Η Ελληνοκύπρια Καλύτερη Δασκάλα στον Κόσμο μιλάει για τις συνθήκες δουλειάς της στην υποβαθμισμένη περιοχή Μπρεντ του Λονδίνου. Εκεί όπου η πολυπολιτισμικότητα είναι καθημερινότητα - έμαθε να χαιρετά σε 35 γλώσσες για να λέει «καλημέρα» σε κάθε έναν μαθητή ξεχωριστά...
«Το να είναι κάποιος δάσκαλος δεν αποτελεί μια επιλογή. Είναι περισσότερο μια κλίση, ένα πεπρωμένο που το ακολουθείς, ο δικός μου τρόπος για να κατανοώ τη ζωή. Είναι κάτι που ενυπάρχει εντός σου και αντικατοπτρίζεται στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεσαι στους μαθητές σου. Είναι κάτι που ξεπερνά το να εργάζεται κάποιος και να κερδίζει έναν μισθό», δηλώνει, μιλώντας στην La Repubblica, η Αντρια Ζαφειράκου, η Καλύτερη Δασκάλα του Κόσμου, σύμφωνα με την επιτροπή του ιδρύματος Varkey Foundation, που την τίμησε με το Global Τeacher Prize. Όσον αφορά το χρηματικό έπαθλο του ενός εκατομμυρίου δολαρίων που συνοδεύει το βραβείο, η 39χρονη Ελληνοκύπρια δασκάλα καλλιτεχνικών -κυρίως σε παιδιά μεταναστών- σκοπεύει, φυσικά, να το αξιοποιήσει «σε πρωτοβουλίες για την προώθηση της τέχνης στο σχολείο και την κοινότητα» της.Η Αντρια Ζαφειράκου, η Καλύτερη Δασκάλα του Κόσμου, σύμφωνα με την επιτροπή του ιδρύματος Varkey Foundation, που την τίμησε με το Global Τeacher Prize.
Κόρη μεταναστών και η ίδια, τόνισε πως ήταν δική της επιλογή να διδάξει σε ένα σχολείο μιας από τις πιο φτωχές περιοχές του μητροπολιτικού Λονδίνου. «Διάλεξα το σχολείο του Μπρεντ γιατί πάντα αγαπούσα τη διαφορετικότητα και τον πολυπολιτισμικότητα. Οι μαθητές μου, ηλικίας από 11 έως 18 χρονών, μιλούν 35 διαφορετικές γλώσσες. Συχνά, όταν έρχονται σε εμάς, δεν γνωρίζουν ούτε μία λέξη στα αγγλικά. Είναι φτωχοί και οι οικογένειές τους ζουν σε σπίτια όπου δεν υπάρχει ένα τραπεζάκι ώστε να ετοιμάσουν τα μαθήματά τους. Και εμείς έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε τα πάντα ούτως ώστε, όπως έχει συμβεί, να γίνουν γιατροί με πτυχίο από την Οξφόρδη ή σχεδιαστές μόδας», εξήγησε η κυρία Ζαφειράκου, σημειώνοντας πως κατάφερε να ξεχωρίσει μεταξύ χιλιάδων εκπαιδευτικών από 170 χώρες εξαιτίας της «αποφασιστικότητάς μου να δώσω σε κάθε παιδί μια ευκαιρία γιατί, πιστέψτε με, όλοι την αξίζουν και όλοι μπορούν να τα καταφέρουν σε κάτι».
Το Μπρεντ, στο βορειοδυτικό Λονδίνο, πέρα από μια από τις πιο υποβαθμισμένες και φτωχές περιοχές της βρετανικής πρωτεύουσας, είναι επίσης και μια από τις πιο επικίνδυνες, με το ποσοστό των δολοφονιών να είναι αισθητά υψηλότερο από τον μέσο όρο στο σύνολο των υπόλοιπων δήμων του Λονδίνου. Η Αντρια Ζαφειράκου αναγνωρίζει πως είναι μια δύσκολη γειτονιά με τη δράση των συμμοριών να επηρεάζει ακόμα και την ομαλή λειτουργία του σχολείου όπου εργάζεται. Αλλά διευκρινίζει πως για αυτόν ακριβώς τον λόγο περισσότερο ασφαλής και σίγουρη αισθάνεται όταν βρίσκεται στις αίθουσες διδασκαλίας. Γιατί εκεί «τα παιδιά αποκαλύπτουν τον πραγματικό εαυτό τους. Εκτός του σχολείου είναι υποχρεωμένα να κάνουν ό,τι και οι ενήλικες, όπως το να στηρίζουν τις οικογένειές τους ή να φροντίζουν τα μικρότερα αδέλφια τους. Στην τάξη, αντιθέτως, φροντίζουν άλλοι για αυτά».
Στους νεοφερμένους συναδέλφους της η κυρία Ζαφειράκου συστήνει πρωτίστως να προσπαθήσουν αναπτύξουν αμέσως μια προσωπική σχέση με τα παιδιά γιατί «οι ζωές τους είναι σκληρές και εμείς είμαστε αυτοί που εμπιστεύονται διότι πάνω από όλα μας απασχολεί το καλό τους». Πάντως η ίδια κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των δικών της παιδιών, μαθαίνοντας να χαιρετά και στις 35 γλώσσες που ομιλούνται στο σχολείο της. Και τα παιδιά «λάμπουν γιατί αισθάνονται πως κάποιος ενδιαφέρεται για αυτά, πως κάποιος συνδέεται μαζί τους, και, έτσι, αυτόματα, σε αποδέχεται και το παιδί και η οικογένεια. Αισθάνονται ότι κάποιος τους εκτιμάει, ότι σέβεται την κουλτούρα τους, και, στο τέλος, είναι αυτό που μετράει για μένα».
Πηγή: protagon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου