Παραθέτουμε αυτούσιο το ομότιτλο αποκλειστικό ρεπορτάζ της διαδικτυακής πύλης καθημερινής ενημέρωσης για την παιδεία esos online:
Υστερα από εισήγηση του Τμήματος Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου η υπ. Παιδείας Αννα Διαμαντοπούλου υπέγραψε απόφαση σύμφωνα με την οποία οι μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που αναφέρονται στο ν. 3699/2008 (ΦΕΚ 199 τ.Α΄) εξετάζονται προφορικά ή γραπτά, κατά περίπτωση, ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Ειδικότερα:
α) Εξετάζονται προφορικά κατόπιν αίτησής τους οι μαθητές που αδυνατούν να υποστούν γραπτή εξέταση επειδή:
ι) είναι τυφλοί, σύμφωνα με τον ν. 958/1979 (ΦΕΚ 191 Α΄) ή έχουν ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67% ή είναι αμβλύωπες με ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67%,
ιι) έχουν κινητική αναπηρία τουλάχιστον 67% μόνιμη ή προσωρινή, που συνδέεται με τα άνω άκρα,
ιιι) πάσχουν από σπαστικότητα των άνω άκρων,
ιν) πάσχουν από κάταγμα ή άλλη προσωρινή βλάβη των άνω άκρων που καθιστά αδύνατη τη χρήση τους για γραφή,
ν) παρουσιάζουν ειδικές μαθησιακές δυσκολίες όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία. Όταν ο μαθητής της περίπτωσης αυτής επιθυμεί να απαντήσει και γραπτά σε κάποια ερωτήματα, αυτά αξιολογούνται κατά τη βαθμολόγηση.
Η σχετική αίτηση υποβάλλεται στο Λύκειό τους συνοδευόμενη από τη γνωμάτευση σύμφωνα με το ισχύον κάθε φορά σύστημα πιστοποίησης αναπηρίας της οικείας υγειονομικής επιτροπής για τις περιπτώσεις ι έως ιν, από την οποία να προκύπτει ότι η επίδοσή τους στα μαθήματα δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί με γραπτές εξετάσεις. Για την περίπτωση ν απαιτείται γνωμάτευση από τα οικεία Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών (ΚΕΔΔΥ), που λειτουργούν στις έδρες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Νομαρχιακών Διαμερισμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 3699/2008 ή από τα πιστοποιημένα από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ), στην οποία θα αναγράφεται η ειδική μαθησιακή δυσκολία του μαθητή, καθώς και ο χρόνος επαναξιολόγησής του.
β) Οι μαθητές με φάσμα αυτισμού εξετάζονται: ι) γραπτά ή ιι) προφορικά. Για τις περιπτώσεις αυτές απαιτείται γνωμάτευση από τα οικεία ΚΕΔΔΥ, που λειτουργούν στις έδρες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Νομαρχιακών Διαμερισμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 3699/2008 ή τα πιστοποιημένα από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ) στην οποία θα αναγράφεται η ειδική μαθησιακή δυσκολία του μαθητή, ο προφορικός ή ο γραπτός τρόπος εξέτασης, καθώς και ο χρόνος επαναξιολόγησής του. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται στο Λύκειό τους συνοδευόμενη από τη γνωμάτευση των αναφερομένων Κέντρων.
γ) Εξετάζονται γραπτά οι μαθητές που έχουν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα ακοής (κωφοί, βαρήκοοι) σε ποσοστό 67% και πάνω και όσοι παρουσιάζουν προβλήματα λόγου και ομιλίας (δυσαρθρία, τραυλισμός) καθώς και προβλήματα επιληψίας, τα οποία πιστοποιούνται από την οικεία υγειονομική Επιτροπή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται στο Λύκειό τους συνοδευόμενη από τη γνωμάτευση σύμφωνα με το ισχύον κάθε φορά σύστημα πιστοποίησης αναπηρίας.
δ) Ειδικά για τους μαθητές που είναι τυφλοί, σύμφωνα με τον ν. 958/1979 (ΦΕΚ 191 Α΄) ή έχουν ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67% ή είναι αμβλύωπες με ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67% ή παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα ακοής (κωφός, βαρήκοος), γνωματεύσεις χορηγούνται και από τις Ιατροπαιδαγωγικές Υπηρεσίες του Κέντρου Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ) και του Εθνικού Κέντρου Κωφών εφόσον πιστοποιηθούν από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Πολιτικής ως Ιατροπαιδαγωγικές Υπηρεσίες.
ε) Όταν υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των γνωματεύσεων των ΚΕΔΔΥ και ΙΠΔ για τον ίδιο μαθητή, δίδεται το δικαίωμα προσφυγής σε πενταμελή Δευτεροβάθμια Ειδική Διαγνωστική Επιτροπή Αξιολόγησης (ΕΔΕΑ), η οποία συγκροτείται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης. Η απόφαση της δευτεροβάθμιας ΕΔΕΑ είναι οριστική. Στην περίπτωση που υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των γνωματεύσεων των ΚΕΔΔΥ και των ΙΠΔ για τον ίδιο μαθητή και δεν έχει γίνει προσφυγή στην πενταμελή Δευτεροβάθμια ΕΔΕΑ, υπερισχύει η γνωμάτευση του ΚΕΔΔΥ. Σε περίπτωση προσφυγής στην ΕΔΕΑ η σχετική αίτηση και η γνωμάτευση υποβάλλεται στο Διευθυντή του οικείου Λυκείου το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου εκάστου έτους.
στ) Τυχόν γνωματεύσεις ή διαγνωστικές εκθέσεις των ΚΔΑΥ ή των Ιατροπαιδαγωγικών Κέντρων, που έχουν εκδοθεί πριν από την ισχύ της παρούσης απόφασης, εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της σχετικής αίτησης δεν έχει παρέλθει τριετία από την έκδοσή τους.
ζ) Δεν γίνονται δεκτές οι γνωματεύσεις οι οποίες αναφέρουν αναπηρίες ή μαθησιακές δυσκολίες διαφορετικές από εκείνες που αναγράφονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι γνωματεύσεις των υγειονομικών επιτροπών, των ΚΕΔΔΥ, των Ιατροπαιδαγωγικών Κέντρων (ΙΠΔ) εκδίδονται κατά προτεραιότητα μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου.
Οι μαθητές αυτής της κατηγορίας οποιασδήποτε τάξης του Λυκείου, σε όσα μαθήματα εξετάζονται ενδοσχολικά, εξετάζονται ταυτόχρονα με τους μαθητές της τάξης στην οποία ανήκουν και στα ίδια θέματα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσης. Ειδικά, οι μαθητές του εδαφίου α και οι μαθητές της περίπτωσης ιι του εδαφίου β της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εξετάζονται ενώπιον επιτροπής, την οποία συγκροτεί για το σκοπό αυτό ο Διευθυντής του Λυκείου και την αποτελούν ο ίδιος ή ο Υποδιευθυντής, ως Πρόεδρος, και δύο (2) καθηγητές της ίδιας ή συναφούς με τα εξεταζόμενα μαθήματα ειδικότητας, ως μέλη.
Ο μέσος όρος (Μ.Ο.) των βαθμών των δύο (2) καθηγητών είναι ο βαθμός του μαθητή στο εξεταζόμενο μάθημα.
Κατά τις ολιγόλεπτες ή ωριαίες δοκιμασίες των τετραμήνων η προφορική εξέταση των μαθητών αυτών γίνεται από τον οικείο καθηγητή.
3. Οι μαθητές της τελευταίας τάξης οι οποίοι υπάγονται στο εδάφιο α και οι μαθητές της περίπτωσης ιι του εδαφίου β της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, για τα εξεταζόμενα με κοινά θέματα σε εθνικό επίπεδο μαθήματα, εξετάζονται ως ακολούθως:
α) Στο οικείο Β.Κ. που λειτουργεί στη Διεύθυνση Δ.Ε. στην οποία ανήκει οργανικά το σχολείο φοίτησής τους, ενώπιον Επιτροπής Εξέτασης. Για το χώρο λειτουργίας της Επιτροπής Εξέτασης μπορεί να ορίζεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή της Διεύθυνσης Δ.Ε. ειδικό Εξεταστικό Κέντρο, ως παράρτημα του Β.Κ. Η Επιτροπή Εξέτασης του εδαφίου αυτού ορίζεται από τον Πρόεδρο του οικείου Β.Κ. και αποτελείται από:
i. Τον Πρόεδρο ή ένα μέλος της Επιτροπής του οικείου Β.Κ. ως Πρόεδρο.
ii. Από δύο (2) εκπαιδευτικούς λειτουργούς Δ.Ε. για κάθε εξεταζόμενο μάθημα από αυτούς που το δίδαξαν ένα τουλάχιστον σχολικό έτος κατά την τελευταία τριετία, ως εξεταστές−βαθμολογητές.
iii. Από ένα (1) Σχολικό Σύμβουλο ή εκπαιδευτικό λειτουργό Δ.Ε. της ίδιας ή συγγενούς με το εξεταζόμενο μάθημα ειδικότητας, ως εξεταστή −τρίτο βαθμολογητή.
iv. Ένα εκπαιδευτικό λειτουργό Δ.Ε. ή διοικητικό υπάλληλο ως γραμματέα της Επιτροπής. Σε περίπτωση που οι εξεταζόμενοι μαθητές είναι περισσότεροι από είκοσι (20) ορίζεται και ένας βοηθός γραμματέας. Για κάθε είκοσι (20) επιπλέον εξεταζομένους ορίζεται ένας ακόμη βοηθός γραμματέας.
Στην Επιτροπή μπορεί να παρίσταται και ένας (1) Σύμβουλος Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης ή ο Προϊστάμενος του οικείου ΚΕΔΔΥ ή εκπαιδευτικός Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ο οποίος υπηρετεί στο ΚΕΔΔΥ, για την παροχή διευκρινίσεων ή επεξηγήσεων σε θέματα ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών.
Στο χώρο λειτουργίας της Επιτροπής εξέτασης παρευρίσκεται σχολίατρος ή άλλος ιατρός του δημοσίου ή ιδιώτης ιατρός, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του οικείου Νομάρχη μετά από εισήγηση του οικείου Διευθυντή της Διεύθυνσης Δ.Ε. για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε έκτακτης ανάγκης των εξεταζομένων.
Ο οριζόμενος ιατρός οφείλει να είναι παρών μισή τουλάχιστον ώρα πριν από την έναρξη των εξετάσεων και να παραμείνει σε όλη τη διάρκεια των εξετάσεων.
Σε περίπτωση που οι εξεταζόμενοι είναι περισσότεροι από πέντε (5) σε κάθε εξεταζόμενο μάθημα, με απόφαση του ο Πρόεδρος της Επιτροπής μπορεί να αυξάνει τον αριθμό των μελών − εξεταστών ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών και τα μαθήματα στα οποία προσέρχονται να εξεταστούν.
Κάθε Επιτροπή έχει ως έργο την εξέταση και βαθμολόγηση σε κάθε μάθημα των μαθητών που ανήκουν στο εδάφιο α και στην περίπτωση ιιτου εδαφίου β της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.
Στο γραπτό δοκίμιο κάθε εξεταζομένου σημειώνεται ο τρόπος εξέτασης του μαθητή και υπογράφεται από τους εξεταστές και τον Πρόεδρο της επιτροπής. Κατά την εξέταση παρευρίσκεται και ο τρίτος βαθμολογητής, για να αξιολογήσει το μαθητή σε περίπτωση διαφοράς βαθμολογίας.
β) Στις Διευθύνσεις Δ.Ε. στις οποίες δεν λειτουργούν Β. Κ. ορίζεται Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο με απόφαση του οικείου Διευθυντή της Διεύθυνσης Δ.Ε.. Στην περίπτωση που ο αριθμός των υποψηφίων που εξετάζονται σε ένα Β.Κ. είναι μεγαλύτερος από ογδόντα (80), με απόφαση του οικείου Διευθυντή της Διεύθυνσης Δ.Ε. ορίζεται Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο στο οποίο εξετάζονται οι επιπλέον των ογδόντα υποψήφιοι.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξέτασης από τους έχοντες τα προβλεπόμενα για τους Προέδρους Βαθμολογικών Κέντρων προσόντα.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξέτασης ορίζει τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής, το γραμματέα και το βοηθό γραμματέα όπου απαιτείται, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του εδαφίου α της παρούσης παραγράφου.
Δεν μπορεί να συμμετέχει στις Επιτροπές του Βαθμολογικού και του Ειδικού Εξεταστικού Κέντρου όποιος έχει σχέση συγγένειας εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και τρίτου βαθμού με μαθητή που εξετάζεται σ’ αυτήν ή καθηγητής που δίδασκε το ίδιο σχολικό έτος στο Λύκειο στο οποίο φοιτούσε ο εξεταζόμενος μαθητής.
γ) Όσοι υπάγονται στην περίπτωση ι του εδαφίου β αι στο εδάφιο γ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εξετάζονται στο ίδιο Εξεταστικό Κέντρο στο οποίο εξετάζονται και οι μαθητές του Λυκείου στο οποίο φοιτούν. Η εξέταση των μαθητών αυτών γίνεται σε ξεχωριστή αίθουσα και ο χρόνος εξέτασής τους μπορεί να παραταθεί με απόφαση της Λυκειακής Επιτροπής. Τα γραπτά τους συγκεντρώνονται μαζί με τα γραπτά των λοιπών μαθητών και διαβιβάζονται για βαθμολόγηση στο οικείο Β.Κ.
4. Οι αιτήσεις και οι γνωματεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό, υποβάλλονται στο Διευθυντή του οικείου Λυκείου το αργότερο μέχρι 20 Φεβρουαρίου κάθε έτους. Σε έκτακτες και απρόβλεπτες περιπτώσεις μπορούν να υποβάλλονται και αργότερα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου