Παρότι οι περισσότεροι γονείς νομίζουν ότι ο οφθαλμολογικός έλεγχος στα βρέφη είναι δύσκολο να γίνει η πραγματικότητα είναι ότι αυτή μπορεί να γίνει εύκολα, ανώδυνα και με απόλυτη βεβαιότητα αρκεί να γίνει από ειδικό παιδοφθαλμίατρο.
Όπως ο παιδίατρος μπορεί να κάνει διάγνωση τι έχει το βρέφος, χωρίς να το ρωτήσει αν πονάει ή τι αισθάνεται έτσι και ο παιδοφθαλμίατρος με αντικειμενικές μεθόδους μπορεί να εξετάσει ένα βρέφος ή ένα μικρό παιδί με απόλυτη βεβαιότητα για την ορθότητα της διάγνωσης, μερικές φορές δε με μεγαλύτερη αξιοπιστία απ’ ό,τι να εξετάσει έναν ενήλικα.
Με αυτά τα δεδομένα ο πρώτος οφθαλμολογικός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται στον πρώτο μήνα της ζωής του βρέφους και για πρακτικούς λόγους να γίνεται στο Μαιευτήριο.
Στον έλεγχο αυτό μπορούμε αφού βάλουμε κάποιες σταγόνες στα μάτια του βρέφους να ελέγξουμε μήπως υπάρχει κάποια συγγενής πάθηση των ματιών, όπως θολερότητες στον κερατοειδή, αν οι κόρες των ματιών έχουν την ίδια διάμετρο και να αποκλείσουμε σοβαρές παθήσεις όπως ο συγγενής καταρράκτης, το συγγενές γλαύκωμα ή άλλες συγγενείς παθήσεις στο βυθό του ματιού και στο οπτικό νεύρο.
Η έγκαιρη διάγνωση μερικών απ’ αυτές τις παθήσεις και η έγκαιρη αντιμετώπισή τους μπορεί να μας βοηθήσει ώστε να έχουμε πολύ καλύτερη όραση του βρέφους στο μέλλον. Π.χ. ο συγγενής καταρράκτης πρέπει να χειρουργηθεί στο δεύτερο μήνα της ζωής του βρέφους για να έχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα.
Αν υπάρχει απόφραξη του δακρυικού πόρου θα πρέπει ο παιδοφθαλμίατρος να ενημερώσει τον παιδίατρο για την πάθηση του βρέφους και σε συνεργασία να ενημερώσουν τους γονείς να μην ανησυχούν αλλά και να τους συστήσουν την κατάλληλη αγωγή ώστε να μειώσουν την πιθανότητα χειρουργικής επέμβασης αργότερα.
Επίσης το συγγενές γλαύκωμα, φλεγμονές ή όγκοι του αμφιβληστροειδή αφήνουν λιγότερα προβλήματα αν αντιμετωπισθούν έγκαιρα.
Μετά τον 3ο μήνα ο παιδίατρος μπορεί να έχει μια αδρή εικόνα για την οπτική οξύτητα του βρέφους. Φυσιολογικά το βρέφος μετά τον 3ο μήνα θα πρέπει να προσηλώνει το βλέμμα στα διάφορα αντικείμενα και να τα παρακολουθεί.
Επίσης ο παιδίατρος μπορεί να δει μήπως υπάρχει στραβισμός ή νυσταγμός.
Αν παρατηρήσει κάτι από τα ανωτέρω ιδίως αν δεν έχει γίνει προληπτικός έλεγχος στο Μαιευτήριο, θα πρέπει το βρέφος να παραπεμφθεί στον παιδοφθαλμίατρο για πλήρη οφθαλμολογικό έλεγχο, ο οποίος εκτός της βυθοσκόπησης με την οποία θα ελέγξει όλα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω θα κάνει και μία άλλη εξέταση, τη σκιασκοπία η οποία ελέγχει με απόλυτη ακρίβεια αν υπάρχει κάποιο διαθλαστικό πρόβλημα στα βρέφη, δηλαδή μήπως υπάρχει μυωπία -υπερμετρωπία - αστιγματισμός και φυσικά να δώσει τις κατάλληλες οδηγίες στους γονείς και να ενημερώσει τον παιδίατρο για το υπάρχον πρόβλημα ώστε σε συνεργασία να υπάρξει το καλύτερο αποτέλεσμα για το παιδί.
Είτε έχει γίνει προληπτικός έλεγχος, είτε όχι κάθε παιδί θα πρέπει να εξετασθεί από τον παιδοφθαλμίατρο στην ηλικία 2-3 ετών.
Στην ηλικία αυτή ο παιδοφθαλμίατρος μπορεί να πάρει όραση στην πλειονότητα των παιδιών με ειδικά οπτότηπα με σχήματα.
Μπορεί να ελεγχθεί με απόλυτη σιγουριά αν υπάρχει κάποιος μικροστραβισμός που δεν έχει γίνει αντιληπτός από τους γονείς ή τον παιδίατρο και να κάνει την κατάλληλη θεραπεία. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα λειτουργικά προβλήματα ενός στραβισμού (δηλαδή η αμβλυωπία που προκαλεί) δεν έχουν καμία σχέση με το μέγεθος του στραβισμού.
Στην ηλικία αυτή θα γίνει εκ νέου σκιασκοπία για να ελέγξουμε μήπως υπάρχει κάποιο πρόβλημα γυαλιών και κυρίως μήπως υπάρχει διαφορετικός βαθμός γυαλιού μεταξύ των 2 ματιών, που μπορεί να καταλήξει σε αμβλυωπία, δηλαδή τεμπέλικο μάτι.
Η εξέταση στην ηλικία 2-3 ετών θεωρείται εντελώς απαραίτητη, διότι μπορεί να προλάβει διάφορα οφθαλμολογικά προβλήματα που σε μεγαλύτερη ηλικία είναι δυσκολότερο να αντιμετωπισθούν.
Του δρ. Ιωάννη Νικολόπουλου
Ειδικού Παιδοφθαλμίατρου
Συνεργάτη Θεραπευτηρίου «Ολύμπιον»
Πηγή: gnomip
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου