«Στο νέο σπίτι θα έχουμε περισσότερο ήλιο και θέα Ακρόπολη». Ετσι ανακοίνωσαν στον 13χρονο σήμερα Στέφανο οι γονείς του τη μετακόμιση «πίσω», στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς. «Θέλαμε να του παρουσιάσουμε τις θετικές πτυχές της μετακόμισης», λέει στην «Κ» η 50χρονη μητέρα του, Σοφία. Ηταν Σεπτέμβριος του 2013, λίγο πριν από την έναρξη της σχολικής χρονιάς, όταν η τριμελής οικογένεια άρχισε να πακετάρει το βιος της. «Ουσιαστικά ήταν μονόδρομος, χρωστούσαμε ενοίκια ενός έτους, τα οποία έως και σήμερα δεν έχουμε καταφέρει να αποπληρώσουμε», διευκρινίζει η ίδια, που για είκοσι χρόνια είχε εργαστεί ως βοηθός λογιστή. Η σπιτονοικοκυρά έδειξε κατανόηση, δέχθηκε αναδιαπραγμάτευση του μισθωτηρίου, αλλά η οικογένεια –καθώς και ο πατέρας έχασε τη δουλειά του– δεν έβρισκε διέξοδο. «Η περιπέτεια ξεκίνησε όταν στο τέλος του 2009 έκλεισε η εταιρεία όπου εργαζόμουν», διηγείται η Σοφία. Πέρα από τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, επιπρόσθετες δυσκολίες απορρέουν και από την ηλικία της. «Κανείς δεν θέλει να προσλάβει μια γυναίκα στα πενήντα, όταν μπορεί να βρει μια υπάλληλο νεότερη και με μικρότερες απαιτήσεις».
Ετσι, ένα κυριακάτικο πρωινό ανακοίνωσε στους γονείς της ότι η οικογένεια θα μετακομίσει πίσω σε εκείνους. Το ηλικιωμένο ζευγάρι χωρίς δεύτερη σκέψη άνοιξε την αγκαλιά του και καλωσόρισε τα παιδιά και το εγγόνι. «Με τους δικούς μου είχα ανέκαθεν στενή σχέση, άλλωστε μέναμε σε απόσταση δύο τετραγώνων μια ζωή», διευκρινίζει. Αλλο, όμως, η γειτνίαση και άλλο η συγκατοίκηση.
«Ηταν ένα αλλόκοτο συναίσθημα, επέστρεφα στο παιδικό μου δωμάτιο, όπου έπρεπε τώρα να “στριμωχτούμε” τρεις άνθρωποι». Δεν έλειψαν οι συγκρούσεις. «Ο γιος μου είναι στην αρχή της εφηβείας, οι γονείς μου έχουν προ πολλού περάσει τα εβδομήντα, έχουν τους δικούς τους ρυθμούς ζωής, τις δικές τους ανάγκες». Το ζητούμενο έως και σήμερα, που η πενταμελής πλέον διευρυμένη οικογένεια έχει βρει τις ισορροπίες της, παραμένουν... τα τετραγωνικά. «Η μεταβατική αυτή περίοδος θα ήταν για όλους μας πιο ανώδυνη εάν το σπίτι ήταν μεγαλύτερο», απαντά η 50χρονη μητέρα. «Τα περισσότερα πράγματά μας από το παλιό σπίτι, έπιπλα, ρούχα, βιβλία και αναμνηστικά, βρίσκονται αποθηκευμένα σε φίλους, μόνον το γραφείο του παιδιού και την κρεβατοκάμαρά μας μπορέσαμε να χωρέσουμε». Το γεγονός ότι το πατρικό της είναι ένα από τα παλιά νεοκλασικά της Αθήνας και έχει χτιστεί στις αρχές του 20ού αιώνα ηχεί μεν ρομαντικό, αλλά στην καθημερινότητα δεν είναι τόσο χρηστικό. «Το πάτωμα είναι ξύλινο, με αποτέλεσμα όποιος περπατήσει, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, να γίνεται αντιληπτός από τους υπόλοιπους». Η ηχορρύπανση έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν ο Στέφανος, ως δεινός ποδοσφαιριστής, αποπειράθηκε την πρώτη εβδομάδα να «προπονηθεί» στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς...
Καθώς το σπίτι διαθέτει δύο δωμάτια, η έλλειψη «προσωπικού χώρου» προκαλεί συχνά γκρίνια. «Ο γιος μου χρειάζεται χώρο και ησυχία για να διαβάζει, αλλά όταν κάνει διάλειμμα, θέλει να βάζει μουσική ― όσο γίνεται πιο δυνατά», περιγράφει. «Οι παππούδες του, από την άλλη, κάνουν μεσημεριανή σιέστα και μετά βάζουν δυνατά την τηλεόραση για να δουν... τούρκικα και δελτίο ειδήσεων». Χάσμα... γενεών. «Εγώ με τον άνδρα μου βρισκόμαστε στη μέση», λέει γελώντας, μια που έχει καταλάβει ότι μόνο με χιούμορ θα αντεπεξέλθει στη νέα πραγματικότητα. «Με τον καιρό πέτυχα τον γιο μου να παρακολουθεί τούρκικα και τον πατέρα μου να του εξηγεί εξισώσεις». Καθώς δεν μπορεί πλέον ο Στέφανος να δέχεται φίλους στο σπίτι, άρχισε δειλά τις πρώτες του εξόδους στη γειτονιά.
«Συμβιβαστική» λύση
Η οικογένεια του Στέφανου είναι μια από τις εκατοντάδες που τα τελευταία χρόνια έχουν επιλέξει μια «συμβιβαστική» λύση για να αποφύγουν την αστεγία. Στη μικρή μήκους ταινία «Ο Χριστός σταμάτησε στου Γκύζη» (2013) της Αμέρισσας Μπάστα, μια τετραμελής οικογένεια αναγκάζεται να επιστρέψει στο σπίτι της γιαγιάς. «Ο αδερφός μου στενοχωριόταν όταν δεν έβαζα τις ζωγραφιές του στον τοίχο. Αλλά δεν φτάνει που δεν είχαμε δωμάτιο, να είχαμε και τις μουντζούρες του μικρού;», αφηγείται η νεαρή ηρωίδα, που καταγράφει γλαφυρά τους κλυδωνισμούς μεταξύ των μελών της οικογένειας. «Εχουμε πλέον βρει ο ένας τα κουμπιά του άλλου», σημειώνει η Σοφία, «ενθαρρύνω μάλιστα τον Στέφανο να μοιράζεται μαζί μας τα παράπονά του». Το ζευγάρι προσπαθεί να κάνει πλάνα για το μέλλον, αλλά η πραγματικότητα συχνά το προσγειώνει. «Είχαμε χαρεί όταν ο άνδρας μου είχε βρει δουλειά, μέχρι που διαπιστώσαμε ότι δεν τον πλήρωναν», λέει με πικρία η Σοφία, που κάποιες στιγμές νιώθει εγκλωβισμένη. «Τότε είναι που θέλω να δω θάλασσα, αλλά έχουμε καταθέσει προ πολλού τις πινακίδες του αυτοκινήτου μας».
Πέρυσι το καλοκαίρι οι παππούδες έφυγαν για ολιγοήμερες διακοπές, «τότε σκέφτηκα ότι θα είχαμε λίγο χρόνο οι τρεις μας μόνοι στο σπίτι, αλλά ο γιος μου τους αναζητούσε», θυμάται η Σοφία, «έμεινα έκπληκτη, που είχε δεθεί τόσο πολύ μαζί τους».
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου