Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Αποτελεσματική στα παιδιά η ακτινοθεραπεία με πρωτόνια

Μία εξελιγμένη μορφή ακτινοθεραπείας που χρησιμοποιεί πρωτόνια αντί για φωτόνια, είναι εξίσου αποτελεσματική στα παιδιά με την συμβατική ακτινοθεραπεία, ενώ έχει λιγότερες παρενέργειες, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Η μελέτη, που δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση «The Lancet Oncology», βασίσθηκε σε 59 παιδιά και εφήβους ηλικίας 3 έως 21 ετών (σ.σ. σε πολλές χώρες της Δύσης, η ηλικία ενηλικίωσης είναι τα 21 χρόνια και όχι τα 18 όπως στην Ελλάδα).

Όλοι έπασχαν από μυελοβλάστωμα για το οποίο υποβλήθηκαν σε θεραπεία μεταξύ 2003 και 2009.

Το μυελοβλάστωμα είναι ένας επιθετικός, ταχέως αναπτυσσόμενος καρκίνος που εμφανίζεται στο πίσω μέρος και τη βάση του εγκεφάλου (στη βάση του κρανίου), και μέσω του εγκεφαλονωτιαίου υγρού εξαπλώνεται σε άλλα τμήματα της επιφάνειας του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού.

Είναι ο δεύτερος συχνότερος κακοήθης όγκος του εγκεφάλου στην παιδική ηλικία (αντιπροσωπεύει το το 15-20% των κρουσμάτων του), ενώ στο 70% των περιπτώσεων αναπτύσσεται σε παιδιά ηλικίας κάτω των 9 ετών.

Η συνήθης θεραπεία γι’ αυτόν συνίσταται σε χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία (η κλασική γίνεται με φωτόνια) και χημειοθεραπεία.

Ωστόσο η ακτινοθεραπεία συχνά έχει παρενέργειες επειδή ακτινοβολούνται και υγιείς ιστοί. Τέτοιες παρενέργειες είναι η βαρηκοΐα, η οποία έχει αντίκτυπο στην μάθηση και γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού, τα νοητικά και ορμονικά προβλήματα, και διάφορες τοξικές συνέπειες στην καρδιά, τους πνεύμονες, τον θυρεοειδή, τους σπονδύλους και τα όργανα αναπαραγωγής.

Οι παρενέργειες αυτές δεν εμφανίζονται αμέσως μετά τις ακτινοβολίες αλλά συχνά είναι όψιμες, δηλαδή εκδηλώνονται ακόμα και χρόνια αργότερα. Τυπικά, όσο νεώτερος είναι ο ασθενής, τόσο χειρότερες είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της ακτινοθεραπείας.

Τα πρωτόνια

Η ακτινοθεραπεία με πρωτόνια είναι μία στοχευμένη μορφή ακτινοβόλησης, η οποία αφ’ ενός προκαλεί πολύ λιγότερες βλάβες στους παρακείμενους υγιείς ιστούς, αφ’ ετέρου ενδείκνυται για δύσκολους και συχνά απροσπέλαστους χειρουργικά όγκους.

Έτσι, χρησιμοποιείται λ.χ. για την αντιμετώπιση όγκων στο νωτιαίο μυελό, σαρκώματα κοντά στο νωτιαίο μυελό ή στον εγκέφαλο, δύσκολους καρκίνους του προστάτη, του πνεύμονα και του ήπατος, και σε καρκίνους της παιδικής ηλικίας.

Όλα τα παιδιά και οι έφηβοι της νέας μελέτης είχαν κάνει εγχείρηση με την οποία είχε αφαιρεθεί εν μέρει ή εντελώς το μυελοβλάστωμά τους, και ακολούθως χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία με πρωτόνια.

Στα 3 χρόνια από τη θεραπεία, το 12% είχαν σοβαρή διαταραχή της ακοής, ενώ στην 5ετία το ποσοστό αυτό είχε γίνει 16%, με τους ασθενείς να αντιμετωπίζουν διαταραχή και στην επεξεργασία του λόγου και την λεκτική κατανόηση, αλλά όχι στην αντιληπτική συλλογιστική και στην λειτουργική μνήμη.

Παρότι δε τα μισά παιδιά είχαν και προβλήματα με το νευροενδοκρινικό σύστημά τους, ιδίως με την αυξητική ορμόνη τους, κανένα δεν είχε καρδιακές, πνευμονικές ή γαστρεντερικές παρενέργειες οι οποίες είναι συνηθισμένες έπειτα από ακτινοθεραπεία του εγκεφάλου με φωτόνια.

Επιπλέον, στα τρία χρόνια από τη θεραπεία το 83% των παιδιών δεν είχαν ενδείξεις εξέλιξης της νόσου τους, ενώ το ποσοστό αυτό στην πενταετία ήταν 80%.

Η ερμηνεία

«Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η ακτινοθεραπεία με πρωτόνια οδηγεί σε αποδεκτό επίπεδο τοξικότητας και έχει παρόμοιες κλινικές εκβάσεις με εκείνες που επιτυγχάνονται με την ακτινοθεραπεία με φωτόνια», σημειώνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.

Και προσθέτουν: «Παρότι υπάρχουν κάποιες συνέπειες της θεραπείας στην ακοή, τις ενδοκρινικές και τις νευρονοητικές εκβάσεις (ιδίως στους ηλικιακά μικρότερους ασθενείς), απουσιάζουν άλλες όψιμες συνέπειες που είναι συχνές στους ασθενείς οι οποίοι κάνουν θεραπεία με φωτόνια, όπως καρδιακές, πνευμονικές και γαστρεντερικές».

«Το μείζον εύρημα της μελέτης μας είναι ότι η θεραπεία πρωτονίων είναι εξίσου αποτελεσματική με τη θεραπεία φωτονίων στην αντιμετώπιση αυτών των ασθενών, αλλά έχει λιγότερη τοξικότητα», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Τόρουν Γιοκ, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και διευθύντρια του Τμήματος Παιδιατρικής Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης.

«Η διαφορά αυτή σημαίνει τεράστιες βελτιώσεις στην ποιότητα ζωής των ασθενών».

Πηγή: Νέα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου