Πηγή |
Από μικρή με θυμάμαι πάντα με ένα λογοτεχνικό βιβλίο στο χέρι. Πρωί, μεσημέρι, απόγευμα λη βράδυ, μέσα στο σπίτι ή στο μπαλκόνι, κάτω από το πάπλωμα ή στην παραλία, γνώριζα διαφορετικούς γοητευτικούς κόσμους. Το διάβασμα ήταν και εξακολουθεί να είναι απόλαυση. Ίσως γιατί ήταν πάντα επιλογή μου. Διάλεγα τι πότε και πού θα διαβάσω ελεύθερα (αν εξαιρέσει κανείς κάτι φωνές όταν ξεχνούσα να κοιμηθώ το βράδυ και την επόμενη μέρα κουτουλούσα από την νύστα). Γιατί αυτό δεν είναι στην πραγματικότητα ένα βιβλίο; Η απόλυτη ελευθερία. Η ελευθερία του ατόμου να σκέφτεται, να ταξιδεύει σε άλλους τόπους και χρόνους, να μεταμορφώνεται σε διάφορους ήρωες και να ζει τη δική τους ζωή.
Γιατί επομένως μια τέτοια ελευθερία την κάνουμε σκλαβιά, καταναγκαστικό έργο για τα παιδιά μας; Γιατί τα πιέζουμε συνέχεια να διαβάσουν κλασική λογοτεχνία και να αφήσουν τα σύγχρονα βιβλία; Γιατί τους αρνούμαστε το δικαίωμα να διαβάσουν βιβλία με λίγες σελίδες και πολλές εικόνες; Γιατί πρέπει να διαλέγουμε εμείς αυτό που θέλουν/πρέπει να διαβάσουν; Γιατί χωρίζουμε τη λογοτεχνία σε ποιοτική και μη ποιοτική τη στιγμή που οι περισσότεροι από εμάς σαν ενήλικες διαβάζουμε βιβλία που σίγουρα δεν ανήκουν όλα στην αφρόκρεμα του λογοτεχνικού κόσμου (και κάποια από αυτά δεν θα τα διαβάζαμε ποτέ σε κοινή θέα);