(Γράφει η Ε. ΦΡΥΣΙΡΑ, επίκουρη καθηγήτρια Κλινικής Γενετικής, Εργαστήριο Ιατρικής Γενετικής Παν. Αθηνών, Νοσ. Παίδων «Αγία Σοφία»)
Το σύνδρομο Prader-Willi (Ρ.W.) είναι μία νευρογενετική ανωμαλία, η οποία χαρακτηρίζεται από νεογνική και βρεφική υποτονία, κινητική και νοητική υστέρηση, υπογοναδισμό, υπερφαγία, παθολογική παχυσαρκία και ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά προσώπου, κυρίως στην παιδική ηλικία και στην εφηβεία. Η συχνότητά του είναι 1/25.000. Οι ασθενείς με Ρ.W. εμφανίζουν σύνθετα κλινικά συμπτώματα και ως εκ τούτου έχουν αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα.
Για την καλύτερη αντιμετώπιση των ασθενών αυτών απαιτείται έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση από ομάδα ατόμων πολλών ειδικοτήτων, όπως παιδοψυχίατρος, παιδοενδοκρινολόγος, κλινικός γενετιστής, ορθοπεδικός, εκπαιδευτικός ψυχολόγος, διαιτολόγος και κοινωνικός λειτουργός.
Στο 99% των ασθενών είναι δυνατό να διαπιστωθεί ο μοριακός μηχανισμός και να δοθεί η κατάλληλη γενετική συμβουλευτική στην οικογένεια. Τα γνωστά αίτια είναι τα ακόλουθα:
*De novo έλλειψη 15q11-q13 στο πατρικό χρωμόσωμα. Αφορά το 70% περίπου των περιπτώσεων και ο κίνδυνος επανάληψης είναι λιγότερος από 1%. Συνήθως δεν συστήνεται προγεννητικός έλεγχος, προσφέρεται όμως αν ζητηθεί για καθησυχασμό της οικογένειας. Ο έλεγχος του εμβρύου μπορεί να γίνει με τη μελέτη πολυμορφισμών από την υπεύθυνη περιοχή ή με την τεχνική FISH, χρησιμοποιώντας ανιχνευτές από την περιοχή του ελλείμματος.
*Μητρική μονογονεϊκή δισωμία. Ευθύνεται για το 25% περίπου των περιπτώσεων και ο κίνδυνος επανάληψης σε επόμενη κύηση είναι μικρότερος από 1%. Προγεννητικός έλεγχος για διαβεβαίωση της οικογένειας μπορεί να γίνει, ελέγχοντας με πολυμορφισμούς για μονογονεϊκή δισωμία του χρωμοσώματος 15.
*Μεταλλάξεις στην περιοχή αποτύπωσης. Συμβαίνουν στο κέντρο μεθυλίωσης, οδηγούν σε μη φυσιολογική μεθυλίωση και ευθύνονται για το 5% περίπου των περιπτώσεων συνδρόμου Prader-Willi.
Αναφέρεται ότι υπάρχει κίνδυνος επανάληψης, ο οποίος θεωρητικά μπορεί να είναι έως 50%, εάν π.χ. υπάρχει ανωμαλία στο κέντρο αποτύπωσης του φυσιολογικού πατέρα και οι 1ου βαθμού συγγενείς του πατέρα αυτού έχουν επίσης κίνδυνο να αποκτήσουν παιδιά ή εγγόνια με σύνδρομο Prader-Willi. Στις οικογένειες αυτές συστήνεται προγεννητικός έλεγχος για τη μελέτη του προτύπου μεθυλίωσης της υπεύθυνης περιοχής.
*Δομικές ανωμαλίες των χρωμοσωμάτων. Είναι σπάνιες και αφορούν λιγότερο από 1% των περιπτώσεων συνδρόμου Prader-Willi. Εάν πρόκειται για de novo χρωμοσωμική ανωμαλία, ο κίνδυνος επανάληψης είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Εάν η ανωμαλία είναι η κληρονομική από έναν από τους γονείς, ο κίνδυνος είναι έως και 50% και στις περιπτώσεις αυτές συστήνεται προγεννητικός έλεγχος.
Σωστή αντιμετώπιση των συμπτωμάτων των ατόμων με σύνδρομο Ρ.W. είναι σημαντική για την υγεία τους, τις λειτουργικές τους ικανότητες και την επιβίωσή τους. Απαραίτητη είναι η συστηματική παρακολούθησή τους καθ' όλο το 24ωρο, για να ελέγχονται οι συνέπειες από την υπερφαγία και τις εκρήξεις της συμπεριφοράς.
Περίπου το 90% των ατόμων με σύνδρομο Ρ.W. έχουν κοντό ανάστημα, το οποίο σχετίζεται με χαμηλά επίπεδα στο αίμα αυξητικής ορμόνης και IGF-1. Εχει τεκμηριωθεί ότι η ανταπόκριση στη χορήγηση αυξητικής ορμόνης είναι στα περισσότερα άτομα εξαιρετική. Οσον αφορά την ηλικία χορήγησης, υπάρχουν διαφορετικές απόψεις.
Ορισμένες μελέτες θεωρούν ότι η χορήγηση αυξητικής ορμόνης δυνητικά βελτιώνει τη μορφολογία του σώματος και του προσώπου στην παιδική αλλά και την ενήλικο ζωή, όπως επίσης και την κινητική ανάπτυξη στα βρέφη.
Θυρεοειδικές ορμόνες πρέπει να χορηγούνται και σε περιπτώσεις υποθυρεοειδισμού. Η παχυσαρκία είναι σταθερό εύρημα στα άτομα με Ρ.W. ιδίως μετά την ηλικία των 6 χρόνων. Είναι περισσότερο κεντρική, με λεπτότερα άνω και κάτω άκρα, και θεωρείται ο κύριος παράγοντας νοσηρότητας και θνητότητας.
Αποτέλεσμα της παχυσαρκίας είναι η καρδιοπνευμονική επιβάρυνση, όπως επίσης ο τύπος ΙΙ σακχαρώδη διαβήτη, η υπέρταση, η θρομβοφλεβίτιδα και το χρόνιο οίδημα των κάτω άκρων. Το 25% των παιδιών έχουν αυξημένα επίπεδα λιποπρωτεϊνών, χοληστερίνης και απολιποπρωτεΐνης Β.
Αποφρακτικού τύπου απνοϊκά επεισόδια κατά τη διάρκεια του ύπνου συμβαίνουν συχνά.
Η υπερφαγία φαίνεται ότι είναι υποθαλαμικής αιτιολογίας και καταλήγει σε έλλειψη της αίσθησης κορεσμού. Παρ' όλα αυτά, με την κατάλληλη διαιτητική αντιμετώπιση, η παχυσαρκία μπορεί να ελεγχθεί.
Ο υπογοναδισμός, ο οποίος παρατηρείται στα περισσότερα άτομα με Ρ.W. προέρχεται από τον υποθάλαμο και χαρακτηρίζεται από ανεπάρκεια γοναδοτροφινών, οιστρογόνων και τεστοστερόνης. Λόγω της φυσιολογικής υπόφυσης και των γονάδων, η ορμονική θεραπεία μπορεί να βελτιώσει τα δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου. Ο υπογοναδισμός προκαλεί καθυστέρηση ανάπτυξη της ήβης στα θήλεα και στα άρρενα. Στα θήλεα, η ανάπτυξη των μαστών είναι κανονική, αλλά υπάρχει αμηνόρροια ή ολιγομηνόρροια. Η σεξουαλική δραστηριότητα είναι ασυνήθης. Εχει αναφερθεί στη βιβλιογραφία ότι μόνο 2 άτομα (θήλεα) ήταν γόνιμα.
Από το μυοσκελετικό σύστημα παρατηρείται: 1) σκολίωση (σε οποιαδήποτε ηλικία), 2) κύφωση (συχνά στην εφηβική ηλικία και στην ενήλικο ζωή) και 3) οστεοπόρωση λόγω υπογοναδισμού, ανεπάρκειας αυξητικής ορμόνης, υποτονίας και μειωμένης δραστηριότητας.
Τέλος, υπάρχει αναπτυξιακή καθυστέρηση στην ομιλία και ήπια προς μέτρια νοητική υστέρηση.
Στην παιδική και εφηβική ηλικία παρατηρούνται διαταραχές συμπεριφοράς και εκρήξεις θυμού. Αληθή ψύχωση παρουσιάζει το 5-10% των ασθενών, ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται αισθητά όταν το Prader-Willi οφείλεται σε μονογονεϊκή δισωμία.
Η παχυσαρκία και τα προβλήματα, τα ψυχιατρικά και της συμπεριφοράς, παρεμποδίζουν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα ζωής αυτών των ατόμων τόσο κατά την εφηβεία όσο και κατά την ενηλικίωση. Λόγω της πολυπλοκότητας των κλινικών προβλημάτων απαιτείται έγκαιρη ιατρική και ψυχιατρική φροντίδα.
Πηγή : Σύνδρομο Prader-Willi, Ελευθεροτυπία, 23/2/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου