Δεν θυμάμαι πώς ξεκινάει πάντα, οι αφορμές καμια φορά μπορεί να είναι ότι το σχολικό μάς έχει ήδη χτυπήσει κουδούνι και ο Βάλτερ εκείνη την ώρα θυμάται να ολοκληρώσει τη ζωγραφιά του ή να ψάξει να πάρει μαζί του τα κορδελάκια που έχει μαζέψει από το προχθεσινό πάρτυ, ή ότι έχει κατεβάσει για δέκατη φορά όλα τα μαξιλάρια του καναπέ στο πάτωμα για να φτιάξει σπιτάκια συνήθως μπροστά από την πόρτα του μπάνιου ή της κουζίνας, ή ότι πειράζει τη Χλόη λόγω αυξημένου επίπεδου βαρεμάρας και της τραβάει όλη την ώρα το τσιμπιδάκι, δε ξέρω, άπειρα τέτοια θα συμβαίνουν σε όλα τα σπίτια, σε όλες τις οικογένειες με παιδιά.
Είναι τέλος πάντων εκείνο το κομβικό σημείο που η διαφορά στο πώς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα γίνεται μέσα στο κεφάλι μου ωρολογιακή βόμβα έτοιμη για έκρηξη.
Τικ Τοκ Τικ Τοκ.
Και αν η βόμβα θα εκραγεί δεν εξαρτάται από έναν μόνο παράγοντα, να πεις θα τον απομονώσω, ή θα παλέψω να τον εξαφανίσω, αλλά από τόσους διαφορετικούς και σίγουρα ανεξάρτητους από εκείνον γαμώτο.
Και φωνάζω. ΦΩΝΑΖΩ και σιχαίνομαι να φωνάζω.
Φωνάζω και ξέρω εκείνη την ώρα ότι δεν πρέπει να το κάνω, ότι το μόνο που μαθαίνει από εμένα είναι να φωνάζει και εκείνος, να αφήνει τον θυμό του να τον κυριεύει, το νεύρο του να τον τυλίγει από την κορυφή μέχρι τα νύχια, μαθαίνει να μεταμορφώνεται σε έναν άνθρωπο που αν τον συναντούσα έξω θα του γύριζα την πλάτη περιφρονητικά, θα απορούσα με τον τρόπο και τον κόσμο που μεγάλωσε, θα πατούσα γκάζι με χειρονομία είσαι τρόμπας και εκείνος μάταια θα με κυνηγούσε για να ουρλιάξει στο αυτί μου κάτι χαριτωμένο του τύπου "γαμώ τη μάνα σου μωρή" και άλλα τέτοια οδηγικά και πολιτισμένα.
Μιλούσα πριν κάποιες μέρες με τον Θοδωρή και την Κατερίνα και μου έλεγαν ότι όταν ο μικρός τους φωνάζει, εκείνοι ψιθυρίζουν, χαμογέλασα, μου φάνηκε υπέροχη ιδέα και μετά σκέφτηκα όλα αυτά τα φανταστικά που έκανα και εγώ με το πρώτο παιδί. Που είχα διαβάσει πολλά βιβλία και είχα ακούσει πολλούς ειδικούς, που ήθελα να τα κάνω όλα πάρα πολύ σωστά όχι για εμένα, αλλά για εκείνον, που ήμουν ψαρωμένη, πρωτάρα, με πολλές ανησυχίες για πιθανά λάθη που θα δημιουργούσαν μελλοντικά προβλήματα, τότε που συμβιβαζόμουν, υποχωρούσα, συντονιζόμουν ίσως περισσότερο.
Με το δεύτερο παιδί, έτσι όπως ξεψάρωσα με τα θετικά, με την έννοια ότι δεν ήμουν συνέχεια πάνω από το κεφάλι της, η μικρή έγινε πιο γρήγορα ανεξάρτητη και αυτάρκης, και άλλα τόσα πολλά, τα ξέρετε, ξεψάρωσα δυστυχώς και με τα άλλα. Κάποια θέματα που είχα στο μυαλό μου στην κατηγορία dont's πέρασαν στην κατηγορία έλα μωρέ και τί έγινε, γίνονται και αυτά καμια φορά και εκεί μέσα ρουφήχτηκαν και ξεβράστηκαν μερικές δικές μου συμπεριφορές που 4-5 χρόνια πριν θα ήταν λόγος για κάψιμο στην πυρά της σύγχρονης, συνειδητοποιημένης, διαβασμένης μητρότητας.
Ξέρω πολύ καλά ότι σε αυτή την ιστορία δεν μπορούν να κερδηθούν όλες οι μάχες. Το θεωρώ σοφό, το έχω χωνέψει και το έχω διαπιστώσει, προφυλάσσοντας τον εαυτό μου από το να αναλώνεται σε μια αέναη προσπάθεια "σωστής" διαπαιδαγώγησης. Επίσης, για να κόψω και λίγο την κλάψα ή τις εικόνες της μάνας τέρατος που πιθανόν ξεπετάγονται μπροστά στα μάτια σας διαβάζοντας αυτή την ανάρτηση, είμαι πολύ περήφανη για μερικά από αυτά που έχω καταφέρει - έχουμε, σαν γονείς, γιατί αλλιώς δεν γίνεται, στο δικό μας το μοντέλο μοιραζόμαστε και τις επιτυχίες και τα fails.
Αλλά, όταν τον βλέπω σκυμμένο πάνω από τα Lego - σ.σ. το αγαπημενότερο και τελειότερο παιχνίδι όλων των εποχών - να προσπαθεί απεγνωσμένα να φτιάξει συρόμενη (μη με ρωτάς, άστο) πόρτα για το σπίτι με τα 17 επίπεδα και τα 31 παράθυρα και σοφίτες και δεν τα καταφέρνει και θυμώνει και εκείνη την ώρα περνάει πάνω από την κατασκευή η δεν-με-νοιάζει-τίποτα-θέλω-μόνο-να-τραγουδάω αδεφή του και τα σαρρώνει όλα, ξέρω ότι η δική του ωρολογιακή βόμβα θα σκάσει.
Τικ Τοκ Τικ Τοκ.
Θα πεταχτεί επάνω τρελαμένος, με μάτια κόκκινα, με φλέβες πρησμένες και θα της φωνάξει, θα θολώσει, θα εκνευριστεί έτσι όπως δεν περιμένεις να πάθει ένα πεντάχρονο αγόρι που αγαπάει πολύ τα Lego, τη ζωγραφική και τα αστερόπλοια.
Τον κοιτάω και αναρωτιέμαι τί βλέπει εκείνος όταν του φωνάζω εγώ.
Άραγε θα βλέπει μια μαμά ευαίσθητη, γλυκιά, αστεία, ανίκανη να φτιάξει έστω και μία ομελέτα αλλά ταλαντούχα στο να σκαρώσει μία απίθανη ιστορία μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα; Θα βλέπει μία μαμά συμπονετική, τρυφερή, που θέλει να χορεύει και να τραγουδάει, αγνοεί την ακαταστασία και τα άπλυτα πιάτα, αλλά όχι τις μυρμηγκοφωλιές και τα αραχνόσπιτα ή θα βλέπει μια μαμά σκληρή, απαιτητική, φοβιστική, με ηλεκτρόδια να ταρακουνάνε το κεφάλι της και στόμα που βγάζει ήχο αποκρουστικό;
'Ο,τι κι αν βλέπει, θα το μιμηθεί. Και ο κύκλος των φωνών θα συνεχίζεται. Έτσι όπως εγώ όταν κλείνω τα μάτια μου και ανασύρω εικόνες από τότε που ήμουν παιδί, θυμάμαι πιο εύκολα τους τσακωμούς. Το λέω στη μαμά μου και λυπάται γι'αυτό. Μου λέει με ειλικρινή στεναχώρια πόσο κρίμα να θυμάμαι δυο τρία άσχημα περιστατικά vs. τόσων άλλων καθημερινών ευτυχισμένων στιγμών, κάθεται και μου διηγείται ό,τι πιο χαρούμενο της προσγειωθεί στο κεφάλι, τρίβοντας ταυτόχρονα με ένα σφουγγάρι με λευκαντικό οξύ το δικό μου, αλλά, να, αυτά τα άσχημα, τα νευριασμένα, τα βροντοφωναχτά κάνουν μεγάλη ζημιά στις αναμνήσεις.
'Οπως και η καρμπονάρα σφήνα μέσα στη δεκαήμερη αυστηρή δίαιτα της πείνας για να βγεις στην παραλία.
Είναι ένα απόλυτο DON'T.
Πηγή: (Not) Just Mums
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου