Τα παχύσαρκα παιδιά δεν έχουν καλή γεύση, γι’ αυτό χρειάζονται μεγαλύτερες ποσότητες φαγητού για να γευθούν ό,τι τα παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Όπως έδειξε, τα παχύσαρκα παιδιά έχουν λιγότερο ευαίσθητους γευστικούς κάλυκες, γεγονός που αμβλύνει την ικανότητά τους να ξεχωρίσουν και τις πέντε κύριες γεύσεις – το πικρό, το γλυκό, το αλμυρό, το ξινό και το ουμάμι ή πικάντικο.
Έτσι, για να αντισταθμίσουν την έλλειψη της αίσθησης της γεύσης, καταναλώνουν περισσότερο φαγητό για να αποκομίσουν την ίδια ικανοποίηση. Η διαφορά με τα φυσιολογικού βάρους παιδιά δεν είναι τόσο έντονη στις γλυκές γεύσεις, όσο στις άλλες τέσσερις.
Σημειώνεται ότι η γεύση ουμάμι σημαίνει «νόστιμο» στα ιαπωνικά και ανιχνεύεται όταν καταναλώνουμε μίσο, σάλτσα σόγιας και άλλα ασιατικής προελεύσεως τρόφιμα.
Στη μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Charité του Βερολίνου, συμμετείχαν 94 παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος και 99 παχύσαρκα, ηλικίας 6 έως 18 ετών.
Όλα τα παιδιά είχαν καλή υγεία και δεν έπαιρναν φάρμακα που αλλοιώνουν τη γεύση και την όσφρηση.
Η γευστική ευαισθησία κάθε παιδιού ελέγχθηκε με 22 ταινίες γεύσης, οι οποίες τοποθετούνται στη γλώσσα για να ενεργοποιήσουν τις πέντε γεύσεις σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα εντάσεως, καθώς και με 2 κενές ταινίες (δεν προκαλούν καμία γεύση όταν τοποθετηθούν στη γλώσσα).
Τα παιδιά κλήθηκαν να βαθμολογήσουν τη γεύση που ένιωθαν σε μία κλίμακα από 0 έως 20. Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνέκριναν τις απαντήσεις σου με την αληθινή βαθμολογία κάθε ταινίας.
Όπως διαπίστωσαν, τα κορίτσια και τα μεγαλύτερα παιδιά κατόρθωναν να ξεχωρίζουν πιο καλά την κάθε γεύση. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά μπορούσαν να ξεχωρίσουν καλύτερα τις γλυκές από τις αλμυρές γεύσεις, αλλά πολύ πιο δύσκολα τις αλμυρές από τις πικρές, καθώς και τις αλμυρές από τις ουμάμι.
Ειδικά τα παχύσαρκα παιδιά αντιμετώπιζαν μεγάλη δυσκολία να αναγνωρίσουν τις διάφορες γεύσεις, συγκεντρώνοντας συνολική βαθμολογία σωστών απαντήσεων μόλις 12,6, έναντι του 14 που συγκέντρωσαν τα παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος.
Τη μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετώπιζαν τα παχύσαρκα παιδιά με την ορθή αναγνώριση των αλμυρών, πικρών και ουμάμι γεύσεων. Επιπλέον, βαθμολόγησαν τα τρία στα τέσσερα επίπεδα γλυκών γεύσεων χαμηλότερα απ’ ό,τι τα παιδιά φυσιολογικού βάρους.
Η μελέτη έδειξε ακόμα πως ενώ με την ηλικία τα παιδιά φυσιολογικού βάρους γίνονταν καλύτερα στην αναγνώριση των γεύσεων, αυτό δεν ίσχυε για τα παχύσαρκα παιδιά.
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι στις διαφορές αυτές παίζουν ρόλο τα γονίδια, οι ορμόνες και η έκθεση των παιδιών στις διάφορες γεύσεις.
Η μελέτη δημοσιεύεται στην διαδικτυακή έκδοση της επιθεωρήσεως «Archives of Diseases in Childhood».
Πηγή: Νέα
Όπως έδειξε, τα παχύσαρκα παιδιά έχουν λιγότερο ευαίσθητους γευστικούς κάλυκες, γεγονός που αμβλύνει την ικανότητά τους να ξεχωρίσουν και τις πέντε κύριες γεύσεις – το πικρό, το γλυκό, το αλμυρό, το ξινό και το ουμάμι ή πικάντικο.
Έτσι, για να αντισταθμίσουν την έλλειψη της αίσθησης της γεύσης, καταναλώνουν περισσότερο φαγητό για να αποκομίσουν την ίδια ικανοποίηση. Η διαφορά με τα φυσιολογικού βάρους παιδιά δεν είναι τόσο έντονη στις γλυκές γεύσεις, όσο στις άλλες τέσσερις.
Σημειώνεται ότι η γεύση ουμάμι σημαίνει «νόστιμο» στα ιαπωνικά και ανιχνεύεται όταν καταναλώνουμε μίσο, σάλτσα σόγιας και άλλα ασιατικής προελεύσεως τρόφιμα.
Στη μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Charité του Βερολίνου, συμμετείχαν 94 παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος και 99 παχύσαρκα, ηλικίας 6 έως 18 ετών.
Όλα τα παιδιά είχαν καλή υγεία και δεν έπαιρναν φάρμακα που αλλοιώνουν τη γεύση και την όσφρηση.
Η γευστική ευαισθησία κάθε παιδιού ελέγχθηκε με 22 ταινίες γεύσης, οι οποίες τοποθετούνται στη γλώσσα για να ενεργοποιήσουν τις πέντε γεύσεις σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα εντάσεως, καθώς και με 2 κενές ταινίες (δεν προκαλούν καμία γεύση όταν τοποθετηθούν στη γλώσσα).
Τα παιδιά κλήθηκαν να βαθμολογήσουν τη γεύση που ένιωθαν σε μία κλίμακα από 0 έως 20. Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνέκριναν τις απαντήσεις σου με την αληθινή βαθμολογία κάθε ταινίας.
Όπως διαπίστωσαν, τα κορίτσια και τα μεγαλύτερα παιδιά κατόρθωναν να ξεχωρίζουν πιο καλά την κάθε γεύση. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά μπορούσαν να ξεχωρίσουν καλύτερα τις γλυκές από τις αλμυρές γεύσεις, αλλά πολύ πιο δύσκολα τις αλμυρές από τις πικρές, καθώς και τις αλμυρές από τις ουμάμι.
Ειδικά τα παχύσαρκα παιδιά αντιμετώπιζαν μεγάλη δυσκολία να αναγνωρίσουν τις διάφορες γεύσεις, συγκεντρώνοντας συνολική βαθμολογία σωστών απαντήσεων μόλις 12,6, έναντι του 14 που συγκέντρωσαν τα παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος.
Τη μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετώπιζαν τα παχύσαρκα παιδιά με την ορθή αναγνώριση των αλμυρών, πικρών και ουμάμι γεύσεων. Επιπλέον, βαθμολόγησαν τα τρία στα τέσσερα επίπεδα γλυκών γεύσεων χαμηλότερα απ’ ό,τι τα παιδιά φυσιολογικού βάρους.
Η μελέτη έδειξε ακόμα πως ενώ με την ηλικία τα παιδιά φυσιολογικού βάρους γίνονταν καλύτερα στην αναγνώριση των γεύσεων, αυτό δεν ίσχυε για τα παχύσαρκα παιδιά.
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι στις διαφορές αυτές παίζουν ρόλο τα γονίδια, οι ορμόνες και η έκθεση των παιδιών στις διάφορες γεύσεις.
Η μελέτη δημοσιεύεται στην διαδικτυακή έκδοση της επιθεωρήσεως «Archives of Diseases in Childhood».
Πηγή: Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου