Ο 19χρονος τετραπληγικός ποιητής Αλέξανδρος Δαμουλιάνος μιλά για το αδιάκοπο βάσανο της τέχνης του
Νομίζω ότι δεν σας το έχω ξαναπεί. Όταν μου δίνουν μια διεύθυνση, δεν ζητάω πολλές διευκρινίσεις. Τη γράφω σε ένα χαρτάκι, πάω στην περιοχή και αρχίζω να ρωτάω.
«Στο βάθος του δρόμου» (...) «Στο επόμενο στενό» (...) «Μετά το ζαχαροπλαστείο» (...)
Το ψάξιμο στα στενά είναι για μένα μια αναγνωριστική βόλτα στην αυλή του άλλου. Λες και οι δρόμοι έχουν το άρωμα των ανθρώπων όπως συνέβαινε παλιά στα χωριά.
Τέλος πάντων. Βεΐκου, μια μεγάλη κατηφόρα, αδιέξοδο, η γέφυρα της Ηρακλείου, μια εξίσου μεγάλη ανηφόρα και μετά ένα μικρό στενό με κατοικίες, μηχανάκια και αυτοκίνητα που πάνε βόλτα μόνο τα Σαββατοκύριακα. Για τον Αλέξανδρο δεν ήξερα και πολλά. Μερικά μονόστηλα στις εφημερίδες που μιλούσαν για τον νεαρό τετραπληγικό ποιητή. Στο τηλέφωνο είχα μιλήσει με τον πατέρα του, περιπτερά στην Ριζούπολη. Ο Αλέξανδρος άλλωστε δεν είναι εύκολος στα λόγια. Και για να τον παρακολουθήσεις, θέλει μεγάλη προσοχή.
«Μπείτε γρήγορα να μη φύγει η γάτα». Ο Αλέξανδρος ήταν με το αμαξίδιό του στο σαλόνι. Ένα μικρό σπρώξιμο του μοχλού με τον καρπό του δεξιού του χεριού και οι ρόδες ήρθαν κοντά μου. Ένα μαύρο διακριτικό σκουλαρίκι, ένα λάπτοπ στα πόδια, αθλητικά παπούτσια και ένα βλέμμα εξεταστικό. Όπως αρμόζει σε έναν ατίθασο νεολαίο. Μόνο που ο Αλέξανδρος δεν περπατάει. Η τετραπληγία του διαγνώσθηκε όταν ήταν μωρό. Η μητέρα του, η Χριστίνα είχε μια φυσιολογική εγκυμοσύνη, η γέννα όμως κράτησε πολλές ώρες. Ήταν μικρή και δεν ήθελαν να γεννήσει με καισαρική. Η απουσία οξυγόνου και οι λαθεμένες εκτιμήσεις των γιατρών επέφεραν τελικά μια ανεπανόρθωτη βλάβη στα νεύρα που σχετίζονται με την κίνηση.
«Πάνε αυτά», λέει ο πατέρας του. «Άλλωστε πάμε καλύτερα».
Μια επέμβαση από τον Σακά στον Ευαγγελισμό έχει βελτιώσει το τελευταίο διάστημα την ομιλία και τις αντοχές του. Οι γιατροί ελπίζουν ότι τα πράγματα σιγά σιγά θα γίνουν ακόμη καλύτερα, αλλά ο Αλέξανδρος, ο Κωνσταντίνος και η Χριστίνα δεν θέλουν να το συζητούν. Δεν θέλουν να απογοητευθούν από ένα θαύμα που μπορεί και να μην έρθει.
Μερικές λέξεις τις καταλαβαίνω αμέσως, για άλλες χρειάζομαι τη βοήθεια του Κωνσταντίνου. Τον κοιτάει στα χείλια και «μεταφράζει». Στα 19 του χρόνια, ο νεαρός ποιητής έχει εκδώσει ήδη δύο βιβλία και έχει γράψει το σενάριο για μια ταινία. «Θεός στον ορίζοντα» (για τον έρωτα είναι, μη σας ξεγελά ο τίτλος) και «Μεταξύ δεύτερης και τρίτης σταύρωσης» από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του ΕΜΠ. Τον Δεκέμβριο, στο αμφιθέατρο του Ευγενιδείου Ιδρύματος, ο Τίτος Πατρίκιος είχε μιλήσει για ποιητή με έργο και όχι απλώς για μια ελπιδοφόρο πέννα. Ο πατέρας του, η μητέρα του, η πολυαγαπημένη του γιαγιά, παλιοί συμμαθητές από το ειδικό γυμνάσιο Ιλίου, συμφοιτητές του από τη Φιλοσοφική, αλλά και άλλοι ποιητές ήταν όλοι παρόντες για να τιμήσουν τον νεαρό ποιητή. Ο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής παρομοίασε τα ποιήματά του με «κερκέλια», «τις εξοχές που πιανόμαστε στο χείλος του γκρεμού, για να μην καταποντιστούμε». Και η συγγραφέας Ιωάννα Καρυστιάνη χαρακτήρισε τον ίδιο τον Αλέξανδρο «ένα ατόφιο ποίημα».
Στα μέσα της συνέντευξης έχω πια αρχίσει να καταλαβαίνω τη γλώσσα του Αλέξανδρου και του προτείνω στην επόμενη δημόσια εμφάνισή του να πάρει εμένα για «μεταφραστή». «Όχι βέβαια. Ο κύριος έχει προϋπηρεσία», μου λέει γελώντας. Η γάτα έχει κάνει μια γρήγορη εμφάνιση στο σαλόνι, με έχει περιεργασθεί και έχει φύγει. Θα επιστρέψει μάλλον στα πόδια του Αλέξανδρου αφού φύγω.
Πώς γράφεις; Υπαγορεύεις σε κάποιον;
Όχι πια. Τώρα γράφω μόνος μου, στο λάπτοπ. Όταν ξεκίνησα να γράφω βέβαια, στα 14- μη με ρωτήσετε γιατί και πώς, δεν έχω απάντηση- τα υπαγόρευα στη μητέρα μου.
Τι είχες διαβάσει μέχρι τα 14;
Η αλήθεια είναι πως είχα διαβάσει ελάχιστα. Ουσιαστικά, άρχισα να διαβάζω όταν άρχισα και να γράφω.
Ναι, αλλά με τι αποθέματα; Ή υπάρχει ποιητική φλέβα στην οικογένειά σας;
Ο παππούς μου ο Αλέξανδρος καταπιανόταν καμιά φορά με το γράψιμο, αλλά δεν ξέρω αν αυτά μεταφέρονται από παππού σε εγγονό.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς;
Μην περιμένετε να ακούσετε κάτι διαφορετικό. Δεν θα πρωτοτυπήσω! Ελύτης, Σεφέρης, Καβάφης, Κική Δημουλά.
Μόνο ποίηση;
Ναι. Η αλήθεια είναι πως είμαι λίγο δύσκολος στα πεζά. Άλλωστε, προτιμώ να σκάβω για να βρω, όχι να παίρνω αυτό που υπάρχει στην επιφάνεια.
Αυτή την περίοδο γράφεις;
Ξέρεις, είναι αδιάκοπο αυτό το βάσανο της ποίησης. Γιατί περί βασάνου πρόκειται... όσο κι αν ακούγεται ανάλαφρο για τους αναγνώστες. Πριν γράψω κάτι, το κρατάω συνήθως στο μυαλό μου για πολύ καιρό, μέχρι να ωριμάσει. Οπότε, με αυτή την έννοια, ναι, και αυτή την περίοδο γράφω.
Περίγραψέ μου μια μέρα από τη ζωή σου.
Τι περιμένεις να ακούσεις; Δεν είναι κάτι φανταχτερό, αλλά ούτε και βαρετό. Συνήθως σηκώνομαι κατά τις επτά... Βρίζω κάποια όνειρα που με τσάτισαν...
Τι όνειρα είναι δηλαδή αυτά;
Δεν θα σας κάνω αυτό το χατίρι.
Είναι όνειρα ή εφιάλτες;
Δεν μίλησα για εφιάλτες, μίλησα για όνειρα. Όνειρα που λένε αλήθειες που δεν μας συμφέρουν. Μετά πηγαίνω στη σχολή. Είναι ίσως ένα από τα μεγαλύτερα μαξιλάρια μου η σχολή.
Η Φιλοσοφική;
Ναι. Είμαι στο δεύτερο έτος.
Πηγαίνεις καθημερινά;
Σχεδόν καθημερινά. Πρέπει να συμβεί κάτι πολύ σοβαρό για να μην πάω. Σας ξενίζει αυτό;
Καθόλου.Σκέφτομαι απλώς πως θέλει κάποια υποστήριξη αυτή σου η μετακίνηση.
Συνήθιζα να πηγαίνω με τον πατέρα μου. Εδώ και λίγο καιρό έρχεται η ομάδα προσβασιμότητας. Με πηγαίνουν μέχρι τη σχολή κι εκεί περιμένουν οι συμφοιτητές μου για να με βοηθήσουν να μπω στην αίθουσα.
Λένε ότι πλέον οι φοιτητές δεν έχουν και πολύ όρεξη για μάθηση.
Ναι, η πλειονότητα δεν έχει. Το αντίθετο θα ήταν δύσκολο να το υποστηρίξω.
Γυρνάς λοιπόν το μεσημέρι και... πότε γράφεις;
Γυρνάω το μεσημέρι, τρώω, ξεκουράζομαι, κάνω σύσκεψη με κάποια άλλα όνειρα, πιο ευγενικά, πιο συμφέροντα. Ίσως να τα ΄χει λερώσει η αμφιβολία μου... Ύστερα σηκώνομαι για να διαβάσω, πότε τα μαθήματα της σχολής, πότε κάτι ενδιαφέρον που βρίσκω στο Διαδίκτυο. Α! Και κάτι που ξέχασα! Πηγαίνω κάποιες ώρες και στο φροντιστήριο της μητέρας μου και μαθαίνω αγγλικά. Οι ξένες γλώσσες είναι κάτι που είχα αμελήσει τόσα χρόνια.
Τηλεόραση;
Συνέχεια. Μην κοιτάτε όμως τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, αυτά είναι του πατέρα μου. Εγώ παίζω μόνο στο Ίντερνετ. Και μετά έρχεται η νύχτα.... Παίρνω 1-2 ανάσες και ξανά στις διαπραγματεύσεις των ονείρων.
Μαλώνεις καθόλου με τον μπαμπά και τη μαμά;
Ερώτηση-παγίδα. Σας αρέσει αυτό. Το έχω προσέξει.
Θα το αντάλλασσες αυτό το χάρισμα;
Με τι;
Να ήσουν αθλητής, ας πούμε, του μπάσκετ;
Πολλά άτομα που είναι στην ηλικία μου γράφουν ποίηση και είναι φυσιολογικοί, κάνουν τα πάντα. Οπότε;
Ναι, αλλά εγώ σε ρωτάω αν θα το αντάλλασσες. Γερά πόδια και μπάσκετ ή ποίηση;
Έχω παρατηρήσει γενικά ότι σας αρέσει να κάνετε τον δικηγόρο του διαβόλου. Όχι, δεν θα το αντάλλασσα. Απλά όχι. Σας αρκεί;
Έχεις κάποιον αγαπημένο στίχο ανάμεσα στους πολλούς που έχεις γράψει; Ο ποιητής δεν είναι τύραννος. Άρα πώς να επιλέξω;
Απόσπασμα απο το ανέκδοτο ποίημα «Καμουφλάζ» :
Γδύνονται ντύνονται οι έφηβοι στις στενές ντουζιέρες ετοιμόρροπων πορνείων.
Βρωμάει τσιγαρίλα η ανάσα του νερού στο κομοδίνο. Αδιάφοροι νταβατζήδες παίζουν χαρτιά με την αργόσχολη ώρα τους κερδίζουν χάνουν ξυλοφορτώνουν πλύστρες ευχές. Γυναίκες γυναίκες που πούλησαν οι άλλοι την ψυχή τους στον χάρτινο διάολο, γυναίκες που κάθε νύχτα σταυρώνονται ανάσκελα στον έρωτα, γυναίκες που περιμένουν μονάχα πότε θα ξανά πεθάνουν.
Γυναίκες μικρές, νέες και μεγαλύτερες πλένουν τα στήθη τους τα χέρια τα μαλλιά τους κι ό,τι άλλο κρυφό έγινε φανερό μ΄ αποξηραμένα δάκρυα κατοικίδιας ανεμώνης. Λαμπαδιάζει η παρθένα έξαψη των νέων μπροστά στα μισάνοιχτα δαντελένια πόδια.
Βγάζουν -άλλοι γρήγορα κι άλλοι πιο αργά- τα αθλητικά τους παπούτσια -στο νούμερο της έλλειψης- άσπρες κάλτσες με ρίγες ζέβρες κόκκινα και μπλε πουκάμισα κλόουν ξεκούμπωτα από ώρα φανέλες με φυσικό μαύρισμα και λεπτές τιράντες παντελόνια κοντά, με υφάσματα ακριβά ή με ρίγες πάλι δανεισμένες από την άγρια εγρήγορση των σωμάτων εσώρουχα μαύρα εφαρμοστά με φίρμες πάνω, και, μένουνε γυμνοί με απόλυτη ειλικρίνεια, γυμνασμένοι σαν να γυμνάζεται χρόνια η αναμονή τους, σαν να γυμνάζεται χρόνια η φαντασία τους, σαν να γυμνάζεται χρόνια η στιγμή να σηκώνει κάθε μέρα τα προσθετέα βάρη της νεότητος.
Ξαπλώνουν οι νέοι με τις γυναίκες στα ρηχά του κρεβατιού.
Νοικοκυρά η γλώσσα που τινάζει ξανθές ανταύγειες σκόνης από σκουρόχρωμες θηλές.
Πανικόβλητοι παλμοί σπεύδουν να περιφράξουν το αίμα που τρέχει σαν δαιμονισμένο στις υπόγειες φλέβες.
Πεισμώνουν τα πρώτα βογκητά ανοιγοκλείνουν τα παράθυρα από νευρικότητα. Βιαστικά κατεβαίνει η γλώσσα τα πλατιά σκαλοπάτια των μυών, να ξανά βιδώσει το χαμόγελο του ξυρισμένου κάτω ορόφου.
Ωριμάζουν τα νεαρά βογκητά, τρελαίνονται, αυτοκτονούν πηδάνε απ΄ το σπασμένο τζάμι.
Αλλού πεταμένα ντροπαλά σλιπ, αλλού αέρινα μποξεράκια κι αλλού μικρόσωμα βρακάκια.
Ένα γέρικο καλοριφέρ προσπαθεί να φορέσει ένα τζιν που προσποιείται πως σέρνεται στο πάτωμα, δεν του κάνει, μα κανείς εξαερισμός δεν του ΄μαθε τέλος πάντων πως κι ο χρόνος κόβει και ράβει την κάθε διάπλαση στα μέτρα και τις διαστάσεις του.
Σταυροπόδι κάθεται η ώρα και χτυπά τα δάχτυλά της σα να παίζει στον απέναντι καθρέφτη άυλη ορχήστρα ρεμπέτικου.
Πηγή : Τα Νέα, 20/3/2010. Για να διαβάσετε ο άρθρο, πατήστε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου