Ακόμη και στον ύπνο τους, τα βρέφη μπορούν να ακούσουν τη μητέρα τους να μιλά και να καταλάβουν αν είναι στενοχωρημένη ή χαρούμενη.
Από μία έρευνα που πραγματοποίησαν βρετανοί ειδικοί από το Ινστιτούτο Ψυχιατρικής του King's College στο Λονδίνο, προέκυψε ότι οι περιοχές του ανθρώπινου εγκεφάλου που είναι «επιφορτισμένες» με τη διαδικασία ανάπτυξης της ομιλίας και του συναισθήματος εξελίσσονται πολύ γρηγορότερα απ' ό,τι πιστευόταν μέχρι σήμερα.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ειδικές τεχνικές για να καταγράψουν την εγκεφαλική δραστηριότητα 21 βρεφών, ανάλογα με τα ηχητικά ερεθίσματα που δέχονταν.
Η παρακολούθηση των βρεφών, που είχαν ηλικία από τρεις μήνες μέχρι επτά μήνες, γινόταν στη διάρκεια του ύπνου τους. Ενα CD που περιελάμβανε διάφορους ήχους έπαιζε την ώρα που τα μικρά παιδιά κοιμούνταν.
Με τον τρόπο αυτόν οι επιστήμονες θέλησαν να διαπιστώσουν ποια κέντρα των εγκεφάλων τους ενεργοποιούνταν ανάλογα με το είδος του ήχου που έφτανε στα αυτιά τους από το CD.
Οπως ανέφεραν στην επιθεώρηση «Current Biology», όπου δημοσίευσαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους, το τμήμα των εγκεφάλων των παιδιών που σχετίζεται με την ομιλία, ενεργοποιούνταν μόλις το υπνοδωμάτιο πλημμύριζε από ήχους βηξίματος, φταρνίσματος, χασμουρητού ή του νερού στην μπανιέρα.
Αυτό έκανε τους ειδικούς να καταλάβουν ότι τα μικρά παιδιά μπορούσαν να διαχωρίσουν τους ανθρώπινους ήχους από εκείνους που παράγονται από άλλες πηγές.
Στη συνέχεια όμως, όταν τα παιδιά άκουγαν τις μητέρες τους να μιλούν, παράγοντας ήχους που ήταν συνώνυμοι με τη χαρά, τη θλίψη ή ακόμη και ουδέτερους ήχους, τότε οι επιστήμονες διαπίστωσαν με έκπληξη ότι ενεργοποιούνταν στους εγκεφάλους τους ένα τμήμα συνυφασμένο με το συναίσθημα.
Στην ηλικία των τριών μηνών, τα παιδάκια που κοιμούνταν μπορούσαν να καταλάβουν αν η μητέρα τους ήταν στενοχωρημένη ή χαρούμενη. «Προφανώς αυτό συμβαίνει επειδή η ανθρώπινη ομιλία είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο της ανθρώπινης κοινωνικότητας και ο εγκέφαλός μας, από τα πρώτα στάδια της ζωής του, επιδιώκει να έρθει σε επαφή μαζί της ώστε ν' αρχίσει να την επεξεργάζεται και να την αφομοιώνει», ανέφερε η δρ Αννα Μπλάσι, που μετείχε στην έρευνα.
Προγενέστερες έρευνες σε διάφορες χώρες έδειξαν ότι τα μωρά προτιμούν να ακούν τη φωνή της μητέρας τους και μάλιστα ότι εξοικειώνονται με αυτήν όταν ακόμη βρίσκονται στην κοιλιά της. Κατά ορισμένους επιστήμονες, τα βρέφη λίγων ημερών φαίνεται ότι προσπαθούν αυθόρμητα να αντιστοιχίσουν τη χροιά του κλάματός τους με τη χροιά της ομιλίας της μητέρας τους.
Επιστήμονες από τη Γερμανία ανέλυσαν προσφάτως το κλάμα 60 νεογέννητων που διένυαν την τρίτη έως την πέμπτη μέρα της ζωής τους. Διαπίστωσαν ότι υπήρχαν ευκρινείς διαφορές στη χροιά του κλάματος των μωρών που αντιστοιχούσαν στον ξεχωριστό τόνο ομιλίας της κάθε μητέρας.
Η δρ Κάθριν Βέρμκε που ήταν επικεφαλής της έρευνας, ανέφερε πως τα νεογέννητα καταβάλλουν μια έντονη προσπάθεια να μιμηθούν τη συμπεριφορά της μητέρας τους με σκοπό να την προσελκύσουν και να ενισχύσουν τον δεσμό μαζί της.
Με τον τρόπο αυτόν εξηγείται ο λόγος για τον οποίο η χροιά του κλάματος διαφέρει μεταξύ βρεφών διαφόρων χωρών. «Οχι μόνο είναι ικανά να παράγουν διαφορετικής υφής κλάμα, αλλά προσπαθούν να εκφέρουν τέτοιου είδους κλάμα που να αντιστοιχεί στη γλώσσα εκείνη που άκουγαν όταν βρίσκονταν σε εμβρυϊκή κατάσταση».
Πηγή: Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου