Με γεωμετρική πρόοδο, από την ηλικία των έντεκα ετών, έως την ώριμη εφηβεία εμφανίζεται η σχολική οσφυαλγία σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές, όπως αναφέρει ο Διδάκτωρ ορθοπαθητικής, και επιστημονικός συνεργάτης, του πανεπιστημίου Κρήτης Γιώργος Γουδέβενος, στο Πρακτορείο Fm.
Ο Δρ. Γουδέβενος εξηγεί ότι ο κύριος λόγος είναι η πολύ φορτωμένη σχολική τσάντα που κουβαλούν τα παιδιά, ειδικότερα στις χώρες που δεν υπάρχει πλήρες ηλεκτρονικό σχολείο. Κάτι που στην Ευρώπη αποτυπώνεται ευκρινώς με τον Νότο να υπερτερεί κατά πολύ σε ποσοστά από το Βορά, όπως τονίζεται σε όλα τα διεθνή συνέδρια, σύμφωνα με τον επιστημονικό συνεργάτη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Όπως επισημαίνει ο κ. Γουδέβενος η σχολική τσάντα δεν θα πρέπει να ξεπερνάει σε βάρος, το 10% του βάρους του παιδιού, ενώ σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα αποτελεί και το μέγεθος του θρανίου που δεν αλλάζει, σύμφωνα με την μυοσκελετική ανάπτυξη των μαθητών.
Υπάρχει μεγάλη συσχέτιση μεταξύ του πόνου στη μέση, της οσφυαλγίας δηλαδή, και του βάρους της σχολικής τσάντας, αναφέρει ο Δρ Γουδέβενος.
«Σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές που έχουν δημοσιευτεί στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Spine Jourmal» το 46% των παιδιών με οσφυαλγία, έχει κουβαλήσει υπέρβαρη τσάντα. Τα παιδιά εδώ και πάρα πολλά χρόνια και ακόμα και σήμερα σηκώνουν πολύ βαριά τσάντα.
Για κάποιο διάστημα επικρατούσε, η άποψη να την σηκώνουν μόνο από τον ένα ώμο, γεγονός που επέφερε μία μονόπλευρη επιβάρυνση, όσον αφορά τη στάση του σώματος και τη βάδιση του παιδιού. Ωστόσο αυτό τείνει να αλλάξει, πλέον.
Η ιδανική τσάντα είναι το σακίδιο, για να μοιράζεται το βάρος στην πλάτη και αυτό δεν πρέπει να ξεπερνά το 10% του βάρους του παιδιού.
Δηλαδή αν ένα παιδί είναι τριάντα κιλά, η τσάντα πρέπει να είναι τρία. Επίσης σημαντικό ρόλο παίζει και επί πόση ώρα κουβαλάει την τσάντα το παιδί. Όσο μεγαλύτερη η απόσταση που διανύει με μία υπέρβαρη για το μέγεθος του τσάντα, τόσο μεγαλύτερη η επιβάρυνση. Και κάτι τέτοιο μπορεί να του προκαλέσει οσφυαλγία και πόνο στην σπονδυλική στήλη γενικότερα».
Ποια είναι όμως η λύση όταν το εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι πλήρως ψηφιοποιημένο και όταν τα μεγέθη των θρανίων δεν αλλάζουν ανάλογα με τη σκελετική ανάπτυξη των παιδιών; Σύμφωνα με τον κύριο Γουδέβενο η λύση ξεκινάει από την Πολιτεία.
«Πρέπει να χωριστεί η σχολική ύλη σε τρίμηνα ή τετράμηνα, κάτι το οποίο πάει να γίνει, έτσι ώστε το παιδί να κουβαλάει λιγότερα βιβλία. Πιστεύω ότι σε λίγα χρόνια με την πλήρη ηλεκτρονική εφαρμογή των μαθημάτων δεν θα χρειάζεται καν αυτό.
Θα πρέπει όμως να τονίσω ότι η παιδική οσφυαλγία στη Νότια Ευρώπη είναι σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από ότι στο Βορά, κυρίως ελλείψει πλήρους ηλεκτρονικού σχολείου. Ωστόσο άλλος ένας παράγοντας, πολύ σημαντικός, που κατά τη γνώμη μου πρέπει να αλλάξει, καθότι επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την οσφυαλγία, είναι το μέγεθος του θρανίου που παραμένει το ίδιο από την πρώτη έως την έκτη δημοτικού και από την πρώτη γυμνασίου έως την τρίτη λυκείου, όταν η αύξηση του σκελετού του παιδιού είναι ραγδαία».
Αίσθηση προκαλούν τα νούμερα που εμφανίζονται σε διεθνείς στατιστικές, καθώς όσο προχωρούν οι τάξεις στο σχολείο οι πιθανότητες εμφάνισης οσφυαλγίας αυξάνονται γεωμετρικά. «Διεθνείς στατιστικές και μελέτες για την παιδική και σχολική οσφυαλγία καταδεικνύουν ότι η πάθηση είναι σπάνια σε ηλικίες κάτω των 7 ετών. Αλλά μετά τα 10 έτη του παιδιού, αρχίζει μία σταδιακή αύξηση.
Στην ηλικία των 11 ετών τα ποσοστά είναι μόλις 12%. Μεταξύ 13-15 ετών ξεπερνούν το 30%,μπορεί να αγγίξουν και το 40% .Και μετά τα 15-16 έτη του παιδιού, ανεβαίνοντας στην εφηβεία, τα ποσοστά μπορεί να φτάσουν και το 70%. Στην ώριμη εφηβική ηλικία 17 προς 18 είναι πολύ μεγάλο το ποσοστό, τότε που πλέον το φορτίο μπορεί να αυξάνεται, να είναι πολλές οι ώρες, να είναι πολλά τα φροντιστήρια.
Δηλαδή 7 στους 10 μαθητές θα παρουσιάσουν κάποια στιγμή σύνδρομο οσφυαλγίας στις τελευταίες τάξεις του σχολείου, όχι όμως μόνο λόγω βαριάς τσάντας, αλλά και λόγω άλλων παραγόντων, μεταξύ των οποίων είναι η έλλειψη χρόνου άσκησης, και η αύξηση της καθιστικής ζωής, λόγω διαβάσματος. Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, που όμως αλλάζουν σύμφωνα με πληθυσμιακά χαρακτηριστικά κάθε τόπου.
Επίσης η συχνότητα εμφάνισης είναι 6 κορίτσια προς 4 αγόρια στο ηλικιακό γκρουπ των 15-17 ετών. Όσον αφορά τη χρήση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για την αντιμετώπιση του πόνου, υπολογίζεται ότι τα αγόρια λαμβάνουν τα εν λόγω φάρμακα σε ένα ποσοστό 22% και τα κορίτσια σε ένα ποσοστό 32%, στην ηλικία 13-15 ετών. Και μετά πάει αυξανόμενη η ποσόστωση και στα δύο φύλα. Στο γενικό πληθυσμό 9 στους 10 θα εμφανίσουν κάποια στιγμή το σύνδρομο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα πάσχουν για πάντα».
Πηγή: Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου