Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2022

Γιατί δεν αφήνω τους μαθητές μου να σηκώνουν το χέρι τους μέσα στην τάξη.

Δεν υπάρχει τίποτα πιο εκνευριστικό για ένα φιλόλογο (εκτός ίσως από τα λάθη γραμματικής) από μια συζήτηση στην τάξη όπου δεν γίνεται πραγματικά συζήτηση. Ξέρετε για ποιο πράγμα μιλάω. Ένας μαθητής σηκώνει το χέρι του όλη την ώρα και μοιράζεται τις σκέψεις του. Μετά σιωπή. Και άλλα χέρια σηκώνονται. Στη συνέχεια, ένας άλλος μαθητής παίρνει τον λόγο και λέει κάτι άσχετο με το προηγούμενο σχόλιο ή το θέμα. Είναι πολύ επίπονο να το παρακολουθείς. Και φυσικά αυτό δεν είναι συζήτηση!

Έχετε δει ποτέ ενήλικες να σηκώνουν τα χέρια τους σε μια λέσχη βιβλίου, σε μια συνάντηση εργασίας ή στο τραπέζι του δείπνου; Όχι. Γιατί λοιπόν διδάσκουμε στους μαθητές μας να σηκώνουν το χέρι τους για να πάρουν τον λόγο κατά τη διάρκεια των συζητήσεων; Δεν λειτουργεί.

Δοκίμασα λοιπόν κάτι διαφορετικό. Δεν επέτρεψα το σήκωμα χεριών στην τάξη μου. Να γιατί και τι συνέβη στη συνέχεια.

Ο μύθος: Όταν έρχονται στην τάξη, οι μαθητές ξέρουν πώς να συζητούν

Η αλήθεια: Οι μαθητές μας χρειάζονται να τους μάθουμε πώς να συμμετέχουν σε μια συζήτηση.

Κάνουμε πολλές υποθέσεις για τους μαθητές μας. Λέμε με τους συναδέλφους στο διάδρομο φράσεις όπως, «Νόμιζα ότι το έμαθαν πέρυσι.» Δεν θα έπρεπε οι μαθητές γυμνασίου να ξέρουν πώς να κάνουν μια συζήτηση; Έτσι νόμιζα. Έκανα λάθος. Το σημείο καμπής ήρθε όταν ένα απόγευμα πέρασε ένας μαθητής μετά το σχολείο. Μοιράστηκε, «όταν λες ότι θα συζητήσουμε την ανάγνωση, δεν είμαι σίγουρη τι εννοείς ή τι υποτίθεται ότι πρέπει να κάνω». Ήταν μια στιγμή συνειδητοποίησης. Ζητούσα από τους μαθητές μου να κάνουν κάτι που δεν τους είχα μάθει ο ίδιος. Είναι σαν να τους είπα να φτιάξουν δείπνο, αλλά δεν τους έδωσα συνταγή.

Μετά από αυτό, άλλαξα τον τρόπο που δίδασκα. Πριν συζητήσουμε για τα εκφραστικά μέσα, τους χαρακτήρες και γιατί ένας συγγραφέας μπορεί να κάνει αναδρομή στο παρελθόν, έπρεπε να διδάξω πώς να ακούν, να χτίζει ο ένας πάνω στις ιδέες του άλλου, να κάνουν διευκρινιστικές ερωτήσεις και να διαφωνούν δείχνοντας σεβασμό στο συνομιλητή τους.

Το ψέμα: Οι μαθητές φεύγουν από το σχολείο έτοιμοι για τον «πραγματικό κόσμο».

Η αλήθεια: Το σχολείο μπορεί να προετοιμάσει τους μαθητές για όσα ακολουθούν, αλλά η κουλτούρα μας πρέπει να αλλάξει.

Μπορεί να βρω τον μπελά μου λίγο για αυτό που θα πω. Αλλά στην πραγματικότητα δεν νομίζω ότι αυτό που διδάσκουμε είναι το πιο σημαντικό. Πιστεύω ότι το πώς το διδάσκουμε είναι αυτό που μετράει περισσότερο. Το πώς να κάνουμε μια συζήτηση είναι πολύ πιο σημαντικό από το να διαβάσουμε ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό έργο (πχ το Ρωμαίος και Ιουλιέτα). Στην αρχή, ήταν πραγματικά δύσκολο. Οι μαθητές μου έπρεπε να «ξεμάθουν» πολλά. Ήταν τόσο συνηθισμένοι να σηκώνουν το χέρι τους για να μιλήσουν που όταν τους ζήτησα απλά να μην το κάνουν, δεν μπορούσαν. Οπότε έπρεπε να τους υποστηρίξω για να τα καταφέρουν. Χρησιμοποιήσαμε ένα μπαλάκι του τένις. Ο μαθητής που μιλούσε είχε το μπαλάκι. Στη συνέχεια έπρεπε να «διαβάσει την αίθουσα» και τη γλώσσα του σώματος των συμμαθητών τους και να πετάξει τη μπάλα σε κάποιον άλλο. Μαζί αρχίσαμε να δημιουργούμε ένα σύνολο κριτηρίων για μια ουσιαστική συζήτηση. Και καταλήξαμε σε αυτά:

Οι ουσιαστικές συζητήσεις:

Α) Φαίνονται σαν:

- κουνούν το κεφάλι

- κοιτάζουν τον συνομιλητή

- μιλούν με την σειρά

Β) Ακούγονται σαν :

- κάνουν διευκρινιστικές ερωτήσεις

- τους ακούν όλους

- σκέφτονται τις ιδέες των άλλων

- συζητούν μεταξύ τους τις ιδέες που εκφράζονται

Γ) Τις νιώθουμε σαν:

- ασφαλείς

- δεν πειράζει να διαφωνούν, αρκεί να το κάνουν με σεβασμό

- συμμετέχουν ενεργά όλοι

- κάποιες φορές υπάρχει ενθουσιασμός

- κάποιες φορές ξεφεύγουν


Χρησιμοποιούσαμε αυτά κριτήρια όποτε κολλούσαμε. Ήταν πραγματικά δύσκολο. Υπήρξαν πολλές φορές που τα παιδιά ρώτησαν αν μπορούσαμε να επιστρέψουμε στο να σηκώσουμε χέρι. Δεν ήξεραν τι να κάνουν. Αυτές τις στιγμές έκανα μια παύση και τους υπενθύμιζα ότι, όπως σε οτιδήποτε άλλο, το να μάθεις κάτι νέο και το να κάνεις τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που είχες συνηθίσει, απαιτεί χρόνο. Υπήρχαν τόσες πολλές φορές που είχα δεύτερες σκέψεις για αυτό που έκανα και αν θα τα καταφέρω. Μήπως απλά χάναμε χρόνο; Δεν προχωρούσαμε στην ύλη τόσο γρήγορα όσο συνήθως. Πολλοί από τους συναδέλφους μου ήταν υποστηρικτικοί, αλλά άλλοι ένιωθαν ότι απειλούνταν από τις επιλογές μου. Το ίδιο ίσχυε και για τους γονείς. Κάποιοι κατάλαβαν τi κάναμε και γιατί. Κάποιοι άλλοι όχι. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που οι αλλαγές στα σχολεία είναι τόσο σπάνιες, σκεφτόμουν. Φοβόμαστε τόσο πολύ να δοκιμάσουμε κάτι νέο που κάνουμε συνεχώς τα ίδια πράγματα, ακόμα και όταν βλέπουμε ξεκάθαρα ότι δεν δουλεύουν.


Το ψέμα: Ζητάμε από τους μαθητές να σηκώνουν το χέρι τους γιατί με αυτό τον τρόπο τους διδάσκουμε να είναι υπομονετικοί και να παίρνουν τον λόγο με την σειρά.

Η αλήθεια: Φοβόμαστε ότι αν οι μαθητές δεν σηκώσουν τα χέρια τους, θα χάσουμε τον έλεγχο της τάξης μας.

Ένας καθηγητής μου είχε πει κάποτε να μην χαμογελάσω μέχρι τα Χριστούγεννα. Πάρα πολλά από τα μαθήματα που έκανα στο πανεπιστήμιο για να γίνω δάσκαλος επικεντρώνονταν στη διαχείριση της τάξης, τις ρουτίνες και τις διαδικασίες. Δεν υποστηρίζω ότι αυτό δεν είναι σημαντικό. Έχουμε περισσότερο χρόνο να διδάξουμε εάν οι μαθητές μας ξέρουν πού και πώς να παραδώσουν εργασίες και τι να κάνουν όταν πρέπει να φύγουν από την τάξη και να πάνε στην τουαλέτα. Αλλά η διαχωριστική γραμμή μεταξύ διαχείρισης της τάξης και του ελέγχου ήταν πάντα δυσδιάκριτη για μένα. Και άσχετα από το πόσους κανόνες είχα στην τάξη, το να μην χαμογελάσω μέχρι τα Χριστούγεννα ποτέ δεν ήταν αποτελεσματικό.

Συνειδητοποίησα ότι οι ρουτίνες και οι διαδικασίες λειτουργούσαν καλύτερα όταν τις δημιούργησα από κοινού με τους μαθητές μου. Αν λέμε στους μαθητές μας τι να κάνουν, δεν σκέφτονται μόνοι τους. Και πώς μπορούμε να περιμένουμε από τους μαθητές να συμμετέχουν σε συζητήσεις εάν δεν ξέρουν πώς να σκέφτονται μόνοι τους; Το να τους ζητάμε να σηκώνουν το χέρι τους δεν κάνει τίποτα άλλο από το να περιορίζει τον τρόπο με τον οποίο συμμετέχουν μέσα στην τάξη. Όλοι είχαμε μαθητές που ντρέπονταν ή ένιωθαν άβολα όταν έπρεπε να σηκώσουν το χέρι τους ψηλά.

Είχαμε επίσης μαθητές που ανησυχούν τόσο πολύ για το πότε θα τους ζητήσουν να μιλήσουν που στην πραγματικότητα δεν ακούνε εμάς ή κανέναν άλλον. Με ενδιαφέρει να διδάξω στους μαθητές μου πώς να παίρνουν τον έλεγχο της μάθησής τους στα χέρια τους. Η απώλεια του ελέγχου της τάξης δεν είναι πάντα κακό. Η δουλειά μου δεν είναι να λέω στα παιδιά τι να κάνουν. Δουλειά μου είναι να τα διδάξω.


Το ψέμα: Εάν οι μαθητές μας νιώθουν άβολα ή δυσκολεύονται, πρέπει τους διευκολύνουμε και να τους βοηθάμε.

Η αλήθεια: Οι μαθητές πρέπει να μάθουν να σκέφτονται μόνοι τους και να έχουν αυτοπεποίθηση και ανθεκτικότητα όταν έρχονται αντιμέτωποι με δύσκολες καταστάσεις.

Όταν σταμάτησα να προσπαθώ να ελέγξω τη συζήτηση και την άφησα στους μαθητές μου, διαπίστωσα ότι δυσκολεύτηκαν, αλλά ήταν μια παραγωγική διαδικασία. Δεν ήμουν εκεί για να τους πω τι να κάνουν ή να τους δώσω την άδεια να μιλήσουν. Έπρεπε να το καταλάβουν καθώς προχωρούσαν. Έπρεπε να μάθουν να περιμένουν την σειρά τους. Και καθώς περνούσε η χρονιά, είδα τους μαθητές μου να μαθαίνουν κάτι πολύ πιο σημαντικό από το τι είναι η παρομοίωση ή πότε χρησιμοποιούμε το ερωτηματικό. Μάθαιναν να ακούνε ο ένας τον άλλο και να ανταλλάζουν απόψεις, χωρίς να τους λέει κανείς πώς να το κάνουν. Ανέπτυξαν αυτοπεποίθηση και ανθεκτικότητα. Μπορούσα να κάθομαι δίπλα τους και να παίρνω μέρος στη συζήτηση, χωρίς να την ελέγχω και να την κατευθύνω. Σταμάτησαν να γυρίζουν προς το μέρος μου και άρχισαν να γυρίζουν ο ένας στον άλλο.


Ιωάννα Αγγέλου
Ειδική Παιδαγωγός (Παν. Θεσσαλίας)
Νηπιαγωγός (Α.Π.Θ.)
MEd - Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου