Η κοινή επιμέλεια, η εναλλασσόμενη κατοικία και επιμέλεια, τα δικαιώματα των παιδιών με επίκεντρο το ίδιο το συμφέρον τους μετά τον χωρισμό ή το διαζύγιο των γονέων τους ήταν τα θέματα που συζητήθηκαν στο διεθνές συνέδριο του Μηχανισμού Συμβολής στη Σταθερότητα και την Ειρήνη της ΕΕ (ICSP) που έλαβε χώρα στο Συμβούλιο της Ευρώπης (22-23 Νοεμβρίου 2018) στο πλαίσιο της κοινωνικής δικαιοσύνης και των δικαιωμάτων του παιδιού.
Υπό την αιγίδα της αναπληρώτριας Γενικής Γραμματέως, Γ. Μπαϊτίνι-Ντραγκόνι, το συνέδριο, φέρνοντας σε επαφή διεθνούς φήμης εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένων δικαστών, καθηγητών νομικής, κοινωνιολόγων, ειδικών της δημόσιας υγείας και των εκπροσώπων των μεγάλων κυβερνήσεων και διεθνών δομών, επικεντρώθηκε στο πώς και οι δύο γονείς, ακόμη και μετά από ένα χωρισμό ή ένα διαζύγιο, πρέπει και μπορούν να διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο στη ζωή των παιδιών τους.
Μεγάλη έμφαση δόθηκε κατά τη διάρκεια του συνεδρίου στο θέμα της κατοικίας του παιδιού μετά τον χωρισμό ή διαζύγιο των γονιών του, όπου εξετάστηκαν οι μέχρι τώρα πρακτικές και τάσεις στις ευρωπαϊκές χώρες και συζητήθηκαν προτάσεις για πιο προσαρμοσμένες πρακτικές στο μέλλον, καθώς το θέμα αυτό απασχολεί ολοένα και περισσότερες χώρες στην ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Η μέχρι τώρα πρακτική και τάση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ορίζει μία κύρια κατοικία του παιδιού σε έναν από τους δύο γονείς, συνήθως τη μητέρα, με δικαίωμα επίσκεψης του πατέρα δύο μέρες κάθε δεκαπενθήμερο. Αυτή η πρακτική έχει αρχίσει να αλλάζει στις σκανδιναβικές χώρες, το Βέλγιο και τη Γαλλία όπου σε μερικές περιπτώσεις έχουν κατατεθεί νέες προτάσεις νόμου και σε άλλες, έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται η κοινή/εναλλασσόμενη επιμέλεια και κατοικία του παιδιού, όπου το παιδί έχει δύο κύριες κατοικίες (time sharing), δηλαδή μία κατοικία ανά γονέα και περνάει εναλλάξ ισάξιο χρόνο με την μητέρα και με τον πατέρα του.
Σημειώνεται ότι η Διεθνής Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (ΔΣΔΠ) προβλέπει τη δυνατότητα τα παιδιά να μπορούν να συνεχίσουν τις σχέσεις του ισάξια και ισοδύναμα και με τους δύο γονείς ορίζοντας το δικαίωμα διατήρησης των τακτικών σχέσεων και με τους δύο γονείς ως εξής:
"Το δικαίωμα ενός παιδιού που χωρίζεται από έναν ή και από τους δύο γονείς να διατηρεί τακτικές προσωπικές σχέσεις και άμεση επαφή με τους δύο γονείς, εκτός αν είναι αντίθετο προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού."
Επιπλέον, πρόσφατες μελέτες δείχνουν σαφώς ότι η διαρκής σχέση των παιδιών και με τους δύο γονείς είναι ευεργετική, ανεξαρτήτως ηλικίας και της κατάστασής τους, οι οποίες, σε συνδυασμό με τη ΔΣΔΠ αλλά και την εξέλιξη της κοινωνίας, εγείρουν ερωτήματα σχετικά με την ανάγκη για μεταρρύθμιση των πρακτικών και των νόμων που αφορούν τα παιδιά που ζουν ρυθμίσεις μετά τη θραύση του γονεϊκού ζεύγους, τη βελτίωση, την ευημερία και την ανάπτυξή τους, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον και μόνο το συμφέρον των παιδιών.
Το δικαίωμα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία σε καταστάσεις γονικού διαχωρισμού, που αναφέρονται στο άρθρο 9-1 της Σύμβασης:
"Τα συμβαλλόμενα κράτη εξασφαλίζουν ότι το παιδί δεν διαχωρίζεται από τους γονείς του κατά της θέλησής του, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν, υπό τον δικαστικό έλεγχο και σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και διαδικασίες, ότι ο διαχωρισμός αυτός είναι αναγκαίος προς το συμφέρον του παιδιού."
Στην πραγματικότητα, αναφέρθηκε στο συνέδριο ότι η έρευνα στην ψυχολογία δείχνει ότι δεν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ της προσκόλλησης στον πατέρα και εκείνης στη μητέρα και ότι τα παιδιά έχουν προδιάθεση να οικοδομούν και να απολαμβάνουν πολλαπλές σχέσεις προσκόλλησης. Ο κύριος παράγοντας που εξηγεί τις διαφορές είναι ο χρόνος που αφιερώνεται στην αλληλεπίδραση με το παιδί: όσο περισσότερο ο γονέας ασχολείται με τη φροντίδα του μωρού, τόσο πιο ευαίσθητος και ανταποκρινόμενος είναι, και αντιστρόφως. Δεδομένου ότι τα παιδιά έχουν δημιουργήσει σημαντικές σχέσεις και με τους δύο γονείς, πρέπει να έχουν μια προϋπόθεση κατοικίας που τους επιτρέπει να διατηρήσουν ή να ανοικοδομήσουν αυτές τις σχέσεις μετά την διακοπή του γονικού ζευγαριού.
Έρευνα στη Σουηδία δείχνει ότι τα μικρά παιδιά (ηλικίας 3-5 ετών) που ζουν σε ισότιμη εναλλασσόμενη κατοικία έχουν ένα επίπεδο ευημερίας ισοδύναμο με εκείνο των παιδιών των ενωμένων ζευγαριών. Από την άλλη πλευρά, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν ένα υψηλότερο επίπεδο ψυχολογικών προβλημάτων στα παιδιά που ζουν κυρίως με έναν μόνο γονέα. Παρόμοια αποτελέσματα παρουσιάζονται με τους εφήβους ηλικίας 12-15 ετών. Μια μελέτη που διεξήχθη με 5.000 έφηβους ηλικίας 10-18 επιβεβαιώνει και διευκρινίζει ότι ούτε τα παιδιά σε εναλλασσόμενη κατοικία, ούτε οι γονείς τους, βρίσκονται σε μειονεκτική θέση ή αμηχανία από το γεγονός ότι αλλάζουν συχνά τον τόπο διαμονής τους.
Σχετικά με την Ελλάδα, τοποθετήθηκε στο συνέδριο ο νομικός Οικογενειακού Δικαίου, δρ Κωνσταντίνος Δεμερτζής, αναφέροντας, εν πρώτοις, απόσπασμα του αστικού κώδικα, βάσει του οποίου το Δικαστήριο αποφασίζει, σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις, σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να ασκηθεί (Ελληνικός Αστικός Κώδικας, άρθρο. 1511).
Πιο συγκεκριμένα, σε περιπτώσεις διαζυγίου, ο Ελληνικός Αστικός Κώδικας (Άρθρο. 1513) προβλέπει από το 1983 ότι η άσκηση της γονικής μέριμνας μπορεί να ανατεθεί στον ίδιο γονέα ή, εφόσον συμφωνούν, να διορίζει ταυτόχρονα τον τόπο κατοικίας του παιδιού και στους δύο από κοινού. Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά, ειδικά μπορεί να μοιράσει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων ή να την αναθέσει σε κάποιο άλλο πρόσωπο.
Σύμφωνα πάντως με τον δρα Δεμερτζή, στην περίπτωση της Ελλάδας, το οικογενειακό σύστημα που εφαρμόζεται ακολουθεί την εξίσωση ότι το συμφέρον του παιδιού έγκειται στη μονογονεϊκή φύλαξη/κηδεμονία του παιδιού και ότι οποιαδήποτε άλλη πρόταση, προς ένα πιο δίκαιο και βιώσιμο σύστημα διατήρησης των δύο γονέων μετά το χωρισμό των γονέων, θεωρείται ένας "επικίνδυνος πειραματισμός".
«Το σκληροπυρηνικό άκαμπτο και αμείλικτο μονογονεϊκό οικογενειακό σύστημα, το οποίο εφαρμόζεται στην Ελλάδα, προκαλεί πάντα έντονη δυστυχία σε πολλές περιπτώσεις, [..] αλλά οι υποστηρικτές τους αισθάνονται ελεύθεροι να προσποιούνται ότι είναι "το καλύτερο σύστημα μεταξύ των καλύτερων δυνατών συστημάτων. Αντίστοιχα, η κοινή επιμέλεια θεωρείται ως εξωγήινη απειλή για μια καθιερωμένη κανονικότητα», δήλωσε.
Επιπλέον, ο δρ Δεμερτζής, πιστεύει πως ενάντια στην κατάσταση αυτή, η αντίσταση στις προτάσεις κοινής επιμέλειας ή εναλλασσόμενης κατοικίας, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί απλά και μόνο αναφέροντας «μελέτες» που απέδειξαν ότι, στο εξωτερικό, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, η κοινή επιμέλεια είναι πιο επωφελής για τα παιδιά από την αποκλειστική επιμέλεια. Πολύ περισσότερο χρειάζονται δύο πράγματα, είπε:
(α) Μια τολμηρή δογματική αποδόμηση του πλέον επικρατούμενου σκληροπυρηνικού οικογενειακού συστήματος.
(β) Υπάρχει «η πιθανότητα να υπάρξει κοινή επιμέλεια», δηλαδή να εφαρμοστεί στην πρακτική, να δοκιμαστεί, να συζητηθεί, να επιτύχει.
«Η μόνη ευκαιρία για ένα κοινό σύστημα που πρέπει να εφαρμοστεί είναι η διεθνής ρύθμιση. Αυτό που φαίνεται να είναι "εθνικές συνήθειες", στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι παρά μόνο λόμπι, που υποκαθιστούν κάθε εθνική δυνατότητα σε ένα πιο δίκαιο, λειτουργικό και επαρκές οικογενειακό σύστημα, καταρχήν παρακωλύοντας κάθε σοβαρή προσπάθεια προς μια κοινή νοοτροπία γονέων», τόνισε.
Ωστόσο, υπογράμμισε πως έχουν υπάρξει κάποιες πρώτες ηλιαχτίδες περιπτώσεων κοινής επιμέλειας με προτροπή δικαστών βάσει του αστικού κώδικα, οι οποίες όμως παραμένουν μεμονωμένες περιπτώσεις εξαίρεσης στον κανόνα.
Πηγή: dikaiologitika
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου