Η αυτοτραυματική συμπεριφορά είναι μια από τις πιο καταστροφικές συμπεριφορές που επιδεικνύουν τα άτομα με αναπτυξιακές διαταραχές. Οι πιο συνηθισμένες μορφές αυτοτραυματικής συμπεριφοράς είναι: το χτύπημα του κεφαλιού, το δάγκωμα χεριών, το υπερβολικό τρίψιμο ή ξύσιμο. Υπάρχουν πολλές πιθανές αιτίες που ωθούν ένα άτομο σε τέτοιου είδους συμπεριφορές και σχετίζονται με βιοχημικούς μέχρι κοινωνικούς παράγοντες. Στο συγκεκριμένο άρθρο θα εξετάσουμε πολλούς από τους παράγοντες που θεωρούνται υπεύθυνοι για τις αυτοτραυματικές συμπεριφορές καθώς και τρόπους για να τις περιορίσουμε ή να τις εξαφανίσουμε.
Λειτουργική ανάλυση
Αρχικά, πρέπει να πραγματοποιηθεί λειτουργική ανάλυση της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς προκειμένου να υπάρχει λεπτομερής περιγραφή του τι ακριβώς κάνει το παιδί και να εντοπιστούν πιθανές σχέσεις ανάμεσα στις διάφορες μορφές συμπεριφοράς και το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού (Wacker, Northup & Lambert, 1997). Οι πληροφορίες που πρέπει να μας παρέχει μια λειτουργική ανάλυση είναι οι εξής: Ποιός ήταν παρόν; Τι έγινε πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την συμπεριφορά; Πότε έγινε; Πού έγινε; Ευελπιστούμε ότι οι απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις θα μας βοηθήσουν να ανακαλύψουμε τις αιτίες για την ανεπιθύμητη/αυτοτραυματική συμπεριφορά.
Πριν τη συλλογή των δεδομένων είναι πολύ σημαντικό να ορίσουμε/ οριοθετήσουμε τη συμπεριφορά που μας ενδιαφέρει. Η λειτουργική ανάλυση πρέπει να εστιάσει σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά (πχ δάγκωμα του καρπού) και όχι σε μια γενική κατηγορία (πχ αυτοτραυματικές συμπεριφορές). Αν συνδυάσετε διαφορετικούς τύπους αυτοτραυματικής συμπεριφοράς σε μια κατηγορία, τότε θα δυσκολευτείτε πολύ να βρείτε τους λόγους που ευθύνονται για την εκδήλωση της κάθε συμπεριφοράς. Για παράδειγμα, αν ένα παιδί δαγκώνει τον καρπό του και ξύνεται με μανία, ίσως υπάρχει διαφορετική αιτία για κάθε είδους συμπεριφοράς (Edelson, Taubman &Lovaas, 1983). Το δάγκωμα του καρπού μπορεί να πηγάζει από το άγχος/ ανησυχία, ενώ το συνεχές και έντονο ξύσιμο μπορεί να είναι τρόπος αυτοδιέγερσης. Κατά τη διάρκεια της συλλογής των στοιχείων, πρέπει να καταγραφούν βασικά χαρακτηριστικά της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς, όπως η συχνότητα, η διάρκεια και η σοβαρότητα. Η συλλογή δεδομένων θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης στοιχεία για το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού. Στο φυσικό περιβάλλον πρέπει να εξετάζονται: η τοποθεσία (πχ τάξη, καφετέρια, παιδική χαρά), ο φωτισμός (πχ φυσικός, φθορισμού, πυρακτώσεως) και οι ήχοι (πχ μηχανή για το κόψιμο του γκαζόν, φωνές άλλου παιδιού). Τα ονόματα (ή άλλοι κωδικοί) όλων των ατόμων στο περιβάλλον του παιδιού πρέπει να καταγράφονται πχ δάσκαλοι, γονείς, προσωπικό, επισκέπτες, μαθητές/πελάτες. Άλλοι παράγοντες που πρέπει να καταγράφονται είναι η ώρα της ημέρας και η μέρα της εβδομάδας.
Ψυχολογικές αιτίες για την εκδήλωση της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς.
Βιοχημικές.
Κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα επίπεδα συγκεκριμένων νευροδιαβιβαστών συνδέονται με συμπεριφορές αυτοτραυματισμού. Οι ενδορφίνες βήτα είναι ενδογενείς (σαν) οπιούχες ουσίες στον εγκέφαλο. Ο αυτοτραυματισμός μπορεί να αυξάνει την παραγωγή ή /και την απελευθέρωση ενδορφινών. Σαν αποτέλεσμα, το άτομο βιώνει μια κατάσταση που μοιάζει με την αναισθησία και, φαινομενικά, το άτομο δεν αισθάνεται πόνο όταν συμπεριφέρεται με αυτό τον τρόπο (Sandman et al., 1983). Επιπλέον, η απελευθέρωση των ενδορφινών μπορεί να παρέχουν στο άτομο ένα αίσθημα ευφορίας. Στοιχεία που υποστηρίζουν τη θεωρία αυτή προέρχονται από έρευνες κατά τις οποίες η χορήγηση φαρμάκων που εμποδίζουν την πρόσδεση στις θέσεις των οπιοειδών υποδοχέων (πχ ναλτρεξόνη και ναλοξόνη) διαπιστώθηκε ότι μειώνει επιτυχώς τις αυτο-τραυματισμές συμπεριφορές (Herman et al., 1989).
Έρευνες σε πειραματόζωα καθώς και έρευνες για τη χορήγηση φαρμάκων σε ανθρώπους, έχουν δείξει ότι χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης ή υψηλά επίπεδα ντοπαμίνης σχετίζονται με τον αυτοτραυματισμό (DiChiara et al., 1971; Mueller & Nyhan, 1982). Σε μια έρευνα σε ετερογενή πληθυσμό νοητικά καθυστερημένων ατόμων, οι Greenberg και Coleman (1976) χορήγησαν φάρμακα όπως η ρεσερπίνη και χλωροπρομαζίνη για να μειώσουν τα επίπεδα της σεροτονίνης. Οι ερευνητές παρατήρησαν μια δραματική αύξηση τόσο στην επιθετική συμπεριφορά των ατόμων, τόσο σε άλλους, όσο και στον ίδιο τους τον εαυτό. Φάρμακα που ανεβάζουν τα επίπεδα της ντοπαμίνης, όπως οι αμφεταμίνες και η απομορφίνη, έχουν δείξει ότι προκαλούν συμπεριφορές αυτοτραυματισμού (Mueller & Nyhan, 1982; Mueller et al, 1982). Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η έρευνα του Coleman (1994) σε μια ομάδων παιδιών με αυτισμό που είχαν χαμηλό επίπεδο ασβεστίου. Τα άτομα αυτά είχαν την τάση να περιάζουν/σπρώχνουν το μάτι τους. Mετά από τη χορήγηση ασβεστίου, η συμπεριφορά αυτή μειώθηκε σημαντικά, ενώ παράλληλα βελτιώθηκε και η γλωσσική λειτουργία τους.
Τι στοιχεία πρέπει να αναζητήσετε:
Όταν ο αυτοτραυματισμός σχετίζεται με κάποια βιοχημική ανωμαλία, μπορεί να υπάρχει πολύ μικρή ή και καθόλου σχέση της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς με το φυσικό/κοινωνικό περιβάλλον. Έτσι, η συμπεριφορά μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες τοποθεσίες και παρουσία διαφορετικών ατόμων. Ωστόσο, ο αυτοτραυματισμός μπορεί να συμβαίνει λιγότερο συχνά σε καταστάσεις στις οποίες η συμπεριφορά του ατόμου δεν είναι συμβατή με τον αυτοτραυματισμό, όπως πχ την ώρα του φαγητού, στο παιχνίδι ή όταν κάνει μια συγκεκριμένη δραστηριότητα.
Παρέμβαση:
Διατροφικές και ιατρικές παρεμβάσεις μπορούν να εφαρμοστούν προκειμένου να επανέλθει στο φυσιολογικό η βιοχημεία του ατόμου. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να μειωθούν οι σοβαρές μορφές συμπεριφοράς. Μολονότι φάρμακα χρησιμοποιούνται συχνά για την αύξηση των επιπέδων σεροτονίνης ή την μείωση των επιπέδων της ντοπαμίνης, το Autism Research Institute στο San Diego έχει πάρει αναφορές από εκατοντάδες γονείς που έδωσαν στα παιδιά τους βιταμίνη Β6, ασβέστιο ή/ και DMG και διαπίστωσαν δραματική μείωση ή ακόμα και πλήρη εξάλειψη των συμπεριφορών αυτοτραυματισμού. Γονείς επίσης έχουν αναφέρει μείωση των σοβαρών προβλημάτων συμπεριφοράς μικρό χρονικό διάστημα μετά από την έναρξη της συγκεκριμένης διατροφής/ δίαιτας, όπως πχ διατροφή χωρίς γλουτένη/κασεϊνη ή διατροφή που δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένες τροφές στις οποίες το παιδί δείχνει σημάδια αλλεργικής αντίδρασης.
Κρίσεις.
Οι συμπεριφορές αυτοτραυματισμού μπορεί να σχετίζονται επίσης και με κρίσεις στους μετωπιαίους και κροταφικούς λοβούς (Gedye, 1989; Gedye, 1992). Οι συμπεριφορές που σχετίζονται με κρίσεις περιλαμβάνουν: χτύπημα του κεφαλιού, χτύπημα των αφτιών ή/ και του κεφαλιού, δάγκωμα του χεριού, χτυπημα του πηγουνιού, γρατζούνισμα προσώπου ή χεριών και σε κάποιες περιπτώσεις και επαφή γονάτου- προσώπου. Καθώς αυτές οι συμπεριφορές είναι ακούσιες, κάποια άτομα αναζητούν μορφές αυτοπεριορισμού (πχ να έχουν τα χέρια τους δεμένα κάτω). Οι κρίσεις μπορεί να αρχίσουν ή να γίνουν πιο έντονες όταν το παιδί φτάσει στην εφηβεία, ενδεχομένως εξαιτίας των ορμονικών διαταραχών που συμβαίνουν στο σώμα του.
Τι στοιχεία πρέπει να αναζητήσετε:
Καθώς οι αυτοτραυματικές συμπεριφορές που προκαλούνται από κρίσεις είναι ακούσιες, είναι πιθανό να μην δοθεί η απαραίτητη προσοχή στη σχέση ανάμεσα στη συμπεριφορά και το περιβάλλον του ατόμου. Ωστόσο, καθώς το άγχος /στρες μπορεί να προκαλέσει κρίση, μπορεί να υπάρχει σχέση ανάμεσα σε στρεσογόνους παράγοντες/ γεγονότα στο περιβάλλον και αυτοτραυματικές συμπεριφορές. Αυτά τα γεγονότα/ παράγοντες μπορεί να περιλαμβάνουν υπερβολική σωματική διέγερση (πχ φωτισμός, θόρυβος) και/ ή έντονα κοινωνικά ερεθίσματα (πχ εντολές, απαιτήσεις). Και οι τροφές μπορεί να προκαλέσουν κρίσεις (Rapp, 1991). Αν η αυτοτραυματική συμπεριφορά αρχίσει ή επιδεινωθεί κατά την εφηβεία, και ο παράγοντας των κρίσεων πρέπει να εξεταστεί. Αν υποψιάζεστε την ύπαρξη κρίσεων, το άτομο πρέπει να κάνει εγκεφαλογράφημα (EEG).
Παρέμβαση:
Μολονότι χρησιμοποιούνται φάρμακα για να τεθούν υπό έλεγχο οι κρίσεις, συχνά προκαλούνται διάφορες παρενέργειες. Υπάρχουν αποδείξεις ότι το DMG μειώνει τις κρίσεις χωρίς να υπάρχουν παρενέργειες (Gascon et al, 1989; Roach & Carlin, 1982).
Γενετική:
Η αυτοτραυματική συμπεριφορά είναι συχνή σε διάφορες γενετικές διαταραχές, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται το Lesch – Nyhan Σύνδρομο, το Σύνδρομο του Εύθραυστου Χ και το Σύνδρομο Cornelia de Lange. Καθώς αυτές οι γενετικές διαταραχές σχετίζονται με κάποια μορφή δομικής ανωμαλίας ή/και βιοχημική δυσλειτουργία, οι συγκεκριμένες καταστάσεις μπορεί να οδηγήσουν σε συμπεριφορές αυτοτραυματισμού.
Τι στοιχεία πρέπει να αναζητήσετε:
Τα άτομα με Σύνδρομο Lesch- Nyhan συχνά δαγκώνουν την περιοχή γύρω από το στόμα τους και τα δάχτυλά τους. Τα άτομα με Σύνδρομο του Εύθραυστου Χ δαγκώνονται και στα χείλη και στα δάχτυλα και τα άτομα με Σύνδρομο Cornelia de Lange δαγκώνονται και χτυπούν το πρόσωπό τους.
Παρεμβάσεις:
Βιοχημικές παρεμβάσεις, όπως πχ συμπληρώματα διατροφής και φάρμακα, αποτελούν μια πιθανή θεραπευτική παρέμβαση για τα άτομα. Ωστόσο και άλλες παρεμβάσεις που αναφέρονται στο συγκεκριμένο κείμενο μπορούν να βοηθήσουν. Για παράδειγμα, η τροποποίηση συμπεριφοράς μπορεί να διδάξει στο άτομο πώς να εμποδίζει αυτές τις συμπεριφορές.
Διέγερση:
Συχνά υποστηρίζεται ότι το επίπεδο διέγερσης σχετίζεται με τις αυτοτραυματικές συμπεριφορές. Οι ερευνητές θεωρούν ότι ο αυτοτραυματισμός μπορεί να αυξάνει ή να μειώνει το επίπεδο διέγερσης του ατόμου. Η θεωρία της υπο-διέγερσης υποστηρίζει ότι κάποια άτομα λειτουργούν σε χαμηλό επίπεδο διέγερσης και προβαίνουν σε συμπεριφορές αυτοτραυματισμού προκειμένου να αυξήσουν το επίπεδο διέγερσής τους (Edelson, 1984; Baumeister & Rollings, 1976). Σε αυτή την περίπτωση ο αυτοτραυματισμός θεωρείται ακραία μορφή αυτοδιέγερσης. Αντιθέτως, σύμφωνα με τη θεωρία της υπερ- διέγερσης, κάποια άτομα λειτουργούν σε πολύ υψηλό επίπεδο διέγερσης (πχ ένταση, ανησυχία) και προβαίνουν σε συμπεριφορές αυτοτραυματισμού προκειμένου να μειώσουν το επίπεδο διέγερσής τους. Δηλαδή με τις αυτοτραυματικές συμπεριφορές απελευθερώνουν την ένταση ή /και την ανησυχία.
Τα υψηλά επίπεδα διέγερσης μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας εσωτερικής δυσλειτουργίας στη φυσιολογία και/ ή μπορεί να πυροδοτούνται από ένα περιβάλλον γεμάτο διεγερτικά ερεθίσματα. Η μείωση της διέγερσης μπορεί να ενισχυθεί θετικά. Το άτομο μπορεί να προβαίνει σε αυτοτραυματισμό πιο συχνά όταν έρχεται αντιμέτωπο με κάποιο διεγερτικό ερέθισμα (Romanczyk, 1986).
Τι στοιχεία πρέπει να αναζητήσετε:
Όσο αφορά τη θεωρία της υποδιέγερσης, η αυτοτραυματική συμπεριφορά παρατηρείται όταν το άτομο βαριέται ή δεν συμμετέχει σε διεγερτικές δραστηριότητες. Όσο αφορά την θεωρία της υπε- διέγερσης, αυτοτραυματικές συμπεριοφορές παρατηρούνται σε καταστάσεις μεγάλης διέγερσης όπως πχ σε ένα θορυβώδες ή πολύ φωτεινό δωμάτιο. Και η κοινωνική αλληλεπίδραση μπορεί να προκαλεί επίσης μεγάλη διέγερση.
Παρέμβαση:
Αν το άτομο είναι σε κατάσταση υπο- διέγερσης, μια αύξηση στο επίπεδο ενεργητικότητας μπορεί να βοηθήσει. Για παράδειγμα, μπορεί να καθιερωθεί ένα πρόγραμμα γυμναστικής/ άσκησης (πχ στατικό ποδήλατο). Αν το άτομο είναι σε κατάσταση υπερ- διέγερσης, τότε θα πρέπει να προβείτε σε όλες τις απαραίτητες κινήσεις, πριν εκδηλωθεί η αυτοτραυματική συμπεριφορά, για να μειώσετε το επίπεδο διέγερσης του ατόμου. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε: τεχνικές χαλάρωσης (Cautela & Groden, 1978), βαθιά πίεση (Edelson et al, 1998), αιθουσαία διέγερση (King, 1991) ή να απομακρύνετε το άτομο από τη διεγερτική κατάσταση. Η άσκηση/γυμναστική μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να μειωθεί το επίπεδο διέγερσης.
Πόνος
Η αυτοτραυματική συμπεριφορά του χτυπήματος του κεφαλιού μπορεί να είναι επίσης μια προσπάθεια του ατόμου για να μειωθεί ο πόνος που νιώθει πχ πόνος από κάποια μόλυνση στο μέσο αφτί ή ένας πονοκέφαλος από αμηχανία (de Lissovoy, 1963; Gualtieri, 1989). Υπάρχουν επίσης αυξανόμενες αποδείξεις ότι και ο πόνος που σχετίζεται με γαστρεντερικά προβλήματα, όπως πχ γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και αέρια, μπορεί να συνδέεται με τον αυτοτραυματισμό. Επιπλέον, μερικά άτομα με αυτισμό αναφέρουν ότι συγκεκριμένοι ήχοι όπως πχ ένα παιδί που κλαίει ή ο ήχος μιας ηλεκτρικής σκούπας μπορεί να τους προκαλέσει πόνο. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η αυτοτραυματική συμπεριφορά οδηγεί στην απελευθέρωση ενδορφινών βήτα που μειώνουν την αίσθητη του πόνου. Σε αυτή την περίπτωση, διεγείροντας μια περιοχή τους σώματος (τραυματίζοντας κανείς τον εαυτό του) μπορεί να μειώσει τον πόνο που νιώθει σε κάποια άλλη περιοχή του σώματός του.
Τι στοιχεία πρέπει να αναζητήσετε:
Η συμπεριφορά αυτοτραυματισμού μπορεί να συμβαίνει σποραδικά. Το άτομο μπορεί να δείχνει σημάδια ασθένειας ή πόνου τις μέρες που αυτοτραυματίζεται. Θα πρέπει να εξεταστεί το οικογενειακό ιστορικό για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν ημικρανίες στην οικογένεια. Αν είναι δυνατό, θα πρέπει να εξεταστούν τα αφτιά του και να παρθεί θερμοκρασία σώματος προκειμένουν να αποκλειστεί φλεγμονή στο μέσο αφτί.
Παρέμβαση:
Η κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων συνδέεται συχνά σε πολλά παιδιά με μολύνσεις στο μέσο αφτί. Συγκεκριμένες τροφές στη διατροφή του ατόμου μπορεί επίσης να ευθύνονται για τις ημικρανίες. Επιπλέον, η έλλειψη μαγνησίου έχει βρεθεί ότι συνδέεται με αυξημένη ευαισθησία στους ήχους. Τα συμπληρώματα μαγνησίου είναι ασφαλή και μπορούν να μειώσουν την ευαισθησία στους ήχους που παρουσιάζουν κάποια άτομα. Σε μείωση της ευαισθησίας στους ήχους μπορεί να οδηγήσει επίσης και η εκπαίδευση ακουστικής ολοκλήρωσης (Rimland & Edelson, 1994).
Αισθήσεις:
Το υπερβολικό τρίψιμο ή ξύσιμο μπορεί να είναι επίσης μια ακραία μορφή αυτοδιέγερσης. Το άτομο μπορεί να μην αισθάνεται φυσιολογικά επίπεδα σωματικής διέγερσης. Σαν αποτέλεσμα, μπορεί να «καταστρέφει» το δέρμα του προκειμένου να δεχτεί/ προσλάβει ερεθίσματα διέγερσης ή να αυξήσει τη διέγερση που νιώθει (Edelson, 1984).
Τι στοιχεία πρέπει να αναζητήσετε:
Το άτομο εμφανίζεται αναίσθητο στο πόνο και στα αγγίγματα. Η συμπεριφορά μπορεί να μειώνεται όταν το άτομο είναι απασχολημένο (πχ παίζει, εκτελεί ένα έργο), επειδή η προσοχή του δεν είναι εστιασμένη στο σώμα του.
Παρέμβαση:
Το άτομο μπορεί να ενθαρρυνθεί να εφαρμόσει ασφαλείς μορφές σωματικής διέγερσης στα μέρη του σώματος που ξύνει ή τρίβει εντατικά/ σε υπερβολικό βαθμό. Τέτοιες μορφές διέγερσης μπορεί να είναι: η εφαρμογή μας μηχανής μασάζ χειρός στην περιοχή, το τρίψιμο αντικειμένων συγκεκριμένης υφής στο δέρμα (πχ φασόλια ωμά,μακαρόνια, βούρτσα). Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η τοποθέτηση ένός τοπικού αναισθητικού στην περιοχή του αυτοτραυματισμού μπορεί να μειώσει την συγκεκριμένη συμπεριφορά.
Ματαίωση:
Οι φροντιστές και οι γονείς συχνά αναφέρουν ότι οι αυτοτραματικές συμπεριφορές των παιδιών είναι αποτέλεσμα ματαίωσης. Η παρατήρηση αυτή είναι σύμφωνη με το μοντέλο ματαίωσης- επιθετικότητας που προτάθηκε από τον Dollard και τους συνεργάτες του (1939). Σενάρια που αναφέρονται συχνά περιλαμβάνουν ένα άτομο με φτωχές επικοινωνιακές δεξιότητες που απογοητεύεται επειδή δεν καταλαβαίνει τι του λένε οι άλλοι ή επειδή δεν τον καταλαβαίνουν όταν τους ζητάει κάτι. Μπορεί επίσης, αυτό το αίσθημα της ματαίωσης να προέρχεται επειδή απλά δεν παίρνει αυτό που θέλει.
Κοινωνικές αιτίες.
Επικοινωνία
Τα προβλήματα στην επικοινωνία συνδέονται συνχά με αυτοτραυματικές συμεπριφορές. Αν έχει άτομο έχει φτωχή προσληπτική ή/και εκφραστική γλωσσική ικανότητα, μπορεί αυτό να οδηγήσει σε απογοήτευση/ ματαίωση και τελικά και να κλιμακωθεί και σε αυτοτραυματισμό.
Τι πρέπει να αναζητησετε:
Αν το άτομο έχει φτωχή προσληπτική γλωσσική ικανότητα, τότε η αδυναμία επικοινωνίας μπορεί να είναι η αιτία της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς, ιδίως αν αυτή εκδηλώνεται όταν κάποιος λέει κάτι. Αν το άτομο έχει φτωχή εκφραστική ικανότητα, τότε η αυτοτραυματική συμπεριφορά μπορεί να εμφανιστεί όταν προσπαθεί να επικοινωνήσει, πιθανόν με χειρονομίες, αλλά δεν γίνεται κατανοητό από τους άλλους ή παρερμηνεύονται οι επιθυμίες του.
Παρέμβαση:
Όσο αφορά τα άτομα με φτωχή εκφραστική γλωσσική ικανότητα, θα πρέπει να διδαχθούν λειτουργικές επικοινωνιακές δεξιότητες (Dyer & Larsson, 1997). Όσο αφορά τα άτομα με φτωχή προσληπτική επικοινωνιακή ικανότητα, υπάρχει πιθανότητα να έχουν μια χρόνια ασθένεια (πχ διαρκή πονοκέφαλο, ναυτία) και να μην είναι σε θέση να εστιάζουν την προσοχή τους σε όσα λέγονται. Μια τέτοια κατάσταση μπορεί να οφείλεται και σε ευαισθησία σε συγκεκριμένα είδη τροφής. Υπάρχουν, επίσης, ενδείξεις ότι η εκπαίδευση ακουστικής ολοκλήρωσης (ΑΙΤ) μπορεί να βελτιώσει τις προσληπτικές γλωσσικές δεξιότητες του ατόμου σαν αποτέλεσμα της καλύτερης ανάκλησης των πληροφοριών από την μακροπρόθεσμη μνήμη (Edelson et al, 1999).
Προσοχή:
Ένα μεγάλο μέρος των ερευνών εξετάζουν τις κοινωνικές παραμέτρους του αυτοτραυματισμού. O Lovaas και οι συνεργάτες του κατόρθωσαν να ελέγξουν την συχνότητα των αυτοτραυματικών συμπεριφορών ρυθμίζοντας τις κοινωνικές συνέπειες (Lovaas et al, 1965 ; Lovaas & Simmons, 1969). Βασικά, η θετική προσοχή (positive attention) μπορεί να αυξήσει την συχνότητα του αυτοτραυματισμού (θετική ενίσχυση), ενώ η αγνόηση της συμπεριφοράς μπορεί να μειώσει την συχνότητα εμφάνισής της (πχ εξαφάνιση).
Τι πρέπει να αναζητήσετε:
Μετά από ένα επεισόδιο αυτοτραυματισμού, παρατηρήστε αν και πώς ο φροντιστής πλησιάζει το άτομο. Η προσοχή μπορεί να είναι θετική (πχ «Τι θέλεις;») ή αρνητική («Μην το κάνεις αυτό»). Να θυμάστε ότι το άτομο μπορεί να εκλαμβάνει ένα αρνητικό σχόλιο με θετικό τρόπο και κατά συνέπεια, η συμπεριφορά να ενισχύεται θετικά.
Παρέμβαση:
Αν το άτομο κερδίζει την προσοχή με την αυτοτραυματική συμπεριφορά, ιδίως αν η προσοχή είναι θετική, τότε ο φροντιστής θα πρέπει να αρχίσει να αγνοεί – όσο είναι δυνατόν- τη συμπεριφορά αυτή. Αν αυτό δεν είναι εφικτό γιατί υπάρχει κίνδυνος σοβαρού τραυματισμού, τότε ο φροντιστής πρέπει να ελαχιστοποιεί την επαφή με το άτομο ενώ παράλληλα να έχει ουδέτερη έκφραση προσώπου.
Η σταθερότητα/συνέπεια είναι πολύ σημαντική γιατί η συμπεριφορά θα συνεχιστεί αν το άτομο δέχεται περιστασιακά ενίσχυση (πχ προσοχή). Στην πραγματικότητα, σε αυτή την περίπτωση η συμπεριφορά θα γίνει πιο επίμονη και θα είναι πιο δύσκολο να εξαλειφθεί. Καθώς αυτά τα άτομα επιζητούν την προσοχή μας, κάτι που κάνουν άλλωστε σχεδόν όλοι οι άνθρωποι, θα πρέπει να απολαμβάνουν την προσοχή μας, αλλά όχι όταν συμβαίνουν συμπεριφορές αυτοτραυματισμού. Για πχ ο φροντιστής θα πρέπει να δίνει προσοχή στο άτομο όταν δεν επιδεικνύει συμπεριφορά αυτοτραυματισμού (πχ να δίνει θετική προσοχή όταν το άτομο δεν αυτοτραυματίζεται για 10 λεπτά). Υπάρχουν πάρα πολλές στρατηγικές και προγράμματα που μπορούν να εφαρμοστούν για την παροχή προσοχής στο άτομο.
Απτά αποκτήματα
Ένας άλλος λόγος που μπορεί να προκαλεί συμπεριφορές αυτοτραυματισμού είναι η επιθυμία του ατόμου να αποκτήσει ένα αντικείμενο ή να συμβεί κάτι (Durant, 1986; Durand & Cremmins, 1988). Για παράδειγμα, το άτομο προβαίνει σε αυτοτραυματική συμπεριφορά αν ζητήσει κάτι και δεν του το δίνουν. Επιπλέον, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να ενισχύεται θετικά όταν κάποιες φορές το άτομο με αυτό τον τρόπο καταφέρνει τελικά να πάρει αυτό που θέλει ή να γίνει αυτό που επιθυμεί. Σε μια έρευνα του Maisto και των συνεργατών του (1978) αναφέρεται ότι το 33% του δείγματος προέβαινε σε αυτοτραυματική συμπεριφορά γιατί «ήθελε κάτι».
Τι πρέπει να αναζητήσετε:
Η αυτοτραυματική συμπεριφορά συμβαίνει τυπικά όταν το άτομο ζητήσει κάτι και δεν το πάρει. Συχνά καταφέρνει τελικά να αποκτήσει αυτό που θέλει λίγο μετά την έναρξη της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς.
Παρέμβαση:
Σε αυτή την περίπτωση, οι φροντιστές δεν πρέπει να δώσουν τίποτα στο άτομο κατά της διάρκεια της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς ή αμέσως μετά Η συνέπεια/σταθερότητα είναι επίσης πάρα πολύ σημαντική γιατί το άτομο θα συνεχίσει τα επεισόδια αυτοτραυματισμού αν έτσι παίρνει αυτό που θέλει κάποιες φορές. Μπορεί, επίσης, να σχεδιαστεί ένα συμπεριφορικό πρόγραμμα προκειμένου να μπορεί το παιδί να ζητάει πράγματα που θέλει, αλλά αυτό θα πρέπει να συμβαίνει με ελεγχόμενο, συστηματικό και μη βίαιο τρόπο (πχ δίνοντας στο παιδί επιλογές συγκεκριμένες φορές την ημέρα).
Αποφυγή/ απόδραση
Κάποια άτομα επιδίδονται σε αυτοτραυματική συμπεριφορά προκειμένου να αποφύγουν ή να ξεφύγουν από μια μη ευχάριστη κοινωνική κατάσταση (Carr et al, 1976; Edelson et al, 1983). Το άτομο μπορεί να αυτοτραυματίζεται πριν την κοινωνική αλληλεπίδραση και με αυτό τον τρόπο τελικά να την αποφεύγει πριν καν αρχίσει. Εναλλακτικά, το άτομο μπορεί να εκδηλώσει συμπεριφορά αυτοτραυματισμού προκειμένου να ξεφύγει από μια κοινωνική κατάσταση/αλληλεπίδραση που έχει ήδη αρχίσει. Πχ ο φροντιστής ζητάει από το άτομο να κάνει κάτι, όπως να φύγει από την περιοχή του παιχνιδιού. Αν το άτομο δεν θέλει να συμμορφωθεί, τότε μπορεί να αρχίσει να αυτοτραυματίζεται. Το αποτέλεσμα είναι η αρχική επιθυμία του φροντιστή να ξεχαστεί και η προσοχή του να εστιαστεί στο σταμάτημα της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς.
Τι πρέπει να αναζητήσετε:
Σε μια κατάσταση «αποφυγής», το άτομο μπορεί να αρχίζει να αυτοτραυματίζεται μόλις μπει κάποιος στο δωμάτιο ή το πλησιάσει. Σε μια κατάσταση «απόδρασης», το άτομο αρχίζει να αυτοτραυματίζεται κατά τη διάρκεια μιας κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Οι επιθυμίες/ οδηγίες/ εντολές του φροντιστή εγκαταλείπονται συνήθως όταν αρχίζουν επεισόδια αυτοτραυματισμού.
Παρέμβαση:
Σε τέτοιες καταστάσεις είναι σημαντικό ο φροντιστής να συνεχίσει να ζητάει από το άτομο να κάνει αυτό που του είπε στην αρχή. Αν το άτομο αρχίσει την αυτοτραυματική συμπεριφορά, ο φροντιστής μπορεί να συνεχίσει και κατά τη διάρκεια του επεισοδίου να του ζητάει το ίδιο πράγμα. Ένας άλλος τρόπος παρέμβασης είναι να κατευθύνει αρχικά την προσοχή του στην παύση της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς και στη συνέχεια να ξαναζητήσει από το άτομο να κάνει ό,τι του είπε πριν, επιμένοντας μέχρι τελικά να συνεργαστεί.
Συμπερασματικές παρατηρήσεις:
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι υπάρχουν διαφορετικοί λόγοι που ευθύνονται για την αυτοτραυματική συμπεριφορά. Ο Edelson και οι συνεργάτες του (1983) παρατήρησαν 3 διαφορετικές μορφές αυτοτραυματικής συμπεριφοράς στο ίδιο άτομο. Το άτομο αυτό παρατηρήθηκε για 5 ώρες και καταγράφηκαν τα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν τα επεισόδια αυτοτραυματισμού. Το άτομο χτυπούσε το κεφάλι του στο γόνατό του και κέρδιζε την προσοχή των άλλων, τσιμπούσε το στομάχι του όταν του ζητούσαν οι ερευνητές να κάνει κάτι και δάγκωνε τον καρπό του όταν δεν του έδιναν κάτι που ήθελε.
Είναι επίσης πιθανό μια μορφή αυτοτραυματισμού να εξυπηρετεί περισσότερες από μια λειτουργίες (πχ ένα άτομο μπορεί να δαγκώνει τον καρπό του όταν δεν μπορεί να επικοινωνήσει τις ανάγκες του και όταν δεν παίρνει αυτό που θέλει). Όταν κάνουμε λειτουργική ανάλυση, οι αιτίες της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς μπορεί να μην είναι προφανείς. Με βάση τα δεδομένα της παρατήρησης, οι πιθανοί λόγοι της συμπεριφοράς θα πρέπει να τοποθετούνται σε μια σειρά, από τον πιο πιθανό στο λιγότερο πιθανό. Με βάση αυτή τη σειρά δημιουργούμε και μια αντίστοιχη σειρά παρεμβάσεων.
Οι έρευνες δείχνουν ότι οι αποτρεπτικές στρατηγικές (πχ τιμωρίες) μπορεί να μειώσουν αποτελεσματικά ή ακόμα και να εξαλείψουν τις αυτοτραυματικές συμπεριφορές αν το άτομο εκπαιδευτεί να αναστέλλει την συμπεριφορά του. Αν η συμπεριφορά είναι σοβαρή, τότε κανείς θα πρέπει να σκεφτεί αυτές τις αποτρεπτικές στρατηγικές. Η οπτική παρέμβαση πχ η τοποθέτηση ενός ρούχου ή ενός λευκού χαρτιού μπροστά στο πρόσωπο του ατόμου έχει αποδειχθεί αρκετά αποτελεσματική στην μείωση συμπεριφορών όπως ο αυτοτραυματισμός και η επιθετικότητα (Junes et al, 1991). Άλλες παρόμοιες μέθοδοι περιλαμβάνουν το πιτσίλισμα του προσώπου του παιδιού με λίγο νερό ή του στόματός του με λίγο χυμό λεμονιού, την κλίση του προσώπου προς τα πίσω κοκ. Κατά την εφαρμογή αυτών των αποτρεπτικών στρατηγικών θα πρέπει να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Η έλλειψη συνέπειας/ σταθερότητας θα πρέπει να αποφεύγεται, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να δημιουργούνται όλες οι ασφαλιστικές δικλείδες για την αποφυγή κακοποίησης.
Μόνο μέσω της προσεκτικής παρατήρησης του ατόμου μπορεί κανείς να καταλήξει σε κατάλληλη παρέμβαση. Αυτή η στρατηγική είναι πολύ καλύτερη από την στρατηγική «δοκιμής και λάθους». Εξίσου σημαντική είναι η θετική στάση όταν προσπαθείτε να κατανοήσετε και να αντιμετωπίσετε μια συμπεριφορά. Να θυμάστε ότι η συμπεριφορά, ακόμα και η αυτοτραυματική, στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να ελεγχθεί.
Απόδοση του άρθρου Understanding and Treating Self-Injurious Behavior του Δρ. Stephen M. Edelson.
Ιωάννα Αγγέλου
Ειδική Παιδαγωγός - Νηπιαγωγός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου