Ο Λίνος βρίσκεται στη φυλακή καταδικασμένος σε ισόβια κάθειρξη για βιασμούς γυναικών και ένα φόνο. Η μητέρα του η Βιβή, που τον μεγάλωσε μόνη της, έκανε το αδιανόητο: όταν κατάλαβε τη δράση του γιου της, τον κατέδωσε η ίδια. Για να σταματήσει το κακό αλλά και να τον σώσει από τον εαυτό του. Ο Λίνος και η Βιβή όμως είναι μυθιστορηματικά πρόσωπα, ήρωες του βιβλίου «Τα Σακιά» (εκδόσεις Καστανιώτη) της Ιωάννας Καρυστιάνη.
Στην πραγματική ζωή, οι γονείς των παιδιών που βασάνισαν, απείλησαν και εξευτέλισαν τον 14χρονο συμμαθητή τους, των παιδιών που διατείνονται ότι μπορούν να φέρουν 50 άτομα για να αποτελειώσουν το θύμα και ολόκληρη την οικογένειά του, εξαφανίζονται μαζί με το παιδί τους για να μη συλληφθούν στο πλαίσιο του αυτοφώρου και οδηγηθούν στη φυλακή. Η πράξη τους μπορεί να είναι ακραία, αλλά αντικατοπτρίζει σε μεγεθυντικό φακό τη στάση που επιλέγουν πολλές φορές οι γονείς όταν ενημερώνονται από το σχολείο ή μαθαίνουν με άλλον τρόπο ότι τα παιδιά τους έχουν παραβατική συμπεριφορά.
Ενας γονιός που υπερασπίζεται το παιδί του μέχρι τέλους ή μήπως «όχι ακριβώς»; Μήπως η γονεϊκή αγάπη και αυτοθυσία είναι άλλοθι; «Οι γονείς κινούνται προς την κατεύθυνση τού να καλύπτουν τα παιδιά τους, γιατί στην ουσία καλύπτουν τον εαυτό τους», λέει στην «Κ» ο ψυχίατρος Αθανάσιος Αλεξανδρίδης και συμπληρώνει ότι η πολιτεία έκανε πολύ καλά που άσκησε δίωξη για παραμέληση στους γονείς.
Το αυτόφωρο, η σύλληψη, η κράτηση «αποτελούν ένα τελετουργικό στο πλαίσιο της κοινωνίας που μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά αυτά να συνειδητοποιήσουν τι έκαναν», εξηγεί. «Εχει αποδειχθεί ότι ακόμη και ψυχοπαθείς (σ.σ. που δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους) όταν δικάζονται για κάτι που έκαναν, καταλαβαίνουν περισσότερο τι έχει συμβεί», περιγράφει ο κ. Αλεξανδρίδης. «Οι άνθρωποι αυτοί εμποδίζουν τα παιδιά τους να καταλάβουν πόσο ακραίο είναι αυτό που έκαναν», εξηγεί.
Πρακτικά, επιλέγοντας αυτή την οδό δεν τα προφυλάσσουν ουσιαστικά και αποτελεσματικά. «Δεν πιστεύω ότι τα παιδιά αυτά θα πρέπει να πάνε στο αναμορφωτήριο, άλλωστε σε τι θα τα ωφελούσε κάτι τέτοιο; Θα έπρεπε η οικογένεια με δικαστική απόφαση να υποχρεωθεί να ακολουθήσει πρόγραμμα συμβουλευτικής γονέων ή οικογενειακή θεραπεία και το παιδί ατομική θεραπεία. Το θέμα δεν είναι να τα τιμωρήσουμε, αλλά να υποστηρίξουμε την οικογένεια και τα παιδιά που έφτασαν σε αυτό το σημείο», προτείνει ο κ. Αλεξανδρίδης. «Η συμπεριφορά του παιδιού αποτελεί σύμπτωμα της οικογένειας. Μπορεί στην οικογένεια να υπάρχει πολλή βία ή υποτίμηση είτε σε ένα φανερό είτε σε ένα λανθάνον επίπεδο», συμπληρώνει.
«Δεν θέλουν να ακούσουν»
«Οι γονείς δεν θέλουν να ακούσουν πραγματικά. Ελάχιστοι ψάχνουν να λύσουν το πρόβλημα, το οποίο χωρίς άλλο βρίσκεται πίσω από την επιθετική, παραβατική συμπεριφορά των παιδιών τους. Μάλιστα κάποιοι επαίρονται γι’ αυτό γιατί “ένας άντρας θα πρέπει να είναι νταής”. Στην καλύτερη περίπτωση εστιάζουν στο γεγονός που συνέβη εκείνη τη στιγμή, στη χειρότερη ρίχνουν την απόλυτη ευθύνη της ανατροφής του παιδιού τους στο σχολείο ή δεν δέχονται καν ότι υπάρχει κάποιο θέμα. Λένε, για παράδειγμα, ότι το παιδί προκλήθηκε από τη συμπεριφορά του άλλου παιδιού ή έκανε ό,τι έκανε για πλάκα», διηγείται στην «Κ» εκπαιδευτικός σε μεγάλο ιδιωτικό σχολείο, η οποία επιθυμεί να διατηρηθεί η ανωνυμία της (για λόγους που εν πολλοίς εξηγούνται στο κείμενο). «Συχνά οι γονείς πολλών παιδιών σε μεγάλα ιδιωτικά σχολεία έχουν έναν αέρα και ένα τεράστιο Εγώ που είναι αδύνατον να ακουμπήσεις χωρίς να συγκρουστείς», τονίζει.
Η εκπαιδευτικός εξηγεί ότι στο πλαίσιο του σχολικού περιβάλλοντος κάποιοι κανόνες έστω τυπικά τηρούνται. Τις περισσότερες φορές οι συγκρούσεις γίνονται εκτός σχολείου, έτσι ώστε η σχολική κοινότητα να μην μπορεί να εμπλακεί άμεσα. Περιγράφει ότι κάποιες φορές 2-3 παιδιά έχουν στήσει ενέδρα σε ένα παιδί για να το δείρουν. Για ποιο λόγο; «Για κανένα λόγο, για να αποδείξουν ότι είναι δυνατοί. Για να τους φοβούνται, γιατί με αυτόν τον τρόπο θεωρούν ότι τους σέβονται», λέει.
Παγίωση ισορροπιών
«Το μεγάλο θέμα είναι ότι από το σχολείο τα παιδιά δεν μπορούν να αποδράσουν, να πάνε αλλού. Για πολλά χρόνια τα θύματα θα είναι αναγκασμένα να βρίσκονται στον ίδιο χώρο με τον κακοποιητή τους και οι θύτες θα είναι δέσμιοι της φήμης τους. Πολύ δύσκολα θα αλλάξουν οι ισορροπίες, όταν παγιωθούν. Και οι καθηγητές πρέπει να προσπαθήσουν να τις αλλάξουν με προσωπική προσπάθεια, συχνά χωρίς βοήθεια. Παράλληλα πρέπει να βγει η ύλη, να φέρεις αποτελέσματα στην τάξη, να ικανοποιήσεις τις προσδοκίες των γονέων και της διεύθυνσης. Πολλές φορές οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν να κάνουν τη δουλειά τους, και στα υπόλοιπα απλώς τα στραβά μάτια, γιατί “πού να μπλέκεις”».
«Δεκαπεντάχρονος μαθητής μεγάλου ιδιωτικού σχολείου έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών. Η παράδοση – παραλαβή γινόταν ακριβώς έξω από το σχολείο. Το παιδί ήρθε στη συνεδρία μας και διηγήθηκε ότι την ώρα που “αγόραζε” πέρασε από δίπλα ένας καθηγητής του, ο οποίος απλώς έστρεψε από την άλλη το βλέμμα του. “Ούτε αυτός δεν νοιάστηκε τι συμβαίνει”, μου είπε, εκείνη την ημέρα», διηγείται παιδοψυχολόγος που παρακολουθεί τον 15χρονο. «Νομίζω ότι δεν τον είδα ποτέ περισσότερο απογοητευμένο από ό,τι εκείνη την ημέρα. Σε αυτές τις ηλικίες τα παιδιά πολλές φορές κάνουν ακραία πράγματα ακριβώς για να τραβήξουν την προσοχή», καταλήγει.
Κινούμαστε σε λάθος κατεύθυνση
«Εχει συντελεστεί μια μετάλλαξη στον τρόπο που λειτουργεί η οικογένεια σήμερα», αναφέρει στην «Κ» η δρ Κοινωνιολογίας εγκλήματος και διευθύντρια ερευνών στο ΕΚΚΕ, Ιωάννα Τσίγκανου. Παραδοσιακά, η οικογένεια είναι το πρωταρχικό κύτταρο της κοινωνίας και το πλαίσιο στο οποίο ξεκινάει η κοινωνικοποίηση του ατόμου. «Εχει γίνει μια μετατόπιση στον τρόπο κοινωνικοποίησης των παιδιών», παρατηρεί η ίδια, «υποτίθεται ότι οι σχέσεις διέπονται από το χάος της αγάπης».
Από τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα εγκαταλείπεται το πατριαρχικό και αυταρχικό μοντέλο διαπαιδαγώγησης των παιδιών, που απαξιώνεται σταδιακά από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και η ελληνική κοινωνία αρχίζει να υιοθετεί το παιδοκεντρικό μοντέλο. Οπως περιγράφει η δρ Τσίγκανου, «το εν λόγω μοντέλο προτάσσει την πάση θυσία προστασία των παιδιών, ενώ φαίνεται ότι μέσω των παιδιών οι γονείς υλοποιούν τους δικούς τους στόχους και τα προσωπικά τους οράματα, προβάλλουν τις δικές τους αστοχίες και αποτυχίες, προσδοκούν να ανακατασκευάσουν το κοινωνικό τους στάτους μέσω των παιδιών». Τα αντιμετωπίζουν ως δική τους προέκταση, «με συνέπεια να μην τα αφήνουν να αυτενεργήσουν και να χτίσουν τη δική τους, ξεχωριστή, προσωπικότητα». Παράλληλα, «διαπιστώνουμε μια συναισθηματική απόσταση μεταξύ γονιών και παιδιών», προσθέτει.
«Ουσιαστικά, η παιδοκεντρικότητα παίρνει λανθάνουσα και έκνομη μορφή», υπογραμμίζει. «Για το συγκεκριμένο περιστατικό, οι εν λόγω γονείς έκρυψαν τα παιδιά τους επειδή δεν άντεχαν να τα δουν να προσέρχονται στα αστυνομικά τμήματα, ενώ νομικά με αυτή τους τη στάση προστάτευσαν και τους εαυτούς τους». Εστειλαν ένα απολύτως λανθασμένο και αντικοινωνικό μήνυμα στα ανήλικα τέκνα τους, «μην ανησυχείς, εγώ είμαι εδώ για σένα, μπορώ να σε προστατεύσω ό,τι κι αν έχεις διαπράξει». Σήμερα, καταλήγει η δρ Τσίγκανου, «βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο. Αναμένουμε με ενδιαφέρον να δούμε ποιο μοντέλο θα επικρατήσει. Το συνεργατικό μοντέλο, που προάγει την ισοτιμία στην οικογένεια, μένει ακόμη να κατακτηθεί, το παιδοκεντρικό πάλι φαίνεται ότι κινείται σε λάθος κατεύθυνση».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου