Ένα σημαντικό πρόβλημα με διπλή όψη που σχετίζεται με την πρόσληψη τροφής και το οποίο διαπιστώνουν και οι ίδιοι οι παιδίατροι στα περιστατικά που εξετάζουν, «κληροδότησε» η πανδημία σε έναν αριθμό παιδιών και εφήβων.
Πρόκειται για την παχυσαρκία αλλά και διατροφικές διαταραχές όπως η βουλιμία και η ψυχογενής ανορεξία που εκτοξεύτηκαν εν μέσω lockdown, όπως άλλωστε σημείωνε ήδη από το καλοκαίρι του 2021 και έκθεση της ιατρικής σχολής του Χάρβαρντ.
Ως πιθανές εξηγήσεις για αυτή την αύξηση, αναφέρονταν η απώλεια της οικείας ρουτίνας και η τακτική επαφή με φίλους, το άγχος για την πανδημία, η πλήξη αλλά και η επισιτιστική ανασφάλεια στο σπίτι. Τότε μάλιστα, ο Μπριν Όστιν, καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Συμπεριφοράς στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Harvard αλλά και διευθυντής της Στρατηγικής Εκπαιδευτικής Πρωτοβουλίας για την Πρόληψη των Διατροφικών Διαταραχών, δήλωνε σε άρθρο των New York Times, ότι η ζήτηση για τη θεραπεία διατροφικών διαταραχών «υπερβαίνει κατά πολύ την ικανότητα αντιμετώπισής της».
Πώς τα lockdown πυροδότησαν τις διατροφικές διαταραχές
Μιλώντας στην «Κ», η κ. Άρτεμις Τσίτσικα, αναπληρώτρια καθηγήτρια παιδιατρικής-εφηβικής ιατρικής και επιστημονική υπεύθυνη στη Μονάδα Εφηβικής Υγείας του ΕΚΠΑ, εξηγεί πως το πρόβλημα οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων.
«Ένας σημαντικός λόγος που αυξήθηκαν διατροφικές διαταραχές όπως η βουλιμία, η ψυχογενής ανορεξία και η ψυχογενής ορθορεξία, ήταν καταρχάς η μείωση των αθλητικών και φυσικών δραστηριοτήτων, λόγω των περιορισμών κυκλοφορίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οι αθλητικές δραστηριότητες παίζουν κεφαλαιώδη ρόλο στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα παιδιά κι οι έφηβοι, οι οποίοι πάσχουν από αυτές τις διαταραχές, την ύπαρξη τους.
Όπως εξηγεί η κ. Τσίτσικα: «Εκτός από την έλλειψη εντατικής γυμναστικής, θα θυμάστε άλλωστε για πόσο καιρό ήταν κλειστά τα γυμναστήρια, δεν υπήρχε επίσης πρόσβαση ή ήταν πολύ δύσκολη η πρόσβαση, στις πολύ συγκεκριμένες τροφές που επιλέγουν όσοι πάσχουν από αυτές τις διαταραχές. Τα κλειστά ανά διαστήματα καταστήματα και η ταυτόχρονη έλλειψη κάποιων προϊόντων στην αγορά, έκανε δύσκολο για αυτά τα άτομα να βρουν λόγου χάρη, κινόα, το οποίο μπορεί να θεωρούν ως το Α και το Ω της διατροφής τους. H εμμονή με τις υγιεινές τροφές δεν μπορούσε εύκολα να ικανοποιηθεί. Η ραγδαία αλλαγή της ρουτίνας επηρέασε αυτή την ομάδα και σε αυτά τα περιστατικά είδαμε μεγάλη αποδιοργάνωση. Σύμφωνα μάλιστα και με τη διεθνή βιβλιογραφία, οι διατροφικές διαταραχές διπλασιάστηκαν την περίοδο της πανδημίας».
Από την πλευρά της η κ. Ελένη Παναγούλη, παιδίατρος και συνεργάτιδα της Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ) του ΕΚΠΑ, αναφέρει: «Μιλήσαμε με έφηβες στη Μονάδα, οι οποίες μάς ανέφεραν πως αφού δεν ήταν διαθέσιμα τα ειδικά διατροφικά προϊόντα που ήθελαν, πολλές φορές, δεν έτρωγαν τίποτα. Δεδομένου ότι πια έχουμε μπει σε αυτήν την περίοδο όπου βλέπουμε το χειροπιαστό αποτύπωμα της πανδημίας και ασχολούμαστε στην πράξη με τα προβλήματα που άφησε στους ανθρώπους, διαπιστώνουμε στην πράξη πως τόσο η αύξηση της παχυσαρκίας, όσο και των διατροφικών διαταραχών, είναι μεγάλες. Υπάρχουν γονείς που μόλις τώρα αντιλήφθηκαν πλήρως το πρόβλημα τους παιδιού τους».
Η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής
Ο καθηγητής του Χάρβαρντ κατηγόρησε τη βιομηχανία συμπληρωμάτων διατροφής ότι «εκείνη την περίοδο, προσέφερε τα προϊόντα της ως λύσεις σε ευάλωτους καταναλωτές, οι οποίοι πάλευαν με την ψυχική αγωνία και τον φόβο αύξηση βάρους κατά τη διάρκεια της πανδημίας». Είχε επισημάνει μάλιστα την αναγκαιότητα για την ψήφιση νομοθεσίας, η οποία θα έβαζε αυστηρές δικλίδες στην πώληση συμπληρωμάτων διατροφής και μυϊκής ανάπτυξης- τα οποία συχνά περιέχουν τοξικά συστατικά- σε παιδιά κι εφήβους.
Η κ. Παναγούλη αναφέρει σε αυτό το σημείο πως η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής είναι κάτι που παρατηρούν και οι γιατροί στη Μονάδα του ΕΚΠΑ. «Το ακούμε περισσότερο στις περιπτώσεις της ψυχογενούς ορθορεξίας αλλά και στην ψυχογενή ανορεξία, όπου η ανάγκη ελέγχου του βάρους και ενός σώματος αδύνατου και δυνατού, είναι ισχυρή».
Εξίσου σημαντικό ρόλο έπαιξε όμως σύμφωνα με την κ. Παναγούλη και η μεγάλη δυσκολία πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας αλλά και σε κατηγορίες γιατρών που χρειάζονται αυτοί οι πάσχoντες όπως παιδίατροι, παιδοψυχολόγοι και πολύ συχνά και γυναικολόγοι (όταν η διατροφική διαταραχή «συνοδεύεται» από απουσία έμμηνου ρύσεως).
Η κ. Τσίτσικα σημειώνει πως η αύξηση περιστατικών σαν τα παραπάνω είναι ένα σημαντικό ζήτημα που καλείται να διαχειριστεί τώρα η Μονάδα Εφηβικής Υγείας του ΕΚΠΑ, η οποία λειτουργούσε με περιορισμούς την περίοδο των σκληρών lockdown.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2022 στο αμερικάνικο περιοδικό JAMA Pediatrics, οι εισαγωγές νεαρών ενηλίκων και εφήβων με διατροφικές διαταραχές σε νοσοκομεία των ΗΠΑ, είχαν πάρει την ανιούσα ήδη δύο χρόνια πριν από την πανδημία, καταγράφοντας μηνιαία αύξηση περίπου 0,7%. Ωστόσο, το 2020, δηλαδή το πρώτο έτος της πανδημίας, η αύξηση ανήλθε κατά μέσο όρο στο 7,2% τον μήνα. Όσο για το χρονικό διάστημα από την άνοιξη του 2020 έως την άνοιξη του 2021, οπότε και μπήκαν σε εφαρμογή οι περισσότεροι περιορισμοί για την Covid-19, ο αριθμός των εισαγωγών σχεδόν διπλασιάστηκε. Και μπορεί μετά το πρώτο έτος της πανδημίας ο αριθμός των νέων ασθενών να άρχισε να μειώνεται, αλλά παρέμεινε σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι πριν από την πανδημία.
Το πρόβλημα της παχυσαρκίας και η χρήση οθονών
Η αύξηση των διατροφικών διαταραχών είναι η μία όψη του προβλήματος. Στην άλλη, βρίσκεται η παχυσαρκία ή αλλιώς τα “couch potato kids” της πανδημίας. «Εξετάζοντας τα δεδομένα της Μονάδας την τελευταία τριετία και συνδυάζοντας τα με στοιχεία της διεθνούς βιβλιογραφίας, προκύπτει καταρχάς ότι μια σημαντική μερίδα παιδιών και εφήβων αύξησε κατά πολύ τον αριθμό των γευμάτων που κατανάλωνε την περίοδο της πανδημίας», λέει στην «Κ» η κ. Παναγούλη. Σύμφωνα με την ίδια, οι παρατεταμένες ώρες παραμονής στο σπίτι, ειδικά την περίοδο των σκληρών lockdown, οδήγησαν μοιραία στην παραπάνω συμπεριφορά.
H κ. Τσίτσικα αναφέρει πως αυτή η αύξηση των γευμάτων αφορούσε και την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, δυστυχώς όμως, η πλειονότητα των γευμάτων που αυξήθηκαν ήταν τα σνακ, τα αναψυκτικά, το junk food και γενικότερα τα συσκευασμένα προϊόντα με πολλή ζάχαρη. Η υπερφαγία, συχνά και λόγω πλήξης, συνδυάστηκε αρνητικά με την κατακόρυφη αύξηση της χρήσης οθονών.
«Οι πολλές ώρες μπροστά από την οθόνη, οδήγησαν από τη μία, σε παρατεταμένη ακινησία, άρα και σε πρόσληψη βάρους. Από την άλλη και ειδικά στα έφηβα κορίτσια, η μεγάλη έκθεση στα social media και στα πρότυπα ομορφιάς που λανσάρονται εκεί, προκάλεσε μεγαλύτερο άγχος για ένα ιδανικό σώμα», εξηγεί η κ. Τσίτσικα.
Το πρόβλημα είναι πάντως σύμφωνα και με τις δύο ειδικούς της Μ.Ε.Υ, πως όλες αυτές οι συνήθειες που αναφέρθηκαν παραπάνω, είναι «κουσούρια» που έμειναν. «Τόσο η ανάγκη για πολλά μικρά γεύματα όσο και η ακατάπαυστη χρήση οθονών, είναι κάτι που μάς αναφέρεται συχνά από τα παιδιά και τους εφήβους που βλέπουμε στη Μονάδα, από τότε που αρχίσαμε να εξετάζουμε πάλι κανονικά», καταλήγει η κ. Παναγούλη.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου