Μπαμπάδες που είναι ελαφρώς αγχωμένοι ή καταθλιπτικοί μεγαλώνουν παιδιά με λιγότερα προβλήματα συμπεριφοράς και καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Frontiers of Psychology.
Οι ερευνητές μελέτησαν 61 παιδιά, 36 αγόρια και 25 κορίτσια, και τους γονείς τους. Διερεύνησαν πώς τα καταθλιπτικά ή αγχώδη συμπτώματα στους πατεράδες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της μέσης παιδικής ηλικίας ( 6 έως και 11 ετών) επηρέασαν τη συμπεριφορά των παιδιών.
Τα αποτελέσματα, σημειώνουν οι ερευνητές, διέψευσαν την επιστημονική υπόθεσή τους. Τα παιδιά τα πήγαιναν πολύ καλύτερα από ό,τι αναμενόταν. Παρουσίασαν λιγότερες δυσκολίες συμπεριφοράς κατά την είσοδο τους στο σχολείο, πέρα από τις όποιες συσχετίσεις με την ψυχική υγεία της μητέρας και το εκπαιδευτικό επίπεδο των γονιών.
Τα παιδιά ήταν περισσότερο συγκεντρωμένα και με καλούς βαθμούς
Τα παιδιά των οποίων οι πατεράδες ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα καταθλιπτικών συμπτωμάτων ήταν πιο ικανά να κάθονται ακίνητα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, θύμωναν λιγότερο και ήταν περισσότερο συγκεντρωμένα από τα άλλα παιδιά. Σύμφωνα με τη μελέτη είχαν επίσης υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πώς η κακή ψυχική υγεία των μητέρων επηρεάζει τα παιδιά τους.
Μεγάλος αριθμός μελετών καταδεικνύει ότι οι μητέρες με καταθλιπτικές ή αγχώδεις τάσεις μεγαλώνουν παιδιά με περισσότερα αναπτυξιακά προβλήματα. Μελέτη του 2018, έδειξε ότι τόσο το μητρικό όσο και το πατρικό άγχος επηρεάζουν αρνητικά τα παιδιά. Ωστόσο η επίδραση του άγχους της μητέρας ήταν μεγαλύτερη.
Ένας πιθανός λόγος για τον οποίο το άγχος του πατέρα φαίνεται να είχε την αντίθετη επίδραση από ότι περίμεναν οι επιστήμονες είναι ότι οι εν λόγω μπαμπάδες μπορεί να εξασκούν καλύτερη συρρύθμιση, δήλωσε στο ScienceDaily.com, η Τίνα Μοντρέιγ μια από τους συγγραφείς της μελέτης και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα εκπαιδευτικής και συμβουλευτικής ψυχολογίας του Πανεπιστήμιο ΜακΓκιλ στον Καναδά.
Συρρύθμιση: Όταν ο γονιός και το παιδί συντονίζονται και βιώνουν μια αίσθηση σύνδεσης μεταξύ τους. Οι γονείς έχουν επίγνωση και ανταποκρίνονται στα συναισθήματα του παιδιού τους.
Δεδομένου ότι η συρρύθμιση σχετίζεται με τις γνωστικές και κοινωνικές ικανότητες του παιδιού, μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι πατεράδες στο δείγμα της μελέτης μπορεί να έδειξαν μεγαλύτερη εναρμόνιση με το παιδί τους ίσως για να «αντισταθμίσουν» παράγοντες κινδύνου, όπως τα καταθλιπτικά ή αγχώδη συμπτώματα της μητέρας ή άλλους παράγοντες, εξήγησε, η Μοντρέιγ.
Τι είναι η συρρύθμιση και γιατί είναι σημαντική
Συρρύθμιση είναι η επίγνωση και η ανταπόκριση στα συναισθήματα ενός άλλου ατόμου. Είναι η διαδικασία με την οποία δημιουργούμε στενές σχέσεις· το βασικό συστατικό που μας επιτρέπει να νιώθουμε κοντά και συνδεδεμένοι με τους άλλους. Τα παιδιά χρειάζονται συρρύθμιση από τους γονείς ή τους φροντιστές τους για να αισθάνονται ασφάλεια και σιγουριά, γεγονός που οδηγεί σε ισχυρά θεμέλια για τη συνολική τους ανάπτυξη. Όταν ένας γονιός «συντονίζεται» με τη συναισθηματική κατάσταση ενός παιδιού και είναι «μέσα», μαζί του, το παιδί μπορεί να νιώσει ότι κάποιος το κατανοεί, το «βλέπει» και το αποδέχεται όπως είναι. Όταν ένας γονιός μπορεί να αποδεχτεί το παιδί του όπως είναι και δείχνει συμπόνια για αυτά που αισθάνεται, θέτει τις βάσεις για να μάθει το παιδί τι είναι η συμπόνοια και η ενσυναίσθηση προς τους άλλους.
Οι λέξεις και η γλώσσα του σώματος που οδηγούν στη σύνδεση
Ο συντονισμός και η συναισθηματική επικοινωνία αρχίζουν από τη γέννηση. Δίνοντας προσοχή στις φωνές, τις εκφράσεις του προσώπου και τη γλώσσα του σώματος του παιδιού, οι γονείς θα πρέπει να προσπαθήσουν να καταλάβουν τι χρειάζεται ή τι αισθάνεται το παιδί. Όταν ένας γονιός ανταποκρίνεται άμεσα σε ένα παιδί με ήρεμο και φροντιστικό τρόπο, το παιδί αισθάνεται ασφάλεια και φροντίδα. Μέσα από αυτές τις επαναλαμβανόμενες αλληλεπιδράσεις με το γονιό, το παιδί αρχίζει επίσης να αναπτύσσει εμπιστοσύνη στους άλλους, νιώθει ότι μπορεί να βασίζεται στους ανθρώπους για βοήθεια. Οι φροντιστές πρέπει να συντονίζονται με το μωρό τους ανταποκρινόμενοι στις βασικές του ανάγκες. Για παράδειγμα, ως απάντηση στο κλάμα του μωρού του, ένας φροντιστής μπορεί να αναγνωρίσει ότι το μωρό πεινάει, να το πάρει αγκαλιά και να του μιλάει ήρεμα καθώς το ταΐζει.
Καθώς το παιδί προχωράει προς τη νηπιακή ηλικία, άλλες πτυχές συρρύθμισης γίνονται σημαντικές: Εκείνες που βοηθούν τα παιδιά να αρχίσουν να κατανοούν τις εσωτερικές συναισθηματικές τους εμπειρίες, και η στήριξη που τους παρέχει σ’ αυτό ο γονιός. Έτσι δεν αισθάνονται μοναξιά επειδή είναι «μέσα σε αυτό» μαζί τους.
Κατά τη διάρκεια της νηπιακής ηλικίας και της προσχολικής ηλικίας, τα παιδιά χρειάζονται υποστήριξη ιδιαίτερα με τα έντονα συναισθήματα όπως ο θυμός και η απογοήτευση. Για παράδειγμα, αν ένα παιδί θυμώνει την ώρα που πρέπει να μοιραστεί τα παιχνίδια του, ο γονιός πρέπει να πει: «Είσαι απογοητευμένος. Μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να μοιράζεσαι τα παιχνίδια σου». Είναι σημαντικό ο γονιός να συνδυάζει αυτή τη δήλωση με μια έκφραση του προσώπου που να αντανακλά το συναίσθημα του παιδιού. Αυτό βοηθά το παιδί να καταλάβει ότι ο φροντιστής όντως το καταλαβαίνει και είναι μαζί του σ’ αυτό. Συμπάσχει μαζί του. Αν ο φροντιστής χαμογελάει την ώρα που το λέει, το παιδί μπορεί να αισθανθεί σύγχυση ή ακόμη και να αναστατωθεί περισσότερο.
Όταν προσπαθείτε να συντονιστείτε με κάποιον άλλο, είναι σημαντικό να θυμάστε ότι ένα μεγάλο μέρος της συναισθηματικής επικοινωνίας είναι μη λεκτικό. Μπορούμε να επικοινωνήσουμε πολλά μέσω του τόνου της φωνής, των εκφράσεων του προσώπου, του βλέμματος και της στάσης του σώματος. Οι λέξεις έχουν λιγότερη σημασία.
Πηγή: ertnews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου