«Περάσαμε, περάσαμε, περάσαμε»! Ο Κωνσταντίνος Σαββίδης θυμάται ακόμα τους πανηγυρισμούς που έκανε όταν «περάσαμε, περάσαμε, περάσαμε»! Ο Κωνσταντίνος Σαββίδης θυμάται ακόμα τους πανηγυρισμούς του όταν έμαθε πως είχε περάσει στο Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο. Βλέποντάς τον με ένα μπλοκ ζωγραφικής στα χέρια, δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι άλλο γι’ αυτόν. Ο ίδιος όμως ξέρει πως η πορεία αυτή δεν ήταν τόσο αυτονόητη.
Ο Κωνσταντίνος, Έλληνας Ρομά από τη Θεσσαλονίκη, ήταν από τους πρώτους που έσυρε τον χορό της αλλαγής στον Δενδροπόταμο, τη δύσκολη γειτονιά στα δυτικά της πόλης. Ο Δενδροπόταμος ξεκινάει μετά τις σιδηροδρομικές γραμμές και κατοικείται κυρίως από Ρομά. Αν περάσεις ξένος από την κεντρική πλατεία, θα δεις δύο τρία χέρια να κουνιούνται συνθηματικά, ρωτώντας σιωπηλά αν θέλεις ναρκωτικά. Στα μικρότερα δρομάκια η άσφαλτος έχει ξεφλουδίσει και τα μπαλώματα δημιουργούν λακκούβες, ενώ δίπλα από το σχολείο θα δεις να «αιωρείται» ένα χαλασμένο φορτηγό που για κάποιον λόγο προσγειώθηκε στη σκεπή μιας λαμαρινένιας παράγκας.
Μεγαλώνοντας εκεί, ο εννιάχρονος τότε Κωνσταντίνος δεν πήγαινε σχολείο. Αυτή άλλωστε ήταν και η νόρμα για τα περισσότερα παιδιά του Δενδροποτάμου, που είτε απείχαν από το σχολείο είτε έφταναν με δυσκολία μέχρι τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου. Η νόρμα μέχρι πριν από κάποια χρόνια τουλάχιστον. Γιατί τώρα αυτό αλλάζει. Σήμερα, τα παιδιά του Δενδροποτάμου με δυσκολία χωράνε στα σχολεία της περιοχής, ενώ αρκετά τελειώνουν το λύκειο και συνεχίζουν τις σπουδές τους σε δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια, κερδίζοντας υποτροφίες και πετυχαίνοντας διακρίσεις.
Οι πρωταγωνιστές του νέου αυτού κύματος μιλούν στο «Κ» και αφηγούνται τις δυσκολίες της πορείας τους, τις χαρές αλλά και την εικόνα του κακού Τσιγγάνου που κάποιοι επιμένουν να τους «φοράνε».
«Αντί να γράφω τη λέξη, τη ζωγράφιζα»
Ο πατέρας του Κωνσταντίνου ήταν στη φυλακή και η μητέρα του απούσα, όταν μια μέρα ο μεγαλύτερος αδελφός του τον πήρε από το σπίτι και τον πήγε στον Φάρο του Κόσμου, τον φορέα που είχε ιδρύσει πριν από δεκαέξι χρόνια ένας ιερέας. Ο πατήρ Αθηναγόρας είχε βάλει τότε στόχο ζωής να αλλάξει τη γειτονιά με όπλο του την εκπαίδευση και, όπως συμβαίνει με τον Κωνσταντίνο, έγινε πατέρας για πολλά παιδιά. Μπαίνοντας στον Φάρο, ο Κωνσταντίνος ήταν 10 χρονών. «Δεν ήξερα να γράφω καλά. “Έτρωγα” τις λέξεις και για να τις συμπληρώσω, αντί να γράφω, τις ζωγράφιζα», μου λέει εξηγώντας μου πώς άρχισε να αγαπάει τη ζωγραφική. Μια δασκάλα αναγνώρισε το ταλέντο του και τον ώθησε να δώσει στο Καλλιτεχνικό, όπου κατάφερε με αγώνα να μπει. «Εμείς ξεκινάμε κάτω από το μηδέν. Για να φτάσουμε στο μηδέν, κάνουμε δέκα βήματα, και για να φτάσουμε στο δέκα, άλλα διακόσια», μου λέει. Όπως λέει χαμογελώντας σεμνά, ήταν από τα παιδιά της γενιάς του που ξεκίνησαν να σπάνε τον κύκλο της σχολικής διαρροής. «Εμείς κάναμε την αρχή. Ήταν δύσκολο, γιατί έβγαιναν οι φίλοι μου, είχαν χαρτζιλίκι, μπορούσαν να γυρίζουν ό,τι ώρα ήθελαν στο σπίτι. Όταν όμως έχεις ένα πρόγραμμα, αλλάζει η σκέψη. Βάζεις στόχο». Ο δικός του στόχος τώρα είναι να περάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Τελειόφοιτος του ΕΠΑΛ Γραφιστικής, κάνει εντατικά μαθήματα στο φροντιστήριο για να δώσει εξετάσεις, ενώ παράλληλα εργάζεται στο Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης Δενδροποτάμου, όπου διδάσκει ζωγραφική στα μικρά παιδιά.
Τα πρότυπα άλλαξαν το παιχνίδι
Τον καλλιτεχνικό δρόμο ακολούθησε και ο Βασίλης Τσακίρης, που εργάζεται σήμερα ως γραφίστας. Ο δικός του δρόμος όμως ήταν πιο εύκολος. Για τον 22χρονο, το σχολείο ήταν αυτονόητο. Παρότι οι γονείς του είχαν σταματήσει στο Δημοτικό, επέμειναν πως τα τέσσερα παιδιά τους δεν έπρεπε να χάσουν ούτε μία μέρα από το σχολείο. «Η οικογένειά μου είχε καταλάβει ότι χωρίς μόρφωση και εκπαίδευση δεν υπάρχει μέλλον», μου περιγράφει ο Βασίλης. Τελειώνοντας το σχολείο, ο ίδιος επέλεξε τη γραφιστική και ο δίδυμος αδερφός του την κομμωτική. Σήμερα εργάζονται και οι δύο, έχοντας βάση τους τον Δενδροπόταμο.
«Στη γενιά μου ήταν μετρημένοι αυτοί που τελείωσαν το λύκειο. Πλέον είναι μετρημένα στα δάχτυλα τα παιδιά που δεν πηγαίνουν σχολείο», λέει.
Στην αλλαγή αυτή του ρεύματος μεγάλο ρόλο έπαιξαν τα πρότυπα που δημιουργήθηκαν στη γειτονιά. «Είδαν εμένα που τελείωσα, εγώ είδα κάποιον άλλο. Βλέπουν ότι δουλεύω, ότι έχω αγοράσει αυτοκίνητο, ότι προοδεύω. Σκέφτεται η μητέρα του άλλου παιδιού: γιατί να τυραννιέται το παιδί μου και να κάνει δουλειές του ποδαριού για 10 και 15 ευρώ μεροκάματο; Καλύτερα να πάει σχολείο».
Ενώ όμως οι συμπεριφορές αλλάζουν, τα στερεότυπα παραμένουν, όπως λέει ο Βασίλης. Ο 22χρονος έχει αποφύγει αρκετές φορές να πει σε παρέες ότι είναι Ρομά. «Είχε τύχει στη σχολή να φέρουν κάποιοι φοιτητές γραφιστικά και οι άλλοι να πουν πως είναι κιτς, είναι γύφτικα, γυφτιά. Και σκέφτεσαι εσύ: Να τους πω τώρα εγώ ότι είμαι γύφτος; Να τους πω: Να, δες πώς είναι ένας γύφτος».
«Μετά την Αμερική έγινε το μπαμ στον Δενδροπόταμο»
Εκπρόσωπος της νεότερης γενιάς είναι ο Σταύρος Γιουβάνης. Ο 17χρονος μαθητής του Καλλιτεχνικού έχει χάρισμα στην αφήγηση. Με ταξιδεύει στο Σικάγο και στη Νέα Υόρκη, όπου πήγε όταν η ομάδα ρομποτικής του Φάρου πήρε το εισιτήριο για να συμμετάσχει στον Παγκόσμιο Τελικό στις ΗΠΑ. Η Αμερική ήταν η πιο σημαντική στιγμή της ζωής του. «Άλλαξε το μυαλό μου. Είπα: “Σταύρο, ο Δενδροπόταμος είναι ένα γκέτο, πρέπει να καταλάβεις ότι πρέπει να βγεις από αυτό και να ενσωματωθείς στην κοινωνία”». Από μέτριος μαθητής, ο Σταύρος έγινε μέσα σε δύο χρόνια απουσιολόγος. Στην αρχή, όπως λέει, το έκανε για τους άλλους. «Στην αρχή έλεγα ότι ήθελα να αποδείξω κάτι στους άλλους, τώρα που μεγαλώνω λέω ότι πρέπει να αποδείξω σε εμένα, να αποδείξω ότι μπορώ να ξεπερνάω τον εαυτό μου». Πλέον ο 17χρονος έχει όνειρό του να περάσει στο Οικονομικό. «Μετά το ταξίδι στην Αμερική, έγινε το μπαμ και στον Δενδροπόταμο», όπως περιγράφει. Τα τείχη έπεσαν και το σχολείο μπήκε ενθουσιωδώς στις οικογένειες της περιοχής. «Μετά τις ΗΠΑ, έρχονταν 18χρονοι όταν εγώ ήμουν ακόμα 15 ετών και μου έλεγαν “σε βλέπω ως παράδειγμα και έχω ξαναρχίσει το σχολείο” ή “θέλω να τελειώσω το σχολείο και να βγω στην κοινωνία”. Αυτό θα μπορούσε να αποτελεί και σκοπό ζωής για εμένα, το να εμπνέω. Έχω χρέος αυτό που έλαβα εγώ να το περάσω στη νέα γενιά».
Όταν οι σπουδες έγιναν αυτονόητες
Η αλλαγή φαίνεται πως είναι πιο δύσκολη για τα κορίτσια Ρομά της γειτονιάς. Στα 19 της χρόνια, η Μορφούλα είναι ανάμεσα στις τρεις της εννεαμελούς παρέας κοριτσιών από το σχολείο της που δεν παντρεύτηκε. Αντ’ αυτού, τελείωσε το λύκειο και κέρδισε μέσω του Φάρου του Κόσμου υποτροφία για να σπουδάσει Μαιευτική.
Η ίδια ήταν ανάμεσα στις μαθήτριες που δημιούργησαν την πρώτη ομάδα ρομποτικής για κορίτσια στον Δενδροπόταμο και ούτε που πέρασε από το μυαλό της να σταματήσει την εκπαίδευσή της μετά το λύκειο. «Η κατάσταση έχει αλλάξει. Δεν είναι όπως παλιά. Έχει όμως να κάνει πολύ με την οικογένεια αλλά και το ίδιο το παιδί», αναφέρει. Από πλευράς οικογένειας, η Μορφούλα στάθηκε τυχερή. Στη διάρκεια της συνέντευξης, η μητέρα της δεν παίρνει τα μάτια της πάνω από την κόρη της, που, όπως λέει, είναι το καμάρι της. Η 36χρονη γυναίκα όχι μόνο υποστήριξε τις επιλογές της Μορφούλας, αλλά επέστρεψε και η ίδια στα θρανία, στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας, για να τελειώσει το λύκειο. «Ο Φάρος του Κόσμου ήρθε στη γειτονιά τη στιγμή που και εμείς θέλαμε να αλλάξουμε κάτι για τα παιδιά μας», μου εξηγεί.
Παρά την ισχυρή της προσωπικότητα, η Μορφούλα έχει αισθανθεί αρκετές φορές αμηχανία με την εικόνα που σκιαγραφούν οι άλλοι για τη φυλή της. «Την πρώτη εβδομάδα στη σχολή είχαμε μάθημα Ανατομίας και μας διηγήθηκε ο καθηγητής ένα περιστατικό που του είχε τύχει στο νοσοκομείο. Είπε ότι ήρθε μια γύφτισσα με πονόδοντο, η οποία είχε βάλει βερνίκι νυχιών στο δόντι της για να σταματήσει να πονάει. Όλα τα παιδιά γελούσαν. Κλείστηκα, μαζεύτηκα». ■
Αλεξία Καλαϊτζή
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου