Ο SARS-CoV-2, που προκαλεί την COVID-19, προσβάλλει όχι μόνο ενηλίκους αλλά και παιδιά, εφήβους και νέους. Ομως, στις νεότερες ηλικίες η λοίμωξη είναι συνήθως ασυμπτωματική ή πολύ ελαφριά, και ελάχιστα θανατηφόρα. Αυτό συμβαίνει είτε διότι υπάρχει αντίσταση στην είσοδο και τη διαδικασία πολλαπλασιασμού του ιού, είτε διότι υπάρχει καλή ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος εναντίον του. Επιπλέον, τα παιδιά, οι έφηβοι και οι νέοι διαθέτουν καλές καρδιοπνευμονικές και ανοσιακές εφεδρείες για την αντιμετώπιση της νόσου, οι οποίες, ως γνωστόν, φθίνουν με την ηλικία. Από την άλλη μεριά, είναι δυνατόν να υπάρχουν άνθρωποι οποιασδήποτε ηλικίας που έχουν ιδιαίτερα αυξημένη ευαλωτότητα στον ιό για γενετικούς ή επιγενετικούς λόγους, κάτι που θα εξηγούσε τη σοβαρή νόσηση σε ορισμένα άτομα μικρής ηλικίας χωρίς εμφανή υποκείμενη νόσο.
Ο θάνατος από την COVID-19 προκαλείται κυρίως από καρδιοαναπνευστική ανεπάρκεια ή/και από τη λεγόμενη «κυτοκινική καταιγίδα», μια καταστροφική, αχαλίνωτη, γενικευμένη φλεγμονή. Και τα δύο θανατηφόρα φαινόμενα είναι προϊόντα εκτεταμένης λοίμωξης και φλεγμονής, που αντίστοιχα καταστρέφει τις κυψελίδες του πνεύμονα, ή/και προκαλεί πολυ-οργανική ανεπάρκεια και κυκλοφορική καταπληξία (σοκ). Ευτυχώς, αυτού του είδους οι εκδηλώσεις είναι σχετικά σπάνιες στις νεότερες ηλικίες. Πρόσφατα, ένα πολύ σπάνιο, βαρύ φλεγμονώδες σύνδρομο, που μοιάζει με τις νόσους Kawasaki και «τοξική καταπληξία», εμφανίστηκε σε παιδιά κάτω των 12 ετών σε μια περίεργη συσχέτιση με την COVID-19, που σήμερα μελετάται με ιδιαίτερη σπουδή.
Το χρόνιο κάπνισμα, μια σοβαρή χημική και συμπεριφορική εξάρτηση που συνήθως ξεκινάει στα χρόνια της εφηβείας, προοδευτικά ελαττώνει τις καρδιοπνευμονικές εφεδρείες του οργανισμού και, κατά συνέπεια, αυξάνει την ευαλωτότητά του στη νόσο, κάτι που έγινε εμφανές με τις πρώτες κλινικές αναλύσεις της πανδημίας. Οπως όλες οι εξαρτήσεις, το χρόνιο κάπνισμα προκαλεί «νόσο» στο λεγόμενο σύστημα της αμοιβής στον εγκέφαλό μας, που εκφράζεται με χρόνια δυσφορία λόγω πτώσης στην παραγωγή ντοπαμίνης και άλλων ουσιών. Δεν θα υπήρχαμε, εάν δεν είχαμε αυτό το τόσο σημαντικό σύστημα, το οποίο μας αμείβει όταν κάνουμε κάτι θετικό και μας τιμωρεί όταν κάνουμε κάτι αρνητικό, με τελικό σκοπό την επιβίωση και αναπαραγωγή του ατόμου και του είδους.
Από την άλλη μεριά, επίσης δεν θα επιβιώναμε σαν άτομα και σαν είδος, εάν δεν διαθέταμε ένα σύστημα αρωγής για την αντιμετώπιση του στρες και την επαναφορά της ομοιόστασης σε δύσκολες καταστάσεις, το σύστημα του στρες. Είναι αξιοσημείωτο ότι εάν το σύστημα του στρες διεγερθεί για λίγο, για οποιοδήποτε λόγο, στέλνει ταυτόχρονα σήμα στο σύστημα της αμοιβής να παραγάγει ντοπαμίνη, με σκοπό να διεγείρει την αισιοδοξία και να κινητοποιήσει τον οργανισμό, έτσι ώστε να αντιδράσει κάποιος προσαρμοστικά, ανάλογα με το στρεσογόνο ερέθισμα. Προφανώς, είτε πάμε για «μάχη» είτε για «φυγή», χρειαζόμαστε αισιοδοξία και κινητοποίηση, δηλαδή υψηλή ντοπαμίνη. Είναι ενδιαφέρον, όμως, ότι εάν η διέγερση του συστήματος του στρες διαρκέσει παρατεταμένα, πέρα από κάποιο χρονικό διάστημα, το οποίο διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο, αντί να διεγείρει, καταστέλλει το σύστημα της αμοιβής και, συνεπώς, προκαλεί τη λεγόμενη «δυσφορία του χρόνιου στρες», η οποία εκφράζεται με διάφορα ψυχολογικά, ψυχοσωματικά και σωματικά συμπτώματα. Ταυτόχρονα με τη δυσφορία, το χρόνιο στρες καταστέλλει σημαντικές λειτουργίες του ανοσοποιητικού συστήματος και μας κάνει πιο ευάλωτους σε λοιμώξεις.
Η εφηβεία είναι ένα μεταβατικό στάδιο της ζωής, που για διάφορους λόγους, σε περίπου ένα τρίτο των εφήβων, συνοδεύεται από χρόνιο αίσθημα στρες και δυσφορίας. Οι τελευταίοι πιθανώς εκλαμβάνουν τη ζωή τους σαν στρεσογόνα, αισθάνονται δυσφορικοί, και αυτόματα αποζητούν τρόπους ανακούφισης. Υπάρχουν, όμως, καλοί και κακοί τρόποι αντιμετώπισης του στρες και απόκτησης ευχαρίστησης ή ανακούφισης. Οι καλοί συμπεριλαμβάνουν επικοινωνία με φίλους, επαφή με τη φύση, φυσική άσκηση, απόκτηση νέας γνώσης, πνευματικότητα, αλτρουιστικές πράξεις, επιδίωξη της τέχνης, καλά χόμπι, κ.λπ., ενώ οι κακοί εμπερικλείουν τις λεγόμενες «ριψοκίνδυνες», βλαπτικές συμπεριφορές, όπως η χρήση εθιστικών ουσιών, σαν τη νικοτίνη.
Το κάπνισμα, το άτμισμα και άλλες ριψοκίνδυνες συμπεριφορές σε ένα φυσιολογικό άτομο διεγείρουν το σύστημα του στρες και, ταυτόχρονα, το σύστημα της αμοιβής, δηλαδή αρχικά παράγουν ένα αίσθημα παροδικής ευχαρίστησης, ενώ στο χρόνια στρεσαρισμένο άτομο προκαλούν παροδική ανακούφιση. Ομως, όσο προχωράει ο χρόνος και ένα φυσιολογικό άτομο συνεχίζει να καπνίζει, το σύστημα της αμοιβής καταστέλλεται, παράγει λιγότερη ντοπαμίνη και προκαλεί παρατεταμένη δυσφορία. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και ο ψυχολογικά υγιής νέος καπνιστής που συνεχίζει να καπνίζει, σε σύντομο χρονικό διάστημα δεν θα μπορεί να διακόψει το κάπνισμα, εάν επιθυμεί να αποφύγει το αίσθημα της δυσφορίας. Σε αυτή τη φάση, ο άνθρωπος αυτός γίνεται εξαρτημένος από το στρεσογόνο ερέθισμα, σε αυτή την περίπτωση το κάπνισμα, και αυτόματα το αποζητεί.
Δεδομένου όμως ότι το παρατεταμένο στρες πυροδοτεί αρνητικές ψυχικές και σωματικές εκδηλώσεις, οι ενήλικες και οι έφηβοι με προϋπάρχοντα ψυχολογικά νοσήματα μπορεί να εμφανίσουν προβλήματα συναισθήματος και συμπεριφοράς και ψυχοσωματικά και σωματικά συμπτώματα. Τα πρώτα περιλαμβάνουν αγχώδη και καταθλιπτικά συναισθήματα, όπως άγχος, πανικός, απόσυρση, θυμός, επιθετικότητα, βία, κ.λπ., ενώ τα δεύτερα και τρίτα μπορεί να εμφανιστούν σαν κόπωση, πόνοι, αϋπνία, εφιάλτες κ.ά. Ταυτόχρονα, η επιδίωξη της ανακούφισης από αυτό το στρες μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση ή αναζήτηση νέων συμπεριφορών εξάρτησης, όπως το κάπνισμα και το άτμισμα, με αύξηση της καρδιοπνευμονικής και ανοσιακής ευαλωτότητας στην COVID-19.
Τα πρόσφατα επιβεβλημένα, αλλά απαραίτητα περιοριστικά μέτρα, η απειλή μιας καταστροφικής λοίμωξης, και η συμπαρομαρτούσα οικονομική κρίση στην κοινωνία και στην οικογένεια, αποτελούν πολύ σημαντικούς στρεσογόνους παράγοντες για όλους μας. Γνωρίζουμε ότι το στρες και το άγχος των ενηλίκων διαχέεται στα παιδιά και, συνεπώς, σε όλη την οικογένεια. Αυτό σημαίνει ότι η διαχείριση και ο έλεγχος του στρες σε όλους αποτελούν το κλειδί για τη γαλήνη και τη σωστή λειτουργία μιας οικογένειας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας.
Για την προστασία των παιδιών και εφήβων και όλης της οικογένειας, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν είναι η «λογική» κοινωνική επικοινωνία εντός και εκτός της οικογένειας, η τήρηση κανονικού ημερησίου προγράμματος στον ύπνο, γεύματα, καθημερινή υγιεινή, και σωματική άσκηση, η διατήρηση επαρκούς φυσικής απόστασης από νοσούντες ή πιθανόν νοσούντες, ο περιορισμός στην «κατανάλωση» πληροφορίας, η προσφορά βοήθειας σε άλλους, και η αναζήτηση βοήθειας από επαΐοντες και ειδικούς. Φυσικά, οι μαθητές πρέπει να παρακολουθούν τακτικά το σχολικό τους πρόγραμμα και να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους. Και πάνω απ’ όλα μια συμβουλή για όλους: χρησιμοποιήστε τους καλούς τρόπους για τη διαχείριση του στρες, όχι τους κακούς!
Γεώργιος Π. Χρούσος, ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο ΕΚΠΑ, διευθυντής του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υγείας Μητέρας, Παιδιού, και Ιατρικής Ακριβείας, επικεφαλής έδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου