Κριτική παιδικού θεάτρου - «Ασχημόπαπο» του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, στον πολιτιστικό χώρο Ακαδήμεια. Της ΜΑΡΙΑΣ-ΛΟΥΙΖΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Ολοι θυμόμαστε τη συγκινητική ιστορία του γκρίζου, νεογνού κύκνου που από κάποιο λάθος βρέθηκε στη φωλιά μιας πάπιας και τον κακομεταχειρίστηκαν άνθρωποι, ζώα και πουλερικά για την ασυνήθιστη και διαφορετική όψη του. Ενα από τα πιο ωραία παραμύθια του Δανού Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, που αφήνει το αποτύπωμά του στην καρδιά ενός παιδιού.
Το «ασχημόπαπο» που μεταμορφώνεται σε έναν πανέμορφο λευκό κύκνο δίνει ένα μάθημα σεβασμού στη διαφορετικότητα, αγγίζει και αφορά όλα τα παιδιά, μια και οποιαδήποτε στιγμή μπορούν να βρεθούν στη θέση του «ασχημόπαπου», «εξορισμένα» από το κοινωνικό σύνολο που τα περιβάλλει.
Το παραμύθι αυτό επέλεξε ο Δ. Σεϊτάνης να διασκευάσει και να παρουσιάσει στην Ακαδήμεια, τον καινούργιο πολιτιστικό χώρο που διαμόρφωσε στην Ακαδημία Πλάτωνος, μαζί με πολύ ενδιαφέροντες συνεργάτες από τον χώρο της εκπαίδευσης, του θεάτρου, του χορού... αφιερωμένο εξ ολοκλήρου στο θέατρο ανήλικων θεατών. Μια κίνηση σημαντική, καθώς καθιστά το παιδικό θέατρο αυτόνομο αντικείμενο έρευνας. Πλαισιώνεται επίσης από σεμινάρια για μικρούς και μεγάλους, άκρως ενδιαφέροντα και ποικίλα.
Ο Δ. Σεϊτάνης, μετά τους «Γιαπωνέζικους», τους «Ιταλικούς κήπους» και το «Χορεύοντας με τα χρώματα», που σηματοδότησαν τη στροφή του προς τις αναζητήσεις της διεθνούς σκηνής στο παιδικό θέατρο και στη χρήση των πολυμέσων, συνεχίζει και εδώ την έρευνα αυτή.
Μόνο που τώρα δεν βάζει το κέντρο βάρους στη διάδραση, αλλά στην αφήγηση του παραμυθιού, με όχημα τα πολυμέσα. Ενας μόνο ηθοποιός, ο Παναγιώτης Αλεξανδράκης, ενσαρκώνει όλα τα πρόσωπα του παραμυθιού: τον αφηγητή, την κλώσα πάπια, το φοβισμένο «ασχημοπαπάκι», τους διώκτες του, ενώ καίρια συνυπάρχει μαζί του στη σκηνή ο Χρήστος Κραβαριώτης με την κιθάρα και τους ήχους που παράγει.
Αυτό που πέτυχε ο Δ. Σεϊτάνης είναι να δημιουργήσει πολύ ευφάνταστες, απρόσμενες, έξυπνες εικόνες όχι μόνο με τη βοήθεια των γραφικών (Elsa Merci, Franchesco Michi) αλλά και με τα ιδιαίτερα αντικείμενα (Livia Cortesi, Ελένη Στρούλια) που αποτελούσαν τον σκηνικό διάκοσμο.
Οι εικόνες λειτουργούσαν υπαινικτικά, θυμίζοντάς μας πως το παιδικό θέατρο, ανάμεσα στα άλλα, καλλιεργεί την αισθητική αντίληψη του παιδιού και τη σχέση του με τη σύγχρονη τέχνη.
Αυτό όμως που δεν πέτυχε ο σκηνοθέτης στη συγκεκριμένη παράσταση είναι η σχέση θεατών/θεάματος. Οι θέσεις των θεατών ήταν απομακρυσμένες και διαγώνιες σε σχέση με την επιφάνεια προβολής, εν προκειμένω το πάτωμα της σκηνής. Ετσι οι προβολές έχαναν σε εντύπωση και δύναμη. Δημιουργήθηκε μια αίσθηση απόστασης, που ο ηθοποιός ενστικτωδώς προσπαθούσε να μειώσει, βάζοντας περισσότερη ενέργεια, μια προσπάθεια που έκανε το παίξιμό του αγχώδες και χωρίς ανάσες. Ως αποτέλεσμα, η παράσταση δεν σε άγγιζε όσο θα μπορούσε και κάπως κούραζε. Παρ' όλα αυτά, είναι μια διαφορετική, ενδιαφέρουσα και με εικαστική συνέπεια πρόταση.
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου