Η Κατερίνα ήταν μόλις 6 μηνών, ήταν η ημέρα της βάπτισής της, όταν οι γονείς της ανακάλυψαν πως σε λίγους μήνες η οικογένειά τους θα αποκτούσε ένα επιπλέον μέλος. Ο Θεόδωρος και η Νατάσα στην αρχή σοκαρίστηκαν, καθώς αυτή τη φορά η εγκυμοσύνη δεν ήταν προγραμματισμένη. Το σοκ διαδέχθηκε η χαρά, και τη χαρά διαδέχθηκε ο πανικός. Οπως εξηγεί η Νατάσα, μόλις είχε επιστρέψει στη δουλειά της, και έτρεμε στην ιδέα πως θα χρειαζόταν να ξαναπάρει άδεια. «Αφενός ήξερα πως θα σχολιαστώ αρνητικά από τη διοίκηση, αλλά και εγώ μέσα μου δεν ένιωθα καλά με την προοπτική να μείνω άλλους έξι μήνες στο σπίτι, όπως είχα κάνει για την Κατερίνα. Και οι 40 ημέρες, όμως, μας φαίνονταν λίγες». Το ζευγάρι συζήτησε εκτενώς τις επιλογές του και ο Θεόδωρος, υπάλληλος τότε σε πολυεθνική εταιρεία, πρότεινε να πάρει ο ίδιος άδεια για 3,5 μήνες.
Εμοιαζε να είναι η ιδανική λύση. «Δεν είχα παραδείγματα φίλων ή συναδέλφων που να είχαν πάρει γονική άδεια, οπότε δεν ήξερα και τι ακριβώς να περιμένω. Με το που έκανα την αίτηση, με κάλεσαν από το HR να με ρωτήσουν για ποιον ακριβώς λόγο τη χρειάζομαι. Τους εξήγησα τη συνθήκη και η απάντηση της συναδέλφου μου ήταν πως “δεν σας καταλαβαίνω, εγώ όταν γέννησα επέστρεψα στις 40 ημέρες”. Δεν είχα καμία διάθεση να έρθω σε αντιπαράθεση μαζί της, αρκέστηκα απλώς να σχολιάσω πως η κάθε συνθήκη είναι διαφορετική». Στην ερώτηση του Θεόδωρου για το αν η πολιτική της εταιρείας αποθαρρύνει τη χρήση της άδειας από τους πατεράδες, η απάντηση ήταν πως όχι. Τον διαβεβαίωσαν πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Στην πραγματικότητα όμως το κλίμα απέναντί του άρχισε να αλλάζει.
Σύντομα, έφτασαν στα αυτιά του οι φήμες πως παίρνει την άδεια επειδή «βαριέται να δουλέψει». «Εργαζόμουν στην εταιρεία για περισσότερο από 10 χρόνια και δεν μπορούσα να πιστέψω τη στοχοποίηση που δεχόμουν. Παρ’ όλα αυτά δεν έκανα πίσω. Εμεινα με τις κόρες μου αυτούς τους 3,5 μήνες, γνωρίζοντας μέσα μου πως όταν επιστρέψω πιθανότατα θα πρέπει να ψάξω να βρω νέα δουλειά». Πράγματι, 6 μήνες αργότερα, ο Θεόδωρος έγινε και πάλι ο βασικός φροντιστής των παιδιών, καθώς πλέον ήταν άνεργος. «Δεν απολύθηκα μόνο εγώ, έγιναν και άλλες περικοπές στην εταιρεία, οπότε επισήμως κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για τον λόγο της απόλυσης. Ο ίδιος όμως ο διευθυντής δεν δίστασε να πει στους συναδέλφους μου, σε δήθεν ανεπίσημη συζήτηση, πως του έκανε κακή εντύπωση ότι έλειψα τόσους μήνες. Μάλλον δεν ήταν τυχαίο που δεν είχα ακούσει ποτέ κάποιον άλλο στην εταιρεία να παίρνει γονική άδεια».
Σύμφωνα με τον Ν. 4808/2021 απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζόμενου πατέρα για χρονικό διάστημα έξι μηνών μετά τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Το τι συμβαίνει όμως μετά το πέρας αυτών των έξι μηνών και ποιες είναι οι συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει ο κάθε εργαζόμενος είναι μια άλλη ιστορία, που όπως φαίνεται δεν έχει πάντα καλό τέλος.
Ο Ιάσονας εργαζόταν στην ίδια τράπεζα από 23 ετών. Στα 35 του γνώρισε την Ελένη. Οι δυο τους ερωτεύτηκαν και άρχισαν να οραματίζονται μια κοινή ζωή. Το μοναδικό πρόβλημα ήταν η απόσταση, καθώς ο Ιάσονας ζούσε στην Αθήνα και η Ελένη σε μια μεγάλη επαρχιακή πόλη. Κάποιος από τους δύο έπρεπε να μετακομίσει. «Σκέφτηκα τότε πως η οικογένειά μας θα είναι πιο ευτυχισμένη ζώντας σε πιο χαλαρούς ρυθμούς και έτσι ζήτησα μετάθεση». Η Ελένη δούλευε ως ιδιωτική υπάλληλος και οι μισθοί τους ήταν σχεδόν ίσοι. Λίγο καιρό αργότερα το ζευγάρι απέκτησε τον πρώτο του γιο. «Δεν το συζητήσαμε ιδιαίτερα, το θεωρήσαμε κάπως αυτονόητο πως θα μείνει η Ελένη με το μωρό. Είχε άλλωστε και τη βοήθεια της μητέρας της. Οταν όμως επέστρεψε στη δουλειά της, ένιωσε πως έπρεπε να κάνει διπλή και τριπλή προσπάθεια για να κερδίσει το χαμένο έδαφος. Τότε, της υποσχέθηκα πως στο επόμενο παιδί θα μείνω εγώ στο σπίτι. Ενιωθα άλλωστε πως η δική μου δουλειά, σε αντίθεση με τη δική της, είναι εξασφαλισμένη».
Πράγματι, δύο χρόνια αργότερα η Ελένη γέννησε τον δεύτερο γιο του ζευγαριού και ο Ιάσονας τήρησε την υπόσχεσή του, ζητώντας 3 μήνες γονικής άδειας. Τότε, ο διευθυντής του υποκαταστήματος τον φώναξε στο γραφείο του και άρχισε να του κάνει προσωπικές ερωτήσεις. «Οι σχέσεις μας ήταν άκρως τυπικές, οπότε δεν ήμουν προετοιμασμένος για το τι θα ακολουθούσε. Εκείνη την ημέρα, σε δήθεν φιλικό κλίμα, είχε το θράσος να με ρωτήσει, με πλάγιο τρόπο, αν έχει κάποιο πρόβλημα η Ελένη ή ο γάμος μας. Με έφερε σε πολύ δύσκολη θέση, δεν ήθελα όμως να δώσω μεγαλύτερη έκταση στο θέμα».
Ο Ιάσονας έμεινε στο σπίτι με τους γιους του και, όπως λέει, ήταν μία από τις καλύτερες αποφάσεις της ζωής του, καθώς νιώθει πως ο χρόνος που πέρασε τότε μαζί τους ήταν καθοριστικός για τη μεταξύ τους σχέση. «Επέστρεψα κανονικά στην τράπεζα την ημέρα που έληγε η άδειά μου. Λίγες εβδομάδες αργότερα, μου ανακοινώθηκε πως με μεταθέτουν σ’ ένα υποκατάστημα περίπου 50 χιλιόμετρα εκτός πόλης. Το χειρότερο όμως δεν ήταν αυτό, αλλά το ότι γνώριζα πολύ καλά πως το συγκεκριμένο υποκατάστημα θα έκλεινε από μήνα σε μήνα». Για τον Ιάσονα αυτή η εξέλιξη ήταν σοκαριστική, καθώς δεν είχε περάσει από το μυαλό του πως μπορεί να έμενε χωρίς δουλειά. «Μετά από πολλές συζητήσεις, τόσο με την Ελένη όσο και με τον εαυτό μου, αποφάσισα να φύγω με εθελουσία. Μου έχει μείνει μια πικρή γεύση από αυτή την ιστορία. Νιώθω πως στιγματίστηκα λόγω της απόφασής μου να μείνω 3 μήνες στο σπίτι με τα παιδιά μου».
Ενα χρόνο αργότερα, ο ίδιος και η οικογένειά του μετακόμισαν στην Αθήνα προκειμένου να μπορέσει να βρει δουλειά σχετική με το αντικείμενό του. Στην ερώτηση αν το μετάνιωσε, απαντάει χωρίς κανέναν δισταγμό πως, αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω, θα έπαιρνε και πάλι την ίδια απόφαση. «Μπορεί η όλη ιστορία να μας έβλαψε επαγγελματικά και να έφερε τα πάνω κάτω στον οικογενειακό μας προγραμματισμό, αλλά ούτε η Ελένη ούτε εγώ μετανιώνουμε για την απόφαση που πήραμε. Απλώς ευχόμαστε να ήμασταν πιο υποψιασμένοι. Οπως φαίνεται, η χρήση της γονικής άδειας από την πλευρά του πατέρα είναι ακόμα ταμπού σε ορισμένα περιβάλλοντα και εμείς το αγνοούσαμε πλήρως».
Η Ελένη από την πλευρά της σχολιάζει πως οι γνωστές της, ακόμα και ορισμένες φίλες της, αντιμετώπιζαν τον Ιάσονα κάτι ανάμεσα σε ήρωα και σε θύμα, μόνο και μόνο επειδή είχε μείνει στο σπίτι με τα παιδιά. «Για εμένα ήταν ένας συνειδητοποιημένος πατέρας, τελεία. Οταν όμως η κατάσταση άρχισε να δυσκολεύει στη δουλειά του, τότε άρχισα να έχω ενοχές. Μήπως έπρεπε να είχα μείνει εγώ στο σπίτι; Μήπως δεν έπρεπε να μείνει κανείς μας; Χρειάστηκε πολλή δουλειά τόσο με τον εαυτό μου όσο και με τον ίδιο τον Ιάσονα για μην επηρεαστεί η σχέση και η οικογένειά μας ανεπανόρθωτα». Οι δυο τους αντιμετωπίζουν πλέον την όλη ιστορία σαν μια μακρινή ανάμνηση, δεν παύουν όμως να αστειεύονται για το ποιος από τους δύο θα χάσει για πάντα τη δουλειά του, σε περίπτωση που αποφασίσουν να κάνουν και τρίτο παιδί.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου