Στο εξώφυλλο ένα ασπρόμαυρο πορτρέτο από την παιδική του ηλικία. Αυτιά πεταχτά, κούρεμα με την ψιλή, τυπική straight up λήψη παιδιού που μεγάλωσε στην ελληνική ύπαιθρο και φοίτησε στα σχολεία της τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Θα μπορούσε να απαθανατιστεί από οποιονδήποτε. Από τη μητέρα ή τον πατέρα του (μέσα μαθαίνουμε πως ήταν δάσκαλοι), από την αδελφή του, από τον παπά της εκκλησίας (πιο μέσα στις σελίδες μαθαίνουμε πως θήτευσε εξόχως και ως παπαδάκι), από τον βοσκό, που λίγο παραδίπλα επιστατούσε το κοπάδι ή έναν μάστορα συνεργείου αυτοκινήτων, που τον έστειλαν να μαθητεύσει, για να γίνει γκαραζιέρης.
Στο «Χρονικό ενός δυσλεκτικού», πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης ο κατεστραμμένος ήρωας, όπως τον θεωρούν όλοι λόγω του «θέματος», δεν κρύβει πως θήτευσε σε πολλούς κλάδους, ένεκα της ιδιαιτερότητάς του. Λογικό: Τι δουλειά θα κάνει ένα παιδί που δεν παίρνει τα γράμματα, πέρα από ένα τεχνικό επαγγέλμα; Νόμιζαν!
Στέκομαι επί τούτου λίγο ακόμα στη φωτογραφία του εξωφύλλου. Βλέμμα αθώο, απορημένο ελαφρώς (τι γυρεύω εγώ εδώ;), αμήχανο, ο συγγραφέας-μικρό παιδί που κοιτά κατάματα τον φακό και εμάς κατ’ επέκταση, καταφέρνει με το καλημέρα να μας βάλει στην ψίχα των λέξεών του. Αυτός είναι και για εκείνον θα μιλήσει. Ξεκάθαρα. Πώς; Υπό μορφή αυτοβιογραφικού memoir ή μιας νουβέλας Bildungsroman (ενηλικίωσης); Κι αλήθεια, πού είναι τραβηγμένη αυτή η φωτογραφία; Στο χωριό που μεγάλωσε ή στα Γιάννενα όπου ζει σήμερα; Όλα θα μας τα αποκαλύψει, υπομονή. Και όχι, δεν έγινε ούτε παπάς ούτε βοσκός ούτε γκαραζιέρης.
Ο Γιάννης Πάσχος, μια από τις έκρυθμες και ιδιοσυγκρασιακές πένες της ελληνικής λογοτεχνίας, που γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1954, σπούδασε Βιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και ειδικεύτηκε στη Μοριακή Βιολογία και Γενετική των Υδρόβιων Οργανισμών στην Ουγγαρία και τη Νορβηγία. Θαύμα; Πώς τα κατάφερε, τι τον θεράπευσε, ποιοι ειδικοί επιστήμονες ασχολήθηκαν με την περίπτωσή του κι όχι μόνο τον βοήθησαν να γίνει ένας λαμπρός επιστήμονας αλλά κι ένας δεινός καλλιτέχνης; Γιατί πέρα από το επιστημονικό του έργο, υπάρχει και το λογοτεχνικό, που περιλαμβάνει ποίηματα, συλλογές διηγημάτων, νουβέλες και δοκίμια, τα οποία για χρόνια παρέμεναν αδημοσίευτα. Μετρήστε: Το 2005 εκδόθηκε το πρώτο του ποιητικό κείμενο από τις εκδόσεις Οδός Πανός με τίτλο «Lila Terman». Ακολούθησαν η ποιητική συλλογή «Ζωή Εκτός» (Μελάνι, 2007), το διήγημα «Κύριε Ελέησον» (Εκδόσεις του Ηπειρωτικού Αγώνα, 2008), η συλλογή διηγημάτων «Μια νύξ δι’ εν έτος» (Μελάνι 2009), το δοκίμιο «Ιχθύες ως σύμβολο και ως τεχνούργημα: απόπειρα ερμηνείας» (συλλογικό έργο, Ίνδικτος, 2010), η συλλογή διηγημάτων «Μη Φεύγεις» (Ίνδικτος, 2013), η ποιητική συλλογή «Μεγάλες Διώρυγες» (Μελάνι, 2015) και οι συλλογές διηγημάτων «Οι μαγικές ιστορίες του Δον Ντομίνγκο» (Περισπωμένη, 2017) και τέλος το «Φοβού τα βρέφη» (Περισπωμένη, 2020). Το 2020 επιμελήθηκε αλλά και συμμετείχε στο συλλογικό έργο «Συνομιλίες με το πιο σιωπηλό πράγμα του κόσμου - 72 βιωματικές ιστορίες γραμμένες από Ιχθυολόγους» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Athens Voice Books. Συνεργάτης μας αλλά και τακτικός αρθρογράφος στο ωραιότερο ψηφιακό ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, στον Χάρτη του Δημήτρη Καλοκύρη.
Έκρινα απαραίτητο να παραθέσω το βιογραφικό του μικρού, δυσλεκτικού, όπως ομολογεί ο τίτλος, παιδιού της φωτογραφίας του βιβλίου, γιατί μόνο έτσι και θα γίνει ξεκάθαρα αντιληπτό το περιεχόμενό του αλλά και θα νιώσετε χαρούμενοι με το happy end της ιστορίας του. Ναι, το «Χρονικό ενός δυσλεκτικού» είναι μια αυτοβιογραφική νουβέλα ενηλικίωσης, ο συγγραφέας με εξαιρετική διαύγεια καταγράφει τις γκρίζες αναμνήσεις του, τόσο στέρεα παρούσες, από τα χρόνια που πάλευε με το θεριό. Πριν ονομαστεί «δυσλεξία». Τότε που από άγνοια όλα τα ιδιαίτερα παιδιά, που η φύση τα προίκισε με την ιδιαιτερότητα να αντιλαμβάνονται τον κόσμο αλλιώς, τα αποκαλούσαν ζαβά, χαζά ή ανεπίδεκτα μαθήσεως, μπουμπούνες και μπουζουκοκέφαλους. Πολλά τα υποκοριστικά για μια δυσλειτουργία που ταλαιπωρεί παιδιά και οικογένειες, μοιράζοντας δυστυχία με τη σέσουλα και πόνο με την οκά.
«Βράδυ, Δεκέμβρης του 2021. Εκεί που έψαχνα κάτι στο διαδίκτυο, έπεσα πάνω σε ένα on line τεστ δυσλεξίας για ενήλικες. Ήταν δέκα ερωτήσεις κι έπρεπε να απαντηθούν με ένα ναι ή με ένα όχι. Στο τέλος έγραφε: Εάν συγκεντρώσετε επτά ή περισσότερους βαθμούς, πιθανώς να έχετε δυσλεξία, οπότε θα πρέπει να αναζητήσετε τη συμβουλή ειδικού για περαιτέρω αξιολόγηση και υποστήριξη. Και στις δέκα ερωτήσεις απάντησα ναι. Συνεπέστατος! Ήρθαν στο νου μου τα χρόνια που πέρασαν και τι έχω τραβήξει με αυτή την ιστορία από τότε που ήμουν παιδί. Τι να πρωτοθυμηθώ αλήθεια! Παρεμπιπτόντως η δυσλεξία μου "διαγνώστηκε" όταν ήμουν ήδη σαράντα πέντε (!). Ως τότε δεν το γνώριζα». Ούτε αυτός, ούτε κανένας από τους δασκάλους του ή τους γονείς του, και αυτό θα διαβάσετε εδώ.
Το ανθρώπινο, στοχαστικά τρυφερό και γλυκόπικρο τούτο βιβλίο είναι μια συμπύκνωση χρόνου αλλά κι ένας οδηγός για το τι πάει να πει να αντιλαμβάνεσαι, να ιεραρχείς και να οργανώνεις τον κόσμο με έναν ολότελα δικό σου τρόπο, μα ο κόσμος να μη σε ακούει και να μη σε βλέπει, ο κόσμος να μην μπορεί να καταλάβει το μυαλό και τη γλώσσα σου. Να αποκαλεί τη γραφή σου ιερογλυφική και να σου κοκκινίζει την κόλλα στο διαγώνισμα, γιατί σε όποια προπαραλήγουσα υπήρχε, εσύ έβαζες περισπωμένες, έκανες ασυνταξίες και αναγραμματισμούς, έφτιαχνες μουντζούρες, κι έβαζες κόμματα, τελείες, οξείες και δασείες αλλού για αλλού. Και ορίστε το στίγμα του αποτυχημένου και του ανεπίδεκτου που του κόλλησαν του ήρωά μας.
Από τους γονείς ως και τους καθηγητές, όλοι ήταν απελπισμένοι από τον άναρχο τρόπο του Γιάννη Πάσχου να γράφει ή να μιλάει, γιατί, εκτός από τα χάλια γραπτά, θεωρούσαν χάλια και τις ιστορίες που διηγούνταν. Δυστυχώς, δάσκαλοί του δεν ήταν ο Ευγένιος Τριβιζάς ή ο Λιούις Κάρολ, για να εκστασιαστούν με τον Γουρουνοκροκόδειλο ή τον Ποντικόλυκο, την Αστραποχιονάτη και τον Τετρακέφαλο Σκύλο, την Ινδιάνα Βουλωμένη Μύτη, τον Σημαιοφόρο της Μπουγάδας και τις Αραπινοπυγολαμπίδες, αλλά οι θλιβερά βάναυσοι καθηγητές της ελληνικής επαρχίας. Διάκονοι ενός εξίσου τραγικού εκπαιδευτικού συστήματος δίχως φαντασία, θεώρησαν πως η μόνη λύση για να προδεύεσει ο «κεφάλας» ήταν το χαστούκι και το τράβηγμα του αυτιού. Η χλεύη, η απαξίωση και ο εξευτελισμός.
Για όλα αυτά γράφει γάργαρα και γλυκόπικρα ο Πάσχος. Για τα πέτρινα χρόνια και τις άμυνες που τον βοήθησαν να επιβιώσει σ’ ένα άστοργο σύμπαν. Ξεκαρδιστικά αλλά και σπαρακτικά συνάμα, ο Χακλκμπέρι Φιν, Τομ Σόγιερ, Χόλντεν Κόλφιλντ, Τρελαντώνης της ιστορίας μας βρίσκει τρόπους για να τους γλιτώσει. Αλλά, αν νομίζετε πως εδώ θα διαβάσετε τις περιπέτειες ενός ταπεινού και καταφρονεμένου Βασιλάκη Καΐλα από τα Γιάννενα, πλανάσθε οικτρά. Το βιβλίο είναι ανάλαφρο και μεγαλόψυχο. Ο ήρωας θυμάται και ανακαλεί τις δύσκολες μέρες του, αποτίνοντας φόρο τιμής σε όλους που τον στήριξαν. Γιατί παρόλο που ο κόσμος και τα προγνωστικά ήταν εναντίον του, η τύχη έριξε στον δρόμο του και κάποιους καλούς. Αποκούμπια. Η φιλόλογος που τον ενθάρρυνε σε πείσμα του μαθηματικού που τον διαπόμπευε· η Στέλλα που αγάπησε τις ιστορίες του (love is the answer) αλλά και οι γονείς του, που παρά τη δυσκολία του να επικοινωνήσει με το περιβάλλον, δεν έπαψαν ποτέ, όχι μόνο να τον ανέχονται αλλά και να κάνουν τα πάντα για να τον προφυλάξουν.
Το χρονικό μιας δυσλεξίας λειτουργεί και σαν εγχειρίδιο αυτοβοήθειας μα και σαν ένα «πολεμικό» χρονικό: Πώς είναι όλος ο κόσμος να είναι εναντίον σου, πώς είναι ως άλλος Μικρός Ήρως να πρέπει να καταβάλεις πολλαπλάσια προσπάθεια από τους άλλους για να ανταπεξέλθεις, αλλά και για να κρύψεις το χάντικάπ σου; Γραμμένη σπαρταριστά και περιέχοντας ασύλληπτα αστείες σκηνές στο σπίτι, στο σχολείο, στο χωριό και την πόλη, σε φροντιστήρια αγγλικών, γήπεδα μπάσκετ και γυμνασιακές, λυκειακές και πανεπιστημιακές αίθουσες, η νουβέλα αυτή είναι η χαρά της ζωής. Παρόλο τον πόνο που κουβαλούν οι αναμνήσεις του συγγραφέα, είναι το λογοτεχνικό του φίλτρο που τις κάνει να ρέουν λες και παρακολουθείς ένα ριμέικ αλά ελληνικά του «Ξεχωριστού Γουίλ Χάντινγκ». Κι αυτό είναι άλλος ένας καλός λόγος να διαβάσετε το «Χρονικό ενός δυσλεκτικού»: 100 σελίδες μάλαμα!
Πηγή: AthensVoice
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου