Tην Ιωάννα-Μαρία Γκέρτσου την ήξερα ως τη γυναίκα που αποφάσισε να υιοθετήσει τη Φιόνα, το τυφλό γατάκι που είχε κακοποιηθεί από δυο αγόρια σε μια άδεια πισίνα στη Φολέγανδρο. Είναι, φυσικά, ένα εκατομμύριο παραπάνω πράγματα από αυτό: εργάστηκε ως ερευνήτρια στο Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας, υπήρξε αναπληρώτρια γραμματέας κοινωνικής αλληλεγγύης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΝΔ. Σήμερα είναι η μοναδική τυφλή επιστήμονας που εργάζεται στο Ε.Σ.Υ ―στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου παίδων «Αγία Σοφία»― κι ο άνθρωπος που ίδρυσε την πρώτη σχολή σκύλων-οδηγών στην Ελλάδα και έμαθε στους Έλληνες, τυφλούς και μη, τη σημασία των συντρόφων αυτών στην ποιότητα ζωής των συνοδευόμενών τους.
Συναντηθήκαμε πρόσφατα στο Μέγαρο Μουσικής, εν όψει της ημερίδας για την Ενσυναίσθηση που διοργανώνει η Athens Voice στις 4/12, στην οποία συμμετέχει και η ίδια, στο πάνελ «Έλα στη θέση τους: ορθή γλώσσα, ορθό συναίσθημα, συμπεριφορές με σεβασμό απέναντι στα άτομα με αναπηρία». Έφτασε μαζί με τον Μπαμπού, τον σκύλο οδηγό της, ένα πανέξυπνο (εννοείται) λαμπραντόρ που μας παρακολουθούσε με αμείωτο ενδιαφέρον τις τρεις ώρες που μιλούσαμε και γελούσαμε με την καρδιά μας ― και πού και πού έκλεβε και καμιά λιχουδιά για τον κόπο της αδιάσπαστης προσοχής του. Να τι μας είπε η Ιωάννα για την έννοια της ενσυναίσθησης, για τις περιπέτειές της στην πολιτική και για τη ζωή ενός τυφλού ατόμου στην Αθήνα.
Ιωάννα - Μαρία Γκέρτσου: Η ζωή των ανθρώπων με προβλήματα όρασης στην Αθήνα
Δουλεύω στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία». Είναι τόσο κοντά στο σπίτι μου και τόσο μακριά μαζί. Για να πάω και να ’ρθω πρέπει να δώσω ή ένα 15θήμερο σε ταξί ή πρέπει να είμαι 3 ώρες στον δρόμο πηγαινέλα: να πάρω το τρόλεϊ 10 απ’ το Χαλάνδρι και να σταματήσω στη διασταύρωση Κηφισίας κι Αλεξάνδρας και να το κόψω με τα πόδια· ή να πάρω λεωφορείο, μετρό και να κατέβω στους Αμπελοκήπους και να το κόψω με τα πόδια, γιατί το μόνο λεωφορείο που συνδέει τους Αμπελοκήπους με το Γουδί είναι το 230, που είναι πολύ μικρό κι έχει μόνο μία πόρτα. Οπότε, καταλαβαίνετε πως με έναν σκύλο-οδηγό είναι δύσκολο.
Όταν πηγαίνω με τα πόδια φοβάμαι πολύ, αλλά τι να κάνω; Σκέφτομαι συνέχεια: φαντάσου να με χτυπήσει κανένα αυτοκίνητο, θα το δείξουν στις ειδήσεις, ελπίζω να μην πεθάνω και να δικαιωθώ… Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Θέλω να βγαίνω έξω, να πηγαίνω στη δουλειά μου. Γι’ αυτό εμπιστεύομαι τους σκύλους-οδηγούς και πιστεύω πολύ στις ικανότητες των τυφλών ανθρώπων. Δεν φταίω εγώ που η πόλη μας είναι φτιαγμένη με τρόπο που κανείς δεν δίνει σημασία στα βασικά μας δικαιώματα και μας στερούν βασικές ελευθερίες, όπως της ασφαλούς μετακίνησης. Ο σκύλος μου, αν δούλευε στο εξωτερικό, θα κοιτούσε να βρει στο τέλος του πεζοδρομίου το σκαλί ή τη διάβαση. Εδώ περπατάει ―πίσω του έχει εμένα που έχω άλλη σωματική κατανομή, είμαι ψηλή με δυο πόδια, αυτός είναι κοντούλης με 4, και εξαρτώμαι από αυτόν― και πρέπει να προσέχει ταυτόχρονα για σπασμένα πεζοδρόμια, χαντάκια, μικρά σκαλάκια, αλλαγές στο έδαφος, κακοφτιαγμένες ράμπες, ξαφνικά εμπόδια που σκάνε μπροστά σου και πρέπει ν’ αλλάξεις κατεύθυνση, φύλλα, κλαδιά πιο ψηλά από εκείνον, ταμπέλες, χαμηλά μπαλκόνια, παρανόμως παρκαρισμένα αυτοκίνητα στο πεζοδρόμιο, μηχανάκια ή πατίνια που καβαλάνε το πεζοδρόμιο, κόσμο που περπατάει και δεν τον προσέχει (ειδικά αυτοί που τραβάνε και βαλίτσα με ροδάκια από πίσω, που αλλάζει συνεχώς κατεύθυνση κι είναι ουσιαστικά σαν όχημα). Στη μετακίνηση παίζουμε τη ζωή μας κορώνα-γράμματα. Αλλά εγώ δεν δέχομαι ο άλλος, είτε είναι κυβερνήτης, είτε πολιτικός, δήμος, περιφέρεια ή απλός πολίτης που εκείνη στη στιγμή παρανομεί, να μου στερήσει την ελευθερία και την ικανότητά μου ― γιατί έχω πολύ μεγάλες ικανότητες να κινούμαι και να προσανατολίζομαι.
Ανήκω στην LGBT κοινότητα, είχα υποστηρίξει πάρα πολύ το νομοσχέδιο για τον γάμο όταν ήμουν Αναπληρώτρια Γραμματέας Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Έκανα πολλή δουλειά όταν ήμουν εκεί. Συνέβαλλα στο θέμα της αποϊδρυματοποίησης των παιδιών και στο νέο σχέδιο που ξεκίνησε να εκπονείται για την υιοθεσία και την αναδοχή, την ηλεκτρονική πλατφόρμα, την καταγραφή των ιδρυμάτων… σε όλα αυτά από πίσω ήμουν εγώ.
Υπάρχουν τόσα πράγμα που έχω κερδίσει με το σπαθί μου σε αυτή τη χώρα που, ενώ έχω ζήσει στο εξωτερικό (σπούδασα στο Βέλγιο), δεν θέλω να φύγω. Είμαι ο εαυτός μου εδώ. Έχω κερδίσει τον σεβασμό, έχω τη δουλειά μου, το σπίτι μου, το μισθό μου, έχω κερδίσει το σχετικά καλό μου βιοτικό επίπεδο. Κάνω πολλές διαφορετικές δουλειές, δεν κάθομαι ποτέ. Δεν επαναπαύομαι. Έχω καταφέρει να θεσπίσω παιδεία όσον αφορά τους σκύλους οδηγούς, είμαι ο άνθρωπος που έμαθα στους Έλληνες τι είναι ο σκύλος-οδηγός: στους επιχειρηματίες, τους ταξιτζήδες, στα εστιατόρια, στα νοσοκομεία. Προσπαθώ να αντλήσω όσα περισσότερα μπορώ στη δουλειά μου στο «Παίδων»: να εκπαιδευτώ σε ψυχοθεραπευτικές τεχνικές, να συμμετέχω σε ερευνητικά προγράμματα της κλινικής, να τρέχω τη σχολή σκύλων-οδηγών, να διεκδικώ τα πράγματα και να τα κερδίζω. Νιώθω καλά στη χώρα μου· δεν θα άντεχα να φύγω μετά από τόση προσπάθεια που έχω ρίξει, να πάω στο εξωτερικό, να είμαι, ξένη μεταξύ ξένων ― Γιατί; Για να μπορώ να πω ότι βγαίνω και περπατάω με τα σκυλιά μου χωρίς εμπόδια, χωρίς να κινδυνεύουν να φάνε κάτι από το έδαφος, χωρίς να πηγαίνω αργά-αργά ενώ μπορώ να περπατήσω γρήγορα. Να, αυτό μου λείπει μόνο από το εξωτερικό: τα πάρκα που δεν έχουν σκουπίδια, που είναι κοντά στο σπίτι σου, γιατί είναι παντού.
Το να υπάρχεις και να κινείσαι μέσα σε μια πόλη όπως η Αθήνα απαιτεί να δείχνεις όχι μόνο θάρρος αλλά και εμπιστοσύνη, πράγμα καθόλου σύνηθες ή εύκολο στην κοινωνία μας: οι Έλληνες ―λένε οι έρευνες― ότι δείχνουμε εμπιστοσύνη μόνο απέναντι στην οικογένειά μας, που είναι η τελευταία ομάδα που πρέπει να εμπιστευόμαστε με βάση τα όσα διδασκόμαστε από την ψυχολογία! Δηλαδή, η οικογένεια, αν και συχνά θεωρείται το πρωταρχικό σύστημα υποστήριξης, δεν είναι πάντα ο πιο ασφαλής χώρος για να βασιστεί κανείς. Οι οικογενειακές σχέσεις μπορεί να χαρακτηρίζονται από μεροληψία, ανθυγιεινές δυναμικές, παραβίαση προσωπικών ορίων ή ακόμα και τραύματα, γεγονός που υπονομεύει την εμπιστοσύνη. Επιπλέον, η πίεση για συμμόρφωση σε προσδοκίες ή παραδοσιακούς ρόλους, μπορεί να καταπνίξει την ατομική ανάπτυξη και την αυθεντική έκφραση των συναισθημάτων. Αυτές οι συνθήκες, παρεμποδίζουν την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, καθώς όταν οι οικογενειακές σχέσεις βασίζονται σε συγκρούσεις ή χειριστικές συμπεριφορές, τα μέλη συχνά αδυνατούν να ακούσουν και να κατανοήσουν ουσιαστικά τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων. Η «Αγία Οικογένεια», που υποτίθεται σε έχει προστατευμένο αλλά οι γονείς βασίζονται στην ανεπάρκεια του κράτους για να ικανοποιήσουν τα δικά τους άλυτα προβλήματα ― π.χ. να διορίσουν το παιδί τους με μέσο. Ή ακόμα χειρότερα, να εμμένουν σε κακοποιητικές πρακτικές επειδή, απλά, κανείς δεν τους εμποδίζει. Εγώ έχω την πολυτέλεια να εμπιστεύομαι τους άλλους γιατί πατάω, πρώτα απ’ όλα, πολύ γερά στα πόδια μου. Γενικά, δεν εμπιστεύομαι εύκολα. Ξέρω όμως τι θέλω, τι δεν θέλω, και ξέρω πως ό,τι ξεκινάει, γυρνάει σε μένα. Αυτή η ανθεκτικότητα πολλές φορές πονάει, είναι δύσκολη η τόση αυτεπίγνωση και η τόση μοναχικότητα.
Όμως από τον εαυτό και τη δουλειά μαζί του ξεκινάνε όλα. Και η ενσυναίσθηση. Ενσυναίσθηση δεν σημαίνει «καταλαβαίνω τον άλλον» ― στην ψυχοθεραπεία η λέξη «καταλαβαίνω» δεν χρησιμοποιείται, γιατί δεν μπορείς να καταλάβεις, καλύτερα να σιωπείς. Καλύτερα να λες «αυτό πρέπει να είναι πολύ δύσκολο για εσένα». Η λέξη «καταλαβαίνω» είναι κάτι πολύ υπεροπτικό. Ενσυναίσθηση σημαίνει ότι αυτό που υπάρχει εκεί έξω ή ανάμεσα σε εσένα και τον άλλον, σου είναι ξένο και ξεπερνάει τα δικά σου όρια της καλοσύνης και της εμπιστοσύνης. Παρ' όλα αυτά, εσύ είσαι εκεί για να μπορέσεις να προσφέρεις, να κρατήσεις κάπως τον άλλον να αντέξει την κατάστασή του.
Θα ήταν βασανιστικό να βάλω τον άλλον στη θέση μου: αν προσπαθήσεις να βιώσεις πώς είναι να μη βλέπεις, θα ένιωθες πανικό, θα ζαλιζόσουν, δε θα μπορούσες να περπατήσεις, θα ένιωθες αδυναμία, μοναξιά, θλίψη. Δεν μπορείς άμα σου κλείσω τα μάτια να καταλάβεις. Μπορείς όμως, όταν μου κλείνεις το πεζοδρόμιο, να μην μου λες ότι «είμαι εδώ για πέντε λεπτά» όταν εγώ κινδυνεύω να σκοτωθώ άμα βγω στη λεωφόρο! Μπορείς να κάνεις μια υπέρβαση, να πεις δεν πειράζει, θα κάνω τον κύκλο μέχρι να βρω να παρκάρω. Αυτή είναι η ενσυναίσθηση: να ξεπερνάμε τον εαυτό μας και να προσπαθούμε να καταλάβουμε τι έχει ανάγκη ο άλλος για να τον βοηθήσουμε, όχι να θεωρούμε τους εαυτούς μας σούπερ ήρωες επειδή βοηθάμε ή ότι μπορούμε να μπούμε στη θέση του. Να καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορούμε να αναλάβουμε κάτι που είναι πάνω από τις δυνάμεις μας. Έχουμε κάνει τη λέξη «ενσυναίσθηση» καραμέλα, αλλά στην πραγματικότητα οι άνθρωποι σκέφτονται πολύ εγωκεντρικά: «φαίνεται πως συμπάσχω με σένα, αλλά ουσιαστικά θα μάθεις να εξαρτάσαι από εμένα, επειδή σου απλώνω το χέρι και σου δείχνω φροντίδα.» Έτσι έχουμε καταστήσει τους ανάπηρους στην Ελλάδα: εξαρτώμενους.
Η ενσυναίσθηση απαιτεί να συμπεριφέρεσαι χωρίς να έχεις να κερδίσεις από τον άλλον, χωρίς να θες να τον χειριστείς, να τον λυπηθείς… Εμένα με λυπούνται πάρα πολλοί άνθρωποι, ρε φίλε! Με λυπούνται και θέλουν να μου επιβάλουν αυτό το συναίσθημα και να μου το παίξουν και φιλάνθρωποι από πάνω. Πες ότι ο δρόμος δεν έχει προσβάσιμο φανάρι, ηχητικό, για να περάσω. Γιατί με λυπάσαι; Διότι είναι μια εσωτερική σου ανάγκη να δείξεις ότι είσαι πιο δυνατός από μένα. Δεν είναι ενσυναίσθηση αυτό. Η ενσυναίσθηση απαιτεί καθρέφτη πρώτα απ’ όλα απέναντι στον εαυτό μας. Να μάθουμε να αποδεχόμαστε ορισμένες πικρές αλήθειες. Έτσι μόνο θα κατανοήσουμε την ενσυναίσθηση. Όπως, ας πούμε, ότι δε θα νιώσεις την απόλυτη αγάπη κάνοντας ένα παιδί. Την απόλυτη αγάπη σ’ τη δίνει μόνο το ζώο, που είναι άδολο και δεν περιμένει από εσένα παρά μόνο φαγητό και χάδια, ενώ μας προτρέπει να αλληλοεπιδράσουμε με το διαφορετικό. Περιμένοντας τα πάντα, το τέλειο, το απόλυτο από ένα παιδί, το φέρνουμε στον κόσμο για να υποφέρει κι όχι επειδή το αγαπάμε. Η μητέρα, κανονικά, πρέπει να διδάσκει στο παιδί της ότι είναι ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει, να είναι όποιο θέλει· να ξέρει το παιδί, ότι η μάνα θα είναι εκεί, αλλά δεν χρειάζεται να εξαρτάται από εκείνη. Ενσυναίσθηση είναι να καταλάβεις ότι έχεις γεννήσει ένα παιδί που δεν ικανοποιεί τα πρότυπά σου, τις προσδοκίες σου ή που δεν έχει καλό χαρακτήρα ―ας πούμε― και να το αποδέχεσαι, το παιδί μαζί με τα διάφορα γεγονότα ή συνθήκες που το εμπλέκουν. Εν ολίγοις, η ενσυναίσθηση είναι κάτι περισσότερο και πιο πολύπλοκο από αυτό που νομίζουμε πως είναι.
Πηγή: athensvoice
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου