Αν βρεθεί κανείς στην Β’ Παιδιατρική κλινική του Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού», θα βρει στα δεξιά του διαδρόμου, λίγο μετά τα επείγοντα, μια πόρτα. Αυτή οδηγεί σε ένα δωματιάκι 26 τ.μ. με δύο γραφεία, ένα εξεταστήριο, όμορφες ζωγραφιές στον τοίχο και πολλά παιχνίδια για τους μικρούς επισκέπτες. Όσο και αν φαίνεται μικρό, το έργο που γίνεται εδώ μέσα είναι πολύ μεγάλο. Τόσο μεγάλο που μπορεί να επηρεάσει ολόκληρες ζωές.
Σας φαίνεται περίεργο; Και όμως δεν είναι. Είναι η Μονάδα Φροντίδας για την Ασφάλεια των Παιδιών, που φτιάχτηκε από το ΕΛΙΖΑ, την εταιρεία κατά της Κακοποίησης του Παιδιού, και λειτουργεί από τον Ιούνιο του 2018 σε συνεργασία με την Β’ Παιδιατρική κλινική του Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού».
Εκεί, δεν αφήνουν την ευκαιρία να χαθεί, όπως μου εξηγούν η Αλεξάνδρα Σολδάτου, επίκουρη καθηγήτρια και υπεύθυνη της Μονάδας Φροντίδας και η Αφροδίτη Στάθη, διοικητική διευθύντρια του ΕΛΙΖΑ. Εκεί κάνουν ότι μπορούν, με τη συνεργασία των γιατρών και των νοσηλευτών, ώστε αν φτάσει ένα παιδί στο Παίδων με μελανιές που δεν δικαιολογούνται ή άλλα σημάδια κακοποίησης, να μην φύγει χωρίς να διερευνηθεί τι του έχει συμβεί. Και κυρίως, να μην ξαναγυρίσει με ακόμα πιο σοβαρή κακοποίηση.
Στη συζήτηση που κάναμε μέσα σε αυτά τα 26 τ.μ. είπαμε πολλά. Για τα περιστατικά που έχουν δει σε αυτόν τον ενάμιση χρόνο λειτουργίας της Μονάδας. Για την προσπάθεια να μην υπάρχουν, όπως παλαιότερα, περιπτώσεις παιδιών που ενώ υπήρχαν τα σημάδια, κανείς δεν έκανε τίποτα. Για τη βαριά κακοποίηση αλλά και για τις περιπτώσεις των τραυματισμών από παραμέληση, που είναι πολύ πιο συχνοί από όσο φανταζόμαστε και θα μπορούσαν να αποφευχθούν με τη σωστή ενημέρωση του γονέα.
Τα αποτελέσματα από τον ενάμιση χρόνο λειτουργίας της Μονάδας φαίνονται ήδη. Όπως μου λέει η κα Σολδάτου, πριν αρχίσει τη λειτουργία της η Μονάδα, τα περιστατικά που εντοπίζονταν στο νοσοκομείο ήταν τρία με τέσσερα τον χρόνο. Ενώ μόνο το 2019, μετά την εκπαίδευση του προσωπικού του νοσοκομείο και τη λειτουργία της μονάδας, έχουν εντοπιστεί 60 περιστατικά. Η μεγάλη διαφορά φυσικά δεν σημαίνει ότι αυξήθηκαν τα περιστατικά κακοποίησης ή παραμέλησης. Απλά άρχισαν πλέον να τα βλέπουν και να κάνουν κάτι γι’ αυτό.
Τι είναι η χαμένη ευκαιρία
Όπως μου εξηγεί η κα Σολδάτου, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, ένα στα τρία από τα παιδιά που φτάνουν στο νοσοκομείο με σοβαρή κάκωση, είχε προηγουμένως εξεταστεί από κάποιο γιατρό, είχε δει μια μελανιά και την είχε παραβλέψει.
Αυτή είναι χοντρικά η χαμένη ευκαιρία στα κακοποιημένα παιδιά. Η μελανιά που αγνοήθηκε, η παρέμβαση που δεν έγινε για να σταματήσει το κακό εν τη γενέσει του. Και δεν μιλάμε για τις περιπτώσεις που η υπόθεση έχει ήδη φτάσει στον εισαγγελέα, μιλάμε για τις περιπτώσεις που ακόμη είναι άγνωστη στο σύστημα και κάποιος γιατρός είδε κάτι ύποπτο και το παρέβλεψε.
«Για οποιαδήποτε κατάσταση έρθει το παιδί στο νοσοκομείο, όλοι θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση. Έστω ότι έρθει για έναν πυρετό και δει ο γιατρός ότι δεν κουνάει το ποδαράκι του, ή του πάρει την πίεση η νοσηλεύτρια και δει μελανιές», λέει η κα Σολδάτου. Φυσικά για να γίνει αυτό, εκπαιδεύτηκαν ειδικά γιατροί και νοσηλευτές ώστε να μην αφήνουν τέτοια στοιχεία να χαθούν.
Όπως μου εξηγεί η κα Στάθη, το όλο εγχείρημα φυσικά δεν ξεκίνησε το 2018 που άρχισε να λειτουργεί η μονάδα, αλλά το 2016, όταν άρχισε η εκπαίδευση του προσωπικού του νοσοκομείου, φτιάχτηκε το πρωτόκολλο που πρέπει να ακολουθείται σε τέτοιες περιπτώσεις και ευαισθητοποιήθηκε όλος ο μηχανισμός για το θέμα της κακοποίησης του παιδιού.
Τα τέσσερα Α
Το όλο σύστημα για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των περιστατικών κακοποίησης παιδιών λειτουργεί πάνω στη βάση των τεσσάρων Α:
ανίχνευση
αξιολόγηση
αναγνώριση του προβλήματος και
αναφορά στις αρχές.
«Όλα ξεκινούν από τα επείγοντα», μου λέει η κα Στάθη. «Εδώ είναι πλέον εκπαιδευμένοι οι νοσηλευτές και οι γιατροί, για την ανίχνευση ύποπτων περιστατικών και στη συνέχεια υπάρχει πρωτόκολλο, μία διαδικασία με συγκεκριμένα βήματα για το τι πρέπει να γίνει. Δεν είναι πυρηνική φυσική, είναι αυτά που υπήρχαν αλλά δεν εφαρμοζόντουσαν γιατί κανείς δεν είχε μπει στη διαδικασία».
«Και ποια είναι αυτή η διαδικασία», ρωτάω.
«Όπως είπαμε, μπορεί το παιδί να έρθει για έναν άσχετο λόγο και να εντοπιστούν περίεργοι μώλωπες» μου εξηγεί η κα Σολδάτου. «Ενημερώνουμε τους γονείς ότι θα πρέπει να ελεγχθεί περαιτέρω το παιδί. Κάνουμε έναν εκτενή αιματολογικό έλεγχο, ελέγχουμε αν υπάρχουν άλλες κακώσεις τις οποίες δεν τις βλέπουμε και μετά, αν δεν εξηγούνται οι μελανιές από αυτά που μας λένε οι γονείς και από τον αιματολογικό έλεγχο του παιδιού, τους φέρνουμε εδώ και τους εξηγούμαι ότι αυτά που έχει το παιδί δεν εξηγούνται. Παίρνουμε ένα επιπλέον ιστορικό από τους γονείς -όχι μόνο για τους ίδιους αλλά και για το περιβάλλον του παιδιού, άλλους ανθρώπους που μπορεί να εμπλέκονται στη φροντίδα του. Αν κρίνουμε ότι χρειάζεται ενεργοποιείται ο μηχανισμός προστασίας του παιδιού (σ.σ. φτάνουμε στο στάδιο της αναφοράς δηλαδή) που περιλαμβάνει τον ιατροδικαστή. Ο ιατροδικαστής θα έρθει εδώ για να εξετάσει το παιδί, σε ένα χώρο δηλαδή που είναι φιλικός για το παιδί, ενώ αν το παιδί είναι μεγαλύτερης ηλικίας και μπορεί να μιλήσει θα το δει παιδοψυχίατρο του νοσοκομείου ώστε να καταλάβει γιατί το παιδί έχει αυτές τις μελανιές», μου εξηγεί.
Η παραμέληση είναι πιο συχνή από όσο νομίζουμε
Όση διάρκεια μιλάμε όμως, έχει κολλήσει στο μυαλό μου το εξής: μα πως είναι δυνατόν ένας γονιός να μην γνωρίζει ότι το παιδί του έχει κακοποιηθεί; Και όμως, όπως μου εξηγούν δεν είναι όλα άσπρο-μαύρο. Υπάρχουν γονείς που δουλεύουν πολύ και εμπλέκονται και άλλοι άνθρωποι στην ανατροφή των παιδιών, ή υπάρχουν πολλές περιπτώσεις τραυματισμών από παραμέληση που με τη σωστή ενημέρωση των γονέων θα είχε αποφευχθεί.
«Το σημαντικό είναι να μπαίνουμε πάντα στη λογική του να μη χάσουμε την ευκαιρία. Ακούμε κατά καιρούς στα Μέσα για παιδιά που παθαίνουν σοβαρά ατυχήματα και παιδιά που καταλήγουν. Αν αυτό το παιδί είχε έρθει εδώ στο νοσοκομείο, μπορεί να είχαμε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε αυτόν τον γονέα, που δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος ήθελε να κακοποιήσει το παιδί του, μπορεί η περίπτωση να εντάσσεται στο φάσμα της παραμέλησης. Γιατί κακοποίηση – παραμέληση είναι στην ίδια κατηγορία. Για εμένα συγκλονιστικό εύρημα από την έρευνα που έγινε πριν την ολοκλήρωση της μονάδας, ήταν το θέμα των εγκαυμάτων» λέει η κα Στάθη.
«Ναι, πολλά από τα εγκαύματα συμβαίνουν στα πλαίσια της παραμέλησης ενήλικα», συμπληρώνει η κα Σολδάτου. «Για παράδειγμα, εάν σετάρεις τον θερμοσίφωνα στους 50 βαθμούς δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά πίστεψε με, πολλοί από τους θερμοσίφωνες που έχουμε στα σπίτια μας είναι σεταρισμένοι σε υψηλότερες θερμοκρασίες, 60,80. Σε αυτές τις θερμοκρασίες το δέρμα το μικρών παιδιών καίγεται πολύ εύκολα. Αν όμως σετάρουμε τον θερμοσίφωνα στους 50 βαθμούς, ακόμα κι αν αλλάξει απότομα η θερμοκρασία του νερού, θέλει πολλά λεπτά για να καεί το παιδί και εκείνο θα προλάβει να αντιδράσει. Μια ακόμα συχνή αιτία εγκαυμάτων των παιδιών είναι τα ζεστά ροφήματα. Και εδώ έχουμε παρατηρήσει ότι άνθρωποι που έχουν μικρά παιδιά θέλουν μια βοήθεια να κατανοήσουν ότι δεν πρέπει να αφήνουμε τον καφέ μας σε ένα χαμηλό τραπέζι, με ένα νήπιο να περιφέρεται γύρω του. Επίσης δεν πρέπει να αφήνουν καυτές συσκευές εκτεθειμένες -το σίδερο, την τοστιέρα, τον βραστήρα. Βλέπουμε πολλά εγκαύματα από βραστήρα. Μια άλλη πρακτική συμβουλή είναι να μαγειρεύουν πάντα στα πίσω μάτια, γιατί στα μπροστινά μάτια μπορεί να φτάσει το παιδί το χερούλι της κατσαρόλας και να την ρίξει πάνω του. Μπορούν να συμβούν πολλά πράγματα που θα πρέπει να είναι στο μυαλό των γονιών, όπως είναι το να βάλεις τη ζώνη όταν μπαίνεις στο αυτοκίνητο. Και σε κάθε περίπτωση, σκοπός μας δεν είναι να απομακρύνουμε το παιδί από την οικογένεια του. Ο στόχος είναι να βρούμε τι πρόβλημα υπάρχει, είτε αυτό είναι εντός οικογένειας είτε εκτός οικογένειας, έτσι ώστε το παιδί όταν γυρίσεις στο σπίτι του και να μην ξανά πάθει το ίδιο πράγμα και έρθει ξανά στο νοσοκομείο στην ίδια ή χειρότερη κατάσταση».
Η σεξουαλική κακοποίηση
Ανάμεσα στα περιστατικά που έχουν εντοπιστεί από το νοσοκομείο είναι και ακόμα πιο σοβαρά από τα παραπάνω, όπως η σεξουαλική κακοποίηση. «Αρχικά ως νοσοκομείο ασχοληθήκαμε με το θέμα της κακοποίησης υπό την μορφή του τραύματος. Αναπόφευκτα όμως, μετά από τόσες περιπτώσεις, έρχεσαι αντιμέτωπος και με περιπτώσεις σεξουαλικής βίας. Στο νοσοκομείο φτάνουν κυρίως οι βαριές περιπτώσεις, παιδιά που έχουν τραυματισμούς που σχετίζονται με την σεξουαλική κακοποίηση ή παιδιά που έχουν σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα», μου λέει η κα Σολδάτου.
ΕΛΙΖΑ
Ζητώντας της να θυμηθεί ένα περιστατικό που τη συγκλόνισε, μου μίλησε για ένα κορίτσι στην προεφηβεία, που είχε νοσηλευτεί λέγοντας ότι πονάει. Οι γιατροί δεν βρήκαν κάτι οργανικό που να δικαιολογεί τον πόνο και μετά από ψυχιατρική εξέταση διαπιστώθηκε ότι υπήρχε ψυχική επιβάρυνση, που είχε εκδηλωθεί ως ψυχοσωματικός πόνος. Ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός επιτήρησης του παιδιού, αλλά δυστυχώς δεν λειτούργησε σωστά. «Αυτό που δεν έγινε σωστά, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος ήταν η ενίσχυση και η φροντίδα του παιδιού στο σπίτι του, εφόσον είχε φύγει από το νοσοκομείο. Το αποτέλεσμα ήταν ένα χρόνο μετά να έρθει ξανά, σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Όπως καταλαβαίνετε, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη μία εγκυμοσύνη σε ένα παιδί κάτω των 15 που δεν είναι αναπτυξιακά έτοιμο. Οι γυναικολόγοι που συνεργαζόμαστε λένε ότι είναι σαν το βάζεις μια σφαίρα στο κεφάλι του παιδιού. Και να ξέρετε ότι κάθε σεξουαλική επαφή σε παιδιά κάτω των 15 θεωρείται σεξουαλική κακοποίηση ειδικά όταν προκύψει και εγκυμοσύνη».
Το follow up
«Γι’ αυτό και ένας δικός μας στόχος για την επόμενη τριετία είναι να ενισχύσουμε το κομμάτι που λέγεται follow up», συμπληρώνει η κα Στάθη. Να υπάρχει δηλαδή επανεξέταση του κάθε περιστατικού. «Η όλη ιστορία του ΕΛΙΖΑ ξεκίνησε από την μικρή Ελίζα στην Αμερική, που κατέληξε να κακοποιηθεί μέχρι θανάτου επειδή ακριβώς έγινε λάθος το follow up. Έδωσαν το παιδί στη μητέρα του αφού πέθανε ο μπαμπάς, η μητέρα έχει ξαναπέσει στα ναρκωτικά, με αποτέλεσμα να το σκοτώσει στο ξύλο. Η ιστορία της Ελίζας στάθηκε αφορμή για να προστεθεί ένας καινούριος νόμος, ο νόμος της Ελίζας, που αφορά στην ευθύνη των κοινωνικών υπηρεσιών σε αυτό που λέγεται follow up, την επανεξέταση του κάθε περιστατικού. Αυτό είναι κάτι που θέλουμε να το κάνουμε και εμείς σε σχέση με τα παιδιά που περνάνε από τη μονάδα. Να μπορεί κάποιος να παρακολουθεί αυτό το παιδί και να βλέπει τι έχει συμβεί, αν χρειάζεται βοήθεια, οτιδήποτε. Και εδώ χρειαζόμαστε τη στήριξη της Πολιτείας. Υπάρχουν νόμοι που πρέπει να αλλάξουν, διαδικασίες που πρέπει να προστεθούν και εδώ εντοπίζουμε ένα σημαντικό κενό».
Στα επόμενα βήματα του ΕΛΙΖΑ είναι επίσης να ανοίξουν αντίστοιχες μονάδες όπως αυτή που υπάρχει στο Παίδων και σε άλλες παιδιατρικές κλινικές -συνολικά υπάρχουν 12 στην Ελλάδα. Ήδη αναμένεται να ανοίξει μια ακόμα μέσα στο 2020 στο Αττικόν. «Πρέπει να υπάρχει ένα επίπεδο φροντίδας για όλα τα παιδιά. Δεν γίνεται ένα παιδί να έρχεται εδώ και να έχει ένα Α επίπεδο φροντίδας και να πάει στο νοσοκομείο μιας άλλης πόλης και να μην έχει την ίδια φροντίδα. Είναι άδικο και για την οικογένεια και για το παιδί», συμπληρώνει η κα Σολδάτου.
Τι να κάνουν οι πολίτες
Στο πλαίσιο της προσπάθειας ευαισθητοποίηση για το θέμα της παιδικής κακοποίησης, το ΕΛΙΖΑ έχει κάνει ειδική εκπαίδευση και σε αστυνομικούς, σε δικαστές, σε δασκάλους και σε νηπιαγωγούς. «Για να αλλάξει το σύστημα, πρέπει να επικεντρωθούμε και στους υπόλοιπους κρίκους της αλυσίδας, όχι μόνο στο προσωπικό των νοσοκομείων», εξηγεί η κα Στάθη. «Ένας γιατρός δεν μπορεί να κάνει όλη τη διαφορά στην κοινωνία. Ήμασταν μάρτυρες πρόσφατα σε ένα περιστατικό στην Ερμού, με ένα τρίχρονο που επαιτούσε. Η μητέρα του ήταν απέναντι και εκείνο ήταν ανάμεσα στον κόσμο, χωρίς να του δίνει κανείς σημασία. Λες και ήταν σκουπίδι. Εκεί θύμωσα πάρα πολύ και σκέφτηκα ότι δεν έχουμε κάνει ακόμα αρκετά».
«Άρα τι κάνουμε; Τι μπορεί να κάνει ο κάθε πολίτης ξεχωριστά;», ρωτάω.
«Να ενδιαφερθεί για αυτό που ακούει και βλέπει. Ως πολίτης, δεν είναι η δουλειά μου να πω ότι το παιδί έχει κακοποιηθεί. Αυτό είναι δουλειά του δικαστή. Αυτό που είναι υποχρέωσή μας όμως είναι να πούμε τι ακούσαμε και τι είδαμε. Αν δω έναν παππού να αγγίζει ένα παιδί στην ευαίσθητη περιοχή και βλέπω ένα παιδί τρομαγμένο, δεν μπορώ να λέω ότι δεν ξέρω τι είδα. Υπάρχουν εθνικές γραμμές, υπάρχει ο Συνήγορος του Παιδιού που μπορούμε να τα δηλώσουμε όλα αυτά. Δεν γίνεται να ακούμε ότι ένα ολόκληρο χωριό ήξερε και κανείς δεν μιλούσε».
Πηγή: HuffingotnPost
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου