Διαβάζουν ή δε διαβάζουν οι έφηβοι και ποια είναι τα θέματα που τους ενδιαφέρουν; Και τι αναζητούν οι συγγραφείς που θέλουν με τα βιβλία τους να επικοινωνήσουν με αυτό το σχεδόν αχαρτογράφητο σε γούστο κοινό; Πόσο τολμηρή, αιχμηρή οφείλει να είναι η γλώσσα ενός συγγραφέα; Μιλήσαμε με τρεις συγγραφείς βιβλίων που απευθύνονται και σε έφηβους, τον Βασίλη Παπαθεοδώρου, τονΚωνσταντίνο Πατσαρό και την Αγγελική Δαρλάση. Οι απαντήσεις τους έχουν μεγάλο ενδιαφέρον.
«Όταν ήμουν έφηβος, μου άρεσαν πάρα πολλά βιβλία, ετερόκλητα μεταξύ τους πολλές φορές, αλλά θυμάμαι πως είχα μια προτίμηση στο ιστορικό μυθιστόρημα ή στο μυθιστόρημα εποχής. Επίσης και στον Ιούλιο Βερν. Από την άλλη δεν μου άρεσαν καθόλου κείμενα ονειρικά, πιο αφηρημένα, πιο συμβολικά, όπως «Ο μικρός πρίγκιπας». Ήθελα κάτι που να πατά στη Γη, να είναι συγκεκριμένο και σαφές. Τα άλλα τα βαριόμουν» λέει ο Βασίλης Παπαθεοδώρου, του οποίου το πιο πρόσφατο βιβλίο «Η νύχτα που έσβησαν τ΄ αστέρια (Εκδόσεις Καστανιώτη) μιλά για την εξαφάνιση μιας μαθήτριας της Γ’ λυκείου. Με δέκα βιβλία για έφηβους και νέους στο ενεργητικό του ο Βασίλης Παπαθεοδώρου έχει τιμηθεί δύο φορές με το Κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας.
-Πιστεύετε οι έφηβοι διαβάζουν περισσότερο ή λιγότερο σήμερα και ποια βιβλία τους ενδιαφέρουν;
Οι έφηβοι σε γενικές γραμμές έρχονται σε επαφή με το γραπτό λόγο πολύ συχνότερα απ’ ότι στο παρελθόν. Προσοχή όμως, λέγοντας «γραπτός λόγος» εννοώ άρθρα και πληροφορίες στο Ίντερνετ, αναρτήσεις, μηνύματα, κ.ά. πέρα από τα μαθήματά τους. Επίσης δε διαβάζουν λιγότερο ή τουλάχιστον πολύ λιγότερο λογοτεχνία από παλιότερα. Συνεπώς ο γραπτός λόγος, η ανάγνωση σε γενικές γραμμές, δεν είναι κάτι που τα απωθεί. Το ζήτημα είναι πως ούτε παλιά διάβαζαν πολλά λογοτεχνικά βιβλία. Συνεπώς δεν πιστεύω ότι το διαδίκτυο είναι εχθρός και ότι αν πάρουμε από τα παιδιά τα tablets θα μεταμορφωθούν εν μια νυκτί σε μανιώδεις αναγνώστες. Απλά τα άλλοθι που δίνουμε εμείς απέναντι στο φαινόμενο ποικίλουν. Πολύ παλιά ήταν το ποδόσφαιρο στη γειτονιά, μετά η τηλεόραση, τώρα τα κινητά. Μα αν υπήρχαν βιβλία που να τα αφορούν πραγματικά, δε θα διάβαζαν περισσότεροι; Δεν εννοώ κάποια μεμονωμένα αναγνώσματα, που σίγουρα τους ενδιαφέρουν και τους κινούν περιστασιακά το ενδιαφέρον, αλλά την εδραίωση μιας άποψης, που περνά μέσα από τα βιβλία, πως τα κείμενα τους αφορούν. Γιατί για τέτοια βιβλία ενδιαφέρονται: Που να τους αφορούν, να μιλούν τη γλώσσα τους κι όχι να τη μιμούνται, να εκφράζουν τα συναισθήματα και τον ψυχισμό τους στο βάθος τους κι όχι επιφανειακά. Αλλά φυσικά παίζει τεράστιο ρόλο και η πρώτη γνωριμία με το βιβλίο, αυτή είναι καθοριστική. Η πρώτη φορά πρέπει να τους αφήσει μια καλή εντύπωση. Συνεπώς οι επιλογές πρέπει να γίνονται προσεκτικά και, ει δυνατόν, εξατομικευμένα.
-Θέλοντας να επικοινωνήσετε μαζί τους ποια είναι η θεματική που επιλέγετε;
Επιλέγω να πω μια ιστορία που να αρέσει σε μένα. Βάζω τον εαυτό μου στη θέση τους κι αναρωτιέμαι: Θα μου άρεσε να ακούσω ή να διαβάσω κάτι τέτοιο; Ταυτίζομαι με τον ήρωα; Μπορώ να καταλάβω τη σκέψη του; Μου αρέσουν λοιπόν βιβλία με σύγχρονες θεματικές, με δράση, με προβληματισμό σε δεύτερη ανάγνωση. Αλλά φυσικά δεν είναι μόνο οι σύγχρονες θεματικές που τραβάνε, είναι ο τρόπος γραψίματος κυρίως. Αυτός πρέπει να είναι σύγχρονος. Υπάρχει μια παρανόηση ότι το σύγχρονο, στη σημερινή γλώσσα των νέων, εξωτερικεύεται μέσω εκφράσεων όπως «yolo» ή «λολ» ή «omg». Όχι, δεν είναι έτσι, άλλωστε κι αυτές παλιώνουν εξαιρετικά γρήγορα. Το σύγχρονο εκφράζεται μέσω της ανάδειξης του ψυχισμού και των σκέψεών τους, που εν πολλοίς είναι διαχρονικά.
-Ποιο είναι το δικό σας πιο σημαντικό πράγμα για να αφηγηθείτε σε έναν έφηβο και ποιο είναι το μήνυμα (αν υπάρχει κάτι τέτοιο που θέλετε να του περάσετε;)
Δε θέλω να περάσω μήνυμα. Δε θέλω να περάσω το δικό μου μήνυμα. Ο καθένας βλέπει αυτό που θέλει να δει, εισπράττει αυτό που είναι σε θέση να εισπράξει. Η ευχαρίστηση της ανάγνωσης είναι το σημαντικότερο μήνυμα άλλωστε. Συνεπώς θεωρώ πιο σημαντικό να αφηγηθώ μια ιστορία. Κι όταν λέω ιστορία εννοώ αρχή, μέση και τέλος, κοινώς πλοκή. Κάτι πρέπει να γίνεται στο βιβλίο, κάτι που θα οδηγήσει σε αλλαγή κάποιων αρχικών χαρακτήρων ή σε αλλαγή τρόπου σκέψης των αναγνωστών, σε δεύτερες σκέψεις τουλάχιστον. Αυτό είναι η κάθαρση, η λύτρωση. Βιβλίο χωρίς πλοκή δε νοείται, αλλά δυστυχώς από πάρα πολλά κείμενα λείπει το σενάριο.
-Τι νομίζετε είναι πιο σημαντικό να μάθουν οι έφηβοι σε αυτή την ηλικία;
Τον εαυτό τους και τη θέση τους στον κόσμο, στο μικρόκοσμο που ζουν. Να μάθουν τα όρια και τις δυνατότητές τους και πώς αυτά επηρεάζονται από τους γύρω τους που έχουν ίδια ή διαφορετικά όρια και δυνατότητες. Να μάθουν να συμβιώνουν. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί η εφηβοκεντρική θεώρηση είναι πολύ ναρκισσιστική. Ποτέ δε μιλώ για όνειρα, να κυνηγήσουν τα όνειρά τους. Δε μιλώ γιατί αυτό το πράγμα έχει γίνει καραμέλα. Χωρίς όμως να ξέρουν τα όρια και τις δυνατότητές τους, να βάζουν στόχους, να χαράσσουν μια πορεία, πώς θα γίνει να κυνηγήσουν τα όνειρά τους; Συνεπώς, αυτή η συνθηματολογία δε με βρίσκει ένθερμο υποστηρικτή της, με τον εύκολο τρόπο που εκφράζεται τουλάχιστον. Για να «πετάξουν» τα παιδιά με τα «φτερά» τους, πρέπει να μάθουν να στέκονται πρώτα. Στα πόδια τους. Για να πάρουν ώθηση.
Με δυο βιβλία στο ενεργητικό του, ο βραβευμένος με το Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου για το πρώτο του βιβλίο, «Το κουτί, Κωνσταντίνος Πατσαρός», εκπαιδευτικός και συγγραφέας έκανε την έκπληξη με το δεύτερο βιβλίο του, το εφηβικό μυθιστόρημα «Ο άνθρωπος φωτιά», μιλώντας με αφορμή τις καταστροφικές πυρκαγιές της ελληνικής γης (εκδόσεις Μεταίχμιο).
«Το σίγουρο είναι», λέει ο συγγραφέας, «ότι οι έφηβοι δέχονται τεράστια πίεση «για να διαβάσουν». Μπορεί αυτή η πίεση να μην αφορά τόσο τα λογοτεχνικά βιβλία όσο τα σχολικά μαθήματα, αλλά νομίζω ότι η μπάλα παίρνει και τη λογοτεχνία. Το γεγονός ότι το ρήμα «διαβάζω» είναι άμεσα συνδεδεμένο τόσο με την υποχρεωτική εργασία του σχολείου όσο και με την προαιρετική ενασχόληση με τη λογοτεχνία έχει αρνητικά αποτελέσματα. Νομίζω ότι μετά το μαρτύριο των πανελληνίων, όσα παιδιά συνεχίζουν να διαβάζουν λογοτεχνία γιατί τους αρέσει, θα διαβάζουν για όλη τους τη ζωή. Αφού ξεπέρασαν αυτό το σοκ, μπορούν πια να κάνουν τα πάντα στη ζωή τους. Το σίγουρο είναι ότι αν μελετούσαν για το σχολείο μπροστά σε έναν υπολογιστή, η ενασχόληση με ένα λογοτεχνικό βιβλίο θα παρουσιαζόταν πιο γοητευτική στα μάτια τους. Δεν είμαι τόσο καλός στις μετρήσεις για το τώρα και το παλιά, οπότε αν πω το οτιδήποτε, ίσως να πέσω έξω. Πιστεύω ότι ανάλογα με το ενδιαφέρον που έχει κάθε έφηβος, διαβάζει ανάλογα. Οπότε μπορείς να τους δεις να ξεκοκαλίζουν από βιβλία ενηλικίωσης, με δύσκολα θέματα, μέχρι ιστορίες μυστηρίου, επιστημονικής φαντασίας αλλά ακόμα και επιστημονικά βιβλία σχετικά με τις ποικιλίες μυρμηγκιών και τη ζωή τους κάτω από το χώμα».
-Θέλοντας να επικοινωνήσετε μαζί τους ποια είναι η θεματική που επιλέγετε;
Επιλέγω μια δυνατή ιστορία, που σε τραβάει από τις πρώτες σελίδες και σε κρατάει μαζί της μέχρι το τέλος. Προσπαθεί να μη χάσει τον καιρό της με ανούσιες περιγραφές, δίνει βάση στον ρυθμό που πρέπει να έχει η πλοκή και στην πρωτότυπη αφήγηση. Συνταγή για τη θεματική που θα ακολουθήσω φροντίζω να μην έχω, γιατί αυτό θα με περιορίσει και δεν το θέλω. Αντιθέτως μου αρέσει να πειραματίζομαι κάθε φορά με καινούριες ιδέες που μπορεί να διαδραματίζονται από το σπίτι της διπλανής πόρτας μέχρι το φεγγάρι, μπορεί και μακρύτερα.
-Ποιο είναι το δικό σας πιο σημαντικό πράγμα για να αφηγηθείτε σε έναν έφηβο και ποιο είναι το μήνυμα (αν υπάρχει κάτι τέτοιο που θέλετε να του περάσετε;)
Μια αληθινή ιστορία, με τα χαρακτηριστικά που ανέφερα παραπάνω. Το σίγουρο είναι ότι δεν ξεκινώ να γράφω έχοντας στο μυαλό μου ένα μήνυμα που πρέπει να περάσω στον αναγνώστη. Θεωρώ αφάνταστα βαρετά τα βιβλία που προσπαθούν απροκάλυπτα να περάσουν ηθοπλαστικά μηνύματα, πόσο μάλλον όταν απευθύνονται σε έφηβους αναγνώστες που ακούν από παντού τι είναι αυτό που πρέπει να κάνουν και τι να αποφεύγουν. Ως αναγνώστης παρατάω έντρομος παρόμοια βιβλία και τρέχω μακριά.
-Θυμάστε από τη δική σας εφηβική ηλικία τι σας άρεσε και τι όχι; Και τι είναι αυτό;
Μου άρεσε να ακούω πολλή μουσική όταν ήμουν έφηβος, ένιωθα ελεύθερος και τυχερός που μπορούσα να επικοινωνήσω μαζί της. Οτιδήποτε σχετιζόταν με τη μουσική το διάβαζα με ιδιαίτερη ευχαρίστηση, είτε αυτό ήταν μια κριτική σε ένα περιοδικό είτε ένα λογοτεχνικό βιβλίο. Ο ελεύθερος χρόνος ήταν άλλωστε περιορισμένος και οτιδήποτε επέλεγα να κάνω τυλιγόταν αυτομάτως με μια αύρα ξεκούρασης, χαλάρωσης και φυσικά ελευθερίας. Δε μου άρεσαν τα τυποποιημένα, τα προεπιλεγμένα, τα μαζικά και τα ψεύτικα.
-Τι νομίζετε είναι πιο σημαντικό να μάθουν οι έφηβοι σε αυτή την ηλικία;
Να μη συμβιβάζονται με την εύκολη λύση, να σκέφτονται, να αντιδρούν και να δουλεύουν σκληρά για να το πετύχουν. Οτιδήποτε και αν είναι αυτό. Αν το ανακαλύψουν μόνοι τους, θα έχει μεγαλύτερη επίδραση στην απόφασή τους να το ακολουθήσουν. Βρίσκονται άλλωστε σε μια διαρκή αναζήτηση τόσο του κόσμου γύρω τους όσο και του ίδιου τους του εαυτού που διαρκώς αλλάζει και εξελίσσεται. Αυτή η αναζήτηση δεν είναι πάντα γεμάτη επιτυχίες. Σε κάθε γωνία παραμονεύουν η λάθος επιλογή και φυσικά η αποτυχία και η απογοήτευση. Το να μάθεις να αποτυγχάνεις, να σηκώνεσαι στα πόδια σου και να μην τα παρατάς είναι μια καλή αρχή πιστεύω.
Η θεατρολόγος Αγγελική Δαρλάση με το πρώτο της μυθιστόρημα για παιδιά και νέους «Ονειροφύλακες» τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο. Διδάσκει σε παιδιά θέατρο και δημιουργική γραφή και έχει εκδώσει περισσότερα από δέκα βιβλία τα οποία απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους.(εκδόσεις Μεταίχμιο). «Δεν πιστεύω στα μηνύματα στην τέχνη», λέει η Αγγελική Δαρλάση «Αν κάτι θέλω να πετύχω είναι να καταφέρω να φτιάξω αιμάτινους ήρωες, να αφηγηθώ ιστορίες απλές, καθημερινές που όμως μπορεί να γίνουν συναρπαστικές, αρκεί να τις κοιτάξεις με το σωστό βλέμμα. Νομίζω πως κάθε φορά υπάρχει ως σταθερή βάση η πεποίθησή μου πως οι άνθρωποι είμαστε ικανοί για τα πιο όμορφα αλλά και τα πιο άσχημα και φριχτά πράγματα. Κι όταν γράφω για εφήβους, καλύπτω ταυτόχρονα τη δική μου ανάγκη να υπερτερεί λιγάκι η πιο αισιόδοξη πλευρά μου, η φωτεινή μου εκδοχή να φωτίζει, έστω και λίγο, την πιο σκοτεινή».
-Πιστεύετε οι έφηβοι διαβάζουν περισσότερο ή λιγότερο σήμερα και ποια βιβλία τους ενδιαφέρουν;
Έχω την εντύπωση πως λίγο ή πολύ το ποσοστό των εφήβων που διαβάζει παραμένει το ίδιο με το ποσοστό αυτών που διάβαζαν κι όταν ήμουν κι εγώ στην ηλικία τους, όχι και τόσο μεγάλο δηλαδή. Τώρα οι έφηβοι ασχολούνται περισσότερο με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τότε οι περισσότεροι έβλεπαν τηλεόραση ή βιντεοταινίες. Σε κάθε εποχή υπάρχουν πιο εύκολες προς κατανάλωση επιλογές όταν το βιβλίο δεν αποτελεί κομμάτι της κουλτούρας με την οποία έχεις μεγαλώσει. Και δυστυχώς στην ελληνική κουλτούρα η ανάγνωση δεν είναι το δυνατό μας σημείο. Το ποσοστό των ανθρώπων που διαβάζουν είναι σταθερά μονοψήφιος αριθμός (7-8 %), ένα από τα πιο χαμηλά, αν όχι το χαμηλότερο στην Ευρώπη. Τώρα για το ποια βιβλία τους ενδιαφέρουν… Σίγουρα είναι θέμα προσωπικού γούστου, αλλά νομίζω πως σίγουρα απεχθάνονται βιβλία με σαφή την πρόθεση να διδάξουν. Ένα βιβλίο με ειλικρίνεια και τέχνη γραμμένο, με ήρωα που μπορεί να τους πείσει και να τους συγκινήσει, πάντα τους αγγίζει.
-Θέλοντας να επικοινωνήσετε μαζί τους ποια είναι η θεματική που επιλέγετε;
Νομίζω πως οι ήρωές μου είναι αυτοί που κάθε φορά με οδηγούν στα θέματα που τους καίνε και ταυτόχρονα καίνε κι εμένα. Με γοητεύουν οι ήρωες σ’ αυτή την ηλικία, όπου όλα είναι προς ανακάλυψη, ενώ ταυτόχρονα προσπαθείς να ανακαλύψεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Με γοητεύουν οι αντιφάσεις που συνυπάρχουν θαρρείς πιο μεγεθυμένες στους ανθρώπους αυτής της ηλικίας. Ακολουθώντας τους ήρωές μου έχω βρεθεί να μιλάω άλλοτε για τη φιλία, τη διαφορετικότητα, την ανάγκη του να ανήκεις κάπου, τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα κι άλλοτε για τις δυσκολίες που έχει η διαδρομή προς την ενηλικίωση, αλλά και για τον πόνο της απώλειας, για το πένθος, για την έλλειψη αυτοεκτίμησης, για τη βία (ενδοσχολική και ενδοοικογενειακή).
-Θυμάστε από τη δική σας εφηβική ηλικία τι σας άρεσε και τι όχι; Και τι είναι αυτό;
Έχοντας διαβάσει ξανά και ξανά την Αλίκη και τον Πίτερ Παν, τις «Μικρές Κυρίες», τους Άντερσεν, Ιούλιο Βερν, τις Άλκη Ζέη και Ζωρζ Σαρή, νομίζω πως ήταν η ηλικία που άρχισα ν’ ανακαλύπτω τη λογοτεχνία ενηλίκων: τον Λουντέμη, τον Καζαντζάκη, τον Καραγάτση, τον Μυριβήλη, τη Σωτηρίου. Ήταν ταυτόχρονα η ηλικία που ανακάλυψα δυο μεγάλες μου λογοτεχνικές αγάπες τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές και τον Άντον Τσέχοφ. Τότε πρωτοδιάβασα το «Εκατό χρόνια μοναξιά», το μπεστ σέλερ εκείνης της εποχής, αλλά και τα διηγήματά του Τσέχοφ. Η οργιώδης αφηγηματική δύναμη του πρώτου και η ανάγκη κατανόησης των ανθρώπινων ελαττωμάτων στο βλέμμα του δεύτερου, χωρίς να το συνειδητοποιώ τότε, νομίζω πως με στιγμάτισαν συγγραφικά. Ταυτόχρονα όμως θυμάμαι που έψαχνα μανιωδώς να βρω ανάλογα γραμμένες ιστορίες με ήρωες κι ηρωίδες στη δική μου ηλικία και δεν έβρισκα – κάτι που με απογοήτευε.
-Τι νομίζετε είναι πιο σημαντικό να μάθουν οι έφηβοι σε αυτή την ηλικία;
Νομίζω πως είναι η ηλικία που πρώτα απ’ όλα έχεις ανάγκη να μάθεις τον εαυτό σου – και μόνο αργότερα συνειδητοποιείς πως αυτό σου παίρνει μια ζωή τελικά. Αλλά είναι ταυτόχρονα κι η ηλικία που μπορείς ν’ ανακαλύψεις το πόσο σημαντικά πράγματα είναι το μοίρασμα κι η ομαδικότητα, η φιλία κι οι παρέες, η ξενοιασιά και η ονειροπόληση, το να ακολουθείς τα όνειρά σου βάζοντας ταυτόχρονα μικρούς στόχους που μπορούν να σε προχωρήσουν σαν άνθρωπο. Το πόσο όμορφος κι οδυνηρός είναι ο έρωτας. Το πόσο όμορφη και περιπετειώδης μπορεί να είναι ακόμη και η πιο απλή ζωή αρκεί να τη ζεις με ειλικρίνεια κι εντιμότητα σεβόμενος τον εαυτό σου, τα όνειρά σου, τις αξίες σου και, φυσικά, και τους άλλους γύρω σου. Το πόσο παρήγορο είναι να προσπαθείς να είσαι ένας ωραίος άνθρωπος. Το πόσο σημαντικά μπορεί να είναι και τα πιο απλά πράγματα αρκεί να θες να δεις την αξία τους. Το ότι ο άδικος κόσμος μας, ακόμα και αν δεν αλλάξει ποτέ, παραμένει όμορφος και κάθε μικρή σου προσπάθεια για να τον κάνεις, έστω και λίγο, καλύτερο είναι σημαντική.
Πηγή: TheTOC
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου