Πολλά εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο έχουν πολύ ψηλά στις προτεραιότητες τους την προώθηση της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης. Ωστόσο, δέχονται συχνά κριτική λόγω της ανεπάρκειας των εκπαιδευτικών να ανταποκρίνονται σε συμπεριληπτικά περιβάλλοντα μάθησης. Στο κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα γίνονται προσπάθειες για ανάπτυξη πιο συμπεριληπτικών πρακτικών, αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι ενθαρρυντικά.
Η συμπερίληψη δεν περιορίζεται μόνο στα ενδιαφερόμενα άτομα εντός του σχολείου, αλλά επεκτείνεται και εκτός του σχολείου, δηλαδή στους γονείς και στην κοινότητα. Όπως αναφέρει ο Αγγελίδης, ο ρόλος του διευθυντή είναι να βρει τρόπους της εμπλοκής των γονιών και της κοινότητας στις δραστηριότητες του σχολείου. Να αναπτύξει περισσότερη επικοινωνία με τους γονείς, να τους ενθαρρύνει να επισκεφθούν το σχολείο και οι επισκέψεις των γονιών να γίνουν πιο τακτικές σίγουρα θα βοηθούσε τους μαθητές να βελτιώσουν τα μαθησιακά τους αποτελέσματα και να βελτιωθεί περισσότερο το σχολείο.
Οι γονείς θα μπορούσαν να συζητούν και να συν-προγραμματίζονται για την μάθηση του παιδιού τους. Θα μπορούσε να δοθεί η ευκαιρία στους γονείς να μπουν στις τάξεις ως παρατηρητές ή και ως διδάσκοντες σε μαθήματα.
Διάφορες ερευνητικές μελέτες που πραγματοποιούνται σε διαφορετικές χώρες δείχνουν ότι η ανάμειξη των γονέων στους εκπαιδευτικούς στόχους έχει τα θετικά αποτελέσματα στην εκμάθηση. Ο Fullan υποστήριξε ότι η συμμετοχή των γονέων στο σχολείο άσκησε αμεσότερη επίδραση στην διδασκαλία από όλες τις άλλες μορφές συμμετοχής τους.
Αν και οι πρωτοβουλίες στον Καναδά, την Αγγλία, την Ουαλία, την Ιρλανδία, και τις Ηνωμένες Πολιτείες καταδεικνύουν ότι, οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές μπορούν να ωφεληθούν, εάν οι γονείς υποστηρίζουν τον εκπαιδευτικό στην τάξη. Αυτή η στρατηγική μπορεί απαραιτήτως να πετυχαίνει και σε άλλες χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, και η Ιαπωνία (ΟΟΣΑ, 1997). Η έλλειψη μιας τέτοιας πολιτικής στην Κύπρο μπορεί να συνδεθεί με το γεγονός ότι οι γονείς είχαν παραδοσιακά λίγη δύναμη να επηρεάσουν την πρακτική.
Ο Creemers υποστήριξε ότι τα ακαδημαϊκά αποτελέσματα των μαθητών εξαρτώνται πάρα πολύ από τις διαδικασίες και τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στην τάξη απ' ότι από τις διαδικασίες και τις δραστηριότητες που εφαρμόζονται στο σχολικό επίπεδο. Αν και οι οργανωτικές πτυχές των σχολείων παρέχουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής συνεργασίας, η ποιότητα της αλληλεπίδρασης που έχει ο εκπαιδευτικός με τους μαθητές και τους γονείς μπορεί κυρίως να καθορίσει την πρόοδο των μαθητών και την αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής συνεργασίας. Έρευνες έχουν δείξει ότι σχολεία που βελτίωσαν τη συμμετοχή των μαθητών κατά τη διάρκεια του χρόνου ενίσχυσαν τους δεσμούς τους με τους γονείς και την κοινότητα και χρησιμοποίησαν αυτούς τους δεσμούς ως πόρο πυρήνων για την ενίσχυση της ασφάλειας και τάξης στο σχολείο.
Η σχολική βελτίωση είναι μοναδική για κάθε σχολείο γιατί το περιβάλλον και το πολιτισμικό περιεχόμενο του κάθε σχολείου είναι διαφορετικό (Hopkins, 2001). Επομένως, δεν μπορεί να αναπτύξουμε ένα μοντέλο σχολικής βελτίωσης το οποίο να εισηγηθούμε για όλα τα σχολεία, αλλά το κάθε σχολείο θα πρέπει να ασχοληθεί με τη βελτίωσή του σε τοπικό επίπεδο. Σε τελική ανάλυση, όπως τονίζει και ο Barth (1990), η βελτίωση του σχολείου έρχεται από μέσα και δεν μπορεί να επιβληθεί από έξω. Αυτό δεν πρέπει ωστόσο να παρεξηγηθεί. Το σχολείο βρίσκεται σε μια κοινωνία, ένα χώρο τον οποίο λαμβάνει σοβαρά υπόψη και αναπτύσσει σχέσεις με αυτόν, αλλά η πορεία του σχολείου θα πρέπει να καθορίζεται από το ίδιο.
Η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας για να αυξήσει τη γονική δέσμευση λαμβάνει διάφορες μορφές. Τα σχολεία ανέπτυξαν απευθείας σύνδεση intranets και έγινε κατορθωτό να επιτρέψει μέσω των μαθησιακών περιβαλλόντων, τους γονείς για να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες και τους πόρους σχετικά με την εκπαίδευση του παιδιού τους. Με αυτόν τον τρόπο διευκόλυνε τη μεταφορά της σχολικής εργασίας στο σπίτι. Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο όπου οι γονείς κάνοντας χρήση και του κινητού τους τηλεφώνου λάμβαναν και έστελλαν μήνυμα κειμένων. Τα σχολεία ενθαρρύνονται τώρα να αναπτύξουν και να διατηρήσουν τις ενσωματωμένες πλατφόρμες μάθησης (Moodle, Ed-Mondo, Electronic Portfolio κ.α.) για να επιτρέψουν σε όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας να έχουν πρόσβαση στους πόρους εκμάθησης, να επικοινωνήσουν και να συνεργαστούν μεταξύ τους. Οι πλατφόρμες μπορούν να ελέγχουν, να αξιολογούν, και να έχουν έκθεση σχετικά με την πρόοδο των παιδιών τους. Η πλατφόρμα εκμάθησης ενός σχολείου επιτρέπει την εμπλοκή των γονέων σε όλες τις πτυχές της εκπαίδευσης των παιδιών τους. Οι διευθυντές των σχολείων και οι εκπαιδευτικοί δουλεύουν σκληρά για να διαχειριστούν την τεχνολογία και με υπευθυνότητα να την παρέχουν και στους γονείς.
Βρισκόμαστε στην κοινωνία της γνώσης και της πληροφορίας. Η ίδια ταχύτητα με την οποία αναπτύσσεται η γνώση, συντελεί και στη γρήγορη παλαίωσή της. Το σχολείο, ανοικτό στις εξελίξεις και στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής, μπορεί να ξεπεράσει την κρίση και τα προβλήματα που το χαρακτηρίζουν με μακροπρόθεσμο, ορθολογικό εκπαιδευτικό προγραμματισμό να αναβαθμιστεί ουσιαστικά. Σίγουρα ένας άρτια επιστημονικά και παιδαγωγικά εκπαιδευτικός δεν αρκεί για να μετατρέψει μόνος του ένα σχολείο από μη αποτελεσματικό σε αποτελεσματικό. Ο κάθε εμπλεκόμενος στη σχολική μονάδα έχει σημαντικό ρόλο να επιτελέσει, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος.
Η ποιοτική βελτίωση του σχολείου, στελεχωμένο από αποτελεσματικούς εκπαιδευτικούς, δεν πρέπει να φαντάζει ουτοπία ή μύθος για τα κυπριακά δεδομένα. Μπορεί να γίνει πράξη, αρκεί να υπάρχει συναινετική εκπαιδευτική πολιτική και ένα αξιόπιστο σύστημα αξιολόγησης που θα είναι προϊόν ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου με όλους τους φορείς που εμπλέκονται στην εκπαίδευση.
Ανδρέας Βανέζης, Καθηγητής Πληροφορικής στη Μέση Εκπαίδευση.
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου