Μήπως οι πολλές αγκαλιές κάνουν τα παιδιά κακομαθημένα; Απάντηση σε αυτό το ερώτημα που προβληματίζει πολλούς γονείς δίνει στη «Ραδιοτηλεόραση»η Αμαλία Ατσαλάκη, δρ κλινικής ψυχολογίας–ψυχοθεραπεύτρια και μέλος του θεραπευτικού προσωπικού της Μονάδας Εφήβων-Νέων Αθήνας του ΟΚΑΝΑ «Ατραπός».
Η κ. Ατσαλάκη μιλάει στη «Ραδιοτηλεόραση» για τη σπουδαιότητα της σωματικής επαφής όσον αφορά την ψυχοσυναισθηματική μας ανάπτυξη, για την αγχολυτική δράση της, τις νεότερες έρευνες που αποδεικνύουν τα πολλαπλά οφέλη της, αλλά και για τη σχέση των εφήβων με την αγκαλιά στην εποχή της τεχνολογίας.
-κ. Ατσαλάκη, όλοι οι γονείς σε κάποια φάση της ζωής τους, αναζητώντας τους μύθους και τις αλήθειες που κρύβονται πίσω από παγιωμένες κοινωνικές αντιλήψεις, αναρωτιούνται μήπως οι πολλές αγκαλιές και τα χάδια κάνουν τα παιδιά «κακομαθημένα». Τελικά, τι ισχύει;
Εγώ θα ξεκινήσω από πολύ… νωρίς, από τη βρεφική ηλικία, και θα σας πω ότι πρακτικές που αποτελούν μέρος της γονικής φροντίδας πολλών μη δυτικών κοινωνιών, όπως ο ύπνος σε κοινό κρεβάτι με τους γονείς το πρώτο διάστημα της ζωής ενός βρέφους ή η μεταφορά σε μάρσιπο, που επιτρέπει τη σωματική εγγύτητα γονέα-βρέφους για μεγάλο μέρος της μέρας, όταν ο γονέας είναι απασχολημένος, έχουν αρχίσει τελευταία να αναγνωρίζονται για τη θετική τους επίδραση στην ομαλή ψυχική και συναισθηματική εξέλιξη των παιδιών.
Η μεταστροφή αυτή στις συνήθειες ανατροφής της κοινωνίας μας διαδέχθηκε τη δυσπιστία των προηγούμενων δεκαετιών προς τις «πολλές αγκαλιές που κακομαθαίνουν τα παιδιά», η οποία αντανακλάτο και σε ορισμένες ακραίες ρυθμίσεις που απέτρεπαν τη σωματική επαφή μεταξύ ενηλίκων και παιδιών σε παιδαγωγικά περιβάλλοντα, ιδιαίτερα στην πουριτανική Αμερική της «πολιτικής ορθότητας», με πρόσχημα ότι μπορεί να ευνοήσουν φαινόμενα παιδοφιλίας.
-Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η στάση της πρόωρης απομάκρυνσης, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, της δυσπιστίας σε ό,τι αφορά τη σωματική επαφή γονέων-παιδιών;
Η δυσπιστία αυτή απηχεί τις αξίες και τις πεποιθήσεις ενός πολιτισμού που διέπεται από τον ατομικισμό, προσανατολισμένου στην πρόωρη και με κάθε κόστος αυτονόμηση των μελών του. Στη συνέχεια, όμως, τα μέλη ενός τέτοιου πολιτισμού, που εστιάζει περισσότερο στον έλεγχο και στην «πειθαρχία» της σωματοψυχικής ολότητας και όχι στην ευχαρίστηση και στην ευεξία, εκδηλώνουν ποικίλες μορφές συμπεριφορών εξάρτησης, καθώς δεν διήλθαν φυσιολογικά από αυτό το απαραίτητο στάδιο της ανάπτυξης, αλλά χρειάστηκε να το αφήσουν πίσω τους εσπευσμένα. Αντίθετα, τα βρέφη που περνούν τους πρώτους μήνες της ζωής τους απολαμβάνοντας τη σωματική εγγύτητα με τη μητέρα ή και τους δύο γονείς τους έχουν τη δυνατότητα να επιτελέσουν με μη τραυματικό τρόπο τη μετάβαση από το ενδομήτριο περιβάλλον, όπου μιαζεστή αγκαλιά τα εμπεριέχει αδιάλειπτα, ικανοποιώντας κάθε τους ανάγκη πριν αυτή διατυπωθεί, στη «μοναξιά» της αυτόνομης ύπαρξης στον εξωτερικό κόσμο.
Από τη μία πλευρά, στις μέρες μας τα ιδεώδη του ατομικισμού, της αυτάρκειας και της «ανεξαρτησίας», που συνδέονται με το πρότυπο του«αυτοδημιούργητου» πολίτη (συνήθως του επιτυχημένου αστού) τίθενται ολοένα και περισσότερο σε αμφισβήτηση. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η ισχύς τους είναι ακόμα αδιαφιλονίκητη. Η κυρίαρχη κουλτούρα της εποχής μας παραμένει αναμφίβολα οπτική και όχι απτική. Οι νέες τεχνολογίεςπροωθούν τις σχέσεις που διαμεσολαβούνται από την εικόνα ή το κείμενο, τις συναντήσεις στον ψηφιακό κόσμο, τις εμπειρίες όπου οι αισθήσεις προσκαλούνται να συμμετάσχουν παρακάμπτοντας τους χωρικούς και χρονικούς περιορισμούς που επιβάλλει η σωματική εγγύτητα. Η προσομοίωση, με τις ευκαιρίες που παρέχει για πολλαπλασιασμό της εμπειρίας, κερδίζει έδαφος έναντι της αυθεντικότητας που διαθέτει η άμεση, αδιαμεσολάβητη επαφή, η οποία ωστόσο παραμένει ανεπανάληπτη και μοναδική, άρα δεν προσφέρεται για ανεξάντλητες διεγέρσεις έως κορεσμού.
Στις μέρες μας, οι νέοι άνθρωποι, που περνούν τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο τους σκυμμένοι πάνω από ένα κινητό ή μια οθόνη παιχνιδομηχανής, έχουν χάσει την «αξία» της αγκαλιάς;
Η αγκαλιά δεν έχει χάσει την αξία της, γίνεται ωστόσο όλο και πιο δυσεύρετη, όταν οι περισσότεροι από εμάς περνούμε μεγάλο μέρος της μέρας μας μπροστά από μια οθόνη. Αυτό ισχύει για τους ενήλικες και τα παιδιά, πολύ περισσότερο ωστόσο για τους εφήβους, οι οποίοι αποτελούν τους πιο ένθερμους χρήστες των ψηφιακών μέσων. Κατά τη διάρκεια αυτής τηςμεταβατικής περιόδου, η ανάγκη του εφήβου να πάρει απόσταση από τους γονείς του, αποφεύγοντας την έντονη σωματική επαφή μαζί τους, ώστε να αποκοπεί από τις ρίζες της παιδικής εξάρτησης, να διαφοροποιηθεί και να μεγαλώσει, θα πρέπει να γίνεται σεβαστή, όσο κι αν μια τέτοια ξαφνική απομάκρυνση πληγώνει και αιφνιδιάζει γονείς «εθισμένους» στα χάδια και τις αγκαλιές.
Ωστόσο, και για τους εφήβους ησωματική εγγύτητα παραμένειζητούμενο, και μάλιστα κεντρικής σημασίας, μόνο που στην περίπτωσή τους πρόκειται για μια άλλη αγκαλιά που επιζητούν, όχι αυτήν της γονικής τρυφερότητας, αλλά της έλξης για ένανερωτικό σύντροφο. Ωστόσο, ο φόβος, το άγχος, η προοπτική μιας ενδεχόμενης αποτυχίας ενδέχεται να κάνουν τον έφηβο να οπισθοχωρήσει και να κρυφτεί στους κόλπους των εικονικών καταφυγίων που αφειδώς προσφέρονται στην εποχή μας. Από τη μια αγκαλιά στην άλλη, ποτέ δεν ήταν εύκολα τα περάσματα, ιδιαίτερα όταν δεν είναι στέρεες οι γέφυρες -εν προκειμένω οι συμβολικές εγγυήσεις που παρέχουν οι θεσμοί- που έχουν ως έργο να διευκολύνουν τη διάβαση…
Πηγή: ΕΡΤ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου