Επιτυχημένοι επαγγελματίες, αμφότεροι χημικοί, δημιούργησαν το δικό τους εργαστήριο και μία καθημερινότητα όπως επιθυμούσαν. Ωσπου ένα κλικ αποτύπωσε ένα κενό στο κάδρο τους. Και αυτό το κενό τον τελευταίο χρόνο ήρθε να καλύψει η μικρή Μαρία (το όνομα έχει αλλάξει για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων). Ετσι έσμιξαν οι τρεις τους. Ο Γιάννης και η Στέλλα βρήκαν ένα παιδί, η Μαρία δύο γονείς και έγιναν μια οικογένεια.
Υπήρχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της να κάνει παιδί. «Ηταν στη λογική μου. Περνούσαν τα χρόνια και έλεγα "όχι τώρα, όχι ακόμη". Κάποια στιγμή το αποφάσισα. Δεν είχα σκεφτεί να υιοθετήσω, γιατί ήξερα ότι είναι πολύ δύσκολο στην Ελλάδα. Μετά προσπάθησα, δεν έμεινα έγκυος, έκανα και μία εξωσωματική και είπα "τέλος". Δεν χρειάζεται όλο αυτό το πράγμα, η διαιώνιση του γονιδίου μου δεν με ενδιέφερε», εξομολογείται η Στέλλα.
«Το μεγαλύτερο σπρώξιμο γι' αυτήν την απόφαση ήταν της Στέλλας. Από την άλλη, έβλεπα όλους τους φίλους που έκαναν παιδιά νωρίς και τώρα δεν μπορούν να σύρουν τα πόδια τους. Σκέφτηκα ότι έκανα τα ταξίδια μου και αυτό που ήθελα, τώρα που αρχίζω και τα πόδια δεν βαστούν τόσο πολύ μια χαρά είναι ένα παιδάκι, να σε ξανανιώσει. Και οι φίλοι είπαν ότι ξανάνιωσα», λέει χαριτολογώντας ο Γιάννης Τσάκας.
Γολγοθάς
Τη λαχτάρα και την προσμονή για υιοθεσία διαδέχτηκε η έντονη απογοήτευση μόλις πέρασαν το κατώφλι των ιδρυμάτων που φιλοξενούσαν παιδιά προερχόμενα από οικογενειακό περιβάλλον με νομικά προβλήματα.
«Απευθυνθήκαμε στο Κέντρο Βρεφών Μητέρα και η αντιμετώπιση ήταν τελείως βιομηχανοποιημένη. Μαζευτήκαμε 20-30 ζευγάρια, μας μοίρασαν χαρτιά, συμπληρώσαμε ονόματα, είπαν δυο-τρία πράγματα και μας ενημέρωσαν ότι ?θα εξετάσουμε την αίτησή σας σε κάνα χρόνο και μετά θα 'ρθείτε για συνέντευξη?. Ε, τότε γιατί πήγαμε την πρώτη φορά;», αναρωτήθηκε τότε ο Γιάννης. Ανακάλυψε τις μεγάλες ευθύνες του κράτους, καθώς απουσιάζει η μέριμνα προκειμένου να βρουν οικογενειακή θαλπωρή εγκαταλελειμμένα παιδιά τα οποία έχουν ξεχαστεί και δεν ζουν με τους βιολογικούς γονείς τους.
Το ηθικό τους, ωστόσο, αναπτερώθηκε στον ξενώνα των Παιδικών Χωριών SOS, όπου η εικόνα ήταν εντελώς διαφορετική και τελικά οι προσδοκίες τους δικαιώθηκαν. «Ενημερωθήκαμε ότι συνήθως απαιτούνται 12 μήνες ώστε να αποκτήσει παιδί ένα ανάδοχο ζευγάρι. Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή δεν το πίστεψα», εκμυστηρεύεται ο Γιάννης. «Αλλά διαψεύστηκα. Πήγαμε Σεπτέμβριο και την επόμενη χρονιά γνωρίσαμε τη Μαρία στα, περίπου, δύο χρόνια της», θυμάται. «Μου φάνηκαν πιο λογικοί και ζεστοί άνθρωποι, το πρόβλημά μας το έκαναν δικό τους», αναφέρει. «Κάναμε αίτηση για αναδοχή και περάσαμε από ατομική συνέντευξη. Μιλάς, νιώθεις πάρα πολύ ανθρώπινα, δεν σου ζητάνε τίποτα. Ακολούθησαν συνεδρίες μαζί με άλλα πέντε ζευγάρια. Ουσιαστικά αυτή η περίοδος υποκαθιστά τους εννέα μήνες της εγκυμοσύνης έτσι ώστε το ζευγάρι να προετοιμαστεί ψυχικά για το πώς θα είναι ένα παιδί όταν έρθει στην οικογένεια. Είχαμε ακόμη και εργασίες στο σπίτι.
Ωστόσο, μας επισήμαναν ότι η πραγματικότητα με τη θεωρία απέχει πολύ», εξηγεί γελώντας η Στέλλα. Στην πρώτη συνάντηση απλώς την παρακολουθούσαν ανάμεσα σε άλλα νήπια υποψήφια προς αναδοχή.
«Πήγαμε ξανά και αυτήν τη φορά προσπαθήσαμε να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον της. Αρχισε να αντιδρά! Αυτά τα παιδιά με κάποιον μαγικό τρόπο καταλαβαίνουν για ποιο έρχεσαι. Τους έχουν πει στον ξενώνα ?ήρθατε εδώ για να πάτε σε ένα σπίτι και σε μία οικογένεια?. Ξέρουν ότι όταν δουν μεγάλους είναι οι πιθανοί μπαμπάδες και μαμάδες. Ερχονται όλα να σε αγκαλιάσουν και τα θες όλα, να τα πάρεις και να φύγεις». Η γραφειοκρατία του αγκυλωμένου κράτους δεν επιτρέπει σε πολλά από αυτά τα παιδιά να βρεθούν στην αγκαλιά μιας οικογένειας που πραγματικά θέλει να είναι δίπλα τους.
Οπως επισημαίνουν η Στέλλα και ο Γιάννης, μια λύση θα ήταν «να οριστεί έδρα δικαστηρίου η οποία θα δικάζει μόνο αυτές τις υποθέσεις ώστε να μη σέρνονται για 4-5 χρόνια και να μεγαλώνουν τόσα παιδιά στα ιδρύματα. Γιατί υπάρχουν και περιπτώσεις όπου αμετάκλητα το παιδί δεν θα γυρίσει στο σπίτι». ?
«Ενα παιδί με δύο μαμάδες και δύο μπαμπάδες»
Μόλις βγήκαμε από το ασανσέρ αντικρίσαμε τη μόλις 3,5 ετών Μαρία, η οποία μας καλωσόρισε μαζί με τους ανάδοχους γονείς της φορώντας ένα χειροποίητο στέμμα, δημιούργημα στον παιδικό σταθμό. «Θέλετε να σας πω ένα τραγούδι;», ήταν οι πρώτες κουβέντες της και δίχως να περιμένει απάντηση ξεκίνησε: «Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου να περπατώ?». Ακολούθησε το χριστουγεννιάτικο ποίημα, διάφορα παιδικά τραγούδια και ιστορίες με την αγαπημένη ηρωίδα της, την Πέπα.
Εύστροφη, υπερκινητική, κοινωνική, ο ξανθός άγγελος που μπήκε στη ζωή του Γιάννη και της Στέλλας βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. «Εχω πολλούς φίλους», τονίζει και για του λόγου το αληθές σπεύδει στο δωμάτιό της για να ξεκολλήσει τις φωτογραφίες που έχει στους τοίχους και να μας δείξει τους συμμαθητές της.
Στη συνέχεια είδαμε το άλμπουμ που πήρε μαζί της από τον ξενώνα των Παιδικών Χωριών SOS με εικόνες από τη βρεφική ηλικία της. Ρωτάω τους γονείς πώς ήταν η πρώτη μέρα στο σπίτι με τη Μαρία. «Δεν κοιμήθηκα όλο το βράδυ. Περίμενα να δω τι θα κάνει», αναφέρει η Στέλλα με ένα πλατύ χαμόγελο το οποίο είναι μόνιμα ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της. «Επρεπε να αναπτύξει νέους δεσμούς για τρίτη φορά στη ζωή της, αλλά υπάρχει μεγάλη υποστήριξη από τα Χωριά που έχουν και τη γονική επιμέλεια όσο το παιδί είναι σε καθεστώς αναδοχής», εξηγούν η Στέλλα και ο Γιάννης.
Τι προσδοκούν, όμως, για το μέλλον; «Να κάνουμε τη Μαρία πολύ δυνατή, να έχει αυτοπεποίθηση και να γνωρίζει από πού ξεκίνησε, πώς ήρθε σ' εμάς και ότι ανήκει στην κατηγορία των παιδιών που έχουν δύο μαμάδες και δύο μπαμπάδες. Κάθε άνθρωπος έχει μια ιστορία και πρέπει να τη σεβαστείς».
ΝΑ ΞΕΡΕΙ ΑΠΟ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΕ
Στόχος του Γιάννη και της Στέλλας είναι να κάνουν τη Μαρία να έχει αυτοπεποίθηση, να γνωρίζει από πού ξεκίνησε και ότι ανήκει στην κατηγορία των παιδιών που έχουν δύο μαμάδες και δύο μπαμπάδες. «Κάθε άνθρωπος έχει μια ιστορία και πρέπει να τη σεβαστείς», αναφέρουν στο «Εθνος»
ΧΡΥΣΑ ΚΛΕΙΤΣΙΩΤΗ
Πηγή: Έθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου