«Πέρυσι θυµάµαι, όταν ήμασταν ακόμα στο νηπιαγωγείο, ένας γονιός έγραψε στο γκρουπ μας στο Viber ότι η κόρη του γύρισε σπίτι ζαλισμένη γιατί είχε χτυπήσει στη διαδρομή με το σχολικό. Με το που μας το έγραψε, φούντωσε αμέσως η συζήτηση. Κάποιος αναρωτήθηκε αν φορούν ζώνες τα παιδιά, άλλος μπήκε και έψαξε τις προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν οι σύγχρονες ζώνες ασφαλείας, τρίτος κατέβασε τη σχετική εγκύκλιο του υπουργείου. Ασχολούμασταν επί μέρες με το θέμα, χωρίς ποτέ κανείς να διερωτηθεί εάν όντως συνέβη το περιστατικό, δεδομένου ότι τα παιδιά σε αυτή την ηλικία εκφράζουν συχνά μια δίκη τους εκδοχή της αλήθειας με βάση κυρίως το πώς νιώθουν. Κάθε μέρα έχουμε και από μια τέτοια “κρίση”».
Η Τ.Γ., μαμά του Γ., μαθητή Α΄ Δημοτικού σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, επιθυμεί να μη μιλήσει επωνύμως, διότι όπως ακριβώς τα παιδιά τρέμουν τη μοναξιά στο προαύλιο, έτσι και οι γονείς τους δεν επιθυμούν επ’ ουδενί τον εξοστρακισμό από τα group chat. «Αυτά τα γκρουπ είναι πονοκέφαλος, αλλά είναι τα μάτια και τα αυτιά μας στο σχολείο», λέει η ίδια.
Ποτέ άλλοτε το σχολείο δεν είχε τόσα μάτια και τόσα αυτιά πάνω του. Οπως θα πουν στην «Κ» δάσκαλοι και καθηγητές δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων, οι παρεμβάσεις των γονιών στα της εκπαιδευτικής κοινότητας είναι πλέον καθημερινότητα: «Γιατί τόσο χαμηλός βαθμός στο τεστ;». «Οι ασκήσεις για το σπίτι ήταν πάρα πολλές». «Γιατί έγινε επίπληξη στο παιδί;».
Η Σ.M., δασκάλα δημοτικού σε δημόσιο σχολείο της επαρχίας, θυμάται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Με είχε πάρει γονιός τηλέφωνο και κατόπιν είχε έρθει ωρυόμενος στο σχολείο, να με βουτάει και να κοπανιέται, επειδή έβαλα χαμηλό βαθμό στο τεστ των μαθηματικών. Κάναμε πολλαπλασιασμούς και διαιρέσεις του 10, του 100 και του 1.000. “Ενα μηδενικό έκανε λάθος!” να φωνάζει. Φυσικά πήρε το συμβούλιο εκπαίδευσης να κάνει παράπονα. Εύκολα κάποιος μπορεί να βρει τον μπελά του. Ναι, είναι αγκάθι για την εκπαίδευση το θέμα των παρεμβατικών γονιών».
Η ίδια έχει υπάρξει δασκάλα Ε΄ Δημοτικού και σε ιδιωτικό σχολείο. «Εχει συμβεί την ίδια μέρα να πάρουν τον διευθυντή δύο γονείς και ο ένας να διαμαρτύρεται γιατί έβαλα στα παιδιά πολλά μαθήματα για το σπίτι και ο άλλος να διαμαρτύρεται γιατί έβαλα λίγα λέγοντας “μεγάλωσαν πια, μπορεί να τους βάζει κάτι παραπάνω”».
Οπως λέει η ίδια, μια αιτία είναι η γενικευμένη απαξίωση των εκπαιδευτικών. «Πολλοί γονείς μας θεωρούν ακόμα επαγγελματίες δεύτερης κατηγορίας. Μπορεί να έχουμε όλοι μεταπτυχιακά γιατί πλέον δεν μπορείς να διοριστείς πουθενά χωρίς μεταπτυχιακό, αλλά αντιμετωπιζόμαστε ως άσχετοι. Αρνούνται για παράδειγμα να σε ακούσουν όταν αναφέρεις τυχόν μαθησιακά προβλήματα ή θέματα συμπεριφοράς, πράγματα που παρατηρείς στην τάξη. “Εχετε στοχοποιήσει το παιδί μου”, είναι η μόνιμη επωδός».
Στη διάρκεια της πανδημίας, το πρόβλημα επιδεινώθηκε. «Οι γονείς πάντα ήθελαν να μπουν στην τάξη, να γνωρίζουν τι γίνεται εκεί, και με την τηλεκπαίδευση το κατάφεραν», λέει στην «Κ» η Μ.Φ., καθηγήτρια σε ιδιωτικό σχολείο.
«Τώρα έχουν καλομάθει και πλέον δεν σέβονται καθόλου την ιδιωτικότητα της διαδικασίας. Οι εκπαιδευτικοί νιώθουμε ότι δεν είμαστε ποτέ μόνοι με τους μαθητές μας. Δεν έχουμε πια την ελευθερία να σχεδιάσουμε το μάθημα όπως το θέλουμε. Η τάξη έχει πάψει να είναι κύτταρο αυτονομίας και ανεξαρτησίας. Το χειρότερο είναι ότι με αυτόν τον τρόπο οι γονείς δεν βοηθούν τα παιδιά τους στη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Οταν το παιδί σε ακούει να είσαι τόσο παρεμβατικός, αφενός παίρνει κι αυτό θάρρος με τον δάσκαλο και αφετέρου μαθαίνει ότι πάντα θα είναι πίσω ο μπαμπάς και η μαμά του».
Η Κ.Κ., δασκάλα σε δημόσιο σχολείο της Αθήνας, θεωρεί ότι κρύβονται και άλλοι λόγοι πίσω από την έξαρση του φαινομένου. «Πράγματι είδαμε ότι στην πανδημία πήραν δικαιώματα πολλοί γονείς. Εχοντας γνωρίσει πώς γίνεται το μάθημα, άρχισαν να κρίνουν πολύ περισσότερο τους δασκάλους. “Γιατί δεν το κάνετε όπως ο κ. Τάδε;”. Στην τηλεκπαίδευση όμως είδαν και τις αδυναμίες των παιδιών. Είδαν ότι ίσως δεν μπορούν να έχουν τόσες απαιτήσεις και αυτό τους ταρακούνησε. Ολοι οι γονείς έχουμε υψηλές προσδοκίες για τα παιδιά μας. Μπορεί τελικά να μην ανταποκρίνονται στις δεξιότητές τους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν χαμηλές επιδόσεις και βαθμολογίες. Αυτό κάνει κάποιους γονείς πιο επιθετικούς απέναντι στο σχολείο».
Σε αυτή τη συγκυρία, η «αυτοοργάνωση» των γονιών μέσω social media, οι «μαμάδες του viber» όπως είναι γνωστές στους κόλπους των εκπαιδευτικών, δημιουργεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο που απαιτεί λεπτούς χειρισμούς από πλευράς σχολείου. «Σχεδόν πριν φτάσουν τα παιδιά στο σπίτι από το σχολείο, έχουν φύγει τα πρώτα μηνύματα στο Viber. “Πάλι μας έβαλε πολλά”, “άνοιξε η μύτη του παιδιού και δεν έκαναν τίποτα”», λέει η ίδια, προσθέτοντας: «Καμιά φορά είμαστε κι εμείς υπερβολικοί. Αντί να ηρεμήσουμε τα πράγματα, κλιμακώνουμε την ένταση λόγω φόρτου εργασίας ή πίεσης, ρίχνουμε λάδι στη φωτιά. Σε αυτή τη σχέση χρειάζεται ο εκπαιδευτικός να δείξει κατανόηση. Δεν υπάρχουν σχολές γονέων. Πρέπει να υπερασπιζόμαστε τον εαυτό μας και να υπενθυμίζουμε τη σιωπηρή συμφωνία που έχουμε συνάψει με τους γονιούς. Στο τέλος της χρονιάς να μην έχουμε μόνο καλούς βαθμούς αλλά και ευτυχισμένα, ανεξάρτητα παιδιά».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου