27 Ιανουαρίου 2021, στην οποία συμμετείχαν το Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας (ΕΔκΒ) και η αστυνομία της Ισλανδίας. Ηταν μια πρωτοβουλία της ελληνικής πλευράς, που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Active Citizens Fund, το οποίο χρηματοδοτείται από τα EEA Grants. Στόχος ήταν η ανταλλαγή καλών πρακτικών στην αντιμετώπιση του φαινομένου.
«Παλαιότερα, όταν είχαμε μια κλήση για περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας, συλλαμβάναμε τον θύτη και μεταφέραμε το θύμα σε ασφαλές μέρος, εν συνεχεία διερευνούσαμε την υπόθεση, ώστε να ασκηθεί δίωξη», περιγράφει, «όμως τελικά ελάχιστες περιπτώσεις έφταναν στις δικαστικές αίθουσες». Πριν από περίπου δέκα χρόνια, η ισλανδική κυβέρνηση έθεσε ως προτεραιότητα την ολιστική προσέγγιση του προβλήματος. Αποφάσισαν, λοιπόν, να δώσουν έμφαση στο «εδώ και τώρα». Απαξ και η καταγγελία γίνει στην αστυνομία, μέρα ή νύχτα, αστυνομικοί και κοινωνικοί λειτουργοί μεταβαίνουν στη σκηνή του εγκλήματος. «Εκεί παίρνουμε απευθείας τις καταθέσεις, φωτογραφικό υλικό και άλλα αποδεικτικά στοιχεία, έτσι ώστε να αναλάβουμε το βάρος της υπόθεσης από τους ώμους του θύματος». Αν στο συμβάν εμπλέκεται και παιδί, καλούνται επιτόπου και οι αρμόδιες υπηρεσίες, ενώ γίνεται συνολική αξιολόγηση της επικινδυνότητας και παροχή υποστήριξης στο θύμα. «Σε αντίθεση με το παρελθόν, ο θύτης είναι που απομακρύνεται από την εστία, όχι το θύμα» τονίζει η ίδια, «βοήθεια όμως παρέχουμε και στον θύτη, καθώς φιλοδοξούμε να σπάσουμε τον κύκλο της βίας».
Οι προσπάθειες έχουν εσχάτως αποδώσει καρπούς: περισσότερες υποθέσεις φτάνουν στα δικαστήρια και η υπόθεση τελεσιδικεί το αργότερο μέσα σε δύο χρόνια. Ταυτόχρονα, συστάθηκαν δύο κέντρα δικαιοσύνης οικογένειας, όπου δρουν από κοινού αστυνομία, κοινωνικές υπηρεσίες δήμων και ΜΚΟ. Για τον λεπτό χειρισμό των ανηλίκων-θυμάτων βίας, λειτουργεί από το 1988 το «Σπίτι του Παιδιού», πρότυπος θεσμός, ενώ αντίστοιχα εξειδικευμένα κέντρα υπάρχουν και για τα θύματα σεξουαλικής βίας. «Εν ολίγοις, ένα παιδί-θύμα δεν θα το προσεγγίσει αστυνομικός ούτε δικαστής, αλλά μόνο ψυχολόγος», καταλήγει η Ισλανδή αξιωματούχος.
Από το 2019 λειτουργούν στην Ελλάδα 73 γραφεία αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας στις έδρες διευθύνσεων της αστυνομίας. «Από το 2010 έως το 2020 έχουν λάβει 38.000 καταγγελίες για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας», σημείωσε η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ., Ιωάννα Ροτζιώκου. Ο αριθμός ανά έτος βαίνει αυξανόμενος, κάτι που δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι το φαινόμενο οξύνεται, αλλά μάλλον ότι τα θύματα βρίσκουν εύφορο έδαφος για να καταγγείλουν τα συμβάντα. Ωστόσο, τα στοιχεία που διαθέτει η ΕΛ.ΑΣ. για τα περιστατικά στη διάρκεια των δύο lockdowns δείχνουν ότι ο εγκλεισμός, ο οποίος κατά κοινή ομολογία πυροδότησε τα βίαια ξεσπάσματα πίσω από τις κλειστές πόρτες, αποθάρρυνε τα θύματα στην Ελλάδα από το να μιλήσουν. Συγκεκριμένα: έγιναν 1.203 καταγγελίες στην πρώτη καραντίνα, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα το 2019 είχαν 1.287 και στη διάρκεια της δεύτερης 794 καταγγελίες έναντι 815 πέρυσι. «Θέλουμε να ανοίξουμε περισσότερο τον δίαυλο επικοινωνίας με τους πολίτες, τα άτομα που απειλούνται μπορούν να μας στείλουν γραπτό μήνυμα στο 100 με το όνομα και τη διεύθυνσή τους, ώστε να παρέμβουμε άμεσα, ενώ δεχόμαστε και ανώνυμες καταγγελίες, τις οποίες διερευνούμε ενδελεχώς», τόνισε η κ. Ροτζιώκου.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου