Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2023

Η Λίνα είναι μία από τις μόλις εννιά εκπαιδεύτριες στην Ελλάδα που μαθαίνουν σε τυφλούς πώς να κυκλοφορούν αυτόνομα στο δρόμο

«Ο Γιώργος έχασε την όρασή του –ολική απώλεια, ούτε καν αίσθηση φωτός– από κρανιοεγκεφαλική κάκωση όταν, στα 42 του, είχε ένα εργατικό ατύχημα. Δεν αποζημιώθηκε ποτέ γι’ αυτό. Σε εκείνη τη φάση είχε τέσσερα παιδιά και κανέναν άλλο οικονομικό πόρο. Έπρεπε λοιπόν η γυναίκα του να αρχίσει να δουλεύει, ενώ εκείνος θα ήταν στο σπίτι με τα παιδιά. Δεν ήξερε ότι υπήρχε τρόπος να συνεχίσει να βγαίνει έξω – ή νόμιζε ότι μπορούσε να βγει μόνο με τη συνοδεία της συζύγου του. Όταν λοιπόν τον επισκέφτηκα για πρώτη φορά, δύο χρόνια αργότερα γιατί είχε μεσολαβήσει ένα διάστημα νοσηλείας και κινητικής αποκατάστασης, γνώρισα έναν άνθρωπο εντελώς διαφορετικό από εκείνον πριν από το ατύχημα, ο οποίος, όπως τον είχαν περιγράψει και ο ίδιος και η οικογένειά του, δεν λογάριαζε τίποτα, δεν έδινε λόγο σε κανέναν και ήταν πάρα πολύ αυταρχικός».

Η Λίνα Καλλέ ασκεί ένα από τα σπανιότερα επαγγέλματα στην Ελλάδα: είναι μία από τις μόλις εννέα εκπαιδεύτριες κινητικότητας, προσανατολισμού και καθημερινών δεξιοτήτων ατόμων με οπτική αναπηρία – όλες οι εκπαιδεύτριες αυτή τη στιγμή είναι γυναίκες. Με άλλα λόγια, διδάσκει σε άτομα με μερική ή ολική απώλεια όρασης τεχνικές ώστε να βγουν –ξανά– στο δρόμο και να κυκλοφορήσουν αυτόνομα, δηλαδή χωρίς συνοδό, μόνο με το λευκό μπαστούνι τους. Σε μια συνέντευξή της στο Marie Claire αφηγείται την ιστορία του Γιώργου, του πρώτου εκπαιδευόμενου που είχε ποτέ. Όπως συνεχίζει:

«Όταν έβγαλα έξω τον Γιώργο και άρχισε να κυκλοφορεί, αρχικά στη γειτονιά του, να μαθαίνει όλα τα καφενεία και τις ταβέρνες που είχε εγκαταλείψει μετά το ατύχημα, δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου τέτοια χαρά. Ξετρελάθηκαν και η γυναίκα και τα παιδιά του, αν και η γυναίκα του, μεταξύ σοβαρού και αστείου, έφτασε σε σημείο να μου πει: “Κυκλοφορεί πάρα πολύ, μήπως κάτι πρέπει να του πεις για να μαζευτεί;!”.

»Επειδή έμενε σε μια γειτονιά εκτός κέντρου, άρχισε να με πηγαίνει παντού και να με παρουσιάζει ως εξής: Αυτή είναι η εκπαιδεύτριά μου, που με έκανε να υπάρχω. Επειδή, μάλιστα, είχε τελειώσει μόνο το δημοτικό και μετά το ατύχημα ήθελε να εργαστεί σε τηλεφωνικό κέντρο, τον πήρα στην κυριολεξία από το χέρι και του έκανα τα χαρτιά. Τελικά διορίστηκε στο ΑΧΕΠΑ, από όπου πήρε σύνταξη. Σήμερα έχει δέκα εγγόνια».

Η ιστορία του Γιώργου είναι ένα μόνο από τα παραδείγματα του πώς η εκπαίδευση που παρέχει η Λίνα μπορεί όχι απλώς να αλλάξει τη ζωή των μαθητών της, αλλά να τους δώσει μια (δεύτερη) ευκαιρία στη ζωή.

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, περίπου 4-5 ετών, πάντα είχα μια τάση υπεράσπισης των αδύναμων» λέει, εξηγώντας πώς επέλεξε αυτό το επάγγελμα, που πολλοί δεν γνωρίζουμε καν ότι υπάρχει. «Ήμουν το παιδί που θα έπαιρνε μαζί του, στο παιχνίδι ή στα κάλαντα, το παιδί της γειτονιάς το οποίο τότε θεωρούταν “καθυστερημένο”. Έκανα παρέα με παιδιά με τα οποία δεν έκαναν οι άλλοι. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι και στο λύκειο, και σκέψου ότι μιλάμε για πριν από τη δεκαετία του ‘90, όταν δεν υπήρχε καν η έννοια της ειδικής αγωγής.

»Και επειδή δεν υπήρχε ούτε ο σχετικός επαγγελματικός προσανατολισμός, σπούδασα Θεολογία, κυρίως γιατί είχα φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Όμως ένα πρωί σηκώθηκα και είπα ότι αυτό δεν είναι για εμένα. Έτσι άρχισα τον εθελοντισμό σε ομάδες ατόμων με αναπηρία και κάποια στιγμή ξεκίνησε η δράση μου, εθελοντικά, στη Σχολή Τυφλών Θεσσαλονίκης. Εκεί, γύρω στο 2000, μου πρότειναν να συμμετάσχω σε ένα πρόγραμμα για εκπαιδευτές κινητικότητας και προσανατολισμού. Εργάστηκα μέχρι το 2015 στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών και μετά συνέχισα τις σπουδές μου, Φυσικοθεραπεία με εξειδίκευση στην Παιδιατρική Φυσικοθεραπεία. Ουσιαστικά, τα τελευταία 3-4 χρόνια εργάζομαι ιδιωτικά σε όλους αυτούς τους τομείς – αν και τα άτομα που εξυπηρετώ πολλές φορές συμπίπτουν. Επίσης συνεργάζομαι με τη Σχολή Σκύλων Οδηγών Τυφλών Λάρα, όπου εκπονούμε προγράμματα κυρίως εκτός αστικών κέντρων. Για παράδειγμα, το καλοκαίρι που μας πέρασε υλοποιήσαμε, μέσω δωρεών, ένα πρότζεκτ στα Γιάννενα και την Άρτα».


Η Λίνα θεωρεί εξαιρετικά σημαντική την πρώιμη παρέμβαση σε παιδιά και το ρόλο που παίζει η οικογένεια σε αυτό, καθώς οι γονείς, σε κάποιες περιπτώσεις, ίσως δυσκολεύονται να αποδεχτούν ότι δεν υπάρχει θεραπεία για την οπτική βλάβη του παιδιού τους. «Η οικογένεια πρέπει να μπει πολύ γρήγορα στη διαδικασία της αποδοχής της βλάβης, πάντα με συμβουλευτική υποστήριξη από επαγγελματίες ειδικούς. Και μετά, συμπεριληπτικά, να εντάξει το παιδί, εφόσον συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις, στο σχολείο της γειτονιάς, ώστε μέσα από την εκπαίδευση να ολοκληρωθεί και να ακολουθήσει την πορεία που θα ήθελε, ανεξάρτητα από την οπτική βλάβη».

Η εκπαίδευση ενός παιδιού στην κινητικότητα, τον προσανατολισμό και τις καθημερινές δεξιότητες μπορεί να αρχίσει περίπου από τα τρία χρόνια του, όταν το επιτρέπει η ανάπτυξή του σε πολλά επίπεδα. «Μπορούμε να το βάλουμε σε αυτή τη διαδικασία χωρίς τεχνικές, απλά να εξοικειωθεί με το λευκό μπαστούνι ως εργαλείο μετακίνησης. Στην Αμερική δίνουν το μπαστούνι ήδη από τα πρώτα βήματα. Μάλιστα έχει αρχίσει να βγαίνει και σε άλλα χρώματα, πέρα από το λευκό, όχι μόνο για παιδιά αλλά και για ενήλικες. Έχει γίνει αξεσουάρ».

Το πλέον καθοριστικό, αλλά και απαιτητικό, κομμάτι της εκπαίδευσης είναι το ψυχολογικό, όπως προσθέτει: «Το να μάθει ένας τυφλός τις τεχνικές είναι πραγματικά υπόθεση δύο ημερών. Το να βγει στο δρόμο μπορεί να πάρει μήνες. Τα τελευταία χρόνια έχω καταλάβει ότι κάνω κυρίως life coaching support».

Οι πρακτικές δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει ένας τυφλός στο δρόμο μιας πόλης είναι πλέον λίγο πολύ γνωστές, παρόλο που η κατάσταση έχει σαφώς βελτιωθεί μέσα στις τελευταίες δεκαετίες: Ανύπαρκτοι οδηγοί όδευσης τυφλών σε πεζοδρόμια ή ακόμα και ανύπαρκτα πεζοδρόμια, όχι μόνο σε παλιές γειτονιές αλλά και σε νεόδμητες συνοικίες. Οδηγοί όδευσης τυφλών κακοτοποθετημένοι, για παράδειγμα σε πεζοδρόμια μικροσκοπικά, ή με σοβαρά λάθη σε διαγραμμίσεις, που οδηγούν, ας πούμε, σε εμπόδια. Πεζοδρόμια που διασταυρώνονται ξανά και ξανά με ποδηλατόδρομους ή που καταλαμβάνονται μονίμως από παρκαρισμένα οχήματα. Υπερβολικά χαμηλά ή υπερβολικά ψηλά εμπόδια στα πεζοδρόμια, τα οποία δεν «πιάνει» το μπαστούνι, όπως ακλάδευτα δέντρα και χαμηλά μπαλκόνια.

Και μετά, αν ο τυφλός ζει σε περιοχή που εξυπηρετείται από δίκτυο λεωφορειακών γραμμών –και δεν είναι αναγκασμένος να καλέσει ταξί για οποιαδήποτε μετακίνησή του– μπορεί να αντιμετωπίσει απαρχαιωμένα, μη συμπεριληπτικά συστήματα μετακίνησης, όπως απουσία φωνητικής αναγγελίας στάσης ή μη φιλικής εξυπηρέτησης τόσο από τον οδηγό όσο και από τους συνεπιβάτες.

Όμως η Λίνα λέει ότι γι’ αυτήν, «το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι τόσο τα φυσικά εμπόδια όσο τα νοητικά εμπόδια που βάζουμε στους συνανθρώπους μας. Όπως ένα βλέμμα, που ένας τυφλός μπορεί να μη βλέπει αλλά πραγματικά αισθάνεται, ή ένα σχόλιο σε στυλ “τον καημένο, τι κακό τού έτυχε”. Αυτή η ατάκα, “τι κακό τού έτυχε”, μπορεί να πάει μήνες πίσω έναν άνθρωπο που βρίσκεται εδώ και λίγο καιρό σε διαδικασία εκπαίδευσης, να μη θέλει να ξαναβγεί από το σπίτι του. Διότι θα σκεφτεί: Το φυσικό εμπόδιο μπορώ να το προσπεράσω, αλλά δεν θέλω να με λυπούνται».

Οι γυναίκες με οπτική αναπηρία αντιμετωπίζουν περισσότερες διακρίσεις;

«Οι διακρίσεις της ανάπηρης γυναίκας είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο. Χαιρόμουν πάντα να έχω γυναίκες εκπαιδευόμενες, γιατί παλεύουν ταυτόχρονα να είναι ασφαλείς και ελεύθερες στο δρόμο. Ως εκπαιδεύτρια έχω αντιμετωπίσει και εγώ το ρατσισμό, ειδικά αν είμαι με μια τυφλή γυναίκα. Κάποιοι θεωρούν, ακόμα και σήμερα, ότι αν είσαι τυφλή γυναίκα, όχι απλώς δεν έχεις δικαίωμα να διεκδικήσεις τη θέση σου στο δρόμο, αλλά πρέπει να είσαι κλεισμένη στο σπίτι, να μαγειρεύεις, να συγυρίζεις. Και όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, πολλές οικογένειες τις βόλεψε το να είναι η γυναίκα τυφλή. Ενώ στην περίπτωση ενός τυφλού άντρα δεν μπορείς να φανταστείς πόσα θέματα οικογενειακής ισορροπίας έχουν προκύψει –κακοί γάμοι, διαζύγια– όχι γιατί ο άντρας δεν βλέπει αλλά επειδή βρίσκεται στο σπίτι.

»Επειδή μου αρέσει να προβοκάρω καταστάσεις, έχω γυρίσει ένα βίντεο όπου μια εκπαιδευόμενή μου φοράει μίνι φόρεμα, έχει κομμένα μοντέρνα τα μαλλιά της, τατουάζ στα χέρια και στην πλάτη. Με έχουν ρωτήσει αν είναι ηθοποιός και όχι τυφλή, επειδή είναι περιποιημένη. Θεωρούν ότι οι τυφλές γυναίκες δεν πρέπει ή δεν μπορούν να περιποιούνται τον εαυτό τους. Γιατί βάφονται, γιατί φορούν τακούνια ή μίνι; Γιατί βγαίνουν έξω; Γιατί κάνουν σχέσεις, γιατί κάνουν παιδιά; Όλα αυτά υπάρχουν ακόμα».

Η Λίνα εκπαιδεύει μαζί με τους μαθητές της και ολόκληρη την κοινωνία, η οποία σιγά σιγά εξοικειώνεται με την εικόνα ενός τυφλού, άντρα, γυναίκας ή παιδιού, που κυκλοφορεί ανεξάρτητος στο δρόμο. Και μαθαίνει σιγά σιγά να τον υπολογίζει, να τον αποδέχεται και να τον αντιμετωπίζει ισότιμα. «Για παράδειγμα, η διαδικασία στην οποία βάζω τους εκπαιδευόμενούς μου, ακόμα και παιδιά από 8-9 ετών, είναι να μην παρεμβαίνουν ποτέ στο ίδιο το εμπόδιο. Τα συμβουλεύω, για παράδειγμα, να πουν: “Ξέρετε κάτι; Χρησιμοποιώ αυτή τη διαδρομή για να πηγαίνω σχολείο. Μου είναι πάρα πολύ χρήσιμο να μη βάζετε τα εμπορεύματά σας πάνω στον οδηγό, γιατί κινδυνεύω. Θέλετε την επόμενη φορά να τα πάρετε λίγο πιο πέρα”».

Όπως συνοψίζει το βασικό ρόλο της εκπαίδευσής της: «Από τη στιγμή που θα υπάρχει εκπαίδευση θα υπάρξει αυτονομία και από τη στιγμή που θα υπάρξει αυτονομία θα υπάρξει συμπερίληψη». Ακούγεται σκανδαλώδες το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν μόλις εννέα εκπαιδεύτριες για περισσότερα από 16.000 άτομα με αναπηρία, σύμφωνα με μια στατιστική προσέγγιση. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα, όπως επισημαίνει, είναι ότι το επάγγελμά της παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστο, ακόμα και στους άμεσα ενδιαφερόμενους, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι με οπτική αναπηρία να βρίσκονται κλεισμένοι στο σπίτι ή μόνιμα εξαρτημένοι από άλλους.

«Μπορεί να σου φανεί περίεργο, αλλά οι οφθαλμίατροι δεν γνωρίζουν ότι μπορούν να παραπέμψουν σε άλλες ειδικότητες μετά από αυτούς, για αποκατάσταση με την έννοια της εκπαίδευσης στην κινητικότητα, τον προσανατολισμό και τις καθημερινές δεξιότητες. Όταν λοιπόν επισκεπτόμαστε για πρώτη φορά έναν τυφλό, μας λέει: “Δεν ήξερα ότι υπάρχει αυτό για εμένα”. Το κράτος θα έπρεπε να προχωρήσει σε κάποια ρύθμιση ώστε από τη στιγμή της διάγνωσης μιας οπτικής βλάβης, να ενημερώνει τον ασθενή».

Η σημασία μιας τέτοιας ρύθμισης αναδεικνύεται από ιστορίες όπως αυτή του πρώτου εκπαιδευόμενου της Λίνας, του Γιώργου, τον οποίο μάλιστα συνάντησε ξανά πολύ πρόσφατα, εντελώς τυχαία: «Σταματάω να βάλω βενζίνη, μαζί με τα παιδιά μου, απέναντι από το σπίτι του και πηγαίνω στο στέκι του για να πάρω καφέ. Μπαίνω μέσα, και είναι εκεί. Φωνάζω το όνομά του και ξαφνικά παγώνει και γυρνάει στο σέρβις του μαγαζιού και λέει: “Ό,τι πάρει αυτή και τα παιδιά της, τα κερνάω εγώ. Αν δεν ήταν αυτή, εγώ δεν θα πήγαινα ούτε τουαλέτα. Της χρωστάω τα πάντα“.

»Με όλους τους εκπαιδευόμενούς μου έχω απίστευτες σχέσεις. Κάποιοι μου τηλεφωνούν ακόμα. Με χρησιμοποιούν σαν GPS και με ρωτούν: Πού είναι αυτό ή εκείνο; Ή, τι να κάνω με αυτό το θέμα; Και όταν με ρωτάει κάποιος αν στεναχωριέμαι που κάνω αυτό το επάγγελμα ή αν το επέλεξα γιατί δεν είχα να κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου, απαντάω ότι μόνο χαρά μπορείς να πάρεις από τις ιστορίες των ανθρώπων που εξελίσσονται».

Μαθήματα με λευκό μπαστούνι στην επαρχία

Την άνοιξη του 2022 η ΣχολήΣκύλων Οδηγών Λάρα άρχισε να προσφέρει δωρεάν ατομικά μαθήματα κινητικότητας και προσανατολισμού σε οκτώ τυφλούς στην Ήπειρο (Άρτα και Ιωάννινα) με εκπαιδεύτρια τη Λίνα Καλλέ. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες είναι πέντε παιδιά, κάποια από τα οποία έπιασαν για πρώτη φορά μπαστούνι. Η ανάγκη εκμάθησης κινητικότητας και προσανατολισμού με λευκό μπαστούνι είναι μεγάλη στην επαρχία, καθώς δεν υπάρχουν εκπαιδευτές σε περιοχές όπως η Ήπειρος και τα νησιά (οι συνολικά εννέα εκπαιδευτές εργάζονται σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Καβάλα, Δράμα). Κατά τη διάρκεια των –κατά μέσο όρο– 15 ατομικών μαθημάτων με λευκό μπαστούνι, ένας τυφλός μαθαίνει να αποδέχεται την κατάστασή του και να μην ντρέπεται να κυκλοφορήσει με το μπαστούνι, μαθαίνει προσανατολισμό στο περιβάλλον, τεχνικές λευκού μπαστουνιού, εξερεύνηση γνωστού και άγνωστου χώρου, εντοπισμό βλεπόντων στο δρόμο και επικοινωνία μαζί τους, εξοικείωση με γνωστές διαδρομές που κάνει συχνά κ.ά. Το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί σε μία συνάντηση, που υπολείπεται, και η συνέχισή του βασίζεται στις δωρεές.

Πηγή: marieclaire

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου