Πάνω από 80.000 μαθητές θα συμπληρώσουν αυτές τις μέρες το μηχανογραφικό, για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι όμως η χρονιά που τα αδιέξοδα πολλαπλασιάζονται, επιτείνοντας ακόμα περισσότερο τον προβληματισμό για το μέλλον.
Γενικότερα, υπάρχουν πολλές κατηγορίες παιδιών που εμπλέκονται στη διαδικασία, με ελάχιστα από αυτά να έχουν μία ξεκάθαρη σχέση ωριμότητας απέναντι στις επιλογές τους. Πρώτοι είναι οι «μπάχαλοι» που απολαμβάνουν την αδιαφορία τους, χωρίς να αγωνιούν ιδιαίτερα για την έκβαση των βάσεων. Αυτοί είναι η μεγάλη μάζα των «καταφρονεμένων». Το ανεύθυνο και κουτοπόνηρο κράτος τους βλέπει αποκλειστικά ως πελάτες και γι΄ αυτό δε θέλησε να τους ξυπνήσει από το λήθαργο της φαντασίωσης. Δε φρόντισε να τους υποχρεώσει, στρέφοντάς τους προς την επαγγελματική εκπαίδευση κι έτσι τους καταδίκασε στο μηδενισμό και στην αφασία.
Μία άλλη περίπτωση είναι αυτοί που δεν έχουν μελετήσει ποτέ σοβαρά τα δεδομένα, σε σχέση με τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό. Στην πραγματικότητα, δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να γνωρίσουν τις δυνατότητές του. Εκτός απ΄ αυτό, δεν έψαξαν ποτέ να μάθουν τα προγράμματα σπουδών των σχολών, που λένε ότι τους ενδιαφέρουν. Τρίτοι στη σειρά είναι οι ψωνισμένοι. Αυτοί έχουν παραπλανηθεί από τις τρελές επιθυμίες της μαμάς, που θεωρεί την εισαγωγή στα Πανεπιστήμια ζήτημα κοινωνικής καταξίωσης. Πρόκειται δηλαδή, για «νίκη» στα χαρακώματα, εναντίον κάποιας γειτόνισσας που το παιδί της πέρασε σε καλή σχολή.
Κάποιοι άλλοι, ώριμοι και συνειδητοποιημένοι, κατανοούν το μεγάλο αδιέξοδο της ανεργίας και βλέπουν πόσο δύσκολο είναι να συνδυάσουν σπουδές και επάγγελμα. Τουλάχιστον, χαίρονται για την ευόδωση των κόπων τους και τη φοιτητική ζωή που ανοίγεται μπροστά τους. Στην τελευταία θέση ανήκουν οι λίγοι, οι μειονοτικοί, οι άριστοι, αυτοί για τους οποίους τα ελληνικά πανεπιστήμια έπρεπε να κονταροχτυπιούνται ποιος θα τους κερδίσει. Είναι οι εκκολαπτόμενοι leaders, για τoυς οποίους η κρατική μέριμνα, είχε υποχρέωση να εξασφαλίσει τις καταλληλότερες προϋποθέσεις για το μέλλον τους. Κι όμως, αυτοί βιώνουν τα πιο ανάμικτα συναισθήματα, πριν συμπληρώσουν το μηχανογραφικό. Από τη μία, είναι η αίσθηση της υπεροχής και από την άλλη η πικρία για αυτά που πρόκειται να συναντήσουν στην ακαδημαϊκή τους ζωή και αργότερα στην ανύπαρκτη αγορά εργασίας. Γι΄ αυτό και κάποιοι από αυτούς, ετοιμάζουν βαλίτσες, από τώρα, για ξένα Πανεπιστήμια.
Υπάρχουν όμως συγκεκριμένα, για όλους, νέα δεδομένα. Οι περισσότεροι δε θέλουν να φύγουν από το μέρος τους, επειδή οι γονείς δε μπορούν να αντιμετωπίσουν τα έξοδα. Αρκετοί μένουν κολλημένοι στις παραδοσιακές σχολές, αγνοώντας τις ραγδαίες αλλαγές των τριών τελευταίων χρόνων. Για παράδειγμα, τα τμήματα του Παντείου, όλες οι καθηγητικές σχολές, οι παιδαγωγικές, των Νηπιαγωγών και πολλές άλλες του Πολυτεχνείου είναι τελειωμένες, σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας. Η συντριπτική πλειοψηφία ακόμα, δε διανοείται να σπουδάσει κάτι που συνδέεται με χειρωνακτική δραστηριότητα, όπως Τεχνολογία Τροφίμων, Γεωπονική, Ζωική Παραγωγή. Τέλος, σχεδόν όλοι αγνοούν τα τμήματα που θα μπορούσαν κάποια στιγμή, να αποτελέσουν σημαντικό εφαλτήριο για μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό, όπως Πληροφορική στη Βιοϊατρική ή Διατροφολογία.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά και οι μαθητές είναι βυθισμένοι στην άγνοια και στις ψευδαισθήσεις; Επειδή κανείς δε νοιάστηκε να τους εντάξει σε προγράμματα επαγγελματικού προσανατολισμού, στα χρόνια του σχολείου. Αλλά τι λέω τώρα; Για να ενημερώσεις κάποιον για το μέλλον, θα πρέπει να έχεις σχεδιάσει ένα εθνικό πλάνο, με το οποίο θα ορίζεις στόχους, έρευνες, οικονομικές και πολιτισμικές προοπτικές, εξυπηρετώντας μια κοινωνία με οράματα και πολιτισμό. Αντίθετα, όταν τα πάντα μοχλεύονται μέσα σ΄ ένα πελατειακό σύστημα, που η προοπτική του περιορίζεται στην είσπραξη των μνημονιακών δόσεων, δεν μπορείς να περιμένεις περισσότερα.
Κι ως τις εγγραφές του Οκτωβρίου, θα προσθέσουμε κι άλλους «φαντασιόπληκτους» φοιτητές, στις δεκάδες χιλιάδες των άχρηστων ειδικοτήτων που θα βαρύνουν περισσότερο, την παρασιτική μας οικονομία. Εν τω μεταξύ θα συνεχίσουμε να εισάγουμε χειρώνακτες και να συντηρούμε τους νέους «λόγιους» απόφοιτους από τις συντάξεις των παππούδων και τους «δημόσιους» μισθούς των γονιών τους. Τι όμορφος κόσμος «ελληνικά» πλασμένος, βουτηγμένος στο παραμύθι και στον γοητευτικό κιτσάτο επαρχιωτισμό μας! Ευτυχώς που το καλοκαιράκι έχει απέραντο φως, παραλίες και τσίπουρα! Ας αφεθούμε στη «βραχύτητα» του υπέροχου «διονυσιακού» μας οράματος… Από το Φθινόπωρο, βλέπουμε. Κάποια συνομωσία του ξένου παράγοντα θα εφεύρουμε πάλι...
Ο Ανδρέας Ζαμπούκας είναι καθηγητής κλασικής φιλολογίας
Πηγή: protagon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου