Ψάχνοντας σε αρχεία παλιών εφηµερίδων (εκδόσεις των αρχών του 20ού αιώνα) για τις ανάγκες της δουλειάς, έπεσα πάνω σε μια μικρή αγγελία: «Ζητείται υπηρέτρια 14 ετών και άνω, εσωτερική σε οικία της οδού Βερανζέρου αρ...». Τα δουλικά των μυθιστορημάτων του Ξενόπουλου ζωντάνεψαν μπροστά μου: τα είδα να τρίβουν σκάλες, να γυαλίζουν ασημικά και να αερίζουν ασήκωτα στρωσίδια. Είδα και το 14χρονο κορίτσι που ζητούσε η οικογένεια της Βερανζέρου να χτυπάει την πόρτα τους με έναν μπόγο, τον μπόγο με τα ρουχαλάκια του, στο χέρι. Αλλο ένα σκληρά εργαζόμενο παιδί, από εκείνα που δεν γνώρισαν την ανέμελη ηλικία που κατά τους ψυχολόγους είναι απαραίτητη ώστε στη συνέχεια να γίνεις ένας ισορροπημένος ενήλικος. Από εκείνα που υποχρεώθηκαν σε ισορροπίες τρόμου (πόσες υποθέσεις παιδεραστίας δεν θα εξελίχθηκαν σιωπηρά μέσα στα σπίτια που φιλοξένησαν τα κορίτσια-σκλάβες!), πεταμένα σε έναν κόσμο εξαιρετικής σκληρότητας.
Τα της παιδικής δουλείας τα έχουμε διαβάσει ξανά και ξανά στον Τύπο. Σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, το 2012, 168 εκατομμύρια παιδιά αναγκάστηκαν να εργαστούν με τρόπους που παραβίασαν το δικαίωμά τους στην ομαλή σωματική και πνευματική ανάπτυξη. Με λίγα λόγια, 170 εκατομμύρια παιδιά βρίσκονται εγκλωβισμένα σε εργασιακά κάτεργα. Στην Κολομβία προκάλεσε προσφάτως αντιδράσεις η πιθανή ψήφιση νομοσχεδίου που επιτρέπει την παιδική εργασία, καθώς πολλές οικογένειες βασίζουν το εισόδημά τους και στη δουλειά των μικρότερων μελών τους. Οι ανήλικοι εργάτες του Μπανγκλαντές δουλεύουν όλη την ημέρα, το πολύ για 9 ευρώ τον μήνα. Στο Κονγκό, το 16,9% των παιδιών ηλικίας μεταξύ 5-14 ετών εργάζονται στην εξορυκτική βιομηχανία.
Μία από τις γιαγιάδες μου είχε δουλέψει, όταν ορφάνεψε, ως υπηρέτρια σε μια οικογένεια στην Πλάκα. Ηταν τυχερή, έλεγαν, επειδή ο κύριος και η κυρία της όταν έφτασε η ώρα της να παντρευτεί την προίκισαν. Ποτέ όμως δεν έζησε σαν παιδί. Το μοναδικό πράγμα που έμαθε στη ζωή της ήταν να υπηρετεί τους άλλους και αυτό έκανε σε όλους εμάς, παιδιά, εγγόνια και ανίψια, αδιαμαρτύρητα: μας υπηρετούσε όλη μέρα. Τότε μου φαινόταν απολύτως φυσικό να ετοιμάζει τα πάντα προτού ακόμη το ζητήσω. Τώρα ξέρω πως παρέμεινε ένας βαθιά πληγωμένος άνθρωπος. Γιατί τα παιδιά πρέπει να παίζουν, και εκείνη, ως παιδί, δεν έπαιξε. Τα παιδιά πρέπει να παίζουν!
Την ίδια στιγµή, τα προστατευμένα (και κακομαθημένα) παιδιά μας πρέπει να μάθουν. Για να εκτιμήσουν. Να μάθουν ότι η ζωή έχει δραματικές ανατροπές. Και ότι θα μπορούσαν να βρεθούν, ακόμη και εκείνα που σήμερα τα έχουν όλα, μέσα σε μια βάρκα που βουλιάζει στη Μεσόγειο, μέσα σε ένα εργοστάσιο όπου εκατοντάδες συνομήλικοί τους ενηλικιώνονται με τον πιο σκληρό τρόπο. Αυτό ήθελα να πω στο δεκάχρονο κορίτσι που φώναζε στη μαμά του, κάπου στο κέντρο της Αθήνας, θυμωμένο επειδή δεν του έκανε κάποιο χατίρι, «Να βρεις λεφτά και να μου το αγοράσεις. Εσύ είσαι η μαμά, είναι δική σου ευθύνη!». Αρχικά, μου ήρθε η διάθεση να κάνω ό,τι δεν έκανε η μαμά: να σηκώσω το χέρι και να της δώσω μια ξανάστροφη, ξεχνώντας τις νουθεσίες των ειδικών για μια διαπαιδαγώγηση χωρίς χειροδικία. Στη συνέχεια τη λυπήθηκα που δεν μπορούσε να εκτιμήσει τη ζωή που της χάριζαν. Παιδί ήταν όμως, και τα παιδιά συχνά δεν γνωρίζουν, δεν καταλαβαίνουν. Ευχήθηκα να μπορέσει να το κάνει όταν μεγαλώσει, τότε που και θα γνωρίζει και θα έχει καταλάβει. Περνώντας λίγο αργότερα από το Πεδίον του Αρεως, είδα μια ομάδα πολύ μικρών παιδιών (προσφυγόπουλα ήταν) να παίζουν ξυπόλυτα. Αυτά, τουλάχιστον, έπαιζαν. Για πόσο ακόμη;
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015
Πηγή: Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου