Η θάλασσα ήταν σκοτεινή. Απειλητική. Η 16χρονη Eϊμι δεν έβλεπε τίποτα – μόνο τα άγρια νερά. Ηταν η έβδομη φορά που προσπαθούσε να περάσει στην Ελλάδα – τις έξι προηγούμενες την είχε συλλάβει η τουρκική αστυνομία. Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί, που πλέον την είχαν μάθει, τη ρώτησαν τι είναι αυτό που θέλει. «Δεν θέλω να ζήσω εδώ», τους απάντησε.
Το 2019 έγινε ένα από τα χιλιάδες παιδιά που έχουν έρθει στην Ελλάδα τα τελευταία επτά χρόνια ως πρόσφυγες – κάποια με την οικογένειά τους και άλλα όπως η Εϊμι από την Γκάμπια, μόνα.
Πρόκειται για παιδιά, όπως ο Κουρός Νουρμοχαμαντί Μπαϊγκί, ο οποίος αρίστευσε φέτος στις Πανελλαδικές Εξετάσεις με μέσον όρο 18,25, που κατάφεραν να ξεπεράσουν τις αντιξοότητες και να ονειρευτούν τη ζωή τους εδώ.
Τέσσερις νέοι, κάποιοι έχοντας αποκτήσει άσυλο, άλλοι όχι, μιλούν στην «Κ» για τη ζωή που άρχισαν να χτίζουν στην Ελλάδα.
Η 16χρονη Τ.Σ.
«Θα μάθω να βοηθάω κορίτσια σαν κι εμένα»
Τα πράγματά της τη βοήθησε να τα μαζέψει η μητέρα της. Η 16χρονη Τ.Σ. έφυγε με τη μικρή της αδελφή από το Ιράν γιατί εκεί, ως Αφγανές, δεν είχαν μέλλον. Δεν είχαν ούτε καν παρόν. «Δεν ήμουν σαν κανονικός άνθρωπος, σαν κανονικό κορίτσι, δεν επιτρεπόταν να πάω στο σχολείο, δεν μπορούσα να κάνω ποδήλατο, δεν μπορούσα να βγω έξω χωρίς το χιτζάμπ», λέει στην «Κ».
Η μητέρα της τής είπε πως υπάρχουν χώρες στις οποίες μπορεί να ζήσει ελεύθερη, κι έτσι το ταξίδι ξεκίνησε. Εφθασαν με την αδελφή της στη Θεσσαλονίκη το 2018, όταν η Τ.Σ. ήταν 17 χρόνων. «Μας πήγαν σε μια δομή και πήραν ό,τι είχαμε –χρήματα, ρούχα, κινητά–, θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά πως μου άφησαν τα παπούτσια μου και ένα λεπτό μπουφάν», δηλώνει στην «Κ». Ηταν Δεκέμβριος. Τους πήγαν στον Εβρο, τους έβαλαν σε μια μικρή βάρκα και τους ανάγκασαν να επιστρέψουν στην Τουρκία.
Η δεύτερη προσπάθεια όμως ήταν επιτυχής. Εφθασαν στη Μυτιλήνη και με την αδελφή της πήραν κατευθείαν το πλοίο για Πειραιά. «Μείναμε καιρό στην Πλατεία Βικτωρίας, δεν είχαμε πού αλλού να πάμε, δεν ξέραμε τι να κάνουμε». Επειτα από δύο εβδομάδες κράτησης στο Αλλοδαπών –«μέναμε με γυναίκες που είχαν σκοτώσει, είχε παντού κατσαρίδες, δεν μπορούσα να κοιμηθώ τα βράδια»– η Τ.Σ. και η αδελφή της μετακόμισαν σε ένα από τα καταφύγια του Home Project. Εμαθε για τις υποτροφίες που έδινε το American Community Schools of Athens. «Ηθελα να σπουδάσω», λέει, «το όνειρό μου ήταν να πάω σχολείο».
Τον Σεπτέμβριο του 2019 έδωσε κάποιες εξετάσεις –«για να δουν το επίπεδο των αγγλικών μου, κάποια μαθηματικά κι αν μπορούσα να διαβάσω»– και, έξι μήνες από όταν έφθασε στην Ελλάδα, πέτυχε. «Εκλαιγα από χαρά, ένιωσα πως επιτέλους θα είμαι φυσιολογική, επιτέλους θα πάω σχολείο, πως ήμουν στον σωστό δρόμο», δηλώνει στην «Κ». Αποφοίτησε στα τρία και όχι στα τέσσερα χρόνια, και πρόσφατα έλαβε υποτροφία από το Deree, όπου τον Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει να σπουδάζει Ψυχολογία. «Θα μάθω πώς να βοηθάω τον εαυτό μου και πώς να βοηθήσω κορίτσια σαν κι εμένα, που απλώς προσπαθούν να ζήσουν σαν κορίτσια», λέει.
Θυμάται πως στην αρχή, όταν έβγαζε το χιτζάμπ, σκεφτόταν ότι θα της συμβεί κάτι κακό, πώς θα την τιμωρούσε ο Θεός. «Οταν ανακάλυψα τον εαυτό μου κατάλαβα πως αυτό δεν είναι αλήθεια», λέει στην «Κ». «Το καθήκον μου είναι να βοηθάω τους ανθρώπους και να πετυχαίνω», συμπληρώνει. Πατρίδα της, τονίζει, είναι πια η Ελλάδα. «Μπορεί να προσπαθήσω να σπουδάσω για λίγο στο εξωτερικό», αναφέρει, «αλλά εδώ είναι πλέον το σπίτι μου, και θα γυρίσω πίσω».
Κράιστ Γουάμπα
«Ονειρό μου να παίξω μπάσκετ στην Α1»
Το 2016, ο 15χρονος Κράιστ Γουάμπα ξεκίνησε μόνος του από το Κονγκό, όπου τον είχαν συλλάβει για πολιτικούς λόγους. «Δεν υπήρχε ελπίδα εκεί – ήθελα να φύγω για να μπορώ να παίξω μπάσκετ», λέει στην «Κ». Στην Ελλάδα ήρθε με βάρκα, αλλά στη θάλασσα χάθηκαν, έμειναν πέντε ώρες μετέωροι στο σκοτάδι μέχρι που τους βρήκε η Ελληνική Ακτοφυλακή. Εζησε στη Μόρια πέντε μήνες – «ήταν απαίσια, ήμασταν περίπου 10.000 άτομα εκεί, ο ένας μαχαίρωνε τον άλλον, φοβόμουν πολύ» – και τους πρώτους τρεις δεν επιτρεπόταν να βγουν από τη δομή. Οταν επιτράπηκε, ο Κράιστ άρχισε να ψάχνει γήπεδο μπάσκετ. Γνώρισε έναν προπονητή που μεσολάβησε για να παίξει στην ομάδα του Αρίωνα Μυτιλήνης.
Το 2017 μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη και ξεκίνησε να παίζει με τον Αστέρα Σίνδου, αλλά σύντομα ο πρώην καλαθοσφαιριστής Λάζαρος Παπαδόπουλος είδε βίντεο του στο Athlenda και τον πήγε στον Αρη. Τον δέχθηκαν. «Ηταν η καλύτερη περίοδος, ένιωθα πως το όνειρό μου είχε γίνει πραγματικότητα», λέει. Η προσγείωση όμως ήταν απότομη – «δεν μπορούσα να παίξω στα παιχνίδια γιατί είμαι πρόσφυγας». Η αίτησή του για άσυλο έχει απορριφθεί ήδη δύο φορές –τη Δευτέρα είχε ακόμα μία συνέντευξη–, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κάνει πολλά πράγματα στο μπάσκετ, όπως το να παίξει στην Α1.
Δεν είναι ο μόνος.
Πρόσφατα, 44 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών υπέγραψαν επιστολή για την ανάγκη «ενός καθεστώτος προστασίας που να διασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόσβαση σε όλα τα δικαιώματα των παιδιών», όπως η ίση μεταχείριση με κάθε άλλο παιδί, λέγοντας ότι, αμέσως μετά την ενηλικίωσή τους, το ενδεχόμενο απέλασης από τη χώρα γίνεται ορατό, παρότι έχουν ήδη δημιουργήσει ισχυρούς βιοτικούς δεσμούς με την Ελλάδα.
Οταν δέχτηκαν τον Κράιστ με υποτροφία για μπάσκετ σε ένα σχολείο στην Αμερική, η αμερικανική πρεσβεία δεν του έδωσε βίζα επειδή δεν είχε άδεια παραμονής στην Ελλάδα. Πήγε σε μια ομάδα στη Φλώρινα –μπορεί να παίξει σε Β΄ και Γ΄ κατηγορία–, αλλά λόγω του lockdown πρόλαβε να παίξει μαζί τους μόνο ένα παιχνίδι. Μετακόμισε σε μια δομή στη Λάρισα – «ήταν η χειρότερη περίοδος, σκεφτόμουν πως έφθασα μέχρι τον Αρη και μετά ξαναγύρισα στην ίδια ζωή που είχα στη Μόρια», λέει.
Αλλά δεν τα παράτησε. Βρήκε θέση στην ομάδα μπάσκετ Μυκόνου. Από εκεί μετακινήθηκε στο Αγρίνιο, αλλά επειδή ήταν κατηγορία Α2, η ομοσπονδία απέρριψε το αίτημα να παίξει. Τώρα ο Κράιστ παίζει στον Ολυμπιακό Βόλου και το όνειρό του παραμένει. «Είμαι σίγουρος πως μια μέρα θα τα καταφέρω», δηλώνει στην «Κ», «θα παίξω στην Α1 στην Ελλάδα».
Ρόγια Ρασούλι
«Ανακάλυψα εδώ ότι έχω ταλέντο στη ζωγραφική»
Η 18χρονη Ρόγια δεν πήγε ποτέ σχολείο. Στο Ιράν δεν είχε πρόσβαση στην εκπαίδευση επειδή είναι Αφγανή, κι έτσι η οικογένειά της αποφάσισε το 2019 να έρθει στην Ελλάδα. Στην 9μετρη βάρκα είχαν χωρέσει 100 άνθρωποι. Ηταν στη θάλασσα για έξι ώρες – τις τρεις με χαλασμένη μηχανή. «Δεν ξέραμε αν θα πεθάνουμε», θυμάται, «και κανείς δεν θα ήξερε πως ήμασταν ποτέ εκεί». Σώθηκαν και μεταφέρθηκαν στη δομή της Σάμου.
Μέχρι τότε δεν είχε ακουμπήσει ποτέ πινέλο στη ζωή της. Αλλά όταν είδε έναν άντρα να ζωγραφίζει, του ζήτησε χαρτί και πινέλο – «ένιωσα πως ταξιδεύω σε άλλους κόσμους», λέει στην «Κ». Τέσσερις μήνες αργότερα, τους μετακίνησαν σε ένα ξενοδοχείο έξω από την Πρέβεζα. «Ηταν πολύ άσχημα εκεί, δεν υπήρχε ούτε σχολείο ούτε τίποτα, ήμουν κλεισμένη όλη μέρα στο δωμάτιο, είχα κατάθλιψη». Η μητέρα της αποφάσισε να τη βοηθήσει. Περπάτησε έξι ώρες μέχρι την Πρέβεζα –το ταξί ήταν πολύ ακριβό και δεν υπήρχε λεωφορείο– και αγόρασε υλικά για να αρχίσει ξανά η Ρόγια να ζωγραφίζει.
«Ημουν τόσο χαρούμενη, γιατί αυτό είναι το ταλέντο μου και ο τρόπος να βιώνω τα συναισθήματά μου», λέει. Στο δωμάτιό τους άρχισε να διδάσκει ζωγραφική σε μικρότερα παιδιά. Σήμερα, στη δομή όπου ζει με την οικογένειά της στη Θήβα, διδάσκει ζωγραφική σε μικρά κορίτσια, κάποιες μέρες την εβδομάδα παίρνει το λεωφορείο για την Αθήνα για να παρακολουθήσει μία τάξη στη Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ κάποιοι πίνακές της έχουν ήδη εκτεθεί. «Εχω μάθει πολλά από τη ζωή μου ως πρόσφυγας», λέει στην «Κ», «ειδικά ότι δεν είμαστε διαφορετικοί – μπορεί εσύ να είσαι από την Ελλάδα κι εγώ από το Αφγανιστάν, αλλά στην πραγματικότητα είμαστε το ίδιο».
Καμέλ Αλαχμάντ
Από θανατοποινίτης, στέλεχος της Pfizer
Εφυγε από τη Συρία μόλις τελείωσε το πανεπιστήμιο, με τη θανατική ποινή να βαρύνει το όνομά του. Αυτό ήταν το τίμημα της απόφασης να μην υπηρετήσει στον στρατό. Στη βάρκα για τη Χίο, έτρεμε μην πνιγεί – δεν ήξερε κολύμπι. «Διαλέγεις να διασχίσεις τη θάλασσα έτσι μόνον όταν δεν έχεις άλλη επιλογή, όταν αυτό που αφήνεις πίσω είναι ακόμη χειρότερο», τονίζει. Εδωσε στον εαυτό του μια υπόσχεση: Αν επιζούσε, θα έκανε κάτι καλό με τη ζωή του.
Τον Μάρτιο του 2016, πήγε στην Ειδομένη με προορισμό την Ολλανδία, όπου ήθελε να κάνει μεταπτυχιακό σχετικό με τη γεωργική μηχανική. Τελικά όμως έμεινε στη Θεσσαλονίκη. Δούλεψε σε οργανώσεις όπως το SolidarityNow, έλαβε άσυλο και υποτροφία από το Perrotis College της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής, όπου σπούδασε International Business and Marketing Management. Αποφοίτησε πέρυσι και πριν από λίγους μήνες, ενώ εργαζόταν για τον Διεθνή Οργανισμό για τη Μετανάστευση των Ηνωμένων Εθνών, έλαβε μήνυμα στο LinkedIn από μια recruiter. Τον Μάιο άρχισε να δουλεύει στη Pfizer στη Θεσσαλονίκη, έχοντας, για πρώτη φορά, μόνιμο συμβόλαιο.
Η σκέψη του είναι στη Συρία – «φοβάμαι κάθε στιγμή ότι θα με πάρει κάποιος και θα μου πει “η οικογένειά σου είναι νεκρή”». Η εμπειρία του ως πρόσφυγα τού έμαθε «την αποφασιστικότητα που βρίσκεις στο ένστικτο της επιβίωσης όταν τρέχεις από θάνατο σε θάνατο, στον ρατσισμό, στις διακρίσεις». «Ο κάθε άνθρωπος θα κάνει ό,τι μπορεί για να επιβιώσει, όπως είναι και το δικαίωμά του», αναφέρει, «η Γη είναι για όλους μας».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου