Τρεις μητέρες παιδιών που φοιτούν στο Ειδικό Γυμνάσιο Αθηνών αποκαλύπτουν την άγνωστη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν εντός του σχολείου τα παιδιά τους, τα οποία αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας.
Μητέρες μαθητών του Ειδικού Γυμνασίου-Λυκείου Αθηνών, καταγγέλλουν στο NEWS 24/7 τις σοκαριστικές καταστάσεις που βιώνουν τα παιδιά τους εντός του σχολείου. Και το Υπουργείο Παιδείας, ενώ γνωρίζει τι συμβαίνει, σφυρίζει αδιάφορα.
Τρεις μητέρες παιδιών που φοιτούν στο Ειδικό Γυμνάσιο Αθηνών αποκαλύπτουν την άγνωστη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν εντός του σχολείου τα παιδιά τους, τα οποία αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας.
Το Ειδικό Γυμνάσιο – Ειδικό Λύκειο Αθηνών είναι δημόσιο σχολείο που ανήκει στην Ειδική Αγωγή και στεγάζεται στην Ηλιούπολη Αττικής. Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το συγκεκριμένο σχολείο κτίστηκε τη δεκαετία του 1960, απέναντι από το Άλσος της περιοχής.
Οι εικόνες μαρτυρούν πως το κτίριο, όχι απλά είναι ασυντήρητο, αλλά είναι εντελώς ακατάλληλο για μαθητές και προσωπικό.
Μιλώντας στο NEWS 24/7, οι τρεις μητέρες καταγγέλλουν τις άθλιες συνθήκες που επικρατούν στο σχολείο, αποκαλύπτοντας τη βαθιά αδιαφορία του Υπουργείου Παιδείας απέναντι στις ανάγκες των μαθητών με αναπηρίες.
Οι μητέρες δεν διστάζουν να περιγράψουν τη ζοφερή καθημερινότητα των παιδιών τους, τα οποία αντιμετωπίζουν κινδύνους και πολλαπλές δυσκολίες σε έναν χώρο που, αντί να τους προσφέρει στήριξη, τους εξωθεί στο περιθώριο.
Οι καταγγελίες των μητέρων αναδεικνύουν την επείγουσα ανάγκη για δράση από ένα Υπουργείο Παιδείας που επιλέγει συνειδητά να κλείνει τα μάτια, που επιλέγει να αδιαφορεί, “παρκάροντας” αυτά τα παιδιά σε ένα ακατάλληλο σχολείο.
Όπως μου είπαν χαρακτηριστικά, το σχολείο στην Ηλιούπολη δεν είναι απλώς μια κακή εξαίρεση, αλλά ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα των προβληματικών, ακατάλληλων ειδικών σχολείων που υπάρχουν σε αυτή τη χώρα.
Η τραγική αυτή πραγματικότητα απαιτεί άμεση προσοχή και παρέμβαση για να διασφαλιστεί η αξιοπρέπεια και η κατάλληλη εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρίες στη χώρα.
Μ.Μ.: «Σκέφτομαι να καταφύγω στα ευρωπαϊκά δικαστήρια»
Η πρώτη μητέρα περιγράφει πώς ο 14χρονος γιος της, ο οποίος πάσχει από εγκεφαλική παράλυση, έχει πέσει επανειλημμένα στον χώρο αυτού του ακατάλληλου και επικίνδυνου σχολείου, τόσο στο ανισόπεδο προαύλιο, όσο και από το ακατάλληλο θρανίο στο οποίο αναγκάζεται να κάθεται καθημερινά, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρό κάταγμα κνήμης. Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις της για βελτίωση των συνθηκών, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Όταν μάλιστα το ΚΕΔΑΣΥ ενέκρινε να λάβει το παιδί της το λάπτοπ αφής που δικαιούται για τη διευκόλυνση της εκπαίδευσής του, το Υπουργείο Παιδείας απέρριψε το αίτημα, λέγοντάς της ότι “από τη στιγμή που το παιδί μπορεί να κουνήσει το ποντίκι του υπολογιστή, μπορεί και να γράψει”, αναγκάζοντας τη μητέρα να καταβάλει τεράστια προσπάθεια, κάνοντας αμέτρητες ψυχοφθόρες συζητήσεις για το αυτονόητο.
«Ο γιος μου είναι 14 ετών και έχει εγκεφαλική παράλυση. Πέρσι, περάσαμε από ΚΕΔΑΣΥ, όπου αποφασίστηκε ότι, λόγω της αλλαγής βαθμίδας από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, θα ήταν καλύτερο το παιδί να φοιτήσει σε Ειδικό Σχολείο. Αυτό πιστέψαμε κι εμείς, αλλά κάναμε μεγάλο λάθος», δηλώνει αρχικά η μητέρα, εξιστορώντας στη συνέχεια πώς το παιδί της τραυματίστηκε σοβαρά εξαιτίας των συνθηκών που επικρατούν στο συγκεκριμένο σχολείο.
«Στις 12 Σεπτεμβρίου του προηγούμενου έτους ξεκίνησε η σχολική χρονιά, και μία εβδομάδα αργότερα το παιδί έπεσε στο προαύλιο. Το έδαφος είναι ανισόπεδο και ακατάλληλο για παιδιά με κινητικά προβλήματα, οπότε είναι πολύ εύκολο να πέσουν. Το έδαφος κανονικά θα πρέπει να είναι λείο. Οτιδήποτε ανώμαλο δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα και αποτελεί εμπόδιο. Ο γιος μου έπεσε και χτύπησε σοβαρά, λόγω αυτής της κατάστασης. Την επόμενη ημέρα, έπεσε ξανά, αυτή τη φορά από το θρανίο. Το κάθισμα δεν είναι κατάλληλο για παιδιά με κινητική αναπηρία, γεγονός εγκληματικό. Το παιδί έμεινε για αρκετή ώρα πεσμένο μόνο στο πάτωμα, μέχρι να αντιληφθεί κάποιος ότι έχει γίνει ατύχημα», συνεχίζει η μητέρα.
«Την τρίτη ημέρα, ο γιος μου δυσκολευόταν να περπατήσει στο σπίτι και, κάποια στιγμή, έπεσε κάτω. Δεν μπορούσα να τον σηκώσω, οπότε κάλεσα τον σύζυγό μου για να με βοηθήσει. Τον πήγαμε στο νοσοκομείο και η διάγνωση ήταν κάταγμα κνήμης. Αυτό συνέβη την πρώτη φορά που έπεσε, και με τη δεύτερη πτώση η κατάσταση επιδεινώθηκε. Το παιδί σταμάτησε να πηγαίνει στο σχολείο, σταμάτησε τα μαθήματά του και η ψυχολογία του επιβαρύνθηκε. Ξεκίνησε να πηγαίνει στο σχολείο με αμαξίδιο, διότι δεν υπήρχε κανείς να τον βοηθήσει με τα μπαστούνια. Αυτή η κατάσταση τον βύθισε ακόμη περισσότερο ψυχολογικά. Σε επαφή που είχα με τη Δευτεροβάθμια, για να τους κάνω γνωστές τις συνθήκες του τραυματισμού του γιου μου, αντί να ασχοληθούν με το γεγονός ότι το προσωπικό του σχολείου δεν είναι επαρκές, πέταξαν το μπαλάκι στον διευθυντή, ζητώντας του εξηγήσεις. Υπεύθυνοι για το ανεπαρκές προσωπικό είναι το Υπουργείο Παιδείας, όχι το σχολείο, ούτε ο διευθυντής, ούτε το προσωπικό το ίδιο», τονίζει η μητέρα.
«Όντας το παιδί τραυματισμένο, ζήτησα από το σχολείο να μας δίνουν τα μαθήματα και τις ασκήσεις σε στικάκι, για να τις κάνουμε στο σπίτι, ώστε το παιδί να μην μένει πίσω στα μαθήματά του. Εντούτοις, καθηγήτρια το αρνήθηκε, επιμένοντας να του δίνει φωτοτυπίες, τις οποίες στο τέλος της ημέρας της συμπληρώναμε εγώ και ο πατέρας του. Παράλληλα, το ΚΕΔΑΣΥ ενέκρινε λάπτοπ αφής για το παιδί, επειδή δεν μπορεί να γράψει σε χαρτί. Ωστόσο, το σχολείο με ενημέρωσε ότι το Υπουργείο Παιδείας αρνείται την εντολή του ΚΕΔΑΣΥ, παρότι πρόκειται για το ανώτατο όργανο που λαμβάνει αυτές τις αποφάσεις. Μετά από τεράστια ψυχική φθορά και αμέτρητα τηλεφωνήματα στο Υπουργείο, τελικά μας είπαν ότι θα πάρει το λάπτοπ που χρειάζεται», εξηγεί η μητέρα.
«Γενικότερα, στο σχολείο υπάρχουν σοβαρά προβλήματα σε διάφορους τομείς. Αρχικά, δεν υπάρχει ασφάλεια. Όποιος θέλει μπαινοβγαίνει, δεν υπάρχουν σχολικά λεωφορεία, δεν υπάρχουν υποδομές, και οι τουαλέτες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για άτομα με αναπηρία. Λόγω έλλειψης βοηθητικού προσωπικού, αναγκαστήκαμε να προσλάβουμε δικό μας, με δική μας οικονομική επιβάρυνση», αναφέρει η μητέρα.
«Τι άλλο να πω; Ότι υπάρχει καθηγήτρια που αποκαλεί τα παιδιά “τούβλα” μέσα στην τάξη; Πώς να νιώσουμε εμείς ως γονείς, όταν τα παιδιά μας έρχονται στο σπίτι και μας λένε ότι είναι παρατημένα στο έλεος του Θεού; Τα παιδιά αγαπούν την κοινωνικοποίηση, αγαπούν το σχολείο. Όμως όχι αυτό το σχολείο. Γυρνάνε στο σπίτι και κλαίνε από την ταλαιπωρία που περνούν καθημερινά», λέει απογοητευμένη η μητέρα.
«Θα ηθελα να σταθώ σε κάτι πολύ σημαντικό… Οι τουαλέτες του σχολείου είναι ακατάλληλες. Ο νιπτήρας δεν είναι στο ύψος που πρέπει, οι λεκάνες είναι προβληματικές, τα καπάκια ανύπαρκτα και τα αμαξίδια λόγω του γεγονότος ότι είναι σταθερά τα κάγκελα γύρω από τη λεκάνη, δεν μπορούν να προσεγγίσουν την τουαλέτα. Τα βλέπουμε όταν πηγαίνουμε στο σχολείο, αλλά μας τα λένε και τα ίδια τα παιδιά όταν γυρνούν στο σπίτι. Στο σχολείο, υπάρχει μια τουαλέτα με πατέντες από σίδερα, θέτοντας τα παιδιά σε σοβαρότατο κίνδυνο. Δεν μπορούν να πάνε μόνα τους στην τουαλέτα και είναι αναγκασμένα να περιμένουν το βοηθητικό προσωπικό που… δεν υπάρχει, που δεν είναι επαρκές!», δηλώνει στη συνέχεια η μητέρα.
«Επιπλέον, τα διαλείμματα έχουν “καταργηθεί” για τα παιδιά που κινούνται με αμαξίδιο, γιατί μέχρι να μετακινηθούν με ένα ασανσέρ που χωράει ένα άτομο, δεν υπάρχει χρόνος να κατέβουν και να ανέβουν και πολλές φορές μάλιστα δεν λειτουργεί καν το ασανσέρ. Πολλά παιδιά μένουν μέσα στο σχολείο για 5-6 ώρες, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να κατέβουν στο προαύλιο. Επίσης, δεν υπάρχει χώρος για να τρώνε, με αποτέλεσμα να τρώνε στο μπαλκόνι, το οποίο είναι εκτεθειμένο στις καιρικές συνθήκες. Είναι παρατημένα, βιώνοντας μια καθημερινότητα που τα κάνει να επιβαρύνονται ψυχολογικά. Ακόμη, γνωρίζω πολύ καλά ότι παιδιά με κινητική αναπηρία δεν κάνουν γυμναστική, παρά το ότι το μάθημα απευθύνεται σε τέτοια παιδιά. Η φυσιοθεραπεία, εργοθεραπεία και η συμβουλευτική με ψυχολόγους γίνονται όπως-όπως, λόγω έλλειψης χρόνου. Τα παιδιά μένουν καθισμένα όλη μέρα, ενώ θα έπρεπε να κινούνται συνεχώς», τονίζει στη συνέχεια η ίδια.
«Από όσες φορές έχω επικοινωνήσει με το Υπουργείο Παιδείας, έχω καταλάβει ότι οι άνθρωποι είναι άσχετοι με τα ζητήματα αυτά. Πρόσφατα, μιλώντας με μία υπάλληλο, με ρώτησε αν γνωρίζω εγώ πόσα παιδιά θα εγγραφούν φέτος στο σχολείο… Επίσης, όταν της εξήγησα ότι απαγορεύεται να βρίσκονται τα παιδιά με κινητικά προβλήματα σε όροφο, εκείνη με ρώτησε αν έχει ισόγειο το σχολείο… Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω για να καταλάβει κανείς την κατάσταση», σχολιάζει η μητέρα, τονίζοντας πως η απογοήτευσή της είναι τέτοια, ώστε να σκέφτεται ότι η μοναδική λύση θα είναι να απευθυνθεί στα ανώτατα δικαστήρια της Ευρώπης.
«Σκέφτομαι πολύ σοβαρά να καταφύγω στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, γιατί έχω κουραστεί να ζητάω τα αυτονόητα για το παιδί μου, και το κράτος να μου γυρίζει την πλάτη. Οι νόμοι υπάρχουν, αλλά σε αυτή τη χώρα δεν τηρούνται», καταλήγει η μητέρα.
Κ.Α.: «Το Υπουργείο Παιδείας έχει τα παιδιά παρκαρισμένα μέσα στο σχολείο»
Η δεύτερη μητέρα, ο 17χρονος γιος της οποίας φοιτά στο συγκεκριμένο δημόσιο σχολείο, υπογραμμίζει τις τραγικές ελλείψεις σε φυσιοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές και βοηθητικό προσωπικό, γεγονός που οδηγεί τα παιδιά να είναι εντελώς παραμελημένα, σε ένα σχολείο που οι κολώνες είναι μισογκρεμισμένες, σε ένα σχολείο που δεν είναι ασφαλές για τους μαθητές και τους εργαζομένους. Η ίδια και ο σύζυγός της ζουν με την καθημερινή αγωνία για το μέλλον του παιδιού τους, γιατί δεν πληρούνται οι απαραίτητες προδιαγραφές ασφαλείας και προσβασιμότητας.
«Ο γιος μου είναι 17 ετών και έχει σπαστική τετραπληγία λόγω εγκεφαλικής παράλυσης. Το συγκεκριμένο ειδικό σχολείο υποτίθεται πως εξυπηρετεί κυρίως παιδιά με κινητικά προβλήματα, ωστόσο εξυπηρετεί και παιδιά με άλλες ειδικές ανάγκες, με αποτέλεσμα να μην καλύπτονται ούτε οι ανάγκες των παιδιών με κινητικά προβλήματα, αλλά και να μην επαρκούν οι αίθουσες για όλους τους μαθητές. Επειδή λοιπόν δεν υπάρχουν αρκετές αίθουσες, αναγκάζονται πολλά αμαξίδια να βρίσκονται σε όροφο, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα όλη την ημέρα να μην κατεβαίνουν στο προαύλιο, καθότι δεν είναι εύκολη η πρόσβαση, λόγω της ύπαρξης ενός και μόνο μικρού ασανσέρ», τονίζει αρχικά η μητέρα.
«Η εξωτερική ράμπα έκτακτης ανάγκης -πέρα από το γεγονός ότι κυκλώνει το κτίριο- είναι παλιά, κακοσυντηρημένη και σε περίπτωση σεισμού δεν θα είναι εφικτό τα παιδιά να τα κατεβάσουν από τον όροφο, λόγω της τεράστιας έκτασης της ράμπας. Ακόμα και ιδανικές να ήταν οι συνθήκες προσβασιμότητας, τρεις βοηθοί για 50 μαθητές Ειδικού Γυμνασίου δεν μπορούν να καλύψουν τις καθημερινές βασικές ανάγκες των παιδιών, όπως σίτιση, τουαλέτα, άλλαγμα, μεταφορά από τα σχολικά λεωφορεία, μεταφορά από τάξη σε τάξη. Στο σπίτι είμαστε δύο γονείς για ένα παιδί και δεν τα καταφέρνουμε. Τι να προλάβουν να κάνουν οι βοηθοί; Και οι ίδιοι θύματα εκμετάλλευσης είναι», συνεχίζει.
«Όσον αφορά τα σχολικά λεωφορεία, θα ήθελα να προσθέσω επίσης ότι και με τη μετακίνηση των μαθητών από και προς το σχολείο υπάρχει πρόβλημα, καθώς δεν είναι δεδομένο ότι θα εξυπηρετηθούν όλα τα παιδιά καθ ‘όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Το περασμένο σχολικό έτος, υπήρχαν παιδιά που δεν είχαν πρόσβαση στο σχολείο για πολλές ημέρες και έμεναν στο σπίτι, μιας και οι γονείς δεν μπορούσαν να τα πάνε στο σχολείο, επειδή έπρεπε να πάνε στην εργασία τους. Δεν φτάνει λοιπόν που αυτά τα παιδιά βρίσκονται σε ένα σχολείο στο οποίο δεν καλύπτονται οι βασικές ανάγκες τους, καταστρατηγείται και το βασικό δικαίωμά τους στην εκπαίδευση», συνεχίζει η μητέρα.
«Αντί να επιτυγχάνεται η συμπερίληψη, έχουμε ένα σχολείο όπου τα παιδιά με μεγαλύτερη αντίληψη λαμβάνουν κάποιες γενικές γνώσεις, ενώ τα παιδιά με λιγότερες δυνατότητες μένουν παρατημένα. Για παράδειγμα, η χρήση υπολογιστών θα πρέπει να είναι το άλφα και το ωμέγα για παιδιά με κινητική αναπηρία, ακόμα και ως μέσο επικοινωνίας. Δίνουν σε ένα παιδί να λύσει εξισώσεις, ενώ δεν μπορεί να γράψει ή να μιλήσει. Αυτά τα παιδιά πρέπει πρώτα να μάθουν να επικοινωνούν τις βασικές τους ανάγκες και να γίνεται εξατομικευμένη διδασκαλία. Η τεχνολογία έχει προχωρήσει…», δηλώνει στη συνέχεια η ίδια.
«Στο σχολείο υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό. Για μεγάλο διάστημα δεν υπήρχε εργοθεραπευτής και όταν επιτέλους κάλυψαν τη θέση, ένα άτομο ήταν υπεύθυνο για 50 παιδιά και συγκεκριμένα ήταν αναπληρωτής. Πώς να εξυπηρετηθούν 50 παιδιά; Για όλες αυτές τις ελλείψεις και τις αδυναμίες δεν φταίνε οι εργαζόμενοι. Φταίει το Υπ. Παιδείας που αποφασίζει ότι αυτό το προσωπικό είναι επαρκές», συνεχίζει.
«Δεν έχουμε καμία βοήθεια από το κράτος, πέρα από ένα επίδομα το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να καλύψει τις πολλαπλές και δαπανηρές ανάγκες αυτών των παιδιών. Μια οικογένεια με ένα παιδί με σοβαρή κινητική αναπηρία χρειάζεται βοηθούς δίπλα της, οι οποίοι θα πρέπει να είναι εκεί συστηματικά. Γενικά είναι πολύ δύσκολο να προσπαθεί μόνη μια οικογένεια, χωρίς βοήθεια και υποστήριξη από την Πολιτεία. Αν πάθουμε κάτι, το παιδί αυτό θα μείνει αβοήθητο. Από τότε που γεννήθηκε ο γιος μας, κανείς δεν ήρθε να ρωτήσει τι ανάγκες έχουμε στο σπίτι μας. Σε άλλες, σύγχρονες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει Πρόνοια για τέτοιες ευαίσθητες ομάδες, υπάρχει πρακτική βοήθεια για τις οικογένειες και ψυχολογική υποστήριξη. Εδώ, τίποτα», επισημαίνει η ίδια.
«Το σχολείο είναι εντελώς ακατάλληλο. Πρόκειται για ένα παλιό κτίσμα, χωρίς ασφάλεια και προσβασιμότητα. Με λίγα λόγια, το κτίριο είναι παμπάλαιο και ακατάλληλο, ιδίως για άτομα που είναι εξαρτημένα…Τα παιδιά είναι κλεισμένα στις αίθουσες γιατί το ασανσέρ δεν λειτουργεί σωστά, ενώ η σκάλα είναι πολύ απότομη. Τρώνε στον διάδρομο, έξω από τις τουαλέτες, γιατί δεν υπάρχει χώρος. Αν γίνει σεισμός, ποιος θα βγάλει έξω τα παιδιά και από πού; Τρεις βοηθοί δεν προλαβαίνουν να βγάλουν έξω 50 παιδιά. Μέχρι να τα βγάλουν έξω, οι κολώνες θα έχουν πέσει. Το κτίριο δεν πληροί τις προδιαγραφές και πρέπει άμεσα να έρθουν ειδικοί για να ελέγξουν την καταλληλότητά του», συνεχίζει η μητέρα.
«Επίσης, κάτι πολύ σημαντικό. Τα παιδιά με κινητικά προβλήματα χρειάζονται σε σταθερή βάση θεραπείες, όπως φυσικοθεραπείες, εργοθεραπείες, λογοθεραπείες και μαθήματα υπολογιστών (όχι όπως λειτουργεί το μάθημα των υπολογιστών στα τυπικά σχολεία, χρειάζεται εξατομικευμένη εκπαίδευση). Επειδή, λοιπόν, δεν γίνεται σωστή δουλειά με τις θεραπείες στο ειδικό σχολείο, οι γονείς αναγκαζόμαστε να τις κάνουμε τα απογεύματα ιδιωτικά με δικό μας κόστος, κάτι ανάλογο με την παραπαιδεία που γνωρίζουμε όλοι», αναφέρει με απογοήτευση η μητέρα.
«Δεν κατηγορώ τους εργαζόμενους. Το Υπουργείο Παιδείας έχει τα παιδιά “παρκαρισμένα” μέσα στο σχολείο. Όλοι οι γονείς παλεύουμε για το καλύτερο για τα παιδιά μας, χωρίς καμία ουσιαστική βοήθεια από την Πολιτεία. Μιλάμε δημόσια για όλα αυτά, μπας και αλλάξει κάτι. Το κράτος επιλέγει να αγνοεί αυτά τα παιδιά και τις οικογένειές τους, να τα αφήνει αόρατα. Μάλλον βολεύει να μην φαίνονται, να μην κυκλοφορούν. Για αυτό ίσως και δεν υπάρχουν ράμπες στα πεζοδρόμια…», καταλήγει η μητέρα.
Μ.Μ: «Ας έρθουν μια μέρα από την Πρόνοια και το Υπ. Παιδείας στα σπίτια μας να δούνε πώς ζούμε»
Η τρίτη μητέρα καταγγέλλει τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν στο συγκεκριμένο ειδικό σχολείο, οι οποίες προκαλούν αναστάτωση και άγχος στα παιδιά. Η κόρη της, 19 ετών, είναι παγιδευμένη σε ένα σύστημα που την αγνοεί, καθηλωμένη σε ακατάλληλες υποδομές και ελλιπή φροντίδα, βιώνοντας σοβαρά κενά στην εκπαίδευσή της. Η μητέρα, εξουθενωμένη και εξοργισμένη μετά από τόσα χρόνια που -συνεχώς- προσδοκά και ζητά τα αυτονόητα και λαμβάνει μόνο αρνητικές απαντήσεις, βλέπει πλέον ξεκάθαρα την αδιαφορία του κράτους να στερεί από το παιδί της την ευκαιρία για μια αξιοπρεπή ζωή και ένα αξιοπρεπές μέλλον, τονίζοντας πως θέλει το παιδί της να επιστρέφει από το σχολείο, έστω χωρίς παράπονα.
«Δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω. Η κόρη μου είναι 19 ετών αυτή τη στιγμή. Γεννήθηκε με εγκεφαλική παράλυση, σπαστική τετραπληγία. Όλη μας τη ζωή ήμασταν σε ειδικό σχολείο, άλλωστε η κατάσταση ήταν τέτοια που γνωρίζαμε εξαρχής πως θα φοιτούσε σε ειδικό σχολείο, δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Από την εμπειρία μου στο δημοτικό ακόμη είχα προετοιμαστεί για το τι έρχεται. Η κόρη μου πήγαινε σε δημόσιο Ειδικό Δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια στο Ειδικό Γυμνάσιο – Ειδικό Λύκειο Αθηνών. Ήμουν προετοιμασμένη για αυτά που θα περάσουμε, αλλά δεν περίμενα πως θα είναι ακόμα χειρότερα από το Δημοτικό», αναφέρει.
«Αρχικά, θα ήθελα να πω πως είναι εξαιρετικά ψυχοφθόρο, τόσο για τα παιδιά, όσο και για τους γονείς, όταν σχεδόν κάθε χρόνο αλλάζουν οι ψυχολόγοι, οι κοινωνικοί λειτουργοί και οι θεραπευτές. Τα παιδιά πρέπει να νιώθουν ασφάλεια, πρέπει να έχουν δίπλα τους ανθρώπους που γνωρίζουν τις ανάγκες των παιδιών, δεν είναι δυνατόν να αλλάζουν συνέχεια θέσεις οι εργαζόμενοι. Όλο αυτό δημιουργεί μια συνθήκη έντονου στρες για τους μαθητές, αλλά και για τους γονείς που συνομιλούν και συνεργάζονται με τους ειδικούς», τονίζει.
«Όλη μου τη ζωή, μέσα στο δημόσιο Ειδικό Σχολείο, ευχόμουν να βρω ανθρώπους που θα σταθούν και θα κάνουν καλό στα παιδιά μας. Ήλπιζα πως θα βρω έναν-δυο ανθρώπους, οι οποίοι -κάνοντας υπερπροσπάθεια κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες- θα έκαναν σωστά τη δουλειά τους! Βασιζόμουν πάντα σε ένα-δυο άτομα (-και όχι σε στο σύνολο-) τα οποία θα ήταν φιλότιμα και θα έκαναν ευσυνειδήτως το λειτούργημά τους. Με λίγα λόγια, μια ζωή έψαχνα την εξαίρεση στον κανόνα. Ωστόσο, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν κατηγορώ το προσωπικό. Δεν μπορούν και οι ίδιοι να ανταπεξέλθουν. Εργάζονται σε εξαιρετικά ψυχοφθόρες συνθήκες, είναι πολύ λίγα άτομα, που τρέχουν να προλάβουν να κάνουν χίλιες δουλειές», αναφέρει.
«Δυστυχώς, πολλοί καθηγητές δεν είναι καταρτισμένοι και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην γνωρίζουν πώς να διαχειριστούν τις ανάγκες των παιδιών. Η κατάσταση είναι απλά ό,τι τύχει…, το “σύνθημα” είναι “Πάμε κι όπου βγει”. Η αίσθηση στο ειδικό σχολείο είναι ότι αφήνεις τα παιδιά σου σε έναν δημόσιο χώρο και απλά τα παραλαμβάνεις μετά από λίγες ώρες. Αυτό το σχολείο δεν βελτιώνει τη ζωή τους, δεν τους μαθαίνει απολύτως τίποτα. Είναι σαν ένα τυπικό σχολείο, με ελάχιστον βοηθητικό προσωπικό, στο οποίο τα παιδιά δεν πάνε ούτε μισό βήμα μπροστά, δεν βελτιώνονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Αντιθέτως, μένουν στάσιμα, για να μην πω ότι πάνε και βήματα πίσω. Ποιος ευθύνεται για όλα αυτά; Η Πολιτεία, οι κυβερνήσεις και φυσικά το Υπουργείο Παιδείας, που γνωρίζει πολύ καλά τις άσχημες συνθήκες στην τυπική και στην ειδική εκπαίδευση και απλά αδιαφορούν όλοι», αναφέρει χαρακτηριστικά η μητέρα.
«Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να αναφέρω και μια ακόμα πολύ σοβαρή κατάσταση. Στην αρχή της περσινής σχολικής χρονιάς, βγαίνει το ημερήσιο πρόγραμμα, με 6άωρα και 7άωρα, στο οποίο υπάρχουν απανωτά κενά. Τέσσερα κενά την ημέρα, στα οποία η κόρη μου βρίσκεται στο αμαξίδιο, μόνη μέσα στην τάξη και φωνάζει “σας παρακαλώ, βοηθήστε με, είμαι μόνη”. Βεβαίως, δεν μιλώ μόνο για το δικό μου παιδί, μιλώ για συνήθη περιστατικά που αφορούν πολλούς μαθητές. Αυτό συμβαίνει κάθε χρονιά. Η τελευταία χρονιά ήταν η χειρότερη όσον αφορά τα κενά, όπου τα παιδιά είναι εγκαταλελειμμένα και παραμελημένα μέσα σε μια τάξη. Τι να κάνουν οι βοηθοί; Με το ένα πόδι στη μία, και το άλλο στις άλλες τάξεις. Μας λένε και οι ίδιοι “μιλήστε, γονείς. Βοηθήστε μας!”», περιγράφει η μητέρα.
«Θα ήθελα να πω πως τα παιδιά μας, δυστυχώς, παθαίνουν επιληπτικές κρίσεις και συχνά βρίσκονται μόνα μέσα στις τάξεις. Από τύχη δεν έχουμε θρηνήσει θύματα, από τύχη δεν έχει πεθάνει κάποιο παιδί. Κάνουμε τον σταυρό μας και τα στέλνουμε στο σχολείο, ελπίζοντας ότι θα γυρίσουν στο σπίτι σώα και αβλαβή», λέει με αγωνία.
«Επίσης, θα ήθελα να πω ότι υπάρχουν καθηγητές που αρνούνται να ακουμπήσουν και να μετακινήσουν τα αμαξίδια, να πάνε τα παιδιά μέχρι την τουαλέτα, να τα πάνε από κάτω πάνω. Και σου λένε ότι μόνο το βοηθητικό προσωπικό θα βοηθάει. Σε ειδικό σχολείο όλα αυτά…», τονίζει η μητέρα.
«Ας έρθουν μια μέρα από την Πρόνοια και το Υπουργείο Παιδείας στα σπίτια μας να δούνε πώς ζούμε σε αυτή τη χώρα. Τους προκαλώ. Είμαι μόνη μητέρα και προσπαθώ καθημερινά να σταθώ όρθια για την κόρη μου. Για κανέναν άλλον. Όμως, δεν έχω άλλη υπομονή. Δεν αντέχω άλλο να παλεύω μόνη, χωρίς κανέναν σύμμαχο. Οι γονείς κουραζόμαστε. Πλέον, μεγαλώνουμε, δεν αντέχουμε ούτε σωματικά ούτε ψυχολογικά. Παλιά έλεγα ότι θα τρέξω στα υπουργεία, ότι θα πάω στο σχολείο να κάνω διάλογο, να βρω λύσεις. Πλέον, όμως, δεν έχω άλλη υπομονή. Δεν έχω υπομονή να τα βιώνω όλα αυτά σε αυτή τη χώρα, δεν αντέχω να φωνάζουμε για τα αυτονόητα, να φωνάζουμε για την υγεία και την ψυχολογία των παιδιών μας», καταλήγει η μητέρα.
Οι μητέρες αναμένουν άμεση παρέμβαση για το έγκλημα διαρκείας που διαπράττεται εντός του Ειδικού Σχολείου που φοιτούν τα παιδιά τους. Μια παρέμβαση που θα πρέπει να έρθει άμεσα. Πριν να είναι πολύ αργά, πριν θρηνήσουμε θύματα.
Πηγή: alfavita
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου