Αύξηση των περιστατικών παιδιών και εφήβων που οδηγούνται είτε από τους γονείς τους είτε με εισαγγελική παραγγελία στις παιδοψυχιατρικές κλινικές της Θεσσαλονίκης καταγράφονται τα τελευταία χρόνια.
Την ίδια στιγμή, οι μόνες δύο κλινικές που λειτουργούν στα νοσοκομεία Παπανικολάου και Ιπποκράτειο και εξυπηρετούν σχεδόν όλη τη Βόρεια Ελλάδα έχουν αντικειμενικές δυσκολίες να διαχειριστούν όλα τα περιστατικά, καθώς το προσωπικό τους είναι περιορισμένο.
Η αύξηση των περιστατικών, που άρχισε να καταγράφεται με την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, κλιμακώθηκε στη φάση της πανδημίας και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η επιστημονική κοινότητα τη συσχετίζει με τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα των γονέων και των οικογενειών, αλλά και με την ανεπάρκεια των δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας, που θεωρούνται λίγα για να εξυπηρετήσουν όλες τις ανάγκες και να βοηθήσουν τα παιδιά σε πρώιμο στάδιο εμφάνισης της διαταραχής, ώστε να μην χρειαστεί η παραπομπή τους σε νοσοκομειακή δομή.
«Υπάρχει σταδιακά μία αύξηση από την κρίση και μέχρι σήμερα, η οποία έχει αποτυπωθεί και σε μελέτη και συνδέεται με τη γενικότερη κοινωνική δυσκολία των γονέων, των οικογενειών. Τα πιο συνήθη περιστατικά είναι με άγχη, κατάθλιψη και τέτοιου είδους συναισθηματικές δυσκολίες, που είναι έτσι κι αλλιώς οι πιο συχνές. Από εκεί και πέρα έχουμε αυτοκαταστροφικές εμπειρίες, παιδιά που χαρακώνονται ή έχουν κάνει απόπειρες και τη λεγόμενη επιθετικότητα - παραβατικότητα, που τη βλέπουμε πιο συχνά και σχετίζεται και αυτή, με τα γενικότερα κοινωνικά προβλήματα. Αντιμετωπίζουμε, δηλαδή και περιπτώσεις που δεν είναι καθαρά ψυχικές, σοβαρές διαταραχές, αλλά φτάνουν στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Αυτό συνεπάγεται πολύ μεγαλύτερο φόρτο εργασίας για τις αντίστοιχες δομές, οι οποίες είναι έτσι κι αλλιώς υποστελεχωμένες», εξηγεί στη Voria.gr η Λίνα Καραγιάννη, ψυχίατρος παιδιών – εφήβων, Δρ Ιατρικής ΑΠΘ, διευθύντρια ΕΣΥ στο Τμήμα Ψυχικής Υγείας Παιδιών – Εφήβων του νοσοκομείου Παπανικολάου.
Μόλις 18 κλίνες για τη… μισή Ελλάδα
Οι δύο παιδοψυχιατρικές κλινικές της πόλης τυπικά καλύπτουν η καθεμία τη μισή Θεσσαλονίκη και άλλους τρεις νομούς της Κεντρικής Μακεδονία, ωστόσο πρακτικά εξυπηρετούν περιστατικά από τη Θεσσαλία, την Ήπειρο, τη Δυτική Μακεδονία, την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ακόμα και από την… Αθήνα. Άλλωστε, πολλές περιφερειακές ενότητες, μεταξύ των οποίων Φλώρινα, Καστοριά, Κοζάνη, Γρεβενά, Σέρρες, Καβάλα και Ξάνθη δεν έχουν παιδοψυχίατρο.
Ωστόσο, η δυνατότητα να φιλοξενήσουν περιστατικά είναι περιορισμένη, καθώς διαθέτουν συνολικά μόλις 18 κλίνες, δέκα το Παπανικολάου και οχτώ το Ιπποκράτειο, ενώ το προσωπικό τους είναι πολύ περιορισμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τμήμα του Παπανικολάου υπάρχουν μόνο τέσσερις γιατροί για τα τρία τμήματα, την κλινική, το κέντρο ψυχικής υγείας στον Εύοσμο και τη διασυνδετική υπηρεσία που εξυπηρετεί όλες τις άλλες κλινικές του νοσοκομείου. Τους γιατρούς επικουρούν τέσσερις με έξι ειδικευόμενοι, δέκα νοσηλευτές σε κυλιόμενες βάρδιες, τρεις ψυχολόγοι, ένας λογοθεραπευτής και δύο ειδικοί παιδαγωγοί. Υπάρχει μόνο ένας λογοθεραπευτής που καλείται να αντιμετωπίσει έως και 20 αιτήματα την εβδομάδα, ενώ δεν υπάρχει εργοθεραπευτής, ειδικότητα που θεωρείται ζωτικής σημασίας.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στο Ιπποκράτειο, τη στιγμή που στη βιβλιογραφία για τη φύση των προβλημάτων απαιτούνται τρία με τέσσερα άτομα για κάθε παιδί.
Περί τις 15 εισαγγελικές παραγγελίες κάθε μήνα μόνο στο Παπανικολάου
Αυτό που προβληματίζει είναι η αύξηση των εισαγγελικών παραγγελιών, που ανέρχονται σε πέντε με δέκα κάθε μήνα για εξωτερική εκτίμηση με ραντεβού και περίπου άλλες δέκα στην εφημερία.
«Οι εισαγγελικές παραγγελίες έχουν αυξηθεί σαφώς και αντανακλούν και τα προβλήματα των οικογενειών. Έχουν αυξηθεί λόγω του ότι είτε οι γονείς τους δεν μπορούν να τα φροντίσουν ή βρίσκονται στη μέση σε συγκρουσιακά διαζύγια, είτε φεύγουν από τις ελάχιστες δομές φιλοξενίας, που επίσης λόγω υποστελέχωσης δεν μπορούν να λειτουργήσουν σωστά. Έχουμε πολλές εισαγγελικές για παιδιά που φεύγουν και πρέπει να αναζητηθεί νέος χώρος φιλοξενίας, αλλά και άλλα αιτήματα όπως εμπλοκή σε παραβατικές ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές», εξήγησε η κ. Καραγιάννη.
Αδυναμία νοσηλείας
Η αύξηση των περιστατικών σε συνδυασμό με την περιορισμένη δυναμικότητα των νοσοκομειακών δομών, έχει ως αποτέλεσμα σε κάποιες περιπτώσεις να μην υπάρχει δυνατότητα νοσηλείας στις κλινικές, με τους γιατρούς να αναζητούν εναλλακτικές -συχνά δύσκολες- λύσεις.
«Συνήθως προσπαθούμε να συνεννοηθούμε με το Ιπποκράτειο, γιατί εφημερεύουμε μέρα παρά μέρα, αν έχει κάποιο κρεβάτι και το αντίστροφο όταν εφημερεύουμε εμείς. Υπήρξαν περιπτώσεις που δεν υπήρχε ούτε εκεί διαθέσιμο κρεβάτι. Έχει τύχει περιστατικό που τελικά νοσηλεύτηκε στην ψυχιατρική ενηλίκων, με ό,τι σημαίνει αυτό. Επίσης, κάποιες φορές σε περιστατικά που δεν είναι από άλλη πόλη προσπαθούμε να τα διαχειριστούμε με πολύ πυκνά ραντεβού, μέχρι να αδειάσει κάποιο κρεβάτι. Και συχνότατα προσπαθούμε να βγάλουμε ένα παιδί, το οποίο μπορεί να μην είναι εντελώς έτοιμο να πάρει εξιτήριο, για να μπει ένα άλλο που κρίνουμε ότι έχει πιο πολλή ανάγκη», σημείωσε η κ. Καραγιάννη.
Οι πρωτοβάθμιες δομές
Σε ό,τι αφορά τις πρωτοβάθμιες δομές, στη Θεσσαλονίκη λειτουργούν πέντε κέντρα ψυχικής υγείας και μία υπηρεσία, που εξυπηρετούν παιδιά και εφήβους κατόπιν ραντεβού, αλλά είναι δύσκολο να καλύψουν τις ανάγκες.
«Τα βαριά περιστατικά, τα οποία χρήζουν και νοσηλείας, ουσιαστικά αυξάνονται και λόγω της ελλιπούς αυτής πρωτοβάθμιας φροντίδας. Υπάρχουν παιδιά τα οποία μπορεί να μην χρειάζονταν νοσηλεία, αν είχαν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, αν οι υπηρεσίες ήταν καλά στελεχωμένες. Επιπλέον, ένα παιδί που αυτοτραυματίζεται δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θέλει νοσηλεία. Αν μπορούσε να υπάρχει μια πολύ καλή στήριξη στην οικογένεια, να παρακολουθείται και από κοινωνικές υπηρεσίες, μήπως υπάρχει παραμέληση ή οτιδήποτε άλλο, δεν θα έφταναν αυτά τα παιδιά στο νοσοκομείο», τόνισε η κ. Καραγιάννη.
Την υποστελέχωση των δημόσιων υπηρεσιών που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα χιλιάδες αιτήματα υπογραμμίζει σε κάθε ευκαιρία η Παιδοψυχιατρική Εταιρεία Ελλάδος, η οποία έχει εκφράσει και ενστάσεις στην προωθούμενη ψυχιατρική μεταρρύθμιση, αφενός διότι τα κενά που υπάρχουν σχεδιάζεται να καλυφθούν από ιδιωτικού δικαίου δομές, αφετέρου διότι θεωρεί λανθασμένο τον διαχωρισμό της ψυχικής υγείας από την υπόλοιπη υγεία, ενισχύοντας το στίγμα που συνοδεύει τους ψυχικά ασθενείς.
Πηγή: voria
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου