Το σκηνικό είναι γνωστό. Το νήπιο αδυνατεί να συγκεντρωθεί, στριφογυρίζει, σκαρφαλώνει, δε βρίσκει ησυχία. Είναι πολύ εύκολο όλοι μας να θυμώσουμε μαζί του. Αξίζει όμως ν’ αναρωτηθούμε. Μήπως το παιδί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς;
Eίναι δύσκολο πίσω από την ανάρμοστη συμπεριφορά ενός παιδιού το μάτι του μη ειδικού να διακρίνει, ακόμη και να υποψιαστεί, τη ∆ιαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα. Οι γονείς με βαριά καρδιά προσπαθούν να πάρουν απόφαση πως το παιδί τους είναι «θηρίο», ενώ παιδαγωγοί σε παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγεία έρχονται σε δύσκολη θέση, όταν πρέπει να ενημερώσουν το περιβάλλον του μικρού μαθητή για τη συμπεριφορά του. Ο παιδοψυχίατρος, που είναι ο μόνος αρμόδιος, για να κάνει μια ασφαλή διάγνωση, συνήθως ενημερώνεται για την κατάσταση, αφού το παιδί πάει στο δημοτικό, καθώς σε ποσοστό 30% η ∆ιαταραχή συνδέεται με μαθησιακές δυσκολίες.
Και όμως, πρόκειται για ένα εξαιρετικά διαδεδομένο πρόβλημα, που έχει μελετηθεί επαρκώς από την ψυχιατρική κοινότητα, η οποία έχει αναπτύξει μερικά αποτελεσματικά όπλα για την αντιμετώπισή του. Σ’ ένα μικρό ποσοστό η ∆ιαταραχή μπορεί μέσα στο χρόνο να υποχωρήσει από μόνη της, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτεί παρέμβαση από ειδικό προκειμένου να πάψει το παιδί να ταλαιπωρείται και να καταφέρει ν’ αντεπεξέλθει χωρίς προβλήματα στις απαιτήσεις της σχολικής και κοινωνικής του ζωής. Η ∆ιαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής συνήθως συνοδεύεται από υπερκινητικότητα που αποτελεί και το κύριο σύμπτωμά της. Σπανιότερα εκδηλώνεται χωρίς αυτή, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο τον έγκαιρο εντοπισμό της.
«Είναι συνήθως έξυπνα παιδιά»
Ο παιδοψυχίατρος - ψυχίατρος και τέως διευθυντής του Τμήματος Παίδων και Εφήβων του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου, Κρίτων Χριστιανόπουλος, περιγράφει τη ∆ιαταραχή ως «μια ιδιορρυθμία του εγκεφάλου που εκδηλώνεται από πολύ νωρίς, ακόμη και από την κίνηση του εμβρύου μέσα στη μήτρα». Οι αιτίες της ∆ιαταραχής είναι πολλές, ενώ μεγάλη έμφαση δίνει η επιστημονική κοινότητα στο θέμα της κληρονομικότητας. Όπως εξηγεί ο παιδοψυχίατρος, η ∆ιαταραχή «πλήττει συνήθως έξυπνα παιδιά». Μάλιστα, η ευφυΐα τους μπορεί να δυσκολέψει τη διαδικασία διάγνωσης, καθώς «από την ηλικία των 10 ετών βρίσκουν τρόπους να ισορροπούν μέσα στις ελλείψεις τους και είναι σε θέση
ν’ αντεπεξέρχονται, έστω και στοιχειωδώς, στις δυσκολίες της σχολικής ζωής». Μέχρι όμως να φτάσει σ’ αυτήν την ηλικία, σε πολλές οικογένειες το παιδί με τη ∆ιαταραχή εκλαμβάνεται «ως κακό παιδί», ενώ στο σχολικό περιβάλλον αποτελεί τον «αποδιοπομπαίο τράγο» της τάξης όπως τονίζει ο παιδαγωγός Στέλιος ∆ιακάκης. Ο μεγαλύτερος όμως κίνδυνος προέρχεται από το γεγονός πως είναι πολύ εύκολο το ίδιο το άτομο «να βολευτεί πίσω από την ταυτότητα του ζωηρού, ανυπάκουου παιδιού, που είναι ικανό μόνο για φασαρίες και καταστροφές, ρίχνοντας συνεχώς τον πήχη των προσδοκιών από τον εαυτό του και μπλοκάροντας κάθε προοπτική του για το μέλλον» ισχυρίζεται η εργοθεραπεύτρια Μερσύνα Ζωγράφου.
Γιατί είναι απαραίτητο να διαγνωστεί
Η ∆ιαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα «εμποδίζει το παιδί να συγκεντρωθεί σε κάτι για περισσότερο από επτά λεπτά» τονίζει ο Κρίτων Χριστιανόπουλος. Έτσι, «ενώ εξαιτίας της εξυπνάδας του έχει το υπόστρωμα, ώστε να μάθει και να προοδεύσει, αδυνατεί να γίνει ένας καλός μαθητής. Μάλιστα, έρευνες στις ΗΠΑ έχουν αποδείξει πως το 30% των παιδιών που εγκαταλείπουν το σχολείο αφορά υπερκινητικά παιδιά». Οι σχολικές επιδόσεις είναι ωστόσο μόνο μια από τις όψεις του προβλήματος. Πριν από λίγα χρόνια διαπιστώθηκε πως κρατούμενοι φυλακών στην Αμερική υπήρξαν παιδιά με Ελλειμματική Προσοχή - Υπερκινητικότητα, αλλά η κατάστασή τους δεν είχε διαγνωστεί. Σήμερα, οι ειδικοί πιστεύουν πως η ∆ιαταραχή που δεν αντιμετωπίστηκε ακολουθεί τον άνθρωπο σε ολόκληρη τη ζωή του, με αποτέλεσμα πολλοί ν’ ανακαλύπτουν ότι πάσχουν από αυτή μετά την ενηλικίωσή τους.
Ο ρόλος των γονιών
Η οικογένεια είναι εκείνη που μπορεί πρώτη να διακρίνει τα σημάδια, αλλά δεν είναι πάντα εύκολο να ζητήσει αμέσως βοήθεια. Πολλοί γονείς υποφέρουν σιωπηλά και νιώθουν ένοχοι, θεωρώντας πως η συμπεριφορά του παιδιού τους είναι αποτέλεσμα της δικής τους αποτυχημένης αγωγής. Σύμφωνα όμως µε πόρισμα βρετανικής έρευνας, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση Lancet, τα ζητήματα ανατροφής δεν παίζουν ρόλο στην εμφάνιση και την εξέλιξη της ∆ιαταραχής. Κάποιοι άλλοι αρνούνται να δεχτούν το πρόβλημα, τινάζοντας στον αέρα όχι μόνο την οικογενειακή τους γαλήνη αλλά και τις σχέσεις τους με τους δασκάλους του παιδιού τους. Η Βασιλική Πάχτα, διευθύντρια στο «Αρσάκειο» της Θεσσαλονίκης, θεωρεί πως για τον εκπαιδευτικό η στιγμή που θα ενημερώσει τους γονείς για ένα τέτοιο πρόβλημα είναι εξαιρετικά δύσκολη. «Μερικές φορές δεν είναι πρόθυμοι ν’ ακούσουν. Θα ήταν ίσως χρήσιμο να ξέρουν πως πριν κάνει αυτό το βήμα ένας παιδαγωγός έχει ζυγίσει μέσα του το θέμα κι έχει σκεφτεί πολύ σοβαρά πάνω σ’ αυτό».
Στο δρόμο της αντιμετώπισης
Η διάγνωση σημαίνει αυτόματα και καθορισμό της θεραπείας. Ο Κρίτων Χριστιανόπουλος δεν αποκλείει τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Απαραίτητη είναι μια στοχευμένη ψυχοθεραπεία, ενώ και η εργοθεραπεία μπορεί να δώσει διέξοδο σ’ ένα παιδί με διάσπαση προσοχής. «Το μυστικό είναι να θέτει ο θεραπευτής κάθε τόσο μικρούς κι εφικτούς στόχους, ώστε να τονώνεται η αυτοπεποίθηση του παιδιού, ν’ αξιοποιεί όσο το δυνατό καλύτερα το χρόνο προσοχής του παιδιού και να του αποκαλύπτει τρόπους, ώστε να χειρίζεται καλύτερα την υπερκινητικότητά του» εξηγεί η Μερσύνα Ζωγράφου.
Αναγνωρίστε τα σημάδια
Υπάρχουν γύρω μας πολλά παιδιά που δίνουν την εντύπωση πως δε βρίσκουν ούτε λεπτό ησυχίας. Αυτό δε σημαίνει ότι ταλαιπωρούνται από τη ∆ιαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα. Τα παιδιά με τη συγκεκριμένη ∆ιαταραχή αδυνατούν να ολοκληρώσουν αυτό που ξεκίνησαν. Μετακινούνται συνέχεια, ακόμη και αν βρίσκονται σε χώρους που ξέρουν πως κάτι τέτοιο απαγορεύεται, έχουν εντελώς παρορμητική συμπεριφορά, μπορούν να γίνουν επιθετικά, έχουν ροπή στα ατυχήματα και διακατέχονται από το αίσθημα του ανικανοποίητου. Η διάγνωση αποτελεί ίσως το πρώτο βήμα για την αποδοχή της κατάστασης από το περιβάλλον του παιδιού, το οποίο μπορεί στη συνέχεια να βοηθήσει το παιδί ν’ αντιμετωπίσει τις δυσκολίες, να βρει το δρόμο του, να γίνει δημιουργικό και να ζήσει τη ζωή του όπως την επιθυμεί.
Πηγή: Αγγελιοφόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου