Κορίτσι 1: «Νομίζω το πρόσωπό μου είναι στραβό. Το δεξί μου μάτι είναι κάπως χαμηλότερο από το αριστερό. Μόλις βγάλω τα πρώτα μου λεφτά θα κάνω πλαστική, το έχω ψάξει… Τώρα κατεβάζω τη φράντζα μου μέχρι το αριστερό βλέφαρο. Με την πανδημία είναι καλά γιατί μπορώ να μιλάω γυρισμένη προφίλ και βάζω το φως πίσω από το πρόσωπό μου. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να γυρίσω στο σχολείο όταν τελειώσει η πανδημία».
Κορίτσι 2: «Μου παίρνει πολλή ώρα να βγω από το σπίτι, καμιά φορά είμαι μπροστά στον καθρέφτη για δύο ώρες. Οι γονείς μου δεν το ξέρουν και μου φωνάζουν να βγω, αλλά δεν μπορώ να βγω έτσι έξω χωρίς μακιγιάζ. Βάζω αρκετό, περίπου 20 ευρώ την εβδομάδα, όλο το χαρτζιλίκι μου. Καμιά φορά βάζω μπαμπάκι από μέσα στα μάγουλα γιατί είναι εντελώς φλατ τα ζυγωματικά μου, μου το είπε και μια φίλη μου αισθητικός. Οταν βγαίνω δεν πολυγελάω γιατί δεν θέλω να φανούν τα δόντια μου που είναι στραβά… Εχω πάει σε πολλούς ορθοδοντικούς για να κάνω εμφυτεύματα, αλλά μου λένε ότι δεν χρειάζεται».
Οι μαρτυρίες είναι πραγματικές και καταγράφηκαν στο πλαίσιο μεγάλης επιδημιολογικής μελέτης για τη δυσμορφοφοβία, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό The Journal of Child Psychology and Psychiatry (τίτλος: «Practitioner Review: Assessment and treatment of body dysmorphic disorder in young people»). Τι είναι όμως η δυσμορφοφοβία ή αλλιώς σωματική δυσμορφική διαταραχή και πόσο συχνά απαντάται στα νέα παιδιά; Η «Κ» έθεσε μια σειρά ερωτημάτων για το θέμα σε δύο από τους επιστήμονες που συμμετείχαν στην έρευνα, τον Αργύρη Στριγγάρη, καθηγητή Ψυχιατρικής Παιδιών και Εφήβων στο ΕΚΠΑ και στο University College London όπου είναι και αντιπρύτανης (Pro-Vice Provost) για θέματα Ψυχικής Υγείας και Καλώς Εχειν, και την Τζωρτζίνα Κρεμπς, αναπληρώτρια καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας στο UCL. Η κ. Κρεμπς έχει διεξαγάγει και την πρώτη συστηματική μελέτη ψυχοθεραπείας για δυσμορφοφοβία στα παιδιά διεθνώς.
«Οι άνθρωποι με δυσμορφοφοβία έχουν δύο κύρια χαρακτηριστικά που συνδέονται μεταξύ τους», εξηγούν. «Πρώτον, την υπερβολική έγνοια ότι έχουν ψεγάδια και ελαττώματα στην εμφάνισή τους (τα οποία συνήθως δεν είναι ορατά στους άλλους). Δεύτερον, ότι λόγω αυτής της έγνοιας, ξοδεύουν πολύ χρόνο της μέρας τους προσπαθώντας ξανά και ξανά με διάφορους τρόπους να κρύψουν, να καμουφλάρουν ή να αλλάξουν την εμφάνισή τους». Η δυσμορφοφοβία γίνεται διαταραχή όταν οι παραπάνω έγνοιες και τα συμπτώματα αρχίζουν να επηρεάζουν αρνητικά την καθημερινότητα των παιδιών. «Οταν για παράδειγμα αποφεύγουν να βγουν από το σπίτι ή να πάνε στο σχολείο λόγω των φόβων αυτών ή όταν καταφεύγουν σε δραστικά μέτρα όπως οι πλαστικές εγχειρήσεις».
Σύμφωνα με τους ειδικούς, περίπου ένα στα δέκα έφηβα κορίτσια και ένα στα 20 έφηβα αγόρια έχουν έντονη έγνοια για την εμφάνισή τους. Δυσμορφοφοβική διαταραχή έχουν περίπου 3% των κοριτσιών στην εφηβεία – είναι πολύ σπανιότερη στα αγόρια. Στα αγόρια πάντως μπορεί να εμφανιστεί και ως πόθος για μεγάλη μυϊκή μάζα.
Οπως είπε ένα αγόρι στους επιστήμονες: «Εβγαζα συνέχεια φωτογραφίες τους μυς μου, περνούσα ώρες να σκέφτομαι το πώς θα μεγαλώσω, ξέρω γω, τους δικεφάλους μου ή τους τετρακεφάλους μου. Ενώ όλοι έλεγαν ότι είμαι κτήνος, εγώ θεωρούσα ότι ακόμη φαίνομαι αδύναμος, όπως όταν ήμουν μικρός και μου έκαναν πλάκα… Ναι, πήρα αναβολικά, αυξητικά και στεροειδή, φούσκωσα αλλά ακόμη έλεγα μέσα μου ότι χρειάζομαι κι άλλο. Για να πάω παραλία, δεν έπινα και δεν έτρωγα από το προηγούμενο βράδυ, για να μη χαλάσουν οι γραμμώσεις, μεγάλη ταλαιπωρία».
Στην παιδική ηλικία
Η διαταραχή μπορεί να εκδηλωθεί και στην παιδική ηλικία αλλά αυξάνεται κατακόρυφα στην εφηβεία. Σύμφωνα με τον κ. Στριγγάρη και την κ. Κρεμπς, πολλές νέες κοπέλες δηλώνουν ότι είχαν ήδη σκέψεις και φοβίες για την εμφάνισή τους από όταν ήταν παιδιά (συχνά ύστερα από σχόλια του περιβάλλοντός τους).
Ενα στα δέκα παιδιά με δυσμορφοφοβία έχει κάνει κάποια επέμβαση (που μπορεί να είναι και πλαστική) και περίπου τα μισά θα ήθελαν να κάνουν, αλλά δεν μπορούν. Οι επεμβάσεις αφορούν κυρίως το πρόσωπο, ενδεχομένως και άλλα σημεία του σώματος, ακόμη και το σχήμα των δακτύλων του ποδιού, το τριχωτό της κεφαλής, τα γεννητικά όργανα και το σχήμα των γονάτων. Οι ειδικοί τονίζουν ότι τέτοιες παρεμβάσεις όχι μόνο δεν συνιστώνται, αλλά μπορεί να βλάψουν τα παιδιά ακόμα περισσότερο.
«Εχουμε αρκετές περιπτώσεις που οι επεμβάσεις είναι αυτοσχέδιες, do it yourself, τις κάνουν νέα παιδιά στο υπνοδωμάτιό τους, με προσπάθειες να κόψουν ή να λειάνουν μέρη του σώματος, να ασπρίσουν το δέρμα τους με διάφορα λευκαντικά ή να προσθέσουν κομμάτια σιλικόνης ή άλλων υλικών ως εμφυτευμάτων (π.χ. fillers). Πολύ συχνά τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά. Επίσης, αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κανείς, η διάθεση των ανθρώπων με δυσμορφοφοβία χειροτερεύει κι άλλο ακόμη και έπειτα από “επιτυχημένες” εγχειρήσεις, με την εμφάνιση ακόμη μεγαλύτερης έγνοιας για την εμφάνιση». Συχνά ακολουθούν κι άλλες επεμβάσεις. Ανθρωποι με δυσμορφοφοβία έχουν πάνω από τρεις φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να αυτοτραυματιστούν και να αυτοκτονήσουν σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
Η δυσμορφοφοβία φαίνεται ότι έχει αυξητικές τάσεις τα τελευταία χρόνια. «Ναι, έχουμε κάποια στοιχεία που δείχνουν σημαντική αύξηση της έγνοιας για την εμφάνιση την τελευταία δεκαετία στον γενικό πληθυσμό. Πρόκειται να δημοσιευθούν σε επιστημονικό περιοδικό σύντομα», απαντούν οι επιστήμονες.
Συνδέεται άραγε η αύξηση με την ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων και την έντονη ενασχόληση των παιδιών με αυτά; «Είναι πολύ πιθανόν, αν και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ακόμη. Γενικώς ξέρουμε ότι οι κοινωνικές πιέσεις είτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είτε γενικότερα μπορούν να επιδράσουν αρνητικά στην εικόνα που έχουν οι νέοι για τον εαυτό τους και την εικόνα του σώματός τους».
Η κουλτούρα μας –συνεχίζουν– έχει γίνει πολύ «οπτική», εικόνες, μεταξύ άλλων του εαυτού μας, μας κατακλύζουν και ζητούν την προσοχή μας. «Αν αρχίσει κανείς και εστιάζει την προσοχή του στο πρόσωπό του/της η πιθανότητα να αρχίσει να βρίσκει “ελαττώματα” μεγαλώνει». Αξίζει να σημειωθεί ότι τα άτομα αυτά έχουν συχνά, σε ποσοστό έως και 50%, και άλλα ψυχιατρικά προβλήματα, όπως κατάθλιψη, κοινωνικό άγχος και ανορεξία.
Ενα από τα σημαντικότερα προβλήματα που ανιχνεύουν οι ειδικοί είναι η υποδιάγνωση της διαταραχής, αφού πολλοί κλινικοί δεν γνωρίζουν το πρόβλημα καθώς δεν έχουν ακόμη την απαραίτητη εκπαίδευση. Στην υποδιάγνωση συμβάλλει ότι και οι ίδιοι οι νέοι συχνά δεν αναγνωρίζουν το πρόβλημα ως υπερβολική έγνοια και ενασχόληση με την εμφάνισή τους, αλλά ως ένα πραγματικό πρόβλημα της εμφάνισής τους. Πολλές φορές οι γονείς κατηγορούν το παιδί τους ως «νάρκισσο», «ωραιοπαθή» κ.λπ. ή τσακώνονται καθημερινά μαζί του για το πόσο μέικαπ βάζει ή πόσο χρόνο περνάει μπροστά στον καθρέφτη.
Οι γονείς
Πριν από τα παιδιά, πάντως, είναι οι γονείς τους που φαίνεται ότι δίνουν έμφαση στην εμφάνιση. «Το πρόβλημα είναι συχνά διαγενεακό: μια μητέρα που μέσα σε συγκεκριμένες κοινωνικές νόρμες πιέζει η ίδια τον εαυτό της σχετικά με την εμφάνισή της, μιλώντας συνέχεια για ατέλειες στο σώμα και το πρόσωπό της, καθώς και τους τρόπους που τα αντιμετωπίζει. Ετσι δίνεται μεγάλη αξία στην εμφάνιση και στο να είναι μια γυναίκα αψεγάδιαστη, μια τελειότητα απρόσιτη δηλαδή. Αυτή η έμφαση στην εμφάνιση περνάει γενετικά αλλά και μέσω του μεγαλώματος σε αυτό το περιβάλλον στα παιδιά. Ακόμη χειρότερα, πολλές φορές μπορεί να κατακριθεί κάποιος τρίτος για ατέλειες στην εμφάνισή του, συμβάλλοντας έτσι ακόμη περισσότερο στον φαύλο κύκλο της κοινωνικής πίεσης. Λέμε ότι ακόμη και θετικά σχόλια πολλές φορές που αφορούν την εμφάνιση (“τι όμορφη που είσαι!”) δημιουργούν προσδοκίες που έχουν αρνητικό αντίκτυπο. Το να μάθουμε ως γονείς και φίλοι να περιορίζουμε αυτήν την έμφαση στο φαίνεσθαι είναι πολύ σημαντικό».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου