Δεν θέλω να γίνω κουραστικός αγανακτώντας, και εγώ, για τις περικοπές στους μισθούς. Το αναμενόμενο, ότι τα λεφτά τελείωσαν και το κράτος χρεοκόπησε, άρα ουκ αν λάβεις εκ του μη δυνάμενου και από το ότι αυτές δεν ακολουθούνται εδώ και καιρό από καμία απολύτως αναπτυξιακή ενέργεια από αυτές που φέρνουν χρήμα και δουλειές.
Το ζήτημα είναι άλλο. Το ζήτημα είναι οι περικοπές στις συντάξεις και οι ηλικιωμένοι αυτής της χώρας. Προσπερνώ το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος εξαπάτησε χιλιάδες με το να τους ενθαρρύνει να αγοράζουν ακριβότερα ένσημα, καλλιεργώντας τους την ψευδαίσθηση ότι, ανταποδοτικά, θα λάβουν και υψηλότερη σύνταξη. Προσπερνώ το γεγονός ότι ακόμη συνεχίζουν να ισχύουν οι ακριβές κλίμακες ενσήμων, παρ’ όλο που δεν έχουν πια κανένα αντίκρυσμα – η κρατική απάτη συνεχίζεται δηλαδή.
Και στέκομαι εδώ, στον σταθμό του Μετρό του Ευαγγελισμού. Στην έξοδο απ’ τη μεριά του πάρκου. Και ξαφνικά όλες μου οι έννοιες γίνονται καπνός, μπροστά στη θέα της αξιοπρεπέστατης ηλικιωμένης κυρίας που παρακαλάει για 10 λεπτά. Και όλη μου η αισιοδοξία γίνεται καπνός. Και σκέφτομαι τι είδους χώρα και τι σόι κράτος είναι αυτό που μετατρέπει τις γιαγιάδες και τους παππούδες μας σε επαίτες. Τώρα, λίγο πριν το τέλος της ζωής τους.
Προσέξτε, το ζήτημα δεν είναι οικονομικό. Είναι υπαρξιακό. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν πολύ χρόνο ακόμη. Και σαν να μην έφτανε αυτή η αδυσώπητη αίσθηση της ζωής που τελειώνει, πρέπει να ζήσουν μέσα στη φτώχεια για να ορθοποδήσει το κράτος; Να μετατραπούν σε κοινωνικό βάρος, τώρα στη δύση της ζωής;
Δεν αμφισβητώ το γεγονός ότι και η δική τους γενιά έζησε με αμεριμνησία. Και ενίοτε νεοελληνικά και ραγιάδικα. Και λοιπόν; Το αναπόφευκτο τέλος δεν μας επιτρέπει να είμαστε αδυσώπητοι, όπως ίσως με νεότερους εργαζομένους. Και επειδή δεν θέλω να φαντάζομαι τον εγγονό που ψάχνει τον παππού του, ενώ αυτός βρίσκεται έξω ζητιανεύοντας, φωνάζω σαν άλλος εγγονός: θέλω τη γιαγιά και τον παππού μου σπίτι! Να μου λένε παραμύθια και να με βγάζουν βόλτα! Και να μου μαγειρεύουν όταν δεν προλαβαίνουν οι γονείς μου. Τους θέλω όπως τους αξίζει τώρα που μεγάλωσαν. Είναι ζήτημα εθνικής αξιοπρέπειας! Διαφορετικά, κράτος πυρί μειχθήτω! Διότι δεν του αξίζει τίποτα παραπάνω. Αυτά.
Το ζήτημα είναι άλλο. Το ζήτημα είναι οι περικοπές στις συντάξεις και οι ηλικιωμένοι αυτής της χώρας. Προσπερνώ το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος εξαπάτησε χιλιάδες με το να τους ενθαρρύνει να αγοράζουν ακριβότερα ένσημα, καλλιεργώντας τους την ψευδαίσθηση ότι, ανταποδοτικά, θα λάβουν και υψηλότερη σύνταξη. Προσπερνώ το γεγονός ότι ακόμη συνεχίζουν να ισχύουν οι ακριβές κλίμακες ενσήμων, παρ’ όλο που δεν έχουν πια κανένα αντίκρυσμα – η κρατική απάτη συνεχίζεται δηλαδή.
Και στέκομαι εδώ, στον σταθμό του Μετρό του Ευαγγελισμού. Στην έξοδο απ’ τη μεριά του πάρκου. Και ξαφνικά όλες μου οι έννοιες γίνονται καπνός, μπροστά στη θέα της αξιοπρεπέστατης ηλικιωμένης κυρίας που παρακαλάει για 10 λεπτά. Και όλη μου η αισιοδοξία γίνεται καπνός. Και σκέφτομαι τι είδους χώρα και τι σόι κράτος είναι αυτό που μετατρέπει τις γιαγιάδες και τους παππούδες μας σε επαίτες. Τώρα, λίγο πριν το τέλος της ζωής τους.
Προσέξτε, το ζήτημα δεν είναι οικονομικό. Είναι υπαρξιακό. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν πολύ χρόνο ακόμη. Και σαν να μην έφτανε αυτή η αδυσώπητη αίσθηση της ζωής που τελειώνει, πρέπει να ζήσουν μέσα στη φτώχεια για να ορθοποδήσει το κράτος; Να μετατραπούν σε κοινωνικό βάρος, τώρα στη δύση της ζωής;
Δεν αμφισβητώ το γεγονός ότι και η δική τους γενιά έζησε με αμεριμνησία. Και ενίοτε νεοελληνικά και ραγιάδικα. Και λοιπόν; Το αναπόφευκτο τέλος δεν μας επιτρέπει να είμαστε αδυσώπητοι, όπως ίσως με νεότερους εργαζομένους. Και επειδή δεν θέλω να φαντάζομαι τον εγγονό που ψάχνει τον παππού του, ενώ αυτός βρίσκεται έξω ζητιανεύοντας, φωνάζω σαν άλλος εγγονός: θέλω τη γιαγιά και τον παππού μου σπίτι! Να μου λένε παραμύθια και να με βγάζουν βόλτα! Και να μου μαγειρεύουν όταν δεν προλαβαίνουν οι γονείς μου. Τους θέλω όπως τους αξίζει τώρα που μεγάλωσαν. Είναι ζήτημα εθνικής αξιοπρέπειας! Διαφορετικά, κράτος πυρί μειχθήτω! Διότι δεν του αξίζει τίποτα παραπάνω. Αυτά.
Πηγή: protagon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου