Τρίτη 29 Μαρτίου 2022

Η ζωή πίσω από τις κλειστές πόρτες των ιδρυμάτων

«Χωρίς εµάς θα βρισκόσουν στον δρόμο, πρέπει να μας είσαι ευγνώμων». Αυτά τα λόγια ηχούν ακόμα στα αυτιά της 22χρονης Ταξιαρχούλας Σπανού, που έζησε από τα δεκαέξι έως τα δεκαεννέα της χρόνια σε δομή παιδικής προστασίας. Τρία χρόνια μετά την οριστική της απομάκρυνση από το ίδρυμα έχει αποφασίσει να μοιραστεί την εμπειρία της, για να συνεισφέρει στον δημόσιο διάλογο σχετικά με την αποϊδρυματοποίηση.

«Μπήκα στο “σπίτι”, όπως επέμεναν να το αποκαλούμε, το καλοκαίρι πριν από τη Β΄ Λυκείου», διηγείται στην «Κ» η 22χρονη. «Τους παρέδωσα το κινητό μου, το οποίο κράτησαν κλειδωμένο έως την ενηλικίωσή μου και έτσι αποκόπηκα από όλους τους φίλους μου». Οι συμμαθήτριες της Ταξιαρχούλας την αναζητούν για καιρό, καθώς μοιραία αλλάζει γειτονιά. «Επρεπε πρώτα να τις γνωρίσει και να τις εγκρίνει η κοινωνική λειτουργός, επομένως μου επετράπη να τις συναντήσω ύστερα από μήνες στην προκαθορισμένη μου έξοδο, μία ανά τρεις εβδομάδες».

Αντίστοιχα, παρεμποδίζουν την επικοινωνία της και με συγγενείς. «Ηθελα πολύ να βλέπω τον παππού μου, ο οποίος ωστόσο δεν μπορούσε να μετακινηθεί και ζούσε μακριά», λέει η ίδια. «Τελικά μπόρεσα να τον συναντήσω, αφού ενηλικιώθηκα, ενώ στη διάρκεια της επίσκεψης με βομβάρδιζαν με τηλεφωνήματα, γιατί είχα ξεπεράσει το όριο των τριών ωρών της άδειας εξόδου μου». Η Ταξιαρχούλα δεν θα έχει ξανά την ευκαιρία να τον δει, αφού λίγο καιρό μετά ο παππούς της πέθανε. «Για οποιαδήποτε έξοδο από το κτίριο όφειλα να ζητήσω άδεια, ακριβώς όπως οι φυλακισμένοι», περιγράφει η ίδια το αίσθημα εγκλωβισμού που συναντάται σε παιδιά που μεγαλώνουν σε αντίστοιχες δομές.

Το δωμάτιο μοιράζονται τέσσερα έως έξι κορίτσια όλων των ηλικιών, «η λογική ήταν να σπάνε οι “κλίκες”». «Την ευθύνη της ανατροφής μας είχαν ορισμένες παιδαγωγοί, οι οποίες δεν είχαν καμία εκπαίδευση, λειτουργούσαν καθαρά με το ένστικτό τους» (σ.σ. για την πρόσληψη σε ιδιωτικά ιδρύματα δεν απαιτούνται συγκεκριμένα προσόντα). Οι εργαζόμενες χρησιμοποιούν συστηματικά ως παιδαγωγικό εργαλείο τις τιμωρίες, τις επονομαζόμενες «συνέπειες», για να συνετίσουν τα κορίτσια για να ακολουθήσουν τον δρόμο που εκείνες θεωρούν «καλό». Μια τιμωρία που χαράσσεται ανεξίτηλα στη μνήμη της 22χρονης αφορά τον μη εορτασμό των γενεθλίων της, όταν κλείνει τα δεκαοκτώ.

Πολλά παιδιά, κυρίως μικρότερων ηλικιών, προσκολλώνται στις παιδαγωγούς, οι οποίες εκδηλώνουν μεροληπτική συμπεριφορά απέναντί τους, κάνοντας εντέλει διακρίσεις μεταξύ των παιδιών. Η δομή έχει προβλέψει δύο θέσεις κοινωνικών λειτουργών, οι οποίες ωστόσο δεν επαρκούν βάσει του μεγάλου αριθμού των παιδιών. «Αλλοτε από κόπωση και άλλοτε επειδή διαφωνούσαν με τη διοίκηση οι εργαζόμενοι, κοινωνικοί λειτουργοί και παιδαγωγοί, παραιτούνταν. Ετσι, για παράδειγμα, στα τρία χρόνια που έμεινα γνώρισα τρεις τέσσερις κοινωνικούς λειτουργούς», σημειώνει η ίδια, «δύσκολο έως αδύνατον, επομένως, να δημιουργηθεί σχέση εμπιστοσύνης».

Βοήθεια στο διάβασμα προσφέρουν εθελοντές, οι οποίοι αναπόφευκτα συνδέονται συναισθηματικά με τα παιδιά. «Κάποιοι εξ αυτών, έχοντας πλέον μεγαλύτερη οικειότητα με τα παιδιά, διαπίστωναν κάποια κακώς κείμενα και τα μετέφεραν στη διοίκηση, η οποία επιμελώς τους απομάκρυνε», λέει η Ταξιαρχούλα. Ορισμένοι εξ αυτών, μάλιστα, ονειρεύονταν να γίνουν και ανάδοχοι γονείς τους…

Η υποτροφία

Για την ίδια η αναδοχή δεν αποτελεί επιλογή, καθώς είναι ήδη μεγάλη. Αλλωστε, η Ταξιαρχούλα μετράει αντίστροφα τις ημέρες μέχρι τις Πανελλαδικές. Οι βαθμοί της ήδη από την Α΄ Λυκείου είναι τόσο υψηλοί που της δίνεται υποτροφία την οποία προσφέρει ιδιωτικό σχολείο στον καλύτερο μαθητή του ιδρύματος. «Το σχολείο γίνεται η όαση της καθημερινότητάς μου», τονίζει. «Η πρώτη χρονιά ήταν δύσκολη ως προς την κοινωνικοποίηση, καθώς οι συμμαθητές με καλούσαν σε πάρτι και εξόδους, αλλά εγώ δεν μπορούσα να ακολουθήσω και επίσης ντρεπόμουν να πω ανοιχτά τον λόγο». Η δεύτερη χρονιά κυλάει πιο ομαλά, η Ταξιαρχούλα αποκτάει φίλους, στους οποίους ανοίγεται, ενώ ξεκινάει να δουλεύει με την ψυχολόγο του σχολείου, η οποία εξελίσσεται στο «πρόσωπο αναφοράς» που έως τότε απουσιάζει από τη ζωή της.

Η πορεία απελευθέρωσης της Ταξιαρχούλας στηρίχθηκε στην ευφυΐα, στην ευθυκρισία και την εργατικότητά της, καθώς πετυχαίνει στη σχολή προτίμησής της και έναν χρόνο αργότερα διαρρηγνύει τους δεσμούς με το ίδρυμα. Σήμερα δουλεύει και σπουδάζει ταυτόχρονα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, καθώς δεν προβλέπεται καμία στήριξη από την πολιτεία στα παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε δομές.

«Kατάφερα πέρυσι να υλοποιήσω ένα όνειρο που θεωρούσα άπιαστο, να πάω Erasmus», διηγείται με μάτια που λάμπουν. Η αντιπρόταση του ιδρύματος, που διαθέτει ακίνητη περιουσία, ήταν να τη φιλοξενεί σε διαμέρισμα ιδιόκτητης πολυκατοικίας του, χωρίς κουζίνα και χωρίς να της παραχωρούνται τα κλειδιά της εξώπορτας. «Αν έμενα, θα ήταν σαν να συνεχίζω την ιδρυματική ζωή», παραδέχεται η ίδια, που φιλοδοξεί να συνεχίσει τις σπουδές στην Κοινωνική Εργασία για να εξειδικευθεί στον τομέα της παιδικής προστασίας, που έμελλε να γνωρίσει εκ των έσω.

«Θυμάμαι ακόμα τις ημέρες που γινόταν ο έλεγχος, οι παιδαγωγοί μας ζητούσαν να τακτοποιήσουμε τα δωμάτια και να ντυθούμε καλά· όταν ο επιθεωρητής μας ρωτούσε αν περνάμε καλά, έπρεπε να απαντήσουμε καταφατικά».
«Να πάψουμε να είμαστε τα αόρατα παιδιά»

Το 2018 η Ταξιαρχούλα είναι η μοναδική που πετυχαίνει στις Πανελλαδικές από τη δομή της. «Το ίδρυμα τείνει να αποθαρρύνει τα παιδιά από τις εξετάσεις, διαρκώς υποτιμά τις δυνατότητές τους». Στην ίδια αρνείται τα θερινά μαθήματα πριν από τη Γ΄ Λυκείου, τα οποία προσφέρει δωρεάν το φροντιστήριο στην Ταξιαρχούλα, με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να ακολουθήσει το πρόγραμμα καλοκαιρινών διακοπών του ιδρύματος.

«Η δομή δεν προετοιμάζει τα παιδιά για την ενήλικη ζωή –όσα έχουν ζήσει όλη τους την έως τότε ζωή είναι μέσα–, δεν έχουν ποτέ ψωνίσει σε σούπερ μάρκετ, δεν ξέρουν τι είναι οι λογαριασμοί ΔΕΚΟ και άλλες απολύτως χρήσιμες έννοιες για να επιβιώσεις μόνος σου». Εμμέσως πλην σαφώς αφήνεται στους εφήβους να εννοηθεί ότι θα μπορούσαν να απασχοληθούν στο μέλλον στο ίδιο το ίδρυμα, καθώς πολλοί από τους εργαζομένους είναι πρώην «παιδιά του». 

«Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο εξάρτησης, αφού ως ενήλικες αντιλαμβάνονται ότι ελλείψει προσόντων ο μόνος που θα τους προσελάμβανε είναι και πάλι το ίδρυμα, τη γραμμή του οποίου ακολουθούν αναγκαστικά άκριτα». Οι έφηβοι των ιδρυμάτων βιώνουν ένα από τα παράδοξα της ιδρυματοποίησης: ονειρεύονται να ανοίξουν τα φτερά τους, δεν ξέρουν όμως να πετούν ούτε γνωρίζουν προς ποια κατεύθυνση να πάνε. 
Η Ταξιαρχούλα μίλησε για την προσωπική της εμπειρία στην εκδήλωση «Παιδική κακοποίηση στο άβατο των ιδρυμάτων», που διοργάνωσε η ομάδα «Δεσμοί καρδιάς – υποψήφιοι θετοί γονείς» παρουσία και της Συνηγόρου του Παιδιού. Για την 22χρονη, που σε λίγο καιρό αποφοιτά από το τμήμα Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, η δημόσια τοποθέτησή της αποτέλεσε ένα ιδιότυπο coming out. «Σε πολλούς φαινόμουν έως σήμερα μυστηριώδης, δεν καταλάβαιναν γιατί δεν ζω με τους γονείς μου ή γιατί δεν αναφερόμουν στο παρελθόν». Η ίδια ενθαρρύνει και άλλους ενήλικες που πέρασαν την παιδική ή την εφηβική τους ηλικία σε κάποιο ίδρυμα να μιλήσουν ανοιχτά για αυτό. «Πρέπει να πάψουμε να είμαστε τα αόρατα παιδιά», καταλήγει, «πρέπει να αναδείξουμε τα στρεβλά της ιδρυματοποίησης». 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου