Δευτέρα 17 Ιουνίου 2013

Πώς είναι να γράφεις ένα παραμύθι με αυτόματη γραφή;

Η συγγραφέας Εύη Γεροκώστα που έχει αφοσιωθεί στην αφήγηση παραμυθογραμμένων ιστοριών της λογοτεχνίας, απαντάει σ' αυτήν την *Μία Ερώτηση*

Είχα συναντήσει πριν κάποιο καιρό την Εύη και μου ανέφερε ότι το νέο της βιβλίο γράφτηκε με παράξενο τρόπο -με αυτόματη γραφή- πράγμα που ήταν πρωτόγνωρο για την ίδια, όπως και για τους περισσότερους συγγραφείς εδώ που τα λέμε. 

Πέρασε λίγος καιρός, και αποφάσισα να της κάνω μία ερώτηση: Πώς είναι να γράφεις ένα παραμύθι με αυτόματη γραφή;

Δύο χρόνια πριν. 
Ένας κίτρινος λαστιχένιος δράκος βρέθηκε στα χέρια μου. Άραγε έπεσε από την τσέπη κάποιου πιτσιρίκου που έτρεχε; Ξεχάστηκε σ' ένα πάρκο, πάνω στις πλάκες ενός πεζοδρομίου; Ή μήπως έπεσε από τον ουρανό; 
Ποιος ξέρει.. Σημασία έχει ότι δυο χέρια τον άφησαν μέσα στα δικά μου. 

Για μέρες τον είχα απέναντί μου. Με κοίταζε και τον κοίταζα. Του μιλούσα κι εκείνος σώπαινε.
Μια μέρα που έγινε νύχτα, τον κοίταξα και με κοίταξε αλλιώτικα. Πήρα χαρτί, πήρα μολύβι. 
Κι όλα ξεκίνησαν με μια λέξη. Η μια λέξη έγινε δύο, τρεις, κι όλο μεγάλωνε... 
Ένας δράκος. 
Ένας κίτρινος δράκος. Ένας κίτρινος λαστιχένιος δράκος... 

 Κάτι παράξενο συνέβη, κάτι που δεν κατάλαβα αμέσως. Δεν το κατάλαβα γιατί δεν το είχα νιώσει μέχρι τότε. 
Αυτόματη γραφή. Ένας τρόπος γραφής κατά τον οποίο η σκέψη εκφράζεται ελεύθερα και αυτόματα, χωρίς εμπόδια και περιορισμούς από τους κανόνες της λογικής. Έτσι είχα διαβάσει στα βιβλία της θεωρίας της λογοτεχνίας. Και η θεωρία εφαρμόστηκε αναπάντεχα.

Όταν άφησα το μολύβι, σχεδόν τρόμαξα. Μπροστά μου είχα μια ιστορία. 
Μια ιστορία που γράφτηκε χωρίς διακοπή, μια ιστορία που δεν διορθώθηκε ποτέ. Έμεινε ακριβώς έτσι όπως πρωτογράφτηκε. 

Για καιρό την κρατούσα κρυφή σαν μυστικό. Σιγά-σιγά τη μοιράστηκα με μάτια αγαπημένα. Όχι απαραίτητα οικεία, αλλά αγαπημένα. Θυμάμαι σαν τώρα τα λόγια του Αργύρη Χιόνη, λίγο καιρό πριν φύγει για μέρη που γυρισμό δεν έχουν, ότι αυτή η ιστορία δεν είναι παραμύθι, δεν είναι ποίημα, δεν είναι διήγημα, δεν είναι τραγούδι, δεν είναι για παιδιά, δεν είναι για ενήλικες –είναι όλα αυτά μαζί, έτσι μου είπε, στέλνοντας μια ευχή να βρει γρήγορα ο δράκος το δρόμο του. 

Τα μάτια μιλάνε. Κι εγώ ένιωθα όλο και πιο σίγουρη ότι αυτή η ιστορία με τον παράξενο ήρωα, το απροσδιόριστο θέμα και την ακόμα πιο παράξενη δομή έλεγε τα πάντα για μένα. Μήπως και για άλλους; 

Αποφάσισα να την αφηγηθώ σε μερικές παραστάσεις μου για ενήλικες, ανάμεσα σε άλλα, σπουδαία, παραμύθια. Ο δράκος βρήκε και εκεί τη θέση του και δεν έλεγε να ξεχαστεί.  

Ο ζωγράφος Ανδρέας Κούρτης, ένας από τους πιο αθόρυβα σοφούς ανθρώπους που έχουν βρεθεί στο δρόμο μου, άκουσε την ιστορία, τη διάβασε και... άρχισε να κάνει ζωγραφιές. Χωρίς να το συμφωνήσουμε, χωρίς να ξέρουμε αν αυτή η ιστορία θα γίνει ποτέ βιβλίο. 

Και έγινε. 
Ένας δράκος. 
Ένας κίτρινος δράκος. 
Ένας κίτρινος λαστιχένιος δράκος. Έ
νας κίτρινος λαστιχένιος δράκος που στέκεται στο κατώφλι ενός παλιού σπιτιού και λέει ιστορίες για τη μοναξιά. 
Οι άλλοι δράκοι τον ακούνε με τα μάτια και τ' αυτιά ορθάνοιχτα. 
Τα βράδια, ένα κίτρινο φως ανάβει στο μέτωπό τους, εκείνοι όμως δεν το βλέπουν. Μια μέρα που έγινε νύχτα, ο κίτρινος λαστιχένιος δράκος αποφάσισε να μην πει την ιστορία της ημέρας... 


 Κάποιοι λένε πως αυτή η ιστορία μιλάει για τη μοναξιά. Άλλοι για το μοίρασμα. Άλλοι για την αφήγηση. Κάποιοι κοιτάζουν μονάχα τις ζωγραφιές. Άλλοι μένουν μονάχα με μια αίσθηση. Όλοι όμως βλέπουν το κίτρινο φως. 

Κάθε φορά που χάνομαι στις σκέψεις μου και σε όσα κάνω, ρίχνω μια ματιά στον αληθινό κίτρινο λαστιχένιο δράκο. Εκείνος μου κλείνει το μάτι. Μου έμαθε ν' αντιμετωπίζω τα πράγματα λίγο πιο απλά. Είναι πάντα κοντά και μου αφηγείται τα πιο όμορφα παραμύθια. 



Πηγή: LIFO

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου