Θέμα ταμπού. Αυτό φαίνεται ότι εξακολουθεί να αποτελεί το ζήτημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία, μολονότι τα ποσοστά μετάδοσης των σεξουαλικώς μεταδιδομένων νοσημάτων παραμένουν αμείωτα.
Παρά τα προοδευτικά άλματα που πραγματοποιεί η κοινωνία τα τελευταία χρόνια, η σεξουαλική αγωγή των νέων επαφίεται κατά κύριο λόγο στα ερεθίσματα που λαμβάνουν από τον κοινωνικό τους περίγυρο και το διαδίκτυο.
Πλήθος επιστημονικών και κοινωνικών φορέων έχει θέσει ως πάγιο αίτημα ήδη από τη δεκαετία του 1970 την ένταξη μιας αυτοτελώς οργανωμένης και συστηματικής εκπαιδευτικής δραστηριότητας στον χώρο της τυπικής εκπαίδευσης. Αίτημα που ουσιαστικά παραμένει ανικανοποίητο.
«Στόχος η ενημέρωση»
Στο πλαίσιο αυτό, η μη κυβερνητική και μη κερδοσκοπική οργάνωση Κέντρο Ζωής για την υποστήριξη των ανθρώπων που ζουν με HIV/AIDS, η οποία ιδρύθηκε το 1991, ξεκίνησε από την περασμένη ήδη σχολική χρονιά –πέρσι πιλοτικά– το πρόγραμμα πρόληψης της λοίμωξης HIV σε μαθητές της Β΄ και Γ΄ Λυκείου. «Στόχος του προγράμματος είναι να ενημερώσουμε τους μαθητές για ένα ζήτημα για το οποίο διαπιστώνουμε ότι είναι ελάχιστα ενημερωμένοι. Παρέχουμε έγκυρη και προσαρμοσμένη στα σύγχρονα δεδομένα πληροφόρηση, φροντίζοντας να γίνει απόλυτα κατανοητό τι είναι (και τι δεν είναι) ο HIV και το AIDS»ανέφερε στο Documento ο Κωστής Χατζημωράκης, διευθυντής του Κέντρου Ζωής. «Παράλληλα, στοχεύουμε στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση για τους τρόπους προφύλαξης, την εξάλειψη των στερεοτύπων και την ανάγκη τακτικής εξέτασης για τον HIV και τα υπόλοιπα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα».
Οι οργανωτές του προγράμματος –πραγματοποιήθηκε με δωρεά του ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος– πραγματοποίησαν ενημερωτικές παρεμβάσεις για την ασφαλή σεξουαλική συμπεριφορά σε περίπου 65.000 μαθητές. Εμφαση δόθηκε στην περιφέρεια, «επειδή εντοπίσαμε ότι στην επαρχία υπάρχει μεγαλύτερο έλλειμμα αναφορικά με τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση». Συνολικά το Κέντρο Ζωής επισκέφθηκε 601 λύκεια (το 36% του συνόλου) σε όλη την επικράτεια, επιτυγχάνοντας την απαιτούμενη «ευελιξία»: «Αλλιώς θα προσεγγίσεις το ζήτημα σε ένα λύκειο μεγάλης πόλης και αλλιώς σε ένα εσπερινό, όπου ο μέσος όρος ηλικίας των μαθητών είναι πολύ μεγαλύτερος, ή σε ένα σχολείο δεύτερης ευκαιρίας, σε σχολεία που λειτουργούν εντός καταστημάτων κράτησης, σε σχολεία με μειονοτικό πληθυσμό… Ωστόσο, τα σχολεία που θεωρούνται πιο “δύσκολα” ήταν αυτά που έδειξαν την πιο θετική ανταπόκριση στο πρόγραμμα και οι διευθυντές τους ζήτησαν την επανάληψη της δράσης και την επόμενη χρονιά».
«Βιωματικές, ενεργητικές και εκπαιδευτικές τεχνικές»
Προκειμένου να υλοποιηθεί το πρόγραμμα, το Κέντρο Ζωής έλαβε πανελλήνια άδεια από το υπουργείο Παιδείας, Ερευνας και Θρησκευμάτων, ενώ την επιστημονική επιμέλεια του έντυπου και ψηφιακού υλικού που χρησιμοποιήθηκε παρείχε η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας. Ακόμη, διασφαλίστηκε έγκριση παιδαγωγικής καταλληλότητας από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, ενώ την εκπαίδευση εκείνων που κάνουν τα σεμινάρια στα σχολεία ανέλαβε το Γραφείο Αγωγής Υγείας και Ενημέρωσης Κοινού του ΚΕΕΛΠΝΟ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αποτελέσματα του προγράμματος θα παρουσιαστούν από το Κέντρο Ζωής στο 22ο Παγκόσμιο Συνέδριο AIDS που θα πραγματοποιηθεί στις 23-27 Ιουλίου στο Αμστερνταμ. «Είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται αντίστοιχο ελληνικό πρόγραμμα σε τόσο μεγάλη διοργάνωση, γεγονός πολύ σημαντικό για εμάς, που δείχνει στην πράξη το παγκόσμιο ενδιαφέρον για σχετικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες».
Το κέντρο επιδιώκει τη συνέχιση του προγράμματος και την επόμενη σχολική χρονιά, έχοντας ήδη καταθέσει σχετικό αίτημα στο υπουργείο Παιδείας για ανανέωση της άδειας και αναμένοντας τη θετική απόφασή του «προκειμένου να φτάσει το μήνυμα της πρόληψης όσο πιο μακριά γίνεται». Για τον σκοπό αυτό το κέντρο έχει διαβιβάσει τα ευρήματα του προγράμματος στο υπουργείο. Αλλωστε, σύμφωνα με τον κ. Χατζημωράκη, τέτοιου είδους προγράμματα «δεν θα πρέπει να γίνονται αποσπασματικά, αλλά με διάρκεια και συνέπεια».
Το πρόγραμμα, όπως εξηγεί ο κ. Χατζημωράκης, βασίζεται «σε βιωματικές, ενεργητικές εκπαιδευτικές τεχνικές. Οταν μιλάμε για σεξουαλική αγωγή στο σχολείο, ο περισσότερος κόσμος φέρνει στο μυαλό του την εικόνα ενός αυστηρού επαγγελματία υγείας, συνήθως γιατρού, που παραθέτει στα παιδιά μια σειρά από δυσνόητες ορολογίες και τρομακτικές ασθένειες. Είναι ερευνητικά διαπιστωμένο, εδώ και πολλά χρόνια, ότι μια τέτοια προσέγγιση δεν είναι αποτελεσματική. Μπορεί μάλιστα να έχει αντίθετα αποτελέσματα, διότι τελικά τρομοκρατεί τα παιδιά, χωρίς όμως να τα ενδυναμώνει και να τα καθιστά υπεύθυνα για τη σεξουαλική τους υγεία και συμπεριφορά». Ως αποτέλεσμα, μέσω του προγράμματος «παρέχονται μεν επιστημονικά έγκυρες πληροφορίες, δοσμένες όμως με απλό και κατανοητό τρόπο, δίνοντας έμφαση σε χρηστικές πληροφορίες που ο έφηβος μπορεί εύκολα να αφομοιώσει και να εφαρμόσει στην καθημερινότητά του».
Η ανταπόκριση των μαθητών σε αυτές τις μεθόδους ήταν μεγάλη, όπως φάνηκε και από την πληθώρα ερωτήσεων που έκαναν. Σε αρκετές περιπτώσεις διαπιστώθηκε «αξιοσημείωτο έλλειμμα γνώσεων, ακόμη και σε σχέση με στοιχειώδη ζητήματα της σεξουαλικής υγείας και προφύλαξης, που καλύφθηκε κατά τις ενημερώσεις».
Σεξουαλικά ενεργός 1 στους 4 μέχρι 15 ετών
Αυτό το έλλειμμα γνώσεων αυξάνει την πιθανότητα εμπλοκής ενός εφήβου σε σεξουαλικές πρακτικές υψηλού ρίσκου, όπως η σεξουαλική επαφή χωρίς χρήση προφυλακτικού, η πρώιμη έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας, η εναλλαγή συντρόφων και η σεξουαλική επαφή υπό την επήρεια ψυχοδραστικών ουσιών. Πρόκειται για φαινόμενο που, μολονότι δεν εκπλήσσει, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Και αυτό επιβεβαιώνεται από τις –λιγοστές– έρευνες που έχουν ασχοληθεί με τη σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτές, διαπιστώνεται ότι περίπου το 25% των μαθητών ηλικίας μέχρι 15 ετών έχει ξεκινήσει τη σεξουαλική του ζωή. Ακόμη, περίπου το 20% των σεξουαλικά ενεργών εφήβων δεν χρησιμοποιεί συστηματικά προφυλακτικό ή καταφεύγει –σε ποσοστό έως και 50%– σε μη αξιόπιστες μεθόδους προφύλαξης.
Την πενταετία 2013-2017 διαγνώστηκαν με HIV 3.721 άνθρωποι. Συνολικά 651 εκδήλωσαν AIDS και 463 πέθαναν εξαιτίας επιπλοκών του AIDS. Το 10% των νέων διαγνώσεων έγινε σε νέους ανθρώπους 15-24 ετών, ενώ το 25% σε νέους 15-29 ετών. Πρόκειται για φαινόμενο που είναι απόρροια και της έλλειψης γνώσης όσον αφορά τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, «την οποία οφείλουμε να καλύψουμε. Θα πρέπει να μεταβληθεί η χαμηλή αίσθηση κινδύνου που παρατηρείται αρκετά συχνά σχετικά με τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα».
Οι αρνητικές συνέπειες
Σύμφωνα με το δελτίο επιδημιολογικής επιτήρησης της λοίμωξης HIV/AIDS στην Ελλάδα που εκδόθηκε από το ΚΕΕΛΠΝΟ, η πλειονότητα εκείνων που διαγιγνώσκονται με HIV στη χώρα μας βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο της νόσου, αρκετά χρόνια δηλαδή μετά τη μετάδοση του ιού και αφού έχει επιβαρυνθεί σημαντικά η υγεία τους. Πρόκειται για ένα «από τα υψηλότερα ποσοστά καθυστερημένων ή μη διαγνωσμένων λοιμώξεων HIV μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Εκτιμάται ότι το 22% του οροθετικού πληθυσμού της χώρας –περίπου 3.500 άνθρωποι– δεν έχει εξεταστεί, αγνοώντας την οροθετικότητά του, με αποτέλεσμα να μη λαμβάνει αντιρετροϊκή αγωγή, γεγονός με ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για την ατομική και δημόσια υγεία.
Μολονότι δεν είναι το επίδικο, υπάρχει ακόμη μια σκοπιά του ζητήματος, αφού, σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Ζωής, το δημόσιο σύστημα υγείας επιβαρύνεται σε ετήσια βάση με κατά μέσο όρο 8.500 ευρώ ανά άτομο προκειμένου να παρέχει στον πληθυσμό της χώρας την αντιρετροϊκή αγωγή, ενώ στα 1.120 ευρώ κατά μέσο όρο ανά άτομο υπολογίζεται το επιπλέον κόστος ιατρικής περίθαλψης. Η συνολική δαπάνη αγγίζει ετησίως τα 100 εκατ. ευρώ.
Απέναντι στην έλλειψη σεξουαλικής αγωγής και στα ιδιαίτερα αρνητικά παράγωγά της «η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα έπειτα από πλήθος επιστημονικών ερευνών έχει κρίνει ότι το σχολείο είναι ο πλέον κατάλληλος χώρος για την προαγωγή της σεξουαλικής υγείας». Και αυτό γιατί «τα προγράμματα προαγωγής υγείας που υλοποιούνται στον χώρο του σχολείου, εφόσον πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις, έχουν επανειλημμένα αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικά ως προς την υιοθέτηση ασφαλών πρακτικών από την πλευρά των μαθητών και τη μείωση συμπεριφορών υψηλού ρίσκου». Αλλωστε ο σχολικός πληθυσμός βρίσκεται σε μεταβατικό αναπτυξιακό στάδιο, πριν από την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα τέτοιους είδους δράσεις«να επιφέρουν τη μέγιστη θετική επίδραση». Πραγματικότητα που απέχει παρασάγγας από αυτήν που βιώνει ο ελληνικός σχολικός πληθυσμός.
Χαώδεις διαφορές σε Ελλάδα και εξωτερικό
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχουν δημοσιευθεί πολλές μελέτες αναφορικά με την αγωγή υγείας στον χώρο του σχολείου. Κοινή συνισταμένη είναι η διαπίστωση ότι «αφενός η συνεχιζόμενη απουσία της σεξουαλικής αγωγής από τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών έχει αρνητικές συνέπειες στη σωματική και ψυχική υγεία των νέων, αφετέρου ότι είναι αναγκαία η ένταξή της ως αυτοτελούς διδακτικού αντικειμένου στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες». Διαπιστώσεις με τις οποίες ταυτίζεται«η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών, των γονέων και των εκπαιδευτικών». Ο αποσπασματικός και προαιρετικός χαρακτήρας της σεξουαλικής αγωγής στο ελληνικό σχολείο «δεν αγγίζει το ζήτημα της σεξουαλικότητας ολιστικά αλλά κατά βάση επικεντρώνεται στα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, τα προγράμματα που όντως υλοποιούνται δεν καταγράφονται και δεν αξιολογούνται, ενώ απουσιάζει η συστηματική και συνεχιζόμενη εκπαίδευση των υπευθύνων αγωγής υγείας και των εκπαιδευτικών».
Χαώδεις είναι οι διαφορές με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η σεξουαλική αγωγή είναι ενταγμένη στα σχολικά προγράμματα σπουδών. Συνήθως η σεξουαλική αγωγή ξεκινά από την ηλικία των 10-12 ετών, ενώ σε κάποιες χώρες όπως η Φινλανδία ή η Γαλλία αρχίζει ήδη από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Η διδακτική προσέγγιση και το θεματικό περιεχόμενο του μαθήματος ποικίλλουν: «Σε αρκετές χώρες η σεξουαλική αγωγή περιορίζεται στην πρόληψη των σεξουαλικών μεταδιδόμενων νοσημάτων και των ανεπιθύμητων κυήσεων, ενώ σε άλλες η θεματολογία είναι πολύ ευρύτερη, καλύπτοντας ολιστικά την έννοια της σεξουαλικότητας. Σε γενικές γραμμές οι σκανδιναβικές χώρες έχουν την πιο μακρά παράδοση στην παροχή σεξουαλικής αγωγής στο σχολικό πλαίσιο, την ευρύτερη κάλυψη, την πιο φιλελεύθερη προσέγγιση των σχετικών με τη σεξουαλικότητα ζητημάτων καθώς και τη συχνότερη αξιοποίηση σύγχρονων εκπαιδευτικών μοντέλων».
Παράλληλα, το Κέντρο Ζωής επικεντρώνεται στη σημασία των μη κυβερνητικών οργανώσεων, «ο ρόλος των οποίων στην υλοποίηση δράσεων προαγωγής της σεξουαλικής υγείας στο σχολείο είναι ιδιαίτερα σημαντικός σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων η Νορβηγία, η Πορτογαλία, η Ολλανδία, η Λετονία, το Λουξεμβούργο, η Γαλλία, η Εσθονία και η Τσεχία».
Βασίλης Ανδριανόπουλος
Πηγή: documento
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου