«Φυσικά τους ανθολογημένους αυτούς στίχους μου τους χάρισε η μητέρα μου και της χρωστάω άπειρη ευγνωμοσύνη, γιατί διέσωσε τις λέξεις αυτών των ποιημάτων και της αφιερώνω αυτό το μικρό απάνθισμα», γράφει στην εισαγωγή της η ποιήτρια και φιλόλογος Μαριγώ Αλεξοπούλου. Η χειρονομία της ανθολόγου προς τους ενήλικες είναι εν προκειμένω εύγλωττη και την προσυπογράφω: δύσκολα θα βρεθεί αναγνώστης ή εργάτης της ποίησης, άνδρας ή γυναίκα, που δεν ακούει διαρκώς με τα αυτιά της μνήμης μια φωνή παλαιά, από τα παιδικά χρόνια, να διασώζει μέσα του/της την ποίηση, και να την παραδίδει. Μάνα; Πατέρας; Παππούς; Γιαγιά; Παραμάνα; Δασκάλα; Δάσκαλος; Την ποίηση στη ζωή μας, σε κάποιον τη χρωστάμε. Ξεκίνησα κάπως απότομα ώστε να τιθασεύσω τη συγκίνηση που το υπό συζήτηση βιβλίο μου προκαλεί. Γιατί διαβάζοντας πολλούς από τους στίχους που η Αλεξοπούλου συγκεντρώνει στην καλαίσθητα εικονογραφημένη έκδοση, προτείνοντας σε μας, τους ενήλικες, να τους διαβάσουμε στα παιδιά, γεμίζω η ίδια από ήχους παλαιών φωνών, που συνοδεύονται από παλαμάκια, από κίνηση σωμάτων: «Το παιδί θέλει χορό,/τα βιολιά δεν είν’ εδώ».