«Η μητέρα της 14χρονης καταγγέλλει ότι αντί τα δύο παιδιά της να τα πάνε καλύτερα μέσα στη δομή, τα πηγαίνουν χειρότερα απ’ ό,τι πριν ζητήσουν προστασία από την Πολιτεία». Ο Όθωνας Παπαδόπουλος, δικηγόρος της μητέρας της ανήλικης που διέμενε σε μονάδα παιδικής προστασίας στη Νέα Σμύρνη και φέρεται να έπεσε θύμα μαστροπείας, θέτει -μιλώντας στην «Κ»- ερωτηματικά για το πλαίσιο λειτουργίας της μονάδας όπου φιλοξενείται η 14χρονη αλλά και η 16χρονη αδερφή της.
Όπως προσθέτει ο ποινικολόγος, η μητέρα τεσσάρων συνολικά κοριτσιών είχε δεχθεί έντονη βία από τον πρώην σύζυγο της και αναγκάστηκε να απευθυνθεί σε εισαγγελέα ώστε να φροντιστούν τα παιδιά της από την Πολιτεία, μιας και η ίδια αδυνατούσε να το κάνει. Έτσι, τα δύο κορίτσια κατέληξαν στη δομή της Νέας Σμύρνης και τα άλλα δύο σε διαφορετική κρατική δομή. Μόλις η υπόθεση της Νέας Σμύρνης είδε το φως της δημοσιότητας, η μητέρα έμαθε πως η 14χρονη κόρη της είχε διαφύγει πάνω από 50 φορές από τη δομή. «Σχεδόν όλες τις φορές, η 14χρονη έφευγε μεσημέρι και επέστρεφε το άλλο πρωί. Ούτε η 16χρονη είχε όμως -σύμφωνα με τη μητέρα- καλή εποπτεία. Σκεφτείτε, πως τον περασμένο Σεπτέμβριο, είχε εξαφανιστεί για τρεις ολόκληρες εβδομάδες».
Η υπόθεση άρχισε να ξετυλίγεται στις αρχές της εβδομάδας όταν και έγινε γνωστό ότι η έφηβη είχε συνάψει σχέση με έναν 29χρονο, φερόμενο ως μαστροπό της, ο οποίος γνώρισε την ανήλικη σε έναν πρώην τρόφιμο της «Κιβωτού του Κόσμου» που φέρεται να μαγνητοσκοπούσε με το κινητό του τηλέφωνο τις γενετήσιες πράξεις με την 14χρονη, ενώ σε ξενοδοχείο του Μεταξουργείου παρευρέθηκε και ένας τρίτος άνδρας. Η Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας, άσκησε ποινική δίωξη κατά των τριών ανδρών, κατά περίπτωση, για μαστροπεία, γενετήσιες πράξεις με ανήλικο και παιδική πορνογραφία. Mετά τις απολογίες τους, οι δύο πρώτοι κρίθηκαν προφυλακιστέοι.
Το χρόνιο πρόβλημα των φυγών
Τα προβλήματα στη εν λόγω κρατική δομή -που είναι σε λειτουργία από το 1932- φαίνεται να ξεκινούν το 2012, όταν και αποκτά μία πολύ συγκεκριμένη αποστολή: «τη φιλοξενία κοριτσιών ηλικίας 12-18 ετών που έχουν ανάγκη ασφαλούς περιβάλλοντος, κοινωνικής φροντίδας, προστασίας και αποκατάστασης». Αστυνομικοί είπαν στην «Κ» ότι ήδη από εκείνη τη χρονιά ξεκινούν να αναφέρονται στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής φυγές των κοριτσιών από τη μονάδα, οι οποίες θεωρούνται «εκούσιες» και διαρκούν από κάποιες ώρες έως και αρκετές ημέρες. «Τις καθημερινές είναι ολιγόωρες, αλλά τα Σαββατοκύριακα κρατούν όλο το διήμερο», σημειώνουν.
Ο Παναγιώτης Γιατζίδης, Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής, Υγείας και Αλληλεγγύης στον δήμο Νέας Σμύρνης ανέφερε στην «Κ» πως το τελευταίο διάστημα όλο και αυξάνονταν τα missing alert, δηλαδή οι ειδοποιήσεις του στέλνει το «Χαμόγελο του Παιδιού» όταν ένα παιδί δηλώνεται δημοσίως ως εξαφανισμένο. Σύμφωνα με τον Κώστα Γιαννόπουλο, πρόεδρο του «Χαμόγελου του Παιδιού», «μέσα σε έναν χρόνο, εκδώσαμε για τη συγκεκριμένη μονάδα τέσσερα missing alert μέσα από εισαγγελικές εντολές».
Ο κ. Γιατζίδης περιγράφει το τεράστιο κτίριο όπου φιλοξενείται η μονάδα σαν έναν χώρο με πολύ κλειστό προφίλ στην τοπική κοινωνία που όμως «λειτουργεί σαν ελεύθερη δομή». «Πάνε, κοιμούνται, ανοίγουν την πόρτα και φεύγουν» λέει χαρακτηριστικά για τα λίγα παιδιά που φιλοξενούνται πλέον εκεί, μόλις 13 στον αριθμό.
Σε αυτό το πλαίσιο και δεδομένου ότι η κατάσταση άρχισε να θεωρείται ανησυχητική, ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο έρευνα από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», κορίτσια που είχαν διαφύγει το προηγούμενο διάστημα από τη δομή, συμπεριλαμβανομένης και της 14χρονης, μίλησαν στους αστυνομικούς χωρίς καμία να δηλώνει δυσαρεστημένη με τη μονάδα. Οι απαντήσεις τους περιγράφονται ως τυπικές και «σφιγμένες» όταν οι ερωτήσεις γίνονταν πιο συγκεκριμένες όσον αφορά στο πού πήγαιναν όταν έφευγαν από τη δομή. Οι ίδιες πηγές, αναφέρουν πως σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου τα παιδιά «το σκάνε» πολύ συχνά, με τη διαδικασία να καταλήγει πάντα «αυτοματοποιημένα» στο Α.Τ. της περιοχής, ευνοούνται οι συνθήκες για να θυματοποιηθούν τα ανήλικα κορίτσια.
«Με τόσο λίγα κορίτσια στη δομή, είναι σαν να έχεις μια μεγάλη πολύτεκνη οικογένεια» παρατηρεί από πλευράς της η Σοφία Κωνσταντέλια, πρώην πρόεδρος του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Αττικής, προσθέτοντας πως «θα έπρεπε, αν μη τι άλλο, να υπάρχουν στοιχειώδεις κανόνες που τηρούνται και να καλλιεργούνται σχέσεις εμπιστοσύνης με τα παιδιά». «Έχεις κορίτσια 12 και 13 χρονών που λείπουν για τρία συνεχόμενα βράδια. Πώς το επιτρέπεις;» διερωτάται.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της «Κ», η υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Δόμνα Μιχαηλίδου, ανέφερε πως στη συγκεκριμένη δομή και σύμφωνα με το σχετικό πρωτόκολλο, η συχνότητα και το πλαίσιο της εξόδου αποτελεί απόφαση του επιστημονικού συμβουλίου της εκάστοτε δομής και διαφέρει από παιδί σε παιδί, εφόσον λαμβάνονται υπόψη η ωριμότητα, η υπευθυνότητα και η ψυχολογική του κατάσταση. Τα παιδιά μπορούν να βγαίνουν 2-3 φορές την εβδομάδα για περίπου 2-3 ώρες, προκειμένου να κοινωνικοποιηθούν και να έχουν μια φυσιολογική ζωή. Τα παιδιά κάτω των 15 ετών συνοδεύονται πάντα στις εξόδους τους. Για τα έφηβα, άνω των 15 ετών, το επιστημονικό συμβούλιο αποφασίζει εάν θα βγουν με συνοδεία ή χωρίς, λαμβάνοντας υπόψη τα ατομικά χαρακτηριστικά της εφήβου. Σε περίπτωση εξόδου χωρίς συνοδεία, υπάρχει επικοινωνία και συμφωνία μεταξύ της εφήβου και των προσώπων αναφοράς της δομής για το πού θα είναι και πόση ώρα θα παραμένει εκτός δομής.
«Είναι χρήσιμο να διευκρινίσουμε ότι η συγκεκριμένη δομή δεν είναι ανοιχτή, με την έννοια ότι τα παιδιά διανυκτερεύουν μέσα στη δομή», σημειώνει η κ. Μιχαηλίδου και συνεχίζει:« Ωστόσο μια δομή παιδικής προστασίας η οποία μάλιστα φιλοξενεί έφηβες, δεν μπορεί να λειτουργεί ως φυλακή. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η απαγόρευση εξόδου ή η συνεχής επιτήρηση όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην εξισορρόπηση ενός ήδη τραυματισμένου ψυχισμού αλλά φέρνουν και τα αντίθετα αποτελέσματα. Στο παρελθόν, κάθε φορά που τα πρωτόκολλα των δομών προέβλεπαν σε ορισμένες περιπτώσεις αυστηρή φύλαξη και απαγόρευση εξόδων, οι αντιδράσεις των παιδιών ήταν έντονες και ακραίες, με απόπειρες αυτοτραυματισμού που έθεταν σε κίνδυνο τη σωματική τους υγεία. Γι’ αυτό, στις περιπτώσεις παιδιών με προβληματική συμπεριφορά, όπως η περίπτωση της 14χρονης, το σχετικό πρωτόκολλο προβλέπει ότι κάθε φορά που ένα παιδί δεν επιστρέφει στη δομή την συμφωνημένη ώρα να ενημερώνεται άμεσα η Αστυνομία η οποία σε συνεργασία με τους υπεύθυνους της δομής έχουν την ευθύνη του εντοπισμού του. Στη συγκεκριμένη δομή φιλοξενούνται έφηβες, κατόπιν εισαγγελικής εντολής, με βαθιά ψυχοσυναισθηματικά τραύματα, παιδιά δύσκολα στο χειρισμό τους που οι υπόλοιπες δομές δεν δέχονται να φιλοξενήσουν. Επιπλέον του προσωπικού της δομής, υπάρχει συνεργασία με εταιρεία φύλαξης. Σημειώνεται ότι για τη συγκεκριμένη δομή, η παρουσία προσώπων φύλαξης έχει αυξηθεί».
Οι καταγγελίες από το 2013 και η έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη
Ανατρέχοντας στο ιστορικό της δομής στη Νέα Σμύρνη διαπιστώνει κανείς ότι τα προβλήματα στη λειτουργία της είναι διαχρονικά και ποικίλα. Το 2013, έναν μόλις χρόνο αφότου ξεκίνησε να λειτουργεί ως μονάδα παιδικής προστασίας αμιγώς για έφηβα κορίτσια, τρεις κοπέλες προχώρησαν σε γραπτή καταγγελία ότι άνδρας εργαζόμενος στη μονάδα ως κοινωνικός λειτουργός ασελγούσε σε βάρος τους. «Η υπόθεση τελεσιδίκησε το 2018 και ο άνδρας αθωώθηκε. Σύμφωνα με την απόφαση, έπρεπε να επιστρέψει στην εργασία του. Επιλέξαμε να τον μεταφέρουμε σε δομή ενηλίκων, για ευνόητους λόγους» σημειώνει στην «Κ» η Σοφία Κωνσταντέλια.
Την ίδια χρονιά, ο Συνήγορος του Πολίτη λαμβάνει αναφορές από ανήλικες που διέμεναν στη μονάδα και ξεκινά έρευνα σε βάθος πενταετίας. Κλιμάκια της αρχής πραγματοποιούν επισκέψεις και επικοινωνίες με τα φιλοξενούμενα κορίτσια, μέλη της διοίκησης και του προσωπικού, ενώ παρακολουθούν τις παρεμβάσεις που γίνονται από διαφορετικές διοικήσεις, με στόχο την πρόληψη και την αποφυγή εντάσεων, φυγών και περιστατικών αποκλίνουσας συμπεριφοράς.
Το 2018, ο Συνήγορος κλείνει την έρευνά του και στέλνει σειρά προτάσεων στην τότε Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΚΠΠΑ και στον Γενικό Γραμματέα Πρόνοιας. Ανάμεσα στα προβλήματα που διαπιστώνει τότε η ανεξάρτητη αρχή, είναι πως το μέγεθος του κτιρίου, η ανομοιογένεια των φιλοξενούμενων και η σοβαρότητα των προβλημάτων τους, όπως και τα προβλήματα συνεργασίας του προσωπικού, προκαλούν δυσλειτουργία της μονάδας.
Ο Συνήγορος προτείνει τον διορισμό επιστημονικού διευθυντή, την ενίσχυση της στελέχωσης της κοινωνικής υπηρεσίας, τη βελτίωση της συνεργασίας και της συνοχής του προσωπικού και την επανεξέταση του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας σε συνεργασία με τα παιδιά. Την ίδια ώρα επισημαίνει την ανάγκη διασφάλισης επαρκούς και σταθερούς στελέχωσης, με στόχο την εξάλειψη του φαινομένου της συνεχούς εναλλαγής προσώπων.
Τέλος, η αρχή, σημειώνει πως είναι αναγκαίος ο συνολικός μετασχηματισμός της μονάδας, δεδομένης της σοβαρότητας και χρονιότητας των προβλημάτων, προτείνοντας τη σύσταση τριών μικρότερων μονάδων, δύο κατάλληλα στελεχωμένων στεγών για τη φιλοξενία και ποιοτική υποστήριξη εφήβων, αλλά και μιας στέγης υποστηριζόμενης διαβίωσης για κοπέλες που ενηλικιώνονται και δεν είναι ακόμα έτοιμες να ζήσουν μόνες τους.
Η πρόταση του Συνηγόρου ενσωματώθηκε στο πρόγραμμα αποϊδρυματοποίησης του φορέα. Όπως όμως λέει στην «Κ» η κ. Κωνσταντέλια, όταν η ίδια ζήτησε για τους υπεύθυνους του έργου, μεταπτυχιακού τίτλους και εμπειρία από εναλλακτικές δομές παιδικής φροντίδας, ο ΑΣΕΠ δεν έκανε δεκτό το προαπαιτούμενο και έτρεξε τον διαγωνισμό με τους κοινούς όρους μοριοδότησης. Επιπλέον, όπως τονίζει η ίδια, σε μονάδες όπως η συγκεκριμένη, δεν προβλέπεται το μέτρο της συνέντευξης ή άλλο μέτρο για την αξιολόγηση της προσωπικότητας εργαζομένων, οι οποίοι όμως καλούνται να συμβιώσουν στενά με τραυματισμένα παιδιά. «Αυτές οι δομές είναι “δύσκολες” γιατί απαιτούν κονδύλια ώστε να είναι σωστές και λειτουργικές και όσοι τις τρέχουν πρέπει να “ζητιανεύουν” διαρκώς πόρους. Γι’ αυτό και πάντα το προσωπικό πάει κι έρχεται, με τους εργαζόμενους να προέρχονται από κοινωφελή προγράμματα και με τις συμβάσεις τους να λήγουν μετά από κάποιο διάστημα» σημειώνει η πρώην πρόεδρος του ΚΚΠΠΑ.
Για το συγκεκριμένο θέμα, η κ. Μιχαηλίδου, απαντά πως όντως η διαδικασία πρόσληψης προσωπικού γίνεται μέσω ΑΣΕΠ, καθώς πρόκειται για δημόσια δομή και η διαδικασία δεν περιλαμβάνει το στάδιο της συνέντευξης. Σημειώνει όμως ότι όλοι οι εργαζόμενοι των δομών λαμβάνουν εκπαίδευση από τον φορέα και παρακολουθούν επιμορφωτικά σεμινάρια επί ειδικότερων ζητημάτων, όπως για παράδειγμα για ζητήματα κακοποίησης και εκμετάλλευσης, ενώ σχετικές εκπαιδεύσεις γίνονται και για τις ωφελούμενες.
Σύμφωνα με την κ. Μιχαηλίδου, το προσωπικό έχει αυξηθεί την τελευταία τετραετία και τα πρόσωπα παραμένουν σταθερά: «Το 2019 οι εργαζόμενοι ήταν 9 στον αριθμό και σήμερα είναι 15. Αντίστοιχα το 2019 η δομή φιλοξενούσε 22 κορίτσια, σήμερα τα μισά από αυτά έχουν βγει από τη δομή. Χάρη στην ενίσχυση της δομής με εξειδικευμένο προσωπικό, τα ευάλωτα κορίτσια, όπως και το συγκεκριμένο, λαμβάνουν υπηρεσίες και βοήθεια από ψυχίατρο και κοινωνικό λειτουργό. Η σύλληψη του παράνομου δικτύου κατέστη δυνατή χάρη στις ενέργειες του προσωπικού αλλά και στη σχέση εμπιστοσύνης που έχουν αναπτύξει με τα παιδιά, τα οποία μοιράστηκαν κρίσιμες πληροφορίες. Η ανάπτυξη σχέσης εμπιστοσύνης σαφώς, απαιτεί χρόνο».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου