Εχουμε δει θρίλερ να ξεκινάνε έτσι. Ο Φοίβος καθόταν αμέριμνος στο γραφείο του στη δουλειά, όταν αποφάσισε να τσεκάρει πού είναι το παιδί. Τον τελευταίο καιρό πήγαινε με τα πόδια στο φροντιστήριο διασχίζοντας το μικρό δασάκι που βρίσκεται δίπλα στο σπίτι τους. Επέμενε ότι στα 13 είναι πια αρκετά μεγάλος για αυτή την απόσταση, «έλεος βρε μπαμπά». Οι διαπραγματεύσεις ήταν σκληρές, αλλά επήλθε συμφωνία μόνο όταν η πλευρά γιου δέχθηκε να κυκλοφορεί με συσκευή gps.
Για να λέμε την αλήθεια, ο Φοίβος σπάνια έλεγχε το σήμα, ποιος ξέρει τι τον έπιασε εκείνο το μεσημέρι. Ανοίγοντας την εφαρμογή απόρησε, το σήμα έδειχνε ότι το παιδί βρίσκεται στη μέση του άλσους, ενώ έπρεπε από ώρα να είναι στο μάθημα. Εμεινε να κοιτά λίγη ώρα την τελεία που αναβόσβηνε χωρίς να πηγαίνει ούτε μπρος ούτε πίσω. Αντίθετα με την τελεία, το μυαλό του άρχισε να τρέχει με χίλια προς πάσα κατεύθυνση. Βγήκε από το γραφείο, μπήκε στο αμάξι και πάτησε το γκάζι. Στο δασάκι δεν βρήκε κάποιο ίχνος του παιδιού, κατευθύνθηκε προς το φροντιστήριο ασθμαίνοντας. Ο γιος του καθόταν στην τάξη, η συσκευή τού είχε πέσει στη διαδρομή. «Λίγο μετά του πήρα κινητό» παραδέχεται ο αγχωμένος πατέρας.
Ο Αλκης μπήκε στο λεωφορείο. Η Μάγδα κατέβηκε από το λεωφορείο. Ο Σπύρος έφτασε στη γιαγιά. Ο Αλέξανδρος είναι στην πλατεία. Τι κάνει ο Γιώργος πάλι στην πλατεία; Η Αλίκη χαζολογάει έξω από το φροντιστήριο αντί να ξεκινήσει για το σπίτι, θα κρυώσει το φαγητό. Σε άλλο κλαμπ δεν είπε ότι θα έβγαινε απόψε ο Πάρις; Οταν βλέπεις γονιό εφήβου να κοιτά και να ξανακοιτά το κινητό του πιθανότατα τσεκάρει μια παλλόμενη κουκκίδα στο χάρτη. Αν είναι στη θέση της, πάει και η καρδιά στη θέση της.
Σε έναν κόσμο γεμάτο κινδύνους, πραγματικούς ή φανταστικούς, και για γονείς ήδη στρεσαρισμένους, γεμάτους αγωνία να τα κάνουν όλα σωστά, η δυνατότητα που δίνει η τεχνολογία για ανά πάσα στιγμή εντοπισμό των παιδιών τους μέσω ειδικών συσκευών ή εφαρμογών στο κινητό θεωρείται μάννα εξ ουρανού.
«Εγώ το παρακολουθώ το παιδί μου» λέει με ειλικρίνεια η Αγγελική Κοσμοπούλου, στέλεχος σε κοινωφελή φορέα και μαμά ενός 16χρονου αγοριού. «Αρχισα να το κάνω από πέρυσι, στην Α’ Λυκείου, όταν άρχισε να βγαίνει μόνος του. Δεν ήθελα να μένει μέσα εξαιτίας του δικού μου φόβου». Φυσικά ο μικρός ξέρει ότι ενίοτε οι γονείς του ελέγχουν το πού βρίσκεται. «Για παράδειγμα τις Παρασκευές που πάει για ποδόσφαιρο ή τα Σάββατα που βγαίνει ως αργά στην Κηφισιά, τη Γλυφάδα, το κέντρο, μέρη δηλαδή που συγκεντρώνονται παιδιά σε αυτή την ηλικία και που μπορούν να συμβούν διάφορα». Δεν ήταν εξαρχής θετική. «Σκέφτηκα ότι δεν θα ήθελα να το κάνουν σε μένα, ότι είναι στέρηση ελευθερίας. Στην πράξη όμως είδα ότι είναι κάτι που μας ησυχάζει και τους τρεις. Ακόμα και εκείνος ξέρει ότι αν συμβεί κάτι οι γονείς του μπορούν να τον βρουν». Οπως λέει η Αγγελική, αποφεύγει να τον παίρνει τηλέφωνο. «Για τα παιδιά σε αυτή την ηλικία τα τηλεφωνήματα από τη μανούλα είναι μεγαλύτερη παραβίαση του προσωπικού χώρου. Είναι ενοχλητικά». Για την ίδια το πώς χρησιμοποιεί μια οικογένεια αυτή την τεχνολογία δείχνει «την ποιότητα της σχέσης που χτίζεις σε καιρό ειρήνης». «Είναι πολλοί που δεν θέλουν να χρησιμοποιήσουν τέτοια εφαρμογή και προτιμούν να πουν στο παιδί “μη βγαίνεις”. Μα είχαμε δύο χρόνια κόβιντ, τα παιδιά έχουν έτσι κι αλλιώς δυσκολίες στην ενηλικίωση τους, να μη βγαίνουν κιόλας; Δεν είναι κατασκοπεία, είναι διαχείριση της ελευθερίας του παιδιού που είναι στα πρόθυρα της ανεξαρτητοποίησης».
Οικογενειακό συμβούλιο
Η Βασιλική Πλιάτσικα, αρχαιολόγος, αποφάσισε με τον άντρα της να χρησιμοποιήσουν από φέτος το Family Link, τη γνωστή εφαρμογή που συνδέει το κινητό του παιδιού με των γονιών του. «Φέτος ξεκίνησε το Γυμνάσιο σε σχολείο μακριά από το σπίτι. Το συζητήσαμε και ξέρει πως δεν το χρησιμοποιούμε για έλεγχο online δραστηριότητας (σ.σ. μέσω της εφαρμογής μπορεί ο γονιός να παρακολουθεί και πόσο χρόνο περνάει το παιδί ονλάιν, τι εφαρμογές κατεβάζει, να βάλει και σχετικό φραγμό κλπ). Αυτό έχουμε αποφασίσει και οι τρεις στο οικογενειακό συμβούλιο να το συζητάμε μεταξύ μας όταν υπάρχει υπερβολή και να μην επιβάλλουμε ποινές». Οπως λέει από την εμπειρία των πρώτων μηνών, το tracker έχει υπάρξει πολύτιμο. «Η διαδρομή που κάνει με το σχολικό λεωφορείο είναι μεγάλη και η ώρα άφιξης το μεσημέρι ποικίλει. Προκειμένου να μην περιμένω στο δρόμο όλη αυτή την ώρα και να υπολογίζω πώς θα τον συναντήσω, βλέπω πότε πλησιάζει μέσω του family link. Ακούγεται υπερβολικό αλλά στην Αθήνα με την κίνηση, την έλλειψη πάρκινγκ κλπ πρέπει να μπορείς να συνεννοηθείς και για τέτοια πρακτικά θέματα. Στο παρελθόν μάλιστα στάθηκε πολύ χρήσιμο όταν κάποια στιγμή χάλασε το σχολικό λεωφορείο και τα παιδιά έμειναν με τον οδηγό στη μέση του δρόμου. Μέσω του στίγματος μπορέσαμε οι γονείς να παραλάβουμε άμεσα τα παιδιά». Την πρώτη φορά που χάθηκε το στίγμα, επήλθε αναστάτωση. «Τηλεφώνησα σε μια μαμά που ήταν στο σχολείο που με βεβαίωσε ότι τον βλέπει. Τώρα ξέρω ότι κάποιες φορές το σήμα χάνεται και η εφαρμογή δεν δίνει πάντα στίγμα αλλά αν χρειάζεται κάνω εκείνη την ώρα ένα τηλεφώνημα στο παιδί».
Πανικός μπαταρίας
Οταν έγινε το ίδιο στην Α.Σ. μαμά 13χρονου αγοριού, όταν δηλαδή χάθηκε το σήμα επειδή είχε κλείσει το κινητό από μπαταρία, την έπιασε πανικός. «Εκτοτε όταν συμβαίνει πανικοβάλλομαι αλλά προσπαθώ να μην το μεταδίδω στο παιδί, το δουλεύω μόνη μου». Χρησιμοποιεί την τεχνολογία αρκετά χρόνια, από τότε που ο μικρός ήταν 8 ετών. «Ξεκίνησα με το ρολόι που έδειχνε κατά προσέγγιση πού βρίσκεσαι, τότε που άρχισε ο πατέρας του να τον παίρνει διακοπές (σ.σ. δεν είναι παντρεμένοι). Ανησυχούσα γιατί δεν μου έδινε να του μιλήσω. Ηταν μια παρηγοριά για μένα, το παιδί φυσικά το ήξερε. Μετά βάλαμε το Family Link και τώρα το Find my kids για να μη βλέπω τι εφαρμογές κατεβάζει. Το τσεκάρω τα μεσημέρια για να δω πότε γυρίζει για να βάλω το φαγητό. Εχει γίνει λίγο συνήθεια, νομίζω δεν θα ξεφύγω ποτέ από αυτό το πράγμα».
Δεν έχει λειτουργήσει σε όλα τα σπιτικά. Ο Αγγελος Σκουμπάς, χημικός μηχανικός σε Ζυθοποιία, πατέρας δύο κοριτσιών 15 και 18 σήμερα συνάντησε σθεναρή αντίσταση. «Οταν ήταν μικρότερες είχαμε την εφαρμογή αλλά την κρατήσαμε μόνο ένα χρόνο, κι αυτό με πολλές αντιδράσεις. Καταλήξαμε να φοράνε τα trackers μόνο όταν πήγαιναν πιο μακριά από τα 200-300 μέτρα από το σπίτι στη βόλτα τους ή όταν τις πηγαίναμε στο κέντρο (σ.σ. μένουν Θεσσαλονίκη). Δεν τους άρεσε καθόλου, ένιωθαν “παρακολουθούμενες”. Προσπαθούμε να διαχειριζόμαστε την κατάσταση ρωτώντας πού θα πάνε, πόση ώρα θα μείνουν, με ποιον θα είναι». Με τον αναλογικό τρόπο δηλαδή.
O Α.Μ. σε συνεννόηση με το γιο του χρησιμοποιεί τα ΑirΤags, το gadget της Apple που προσαρμόζεται σε πορτοφόλι, κλειδιά, σακίδια για τον εντοπισμό πραγμάτων ή ατόμων. “Του το έδωσα στο Λύκειο, από τότε που άρχισε να χρησιμοποιεί ΜΜΜ. Ο γιος μου έχει σύνδρομο Ασπεργκερ κάτι που τον κάνει καμία φορά ξεχασιάρη. Όταν ήταν μικρότερος ήθελε να περιμένει μόνος του το σχολικό, οπότε εγώ τον ακολουθούσα στα κρυφά για να προσέχω μην τυχόν λόγω φάσματος δεν κοιτάξει σωστά το δρόμο και τον χτυπήσει αυτοκίνητο. Ένας πομπός ήταν κι αυτός… Η λογική είναι πάντα η ασφάλεια.” Το παιδί είναι σήμερα φοιτητής σε άλλη πόλη και εξακολουθεί να έχει στο πορτοφόλι του το ΑirΤag. “Από τότε που έχει φύγει δεν το έχω κοιτάξει ποτέ. Φυσικά μπορεί να το βγάλει όποτε θέλει.” AirTags χρησιμοποιεί και η Μαρίλη Νίκα, Ελληνίδα που διαπρέπει στον κλάδο της Τεχνητής Νοημοσύνης στη Σίλικον Βάλει (σήμερα στη Meta). “Τα έχουμε βάλει στο καροτσάκι για το μωρό προφανώς σε συνεννόηση με τη νταντά. Μας βοηθάει και μας ηρεμεί ότι υπάρχει. Το τσεκάρουμε μόνο σε περιπτώσεις που θελουμε να σιγουρευτούμε ότι έχουν αρχίσει να επιστρέφουν σπίτι επειδή πρέπει να φύγουμε”.
Αλλοι αντιστέκονται γιατί το βλέπουν σαν παγίδα για τους ίδιους. «Σκεφτήκαμε ότι θα μας άγχωνε περισσότερο και ότι θα περνούσαμε το μήνυμα στα παιδιά ότι δεν τους δείχνουμε εμπιστοσύνη» λέει η Πελιώ Παπαδιά, αρχισυντάκτρια του free press για γονείς Τaλκ και μητέρα δύο παιδιών, 13 και 16 ετών. Γνωρίζοντας τον εαυτό της ήξερε ότι θα ασχολείται συνεχώς με τον πομπό και το στίγμα. «Μια μαμά παρακολουθούσε από τη δουλειά της πού είναι ο γιος της όταν είδε την κουκκίδα να μετακινείται πριν το σχόλασμα. Παράτησε τη δουλειά της για να τρέξει να ψάχνει πού είναι το παιδί. Τελικά είχαν σχολάσει νωρίτερα. Οταν δεν δείχνεις εμπιστοσύνη στα παιδιά σου καταλήγεις να αγχώνεσαι περισσότερο. Επιπλέον στερείς τη δυνατότητα στα παιδιά να πουν μικροψέματα. Σε αυτή την ηλικία έχεις δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και στο ψεματάκι. Η μικρή που τώρα μαθαίνει πώς να κυκλοφορεί με ΜΜΕ, κατέβηκε πρόσφατα κέντρο μόνη χωρίς να μας το πει. Μας το είπε μετά γιατί ένιωσε καλά που τα κατάφερε» Αντί για tracker, χρησιμοποιούν το τηλέφωνο. «Ξέρουν ότι αν χτυπήσει πρέπει να το σηκώσουν. Οπως κι εγώ έχω πάντα στο νου μου το κινητό μου για την οικογένειά μου». Κάπως έτσι σκέφτεται και η Α.Δ., μαμά κόρης 14 ετών. «Χρησιμοποιούμε το Family Link από την Ε’ Δημοτικού που απέκτησε κινητό αλλά το έχω χρησιμοποιήσει δύο φορές. Αντιστέκομαι πάρα πολύ γιατί ξέρω ότι δεν μπορώ έτσι να χτίσω εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Ξέρω ότι 9 στις 10 θα μου πάει μπούρδες για το πού είναι και τι κάνει, αλλά ακόμα κι αυτό είναι δουλειά μου ως γονιός να το διαχειριστώ. Τα παιδιά έχουν δικαίωμα στην ιδιωτικότητα. Ολοι έχουμε περάσει εφηβεία κι έχουμε κάνει απίστευτα πράγματα τότε που δεν υπήρχε τρόπος να μας εντοπίσει κανείς. Η τεχνολογία μας δίνει πολλά αλλά μας στερεί ένα κομμάτι του χτισίματος της σχέσης μεταξύ μας».
«Μόνο σε συνεννόηση με το παιδί»
Συνιστά όμως η παρακολούθηση των παιδιών μας παραβίαση του προσωπικού τους χώρου; Τι θα πρέπει να προσέξει μια οικογένεια υιοθετώντας αυτή την τεχνολογία στην καθημερινότητά της; Σύμφωνα με τους ειδικούς οι γονείς κατά το νόμο, είναι υπεύθυνοι για την φροντίδα του παιδιού τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η ασφάλειά του. «Η εγκατάσταση μιας εφαρμογής γεω-εντοπισμού στο κινητό ή το smart watch του ανηλίκου τέκνου, αρχικώς δεν έρχεται σε αντίθεση με τη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων», λέει η δικηγόρος Σοφία Παυλίδου, εταίρος της δικηγορικής εταιρείας Εύνομος, με ειδίκευση σε θέματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων. «Ωστόσο, το παιδί, ως φυσικό πρόσωπο και αυθύπαρκτη οντότητα, είναι υποκείμενο υποχρεώσεων, αλλά και δικαιωμάτων. Κάθε παιδί, όπως και κάθε ενήλικας, έχει δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Το δικαίωμα αυτό έχει συνταγματική κατοχύρωση. Πέραν αυτού, η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία τυγχάνει εφαρμογής σε παιδιά ηλικίας μέχρι δεκαοκτώ ετών, αναφέρει ρητώς ότι “Κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή”. Επιπλέον, καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από την συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων”. Επομένως, όπως εξηγεί, θα πρέπει να γίνεται λελογισμένη χρήση των μέσων αυτών, και μόνο αν είναι αδύνατη η επίβλεψη τού παιδιού, είτε με φυσική παρουσία, είτε με κάποιον άλλον τρόπο. «Αν σε κάποιες περιπτώσεις είναι αναπόφευκτη η ηλεκτρονική επιτήρηση, τουλάχιστον πρέπει να είναι διακριτική και να περιορίζεται μόνο στις απολύτως αναγκαίες ενέργειες, έτσι ώστε να διαφυλάσσονται και τα δικαιώματα των παιδιών, τα οποία σχετίζονται με την ιδιωτική τους σφαίρα. Σε κάθε περίπτωση, οι εφαρμογές αυτές θα πρέπει να δίνουν μόνο το στίγμα της τοποθεσίας, χωρίς να μπορούν να ηχογραφούν ή να μεταφέρουν εικόνα του τόπου και των λοιπών παρευρισκομένων στους χώρους, όπου βρίσκεται το παιδί».
Οπως προσθέτει ο Πελοπίδας Νικολόπουλος, δικηγόρος και υπεύθυνος συνηγορίας στο Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού, είναι κρίσιμο πριν από τη χρήση τέτοιων μέσων να προηγηθεί συζήτηση με τα παιδιά ανεξαρτήτως της ηλικίας και ωριμότητας τους. «Δεν μπορεί ο γονιός να το κάνει μόνος του, πρέπει να εξηγήσει τι και για ποιο λόγο γίνεται. Αν το παιδί διαφωνήσει, θεωρούμε ότι ο γονιός δεν πρέπει να προβεί στην εγκατάσταση του μέσου. Φυσικά όσο μεγαλώνει το παιδί καλό είναι να αποφεύγονται τέτοιου είδους μέτρα ως πιο παρεμβατικά ως προς την ιδιωτικότητα και την ιδιωτική ζωή του παιδιού».
Σύμφωνα με την ψυχολόγο – παιδοψυχολόγο Αντιγόνης Γινοπούλου, η επικράτηση των εφαρμογών είναι σύμπτωμα ευρύτερου προβλήματος. «Οι γονείς φοβούνται να βάλουν όρια, να συγκρουστούν. Αυτός είναι ένας τρόπος καθησυχαστικός -σε εισαγωγικά. Για να φτάσω όμως να μην εμπιστεύομαι το παιδί και να χρειάζομαι μια εφαρμογή σημαίνει ότι δεν έχω δουλέψει τη σχέση μαζί του. Πολλοί νομίζουν ότι η διαπαιδαγώγηση είναι στον αυτόματο, έτσι όταν στα 12 αρχίζουν τα παιδιά να επαναστατούν πιάνει τους γονείς πανικός».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου