Κάθε πρωί που ξυπνάω, πριν ακόμα πλυθώ ή πιω καφέ, το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να πιάσω το κινητό από το κομοδίνο, να μπω στο facebook, να κάνω ένα γρήγορο σκρολάρισμα στην αρχική μου σελίδα και να τσεκάρω τις ειδοποιήσεις μου. Μοιράζω τα πρώτα like στο αφεντικό μου, στους κολλητούς και σε μερικούς άσχετους, χωρίς να πολυκοιτάω τι γράφουν. Μου έκαναν χθες και τους το οφείλω. Θα μου το ανταποδώσουν μέσα στην ημέρα. Tα μηνύματα στο inbox τα αφήνω γι' αργότερα. Ετοιμάζω καφέ, ντύνομαι και αν εμφανιστεί κανένα αδέσποτο γατάκι στο μπαλκόνι μου, κάνω το πρώτο post της ημέρας. Μια φωτό, δύο φίλτρα, ένα «καλημέρα» και δυο-τρία θαυμαστικά, τα πρώτα 10-15 like φτάνουν εγγυημένα μέσα σε λίγα λεπτά. Αύριο θα πρέπει να σκεφτώ κάτι διαφορετικό. Ή και όχι.
Στο μετρό, ο ηλεκτρικός πίνακας ανακοινώσεων γράφει πως ο επόμενος συρμός φτάνει σε 5'. Προλαβαίνω για ένα ακόμα γρήγορο σκρολάρισμα. Την πιο ωραία φωτογραφία της ημέρας την έχει ανεβάσει αυτός ο παλιός μου συμμαθητής, ο Γιώργος. Είμαστε φίλοι στο fb από το 2008. Like δεν πρόκειται να πάρει, έχει να μου κάνει κάνα δυο χρόνια. Εκείνος ο πρώην της ξαδέρφης μου, ο δικηγόρος, πάλι βρίσκεται σε ντελίριο, σχολιάζοντας με απανωτά post όλη την ειδησεογραφία της ημέρας. Είμαι σίγουρος ότι διαβάζει μόνο τους τίτλους, απλώς για να έχει άποψη. Πέφτω πάνω στο νέο relationship status της κολλητής μου. Γελάσαμε τόσο πολύ προχθές που μου περιέγραφε ότι την ώρα που χώριζε τον δικό της, αυτός είχε γίνει τόσο έξαλλος, που το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να τη διαγράψει από φίλη. Αναρωτιέμαι αν εμένα με έχει κρατήσει. Ήρθε η ώρα να απαντήσω στα μηνύματα του inbox. Μερικοί φίλοι, κάτι ανούσια φλερτ και, φυσικά, εκείνος ο ενοχλητικός τύπος που θεωρεί ότι μπορεί να μου μιλάει εξοπλισμένος με όλη την οικειότητα του κόσμου, χωρίς να με έχει γνωρίσει από κοντά. Θα δω τι θέλει offline, ώστε να μη φανεί αυτό το «διαβάστηκε» από κάτω.
Παραγγέλνω δεύτερο καφέ από το μπαρ που βρίσκεται κάτω από τη δουλειά. Check-in δεν θα κάνω σήμερα. Το αμέσως προηγούμενο ήταν σε εκείνη την κουλτουριάρικη παράσταση προχθές. Θα είναι λίγο σαν να πέφτω επίπεδο. Άσε που έγραψα την προηγούμενη εβδομάδα εκείνο το «Απαραίτητη δόση καφεΐνης για να ξεκινήσει καλά η μέρα». Φτάνει για κανένα μήνα. Δεν θέλω να απογοητεύω το κοινό μου ανεβάζοντας τα ίδια και τα ίδια posts. Καλός ο αυθορμητισμός, αλλά χρειάζεται και κάποιου είδους σκηνοθεσία.
Στη δουλειά δεν μου αρέσει να μιλάω πολύ. Σε αντίθεση με τον τοίχο μου στο facebook, όπου κάνω τουλάχιστον έξι-επτά αναρτήσεις την ημέρα. Σήμερα είπα στους συναδέλφους το ίδιο αστείο που έγραψα χθες το βράδυ. Πήρα 35 like και είχα 12 σχόλια. Κάποιος το θυμήθηκε και μου το πέταξε, από τους άλλους όμως δεν γέλασε κανείς. Περίεργο. Ίσως φταίει ο τρόπος που το αφηγούμαι ή το timing. Δεν πειράζει. Οι followers μου ξέρουν πώς να εκτιμούν ένα καλό αστείο.
IFO Στο μεσημεριανό διάλειμμα κάθομαι να φάω την οργανική σαλάτα με φακές που έφτιαξα το προηγούμενο βράδυ στο σπίτι. Δεν είναι πολύ γευστική, αλλά δεν πειράζει. Η φωτογραφία δεν τρώγεται. Την ανεβάζω στο instagram με ταυτόχρονη κοινοποίηση στο facebook και hashtags #delicious #kitchen #masterchef. Το feedback θα είναι θετικό. Ίσως μου κάνει like και εκείνο το πρόσωπο που γνώρισα το Σάββατο – της ζήτησα αμέσως να γίνουμε φίλοι στο fb, αλλά από εκείνη την ημέρα δεν έχουμε το παραμικρό interaction. Μετά τη δουλειά θα βγω με μια πρώην συνάδελφο. Φλερτάρουμε εδώ και μήνες online. Απ' ό,τι θυμάμαι, δεν μου άρεσε πολύ, αλλά οι φωτογραφίες του προφίλ της με έχουν μπερδέψει. Άσε που παίρνουν πάνω από 200 like κι έχουν πολλά σχόλια από άντρες. Πού ξέρεις; Mπορεί και να έχει αλλάξει.
Στον δρόμο για το ραντεβού συναντώ τον Nic Tat. Είμαστε καλοί φίλοι στο fb, σχολιάζουμε, κάνουμε like ο ένας στον άλλο. Δυστυχώς, δεν μπορούσα να θυμηθώ με τίποτα πώς είναι το κανονικό του όνομα. Τον αποκάλεσα Nic Tat και τελειώσαμε. Ας το έβαζε ολόκληρο. Α! Είχα δίκιο για την κοπέλα. Είναι ακριβώς όπως τη θυμόμουν. Άσε που μου είπε ότι παραείμαι λιγομίλητος και δεν το περίμενε. Και όταν τη ρώτησα γιατί, μου είπε εξαιτίας αυτών που ανεβάζω στο fb. Καλύτερα που δεν τα βρήκαμε. Δεν θα ταιριάζαμε. Δεν ακούει τζαζ, δεν της αρέσουν οι ταινίες του Πολ Τόμας Άντερσον, βαριέται τα βιβλία του Μουρακάμι. Kι όταν τη ρώτησα γιατί ανεβάζει αυτά τα posts στον τοίχο της, μου απάντησε αφοπλιστικά ότι την κάνουν να δείχνει πιο «ψαγμένη». Αναρωτιέμαι πόσες σχέσεις που γίνονται μέσα από το facebook κρατάνε και αντέχουν στην πραγματικότητα.
Το βράδυ, έχοντας γυρίσει στο σπίτι, κουρασμένος και απογοητευμένος, μπαίνω ξανά λίγο στο fb. Δεν έχω νέες ειδοποιήσεις – εξάλλου, στον δρόμο της επιστροφής περπάτησα γύρω στα 40 λεπτά και τις τσέκαρα 6 ή 7 φορές. Νιώθω βάρος όταν έχουν περάσει ώρες ή και μέρες κι έχουν μαζευτεί πολλά notifications που δεν έχω δει ή δεν έχω τσεκάρει τι γίνεται στο timeline μου. Σε αυτές τις περιπτώσεις θέλω να αφιερώσω αρκετό χρόνο σε αυτήν τη δραστηριότητα για να νιώσω ανακούφιση. Ωστόσο, νιώθω το ίδιο συναίσθημα βάρους και πλακώματος όταν δεν έχω νέες ειδοποιήσεις κι έχει περάσει αρκετή ώρα.
Συνειδητοποιώ πως έχω ξεχάσει να τηλεφωνήσω για να κλείσω ένα σημαντικό επαγγελματικό ραντεβού για μεθαύριο. «Είναι περασμένες 12, κάτσε να του στείλω inbox να το δει το πρωί» σκέφτομαι. Ανεβάζω το αγαπημένο μου τραγούδι και μία «καληνύχτα όμορφα κορίτσια και αγόρια». Το είχα ανεβάσει και προχθές, αλλά δεν πειράζει. Είχε πάει καλά. Το βάζω στο αθόρυβο, λέγοντας δυνατά «αύριο πάλι». Βγαίνοντας από το μπάνιο, κάθομαι στο κρεβάτι και ακούω κάτι περίεργους θορύβους στο μπαλκόνι. Έχω τρομάξει λίγο, μήπως κάποιος προσπαθεί να σκαρφαλώσει; Αντί να βγω να δω τι γίνεται, ανοίγω το facebook και γράφω ένα σχετικό post. Θυμάμαι τότε που είχα κάψει το φαγητό και είχα γράψει ένα τέλειο αυτοσαρκαστικό status μαζί με τη φωτό με το κατάμαυρο τηγάνι. Σφαίρα είχε πάει! Το τραγούδι με την καληνύχτα είχε πάρει μόλις 4 like. Δεν πειράζει, τα Χριστούγεννα θα πάω στο Λονδίνο και ο τοίχος μου θα πάρει φωτιά. Εκεί, τουλάχιστον, θα έχω παντού 4G, όχι σαν το καλοκαίρι στην Ανάφη, που δεν έπιανα πουθενά σήμα και κόντεψε να μου στρίψει.
Το παραπάνω κείμενο είναι μια «σκηνοθετημένη» συρραφή από ιστορίες φίλων και γνωστών, όταν τους ζητήσαμε να μας αφηγηθούν ένα τυπικό 24ωρο στα social media, και πιο συγκεκριμένα στο facebook. Αυτό είναι ένα μάλλον τυπικό δείγμα χρήστη του facebook και των social media, που συγκεντρώνει επάνω του χαρακτηριστικά και συμπεριφορές τα οποία μπορούν όλοι να διακρίνουν και να αναγνωρίσουν στον εαυτό τους και στους ανθρώπους του κοντινού τους περιβάλλοντος. Όμως, πόσο απέχει μια τέτοια καθημερινή πολύωρη ενασχόληση με τα social media από το να θεωρηθεί εθισμός; Η Στέλλα Χρηστίδη, ψυχίατρος και επιστημονική υπεύθυνη στο τμήμα προβληματικής χρήσης του διαδικτύου της δημόσιας μονάδας απεξάρτησης 18ΑΝΩ του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, εστιάζει στο είδος της χρήσης και όχι στην ποσότητα του χρόνου που ξοδεύει κάποιος στο Διαδίκτυο και στα social media: «Οι εφαρμογές διαδικτυακού εθισμού μπορεί να είναι, εκτός από τα social media, τα παιχνίδια ρόλων, ο ηλεκτρονικός τζόγος και η ηλεκτρονική πορνογραφία. Ακόμα και στο κατέβασμα πληροφοριών μπορεί να εθιστεί κάποιος. Ουσιαστικά, δεν μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η ποσότητα χρόνου που σπαταλάει κάποιος σε αυτές τις δραστηριότητες – εκτός αν ασχολείται όλο το εικοσιτετράωρο. Δεν μπορούμε να ορίσουμε αν οι 3 ή οι 5 ώρες είναι πολλές. Είναι θέμα ποιότητας. Αφορά το κατά πόσο η χρήση που κάνει κάποιος έχει αντίκτυπο στην καθημερινότητά του, δηλαδή αν τον εμποδίζει να προχωρήσει σε τομείς όπως οι σπουδές, η κοινωνική ζωή, η ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων κ.ά. Τον εμποδίζει πρώτα απ' όλα γιατί είναι συνεχώς προσκολλημένος εκεί. Το μυαλό του, η ζωή του είναι χωμένη μέσα σε όλη αυτή την ενασχόληση. Βρίσκει ευχαρίστηση σε αυτό, τουλάχιστον στην αρχή. Μέσα από αυτό προσπαθεί να καταπραΰνει άγχη, να ξεπεράσει προσωπικές δυσκολίες ή απορρίψεις. Παιδιά που έρχονται στο τμήμα μας μπορεί να έχουν προβλήματα κατάθλιψης, φοβίες, να έχουν υποστεί σχολικό εκφοβισμό ήδη από την παιδική ηλικία και η μοναδική τους διέξοδος να είναι το Διαδίκτυο, οπότε να βρίσκονται συνέχεια εκεί. Η άμεση συνέπεια που βλέπουμε στην ενήλικη ζωή τους είναι να μην μπορούν να προχωρήσουν στις πανεπιστημιακές τους σπουδές».
Οι εμπειρίες της κ. Χρηστίδη αφορούν κυρίως τις υπόλοιπες εφαρμογές διαδικτυακού εθισμού (παιχνίδια ρόλων, υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου) και λιγότερο αυτές της υπερβολικής χρήσης του facebook και των social media γενικότερα. Το φαινόμενο είναι πολύ καινούργιο και παρά τις διάφορες έρευνες που έχουν δημοσιευτεί στα ΜΜΕ [θυμηθείτε το περίφημο τεύχος-αφιέρωμα του περιοδικού «Time» στη γενιά του εγώ («Millennials: The Me Me Me Generation»), τις στατιστικές έρευνες των «Financial Times» και του «Guardian» κ.ά.], η σχετική βιβλιογραφία, ειδικά στην ψυχιατρική κοινότητα, είναι περιορισμένη, λέει η κ. Χρηστίδη. Παρ' όλα αυτά, επιχειρήσαμε να συζητήσουμε μαζί της για την περίφημη αυτή γενιά των νεαρών νάρκισσων και πώς μπορεί να περιοριστεί το φαινόμενο αυτό. Η απάντησή της ξεκάθαρη: «Να περιοριστεί, μάλλον δύσκολο. Nα αυξηθεί φαίνεται πιο εύκολο. Τα social media μας αφορούν όλους. Ο καθένας αναζητά εκεί αυτό που θέλει. Επικοινωνία, φλερτ, σεξ, σχέσεις, προβολή καριέρας. Έχει αποδειχθεί η σχέση των social media με τον ναρκισσισμό. Ζούμε μέσα από τα like και τα dislike, επηρεάζεται η συμπεριφορά μας και η διάθεσή μας, κρίνουμε ακόμα και τους φίλους μας μέσα από αυτό. Έχουν αλλάξει λοιπόν οι κοινωνικές σχέσεις, ο τρόπος που επικοινωνούμε, που αλληλεπιδρούμε. Η εκτίμησή μου είναι ότι δεν θα υπάρξει βελτίωση». Πρόκειται, λοιπόν, για σημείο των καιρών; «Ήταν σημείο των καιρών και ουσιαστικά βρήκε εφαρμογή. Είχαμε αρχίσει να αποξενωνόμαστε και τα social media βρήκαν πρόσφορο έδαφος. Για να περιοριστεί, πρέπει πρώτα να το συνειδητοποιήσουμε, να αλλάξει ο καθένας από εμάς. Δεν μπορούμε να περιμένουμε πρώτα να αλλάξουν οι άλλοι. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να δαιμονοποιούμε το Διαδίκτυο. Αλλά το θέμα της εξάρτησης από αυτό δεν έχει οριστεί ακόμα πλήρως ψυχιατρικά, δεν έχει ακόμα ενταχθεί σε κάποια κατηγορία. Ακόμα και στο τελευταίο εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας έχει ενταχθεί ως μία διαταραχή που χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. Από τη δική μου εμπειρία, λοιπόν, δεν είναι το πρόβλημα το Διαδίκτυο αλλά το πρόσωπο του προβλήματος. Από κάτω υπάρχουν πολλές δυσκολίες και δυσλειτουργίες. Εμείς πάνω σε αυτές δουλεύουμε, δεν κλείνουμε τον υπολογιστή».
Αλλά και το facebook δεν σε αφήνει τόσο εύκολα να κλείσεις τον υπολογιστή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για μία από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις παγκοσμίως, η οποία λειτουργεί με απόλυτα δυναμικό τρόπο ως προς τον κάθε χρήστη ξεχωριστά. Μέσω αλγορίθμων επεξεργάζεται διαρκώς το περιεχόμενο, τις προτιμήσεις και το interaction των χρηστών με άλλους χρήστες, προτείνοντας περιεχόμενο που να τους είναι αρεστό (ή μη, κατά περιπτώσεις), είτε μέσω δημοσιεύσεων στην αρχική σελίδα είτε μέσω διαφημίσεων. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τον ντόρο που ξεσήκωσε το περιβόητο πείραμα που διεξήγαγε το facebook στους χρήστες του πριν από λίγους μήνες και στο οποίο ανανεώσεις με θετικό και αρνητικό περιεχόμενο εμφανίζονταν με διαφορετική συχνότητα σε δύο ομάδες χρηστών. Εκείνοι που εκτέθηκαν σε «θετικοτρόνια» αντιδρούσαν γράφοντας πιο χαρούμενες αναρτήσεις (και φυσικά ήταν πιο διαθέσιμοι στη διαφημιστική στόχευση). Η ηθική διάσταση του συγκεκριμένου πειράματος έγινε ζήτημα διαφωνίας και πολλαπλών αναλύσεων, αλλά το συμπέρασμα είναι ένα: το facebook βγάζει λεφτά διαμορφώνοντας ένα απολύτως προσωπικό περιβάλλον για τον χρήστη (user interface), που είναι πιθανό να τον ωθεί στο να το χρησιμοποιεί ακόμη περισσότερο. Άρα, η ίδια η λειτουργία του facebook έχει όλα τα φόντα και κατά πάσα πιθανότητα απώτερο στόχο να εθίσει τον χρήστη σε περισσότερα like, click, αναρτήσεις κ.λπ.
Στην προσπάθεια να καταλάβουμε περισσότερα πράγματα για τον διαδικτυακό εθισμό και να μπορέσουμε είτε να τον συσχετίσουμε είτε να τον διαχωρίσουμε από την τυπική σοσιαλμιντιακή συμπεριφορά που συναντάμε γύρω μας, βρεθήκαμε στο τμήμα του 18ΑΝΩ που ασχολείται με το συγκεκριμένο αντικείμενο και στεγάζεται σε κτίριο στους Αμπελόκηπους, για να μιλήσουμε με κάποια από τα παιδιά που συμμετέχουν στο πρόγραμμα και να ακούσουμε τη δική τους άποψη. Η συνέντευξη κατέληξε σε μία ενδιαφέρουσα συζήτηση με τέσσερις ξεχωριστούς χαρακτήρες που προσέδωσαν διαφορετικές οπτικές στο ζήτημα. Όλοι τους μας αφηγήθηκαν πρόθυμα τις ιστορίες τους, προτιμώντας ωστόσο να διατηρήσουν την ανωνυμία τους για ευνόητους λόγους.
Επηρεασμένοι από διαφορετική κάθε φορά αιτία, όπως το σχολικό bullying, ένα τροχαίο που τους καθήλωσε για καιρό στο σπίτι ή απλώς μια συνήθεια που άρχισε να τους παίρνει πολύ από τον χρόνο τους, κατέληξαν να εθιστούν στο gaming (online και μη) και στην παρακολούθηση σειρών και ταινιών, μία διαδικασία που τους κρατούσε ξάγρυπνους για πολλές ώρες, ακόμη και συνεχόμενα 24ωρα. Το αποτέλεσμα; Η ανταλλαγή της ευχαρίστησης και της άτυπης καταξίωσης και αναγνώρισης σε μια online κοινότητα με την κοινωνική περιθωριοποίηση, την απομόνωση και την πλήρη έλλειψη παραγωγικότητας. Η αυτο-συνειδητοποίηση και η βοήθεια συγγενών και φίλων τούς έφεραν στο κατώφλι του 18ΑΝΩ. Ακούσαμε τις απαντήσεις και τις εύστοχες παρατηρήσεις τους, όπως αυτή του Α., ο οποίος συσχέτισε το συναίσθημα της νίκης σε κάποιο game με αυτό που βιώνει κάποιος όταν βλέπει τις κινήσεις του να γίνονται αποδεκτές με πολλά like.
Η αλήθεια, όμως, είναι πως παρά τους όποιους συσχετισμούς και τις αναλογίες που μπορεί να βρει κανείς στη σχέση της χρήσης των social media με αντίστοιχες, «σοβαρότερες» μορφές διαδικτυακού εθισμού, υπάρχουν δύο βασικές διαφορές. Η πρώτη αφορά το ότι δεν απαιτούν το 100% της προσοχής μας, αφού μπορεί πολλές φορές να μειώνουν την παραγωγικότητά μας αλλά δεν μας μετατρέπουν εύκολα σε άτομα μη λειτουργικά.
Μπορούμε να δουλεύουμε και παράλληλα να έχουμε ανοιχτό στο διπλανό παράθυρο το facebook όλη την ημέρα. H δεύτερη και πιο σημαντική διαφορά αφορά ακριβώς αυτήν τη μαζική χρήση των social media. Ένας σχετικός εθισμός μπορεί να γίνει πιο εύκολα αποδεκτός όταν τον συναντάς και στους γύρω σου (π.χ. κάποιον φίλο σου που είναι «κολλημένος» με το facebook μπορείς να τον «πειράξεις», να τον «κοροϊδέψεις», αλλά δεν θα θεωρήσεις ότι είναι δυσλειτουργικός ή ότι χρειάζεται βοήθεια). Όπως πολύ σωστά έκανε τον παραλληλισμό ο Ν. στην κουβέντα μας, «όλοι πίνουν μερικά ποτηράκια κρασί, αλλά δεν είναι αλκοολικοί».
Εθισμένοι μπορεί να μην είμαστε, κάποιο ουσιαστικό πρόβλημα στον περίγυρό μας μπορεί να μη μας δημιουργεί η ενασχόληση με το facebook και τα λοιπά social media, αλλά οφείλουμε να αναρωτηθούμε τι ψάχνουμε, τι θέλουμε να καταφέρουμε. Τι είναι αυτό που περιμένουμε κάθε πρωί που ανοίγουμε το facebook και κάθε βράδυ λίγο πριν το κλείσουμε; Τι μας προκαλεί η διαρκής ενασχόληση με τα social media; Μας κάνει νάρκισσους; Επιδειξιομανείς; Εριστικούς; Αγχώδεις ή απλώς ανθρώπους της εποχής μας; Νιώθουμε ζωντανοί, αποδεκτοί, αρεστοί, ερωτεύσιμοι φορώντας τα παπούτσια του εικονικού μας εαυτού και παίρνοντας μέρος στη μεγάλη αυτή ιντερνετική παρέα που έχουμε δημιουργήσει ή καταλήγουμε απλώς να υπερεκτιμούμε τις δυνατότητες και την αξία μας, ξοδεύοντας δημιουργικό χρόνο και φαιά ουσία για το τίποτα, επιδιδόμενοι σ' ένα αδιάκοπο scroll down-refresh, όπως ο ίδιος ο Ζάκερμπεργκ στην τελική σκηνή της ταινίας The Social Network; Αυτά είναι τα ερωτήματα που καλούμαστε να απαντήσουμε και το δύσκολο είναι πως για μία ακόμη φορά θα πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας.
Πηγή: www.lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου