Από τα 21, η Σιλένα Τριβιζά, σήμερα 28 ετών, υπέφερε από κρίσεις πανικού. Κατά καιρούς είχε επισκεφθεί διάφορους ειδικούς ψυχικής υγείας, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο πήγαινε καλύτερα. Με τη θεραπεία που της είχε συστήσει ο ψυχίατρος – ψυχαναλυτής, οι κρίσεις πανικού είχαν σταματήσει. Σύμφωνα με τον ειδικό, η Σιλένα παρουσίαζε κάποια χαρακτηριστικά που παρέπεμπαν σε οριακή διαταραχή προσωπικότητας, όμως δεν πληρούσε όλα τα κριτήρια για να γίνει διάγνωση.
Ούτε εκείνος ούτε η Σιλένα μπορούσαν ακόμα να φανταστούν από τι πραγματικά υπέφερε, ούτε τον τρόπο που τελικά θα το μάθαιναν. «Όταν ήρθε η πανδημία οι κρίσεις πανικού επέστρεψαν» θυμάται η ίδια μιλώντας στην «Κ». «Έτρεξα πάλι στον ψυχίατρο ζητώντας βοήθεια. Ξαναξεκίνησα αγωγή την οποία είχα σταματήσει θεωρώντας ότι είχα φτάσει σε καλό σημείο. Ένα βράδυ, στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, ήμουν στο σπίτι χαζεύοντας στο Τικ Τοκ». Δεδομένου ότι παρακολουθούσε προφίλ που μιλούσαν για την ψυχική υγεία, ο αλγόριθμος της εμφάνισε ένα βίντεο για το ADHD, τη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). «Λέω, ρε συ, αυτό το κάνω κι εγώ. Και αυτό. Και αυτό. Πήγα στο γιατρό του είπα ‘δεν θέλω να μπω στα χωράφια σου, αλλά μήπως να εξετάσουμε αυτό το ενδεχόμενο;’ Του έκανε μεγάλη εντύπωση». Είχε τις αμφιβολίες του. Της είπε για παράδειγμα ότι μιλάει κανονικά (σ.σ. τα άτομα με ΔΕΠΥ συχνά μιλούν πολύ, μακρηγορούν, συχνά πετάγονται να απαντήσουν πριν την ώρα τους, κ.α.) και ότι είναι συγκεντρωμένη (τα άτομα με ΔΕΠΥ δέχονται συχνά παράπονα ότι δεν προσέχουν και ότι μοιάζουν να βρίσκονται στον κόσμο τους). «Υπάρχει κάτι που δεν είχαμε σκεφτεί» του απαντά η Σιλένα. «Εγώ δεν είμαι έτσι έξω από εδώ, έξω από αυτό το γραφείο. Εδώ ο οργανισμός που αποφασίζει να κάνει focus. Είμαι συγκεντρωμένη και με δομημένο λόγο». Κάπως έτσι, ο γιατρός της έκανε το τεστ της ΔΕΠΥ. Το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο. «ΟΚ, μάλλον έχεις ΔΕΠΥ» της είπε. «Ενδιαφέρον» σκέφτηκε τότε η Σιλένα. Αλλά ο ενθουσιασμός γρήγορα έδωσε τη θέση του στη μελαγχολία και το θυμό. «Γιατί δεν το είχε βρει κανείς; Γιατί μου φέρθηκαν έτσι αφού δεν έφταιγα; Όλα αυτά για τα οποία με κατηγορούσαν γονείς, φίλοι, δάσκαλοι, ότι είμαι τεμπέλα και θρασύς, οφείλονταν στη ΔΕΠΥ. Είχα μια διαταραχή την οποία δεν καταφέρατε να δείτε και να με βοηθήσετε».
Η Σιλένα Τριβιζά, ηθοποιός και youtuber (στο κανάλι της μιλά συχνά για τη διαταραχή) ανήκει στον ολοένα αυξανόμενο αριθμό ατόμων με ΔΕΠΥ που διαγνώστηκαν ως ενήλικες. Μολονότι πρόκειται για μια από τις συχνότερες νευροβιολογικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας (εμφανίζεται σε ποσοστό που φτάνει μέχρι 10% του μαθητικού πληθυσμού), για σημαντικό ποσοστό ατόμων συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή (σύμφωνα με διεθνή δεδομένα, εμφανίζεται στο 4% των ενηλίκων). Για τους τελευταίους, η διάγνωση μοιάζει με την επίλυση ενός γρίφου που τους ταλαιπωρούσε σχεδόν ολόκληρη τη ζωή τους. Το πιθανότερο είναι ότι είχαν περάσει δύσκολη παιδική ηλικία, έχοντας δεχθεί αρνητικούς χαρακτηρισμούς σε σχέση με τις επιδόσεις στο σχολείο ή τη συμπεριφορά τους. Η ΔΕΠΥ υπέβοσκε, αδιάγνωστη.
Όπως εξηγούν στην “Κ” η Χριστίνα Γεωργιάδου, Γενική Γραμματέας του Πανελλήνιου Σωματείου Ατόμων με ΔΕΠΥ, ADHD Hellas και η Νιόβη Μιχαλοπούλου, Κλινική Ψυχολόγος, συντονίστρια ομάδων ενηλίκων στο ADHD Hellas, τα πυρηνικά συμπτώματα της διαταραχής είναι η διάσπαση προσοχής, η παρορμητικότητα και η υπερκινητικότητα. «Η διάγνωση όχι μόνο προσφέρει ανακούφιση και λύσεις, αλλά κυρίως νοημοτοδοτεί μια ζωή έως τώρα γεμάτη δυσκολίες, πολύ πραγματικές αποτυχίες και μια έλλειψη ελπίδας» λέει η κ. Μιχαλοπούλου. «Οι έως τώρα δυσκολίες στη ρύθμιση της συγκέντρωσης, η εσωτερική ανησυχία, η αναβλητικότητα, ο παρορμητισμός, τα προβλήματα στην οργάνωση, στον προγραμματισμό και στη διαχείριση χρόνου και του συναισθήματος, έχουν μια εξήγηση. Αυτόματα αναδιοργανώνεται η αυτοεικόνα του ατόμου και βλέπει φως στο τούνελ.»
Κάπως έτσι συνέβη και στην περίπτωση της Σιλένας. «Μπορώ να είμαι πιο λειτουργική, να έχω καλύτερο awareness του εαυτού μου». Συνειδητοποίησε ότι ο τρόπος που αντιλαμβανόταν και αντιμετώπιζε διάφορες κοινωνικές συνθήκες δεν ήταν κοινός για όλο τον κόσμο. «Κατάλαβα ότι αυτό το έντονο άγχος που είχα στις διαπροσωπικές μου σχέσεις, τα σενάρια που έκανα όταν έβλεπα την παραμικρή αλλαγή στον άλλο, δεν ήταν κάτι που έκαναν όλοι. Υπήρχαν πράγματα που θεωρούσα ότι συμβαίνουν και στους άλλους, γι’ αυτό και δεν τα είχα αναφέρει στη θεραπεία μου». Σήμερα γνωρίζει ότι είναι διαφορετική κι ότι ίσως δεν θα φτάσει ποτέ να αντιμετωπίζει τα πράγματα όπως ένας νευροτυπικός άνθρωπος. «Προσπαθώ πια να μην κάνω τα πράγματα με τον τρόπο που τα κάνει όλος ο κόσμος απλά γιατί έτσι λέει ο κόσμος. Εμείς για παράδειγμα δεν μπορούμε να έχουμε ρουτίνες. Κάθε ένας πρέπει να εφεύρει τρόπους για το πώς να κάνει τη ζωή του πιο λειτουργική. Επίσης πλέον μπορώ να λέω ότι κάτι δεν το καταλαβαίνω ή αν κάνω μια παράλογη σκέψη να τη μοιραστώ με τον άλλο. Αν το κεφάλι μου δεν μπορεί να επεξεργαστεί μια ροή σκέψης, θα βάλω τον άλλο να μου εξηγήσει. Σταμάτησα το masking (σ.σ. το καμουφλάζ των συμπεριφορών που σχετίζονται με τη διαταραχή) όπου ήταν εφικτό. Προφανώς δεν γίνεται σε μια δουλειά να μην χρησιμοποιώ κοινωνικούς κανόνες, αλλά όπου μπορώ δεν το κάνω”. Υπάρχουν φυσικά και… παρενέργειες. «Αυτές οι αλλαγές είναι περίεργες για τους γύρω σου γιατί δεν είσαι πια ο άνθρωπος που ξέρουν. Αλλά ακόμα και εσύ για ένα διάστημα αισθάνεσαι ότι τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ εντείνονται. Όμως δεν εντείνονται. Απλώς τους επιτρέπεις να υπάρχουν».
Ένας από τους λίγους εξειδικευμένους επαγγελματίες στη χώρα είναι ο νευροψυχολόγος Ευθύμιος Αγγελάκης, γραμματέας του ΔΣ της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης ΔΕΠΥ. Όπως λέει στην «Κ», τα αιτήματα για αξιολόγηση από ενήλικες έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια. «Πολλοί άνθρωποι, 30-40 χρονών, δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι έχουν ΔΕΠΥ, θεωρώντας ότι αυτά που ζουν είναι φυσιολογικά. Μόλις τώρα συνειδητοποιούν ότι δυσλειτουργούν. Κάποιοι έχουν μάθει να το διαχειρίζονται και δεν τους επηρεάζει στη ζωή τους. Άλλωστε για έναν άνθρωπο με ΔΕΠΥ η ζωή είναι πιο εύκολη από ό,τι ένα σχολείο ή ένα πανεπιστήμιο». Και εξηγεί: «Το σχολείο κάνει δυσάρεστη τη μάθηση. Η ΔΕΠΥ είναι διαταραχή των κινήτρων. Αν κάτι είναι δυσάρεστο, το άτομο με ΔΕΠΥ δεν το καταφέρνει, είναι μια αναπηρία. Αντίθετα, αν κάτι είναι ευχάριστο, το κάνει ακόμα καλύτερα από το μέσο άνθρωπο. Έχει υπερσυγκέντρωση, η ΔΕΠΥ δηλαδή γίνεται πλεονέκτημα. Γι’ αυτό σπάνια βλέπεις άνθρωπο με ΔΕΠΥ να κάνει μια δουλειά που δεν του αρέσει. Η διαταραχή του τον καθιστά ανίκανο να κάνει κάτι που δεν του αρέσει». Σαν τη Σιλένα είναι πολλοί ακόμα. Τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει πολλές εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τη ΔΕΠΥ, γεγονός που έχει παρακινήσει και πολλούς ενήλικες να εξεταστούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι από 1η Σεπτεμβρίου 2022, διεκόπη η εξυπηρέτηση νέων αιτημάτων διάγνωσης και θεραπείας στο Τμήμα Νευοραναπτυξιακών Διαταραχών Α’ Ψυχιατρικής Κλινικής του Αιγινητείου Νοσοκομείου (το μόνο δημόσιο φορέα που διενεργεί αξιολόγηση ενηλίκων για ΔΕΠΥ) λόγω τεράστιου όγκου αιτημάτων και έλλειψης πόρων! «Οι πολίτες εξαναγκάζονται να αναζητήσουν βοήθεια σε ιδιωτικούς φορείς ή να μη διαγνωστούν καθόλου» λέει η γραμματέας του ADHD Hellas Χριστίνα Γεωργιάδου. Όπως λέει, οι ειδικοί επαγγελματίες υγείας δεν έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση ούτε να αναγνωρίσουν τη ΔΕΠΥ ούτε να την αντιμετωπίσουν.
Σε κάθε περίπτωση, όσοι έρχονται για αξιολόγηση,, είναι άνθρωποι που χρειάζονται βοήθεια. Πρόκειται για ανθρώπους που είτε παραπέμπονται από τον ψυχοθεραπευτή τους είτε άκουσαν για τη ΔΕΠΥ από κάποιο φίλο και αναγνώρισαν πολλά στοιχεία από τον εαυτό τους. Συχνά μάλιστα πρόκειται για γονείς παιδιών με ΔΕΠΥ. Όπως μαθαίνουν μετά τη διάγνωση των παιδιών τους, η διαταραχή είναι ως ένα βαθμό κληρονομική. Το 76% των παιδιών με ΔΕΠΥ έχουν συνήθως ένα συγγενή με ΔΕΠΥ. Αυτή είναι και η περίπτωση της 50χρονης νηπιαγωγού Λ.Τ. που διαγνώστηκε πριν από πέντε χρόνια, μετά τη διάγνωση της κόρης της. “Μας είπε η ψυχολόγος ότι από κάπου το είχε πάρει και ψαχτήκαμε. Πήγα κι εγώ να αξιολογηθώ γιατί πάντα η κόρη μου μου θύμιζε τον εαυτό μου. Δεν το είχα υποψιαστεί είτε γιατί έχω ήπια μορφή είτε γιατί απλώς έχω μάθει να τη διαχειρίζομαι με τον καιρό”. Οπως λέει, στο σχολείο δεν ήταν ιδιαίτερα υπερκινητική, το αντίθετο. «Η ΔΕΠΥ σε μένα ήταν κρυμμένη. Υπάρχουν και αυτές οι περιπτώσεις, εσωστρεφή παιδιά που κλείνονται στον εαυτό τους με αποτέλεσμα οι εκπαιδευτικοί να μην αντιλαμβάνονται ότι χρειάζονται βοήθεια γιατί δεν ενοχλούν. Όμως έχουν χαμηλή ανοχή στη ματαίωση, με αποτέλεσμα να κλείνονται στον εαυτό τους». Έχει ενδιαφέρον: η αναλογία αγοριών και κοριτσιών με ΔΕΠΥ είναι 4:1. (Η αναλογία για όσους λαμβάνουν θεραπεία φτάνει το 9:1.) Οι κλινικοί γιατροί θεωρούν ότι πολλά κορίτσια ξεφεύγουν της διάγνωσης. «Τα αγόρια τραβούν πιο εύκολα την προσοχή και άρα παραπέμπονται πιο εύκολα για διάγνωση» λέει ο κ. Αγγελάκης. Τα κορίτσια μπορεί να είναι υπερκινητικά, αλλά είναι πιο πιθανό να είναι απρόσεκτα και αποδιοργανωμένα χωρίς να γίνονται αντιληπτά. Επιπλέον, μερικά κορίτσια με ΔΕΠΥ φαίνεται να παραμένουν στο παρασκήνιο. Είναι ντροπαλά και απρόσεκτα. Μπορεί να έχουν λίγους φίλους και είναι πιο πιθανό να είναι καταθλιπτικά.
Η αξιολόγηση πάντως είναι απαιτητική διαδικασία και μπορεί να γίνει μόνο από εξειδικευμένο επαγγελματία ψυχικής υγείας. Όπως εξηγεί ο κ. Αγγελάκης, ο ειδικός καλείται να κάνει διαφοροδιάγνωση, δηλαδή να αποκλείσει παθήσεις με παρόμοια συμπτώματα όπως διπολική ή αγχώδη διαταραχή, κατάθλιψη, παιδικό τραύμα ή δυσλεξία, ώστε να καταλήξει στην επικρατέστερη διάγνωση. Ωστόσο πάνω από τα δύο τρίτα των ατόμων με ΔΕΠΥ ζουν με τουλάχιστον μία ακόμα συνυπάρχουσα διαταραχή, με τα συμπτώματα συχνά να επισκιάζουν είτε τη μία είτε την άλλη πάθηση. Για παράδειγμα, περισσότερα από τα μισά άτομα που έχουν διαγνωστεί με Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος έχουν επίσης χαρακτηριστικά συμπτώματα της ΔΕΠΥ. Κάποιος μπορεί επίσης να έχει ταυτόχρονα αγχώδη διαταραχή, κατάθλιψη, παιδικό τραύμα ή δυσλεξία.
Και τώρα τι;
Μολονότι η ΔΕΠΥ είναι μια χρόνια διαταραχή που δεν έχει ριζική θεραπεία, η διάγνωση και η ολοκληρωμένη παρέμβαση μπορεί να ανακουφίσει το άτομο από κάποια από τα συμπτώματα και να του προσφέρει σημαντικά καλύτερη ποιότητα ζωής. «Το αίτημα αφορά συνήθως τη διαχείριση του χρόνου και τη συγκέντρωση, οπότε ξεκινάμε coaching για ADHD, μια σειρά από συνεδρίες που χρησιμοποιούν τεχνικές life coaching αλλά προσαρμοσμένες στα χαρακτηριστικά ανθρώπων με ΔΕΠΥ. Πρέπει να τους διδάξεις δεξιότητες, διαχείριση προτεραιτοτήτων, λήψη αποφάσεων».
Η φαρμακευτική αγωγή είναι ένα ακόμα εργαλείο, που στο 80% των περιπτώσεων έχει θεαματικά αποτελέσματα. Τα φάρμακα μπορούν να συνταγογραφηθούν μόνο από ειδικευμένο ψυχίατρο. «Πολλοί φοβούνται τη φαρμακευτική αγωγή αλλά μιλάμε για νευροβιοχημική διαταραχή, δηλαδή ο εγκέφαλός σου δεν μπορεί να παράξει την ντοπαμίνη που χρειάζεται και να τη στείλει στο μέρος που πρέπει» λέει η Σιλένα Τριβιζά. «Τα συμπτώματα είναι ακόμα πιο έντονα λόγω των τραυμάτων που είχε προκαλέσει η μη διάγνωση. Δεν μπορείς με σπασμένο πόδι να περπατήσεις χωρίς πατερίτσες, θα κάνεις χειρότερη ζημιά. Σε κάθε περίπτωση, χωρίς την ψυχοθεραπεία δεν μπορείς να σώσεις την κατάσταση».
Τα συμπτώματα της διαταραχής
Στα παιδιά σχολικής ηλικίας διακρίνονται τρεις τύποι ΔΕΠΥ:
-Τύπος Απροσεξίας: δεν μπορεί να συγκεντρωθεί, αποσπάται εύκολα από άσχετα ερεθίσματα, δεν φαίνεται να ακούει, δε δίνει σημασία στις λεπτομέρειες, κάνει λάθη απροσεξίας, δυσκολεύεται να ακολουθήσει οδηγίες, αποφεύγει εργασίες που απαιτούν συστηματική πνευματική προσπάθεια, ξεχνά τις σχολικές εργασίες χάνει πράγματα και γενικά είναι ανοργάνωτος/η.
-Τύπος Παρορμητικότητας/Υπερκινητικότητας: δυσκολεύεται να παραμείνει καθισμένος/η, κουνάει χέρια, πόδια, ή στριφογυρίζει στην καρέκλα, κοιτά συνέχεια γύρω του και πειράζει τους άλλους, σηκώνεται όταν δεν επιτρέπεται, τρέχει και σκαρφαλώνει υπερβολικά, δεν σκέφτεται πριν αντιδράσει, απαντάει πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση, μιλάει συνεχώς, δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του, στα παιχνίδια δεν ακολουθεί κανόνες, διακόπτει ή ενοχλεί τους άλλους.
-Συνδυασμένος τύπος: Συνδυασμός κάποιων από τα παραπάνω συμπτώματα, ήτοι απροσεξία, υπερκινητικότητα και παρορμητική συμπεριφορά.
Στην εφηβεία μειώνεται η υπερδραστηριότητα, συνεχίζουν οι συγκρούσεις στο σπίτι και στο σχολείο και εμφανίζονται συχνά συμπεριφορές υψηλού κινδύνου. Στους ενήλικες συνήθως μειώνεται σημαντικά η έντονη σωματική κινητικότητα, αλλά παραμένουν η απροσεξία και η παρορμητικότητα και γενικά οι επιπτώσεις και η δυσλειτουργία που προκαλεί η διαταραχή. Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι ενήλικες βιώνουν την υπερκινητικότητα ως ένα εσωτερικό συναίσθημα ανησυχίας, αδυναμίας να ηρεμήσουν, ενώ η απροσεξία και η παρορμητικότητα τούς ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό σε όλη τους τη ζωή. Εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αυξημένο κίνδυνο κακής σωματικής υγείας, σοβαρών τροχαίων και άλλων ατυχημάτων, καθώς και εθισμό σε τηλεόραση, υπολογιστή, κάπνισμα, τζόγο, αλκοόλ και εξαρτησιογόνες ουσίες. Εχουν φτωχές οργανωτικές δεξιότητες και δυσκολεύονται στη διαχείριση τόσο των οικονομικών τους όσο και του χρόνου. Η προσωπική τους ζωή έχει συχνά προβλήματα, με ασταθείς σχέσεις, διαζύγια, κλπ.
Οι αριθμοί
10% του μαθητικού πληθυσμού πάσχει από Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας.
4% των ενηλίκων εμφανίζει την ίδια νευροβιολογική διαταραχή.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου