Γράφει η Μαρία Καρίκη
Το σχολείο, εκτός από το γνωστικό και παιδαγωγικό του ρόλο, είναι ο πιο σημαντικός φορέας κοινωνικοποίησης για τα παιδιά μετά την οικογένεια. Εκεί «χτίζονται» σχέσεις με τα άλλα παιδιά, συνομήλικους και μη, και μαθαίνουν να διαχειρίζονται εντάσεις, συγκρούσεις και «κοροϊδίες». Το περιβάλλον του σχολείου αποτελεί μια μικρογραφία της κοινωνίας, όπου αναπαράγονται αντιλήψεις και συμπεριφορές των «μεγάλων».
Κάποια παιδιά ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις και τους κανόνες αυτού του περιβάλλοντος, ενώ άλλα δυσκολεύονται. Οι συμπεριφορές που αντιμετωπίζει ο κάθε εκπαιδευτικός στην τάξη του ποικίλλουν σημαντικά.
Έχουμε το «ζωηρό» παιδί που κάνει φασαρία μέσα στην τάξη και τραβάει την προσοχή πάνω του, έχουμε το συνεσταλμένο, ντροπαλό παιδί που γίνεται δυστυχώς εύκολο θύμα σε εν δυνάμει θύτες, έχουμε το επιθετικό παιδί που δεν μπορεί να διαχειριστεί το θυμό του και καταλήγει σε εκρηκτικές αντιδράσεις, έχουμε το παιδί που συνειδητά εκφοβίζει τα άλλα παιδιά για να νιώσει «ισχυρό», «δυνατό» και πολλές άλλες περιπτώσεις.
Η δυναμική της τάξης είναι ανεξάντλητη και αναδεικνύει χαρακτηριστικά που μπορεί να μην τα εμφανίζει το παιδί στο σπίτι. Πολλές φορές όταν οι εκπαιδευτικοί καλούν τους γονείς προκειμένου να τους ενημερώσουν για τη συμπεριφορά των παιδιών τους, εκείνοι εκπλήσσονται.
Δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι μιλούν για το ίδιο παιδί. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει μια τακτική ενημέρωση και συνεργασία ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τους γονείς.
Κάποιοι γονείς είναι εύθικτοι στις παρατηρήσεις, γιατί αισθάνονται ότι αμφισβητείται ο γονεϊκός τους ρόλος. Αισθάνονται ότι κάθε συμβουλή μεταφράζεται «δεν κάνεις σωστά τη δουλειά σου». Αυτό φυσικά και δεν συμβαίνει.
Ο γονιός κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με βάση την αγάπη του για το παιδί του κι αυτό είναι δεδομένο. Ωστόσο, είναι χρήσιμο να συλλέγουν πληροφορίες για τη συμπεριφορά του παιδιού τους κι από άλλες πηγές προκειμένου να έχουν μια εικόνα της κοινωνικής συμπεριφοράς του παιδιού τους κι έτσι να εντοπίζουν οποιαδήποτε δυσκολία ή «πρόβλημα» έγκαιρα.
Τόσο η παιδική όσο και η εφηβική ηλικία είναι εξελικτικές ηλικιακές φάσεις που επιδέχονται αλλαγών. Αυτό σημαίνει ότι το παιδί ακόμα «διαμορφώνεται», ακόμα «πλάθεται». Οτιδήποτε, λοιπόν, προκύπτει σε αυτές τις ηλικίες μπορεί με τη συμβολή των γονιών να αντιμετωπιστεί.
Αυτό που χρειάζεται είναι να είναι «ενωμένοι» οι γονείς ως προς τη στάση τους και να έχουν κοινή γραμμή διαχείρισης μιας κατάστασης. Πολλές φορές, δυστυχώς, ο ένας γονιός αντιμετωπίζει με έναν συγκεκριμένο τρόπο μια συμπεριφορά του παιδιού κι ο άλλος γονιός την αντιμετωπίζει διαφορετικά.
Το ίδιο μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που εμπλέκονται και παππούδες και γιαγιάδες στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το παιδί να λαμβάνει αντιφατικά μηνύματα από όλους και να επιλέγει να πηγαίνει προς τα εκεί που το «συμφέρει». Έτσι, όμως δεν διορθώνεται και δεν βελτιώνεται τίποτα.
Καθετί, λοιπόν, που συμβαίνει στο σχολείο είναι μια πολύτιμη πληροφορία για το γονιό. Μπορεί έτσι, να ελέγξει ο γονιός αν το παιδί του έχει τις βασικές δεξιότητες ώστε να εντάσσεται ομαλά μέσα σε ομάδες και να «επιβιώνει» μέσα σε αυτές. Οι δεξιότητες αυτές αποτελούν απαραίτητα εφόδια ζωής και μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτες στην εξέλιξη και επιτυχία του παιδιού ως ενήλικας.
Χωρίς, λοιπόν, να απαξιώνουμε το μαθησιακό και γνωστικό έργο του σχολείου που είναι αναμφίβολα ουσιαστικό, θα πρέπει να δοθεί ωστόσο και η πρέπουσα σημασία στη συμπεριφορά του μαθητή ή της μαθήτριας που «προβληματίζει» τον εκπαιδευτικό και να κοινοποιηθεί στους γονείς, ώστε μαζί μέσα από τις αλληλοσυμπληρούμενες πληροφορίες τους να αποκωδικοποίησουν το «μήνυμα» (συνειδητό ή μη) που «στέλνει» το παιδί μέσα από τη συμπεριφορά του: τι τον/την απασχολεί, πώς νιώθει, τι του/της λείπει, τι ανάγκες έχει, πόσο άγχος έχει για κάτι, έχει φίλους ή είναι απομονωμένος/η .
Η συμπεριφορά είναι το μόνο μέσο που έχουμε για να κατανοήσουμε το συναισθηματικό κόσμο και τις σκέψεις που κυριαρχούν σε ένα παιδί. Ας της δώσουμε, λοιπόν, τη σημασία που πρέπει κι ας τη «διαβάσουμε» σωστά
Το σχολείο, εκτός από το γνωστικό και παιδαγωγικό του ρόλο, είναι ο πιο σημαντικός φορέας κοινωνικοποίησης για τα παιδιά μετά την οικογένεια. Εκεί «χτίζονται» σχέσεις με τα άλλα παιδιά, συνομήλικους και μη, και μαθαίνουν να διαχειρίζονται εντάσεις, συγκρούσεις και «κοροϊδίες». Το περιβάλλον του σχολείου αποτελεί μια μικρογραφία της κοινωνίας, όπου αναπαράγονται αντιλήψεις και συμπεριφορές των «μεγάλων».
Κάποια παιδιά ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις και τους κανόνες αυτού του περιβάλλοντος, ενώ άλλα δυσκολεύονται. Οι συμπεριφορές που αντιμετωπίζει ο κάθε εκπαιδευτικός στην τάξη του ποικίλλουν σημαντικά.
Έχουμε το «ζωηρό» παιδί που κάνει φασαρία μέσα στην τάξη και τραβάει την προσοχή πάνω του, έχουμε το συνεσταλμένο, ντροπαλό παιδί που γίνεται δυστυχώς εύκολο θύμα σε εν δυνάμει θύτες, έχουμε το επιθετικό παιδί που δεν μπορεί να διαχειριστεί το θυμό του και καταλήγει σε εκρηκτικές αντιδράσεις, έχουμε το παιδί που συνειδητά εκφοβίζει τα άλλα παιδιά για να νιώσει «ισχυρό», «δυνατό» και πολλές άλλες περιπτώσεις.
Η δυναμική της τάξης είναι ανεξάντλητη και αναδεικνύει χαρακτηριστικά που μπορεί να μην τα εμφανίζει το παιδί στο σπίτι. Πολλές φορές όταν οι εκπαιδευτικοί καλούν τους γονείς προκειμένου να τους ενημερώσουν για τη συμπεριφορά των παιδιών τους, εκείνοι εκπλήσσονται.
Δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι μιλούν για το ίδιο παιδί. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει μια τακτική ενημέρωση και συνεργασία ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τους γονείς.
Κάποιοι γονείς είναι εύθικτοι στις παρατηρήσεις, γιατί αισθάνονται ότι αμφισβητείται ο γονεϊκός τους ρόλος. Αισθάνονται ότι κάθε συμβουλή μεταφράζεται «δεν κάνεις σωστά τη δουλειά σου». Αυτό φυσικά και δεν συμβαίνει.
Ο γονιός κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με βάση την αγάπη του για το παιδί του κι αυτό είναι δεδομένο. Ωστόσο, είναι χρήσιμο να συλλέγουν πληροφορίες για τη συμπεριφορά του παιδιού τους κι από άλλες πηγές προκειμένου να έχουν μια εικόνα της κοινωνικής συμπεριφοράς του παιδιού τους κι έτσι να εντοπίζουν οποιαδήποτε δυσκολία ή «πρόβλημα» έγκαιρα.
Τόσο η παιδική όσο και η εφηβική ηλικία είναι εξελικτικές ηλικιακές φάσεις που επιδέχονται αλλαγών. Αυτό σημαίνει ότι το παιδί ακόμα «διαμορφώνεται», ακόμα «πλάθεται». Οτιδήποτε, λοιπόν, προκύπτει σε αυτές τις ηλικίες μπορεί με τη συμβολή των γονιών να αντιμετωπιστεί.
Αυτό που χρειάζεται είναι να είναι «ενωμένοι» οι γονείς ως προς τη στάση τους και να έχουν κοινή γραμμή διαχείρισης μιας κατάστασης. Πολλές φορές, δυστυχώς, ο ένας γονιός αντιμετωπίζει με έναν συγκεκριμένο τρόπο μια συμπεριφορά του παιδιού κι ο άλλος γονιός την αντιμετωπίζει διαφορετικά.
Το ίδιο μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που εμπλέκονται και παππούδες και γιαγιάδες στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το παιδί να λαμβάνει αντιφατικά μηνύματα από όλους και να επιλέγει να πηγαίνει προς τα εκεί που το «συμφέρει». Έτσι, όμως δεν διορθώνεται και δεν βελτιώνεται τίποτα.
Καθετί, λοιπόν, που συμβαίνει στο σχολείο είναι μια πολύτιμη πληροφορία για το γονιό. Μπορεί έτσι, να ελέγξει ο γονιός αν το παιδί του έχει τις βασικές δεξιότητες ώστε να εντάσσεται ομαλά μέσα σε ομάδες και να «επιβιώνει» μέσα σε αυτές. Οι δεξιότητες αυτές αποτελούν απαραίτητα εφόδια ζωής και μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτες στην εξέλιξη και επιτυχία του παιδιού ως ενήλικας.
Χωρίς, λοιπόν, να απαξιώνουμε το μαθησιακό και γνωστικό έργο του σχολείου που είναι αναμφίβολα ουσιαστικό, θα πρέπει να δοθεί ωστόσο και η πρέπουσα σημασία στη συμπεριφορά του μαθητή ή της μαθήτριας που «προβληματίζει» τον εκπαιδευτικό και να κοινοποιηθεί στους γονείς, ώστε μαζί μέσα από τις αλληλοσυμπληρούμενες πληροφορίες τους να αποκωδικοποίησουν το «μήνυμα» (συνειδητό ή μη) που «στέλνει» το παιδί μέσα από τη συμπεριφορά του: τι τον/την απασχολεί, πώς νιώθει, τι του/της λείπει, τι ανάγκες έχει, πόσο άγχος έχει για κάτι, έχει φίλους ή είναι απομονωμένος/η .
Η συμπεριφορά είναι το μόνο μέσο που έχουμε για να κατανοήσουμε το συναισθηματικό κόσμο και τις σκέψεις που κυριαρχούν σε ένα παιδί. Ας της δώσουμε, λοιπόν, τη σημασία που πρέπει κι ας τη «διαβάσουμε» σωστά
Πηγή: Ροδιακή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου