Πηγή |
Της Μανωλίας Κίτσου στο vice.com
Το «θέατρο κατ’οίκον» ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2010 στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Ήταν μια ιδέα του τότε διευθυντή του, Σωτήρη Χατζάκη. Από το Εθνικό Θέατρο υιοθετήθηκε και ξεκίνησε τον Δεκέμβρη του 2013. Απευθύνεται σε ανθρώπους που για λόγους υγείας, ηλικίας, οικονομικούς δεν έχουν την δυνατότητα να παρακολουθήσουν μία θεατρική παράσταση σε μία θεατρική σκηνή. Σε συνεργασία με Δήμους, το Εθνικό Θέατρο δημιουργεί παραστάσεις που παίζονται στο σπίτι ιδιωτών εντελώς δωρεάν, αρκεί ο ιδιώτης να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του είτε στο Δήμο του, μέσω του προγράμματος «Βοήθεια στο σπίτι», είτε καλώντας στο Εθνικό Θέατρο. Η Στέλλα Ράπτη, θεατρολόγος, ηθοποιός και υπεύθυνη του προγράμματος και η Ιφιγένεια Θεοχαρίδη, απόφοιτη δραματικής σχολής και θεατρολόγος, δεν θεωρούν τον εαυτό τους «θεραπευτή» του μοναδικού θεατή τους κάθε φορά που μπαίνουν σε ένα σπίτι για να παίξουν μια παράσταση. Αλλά παραδέχονται ότι αρκεί ένας θεατής για να νιώσει ο ηθοποιός «καλύτερος άνθρωπος».
Vice: Πείτε μου δυο λόγια για το «θέατρο κατ’ οίκον».
Στέλλα Ράπτη: Η βασική σκέψη αυτής της δράσης είναι η επαφή ανθρώπων -που δεν μπορούν να έρθουν στο θέατρο για λόγους υγείας- με την θεατρική πράξη. Και χρησιμοποιώ τον όρο θεατρική πράξη γιατί όπως καταλαβαίνετε σε ένα σπίτι, ή πιο συγκεκριμένα σε ένα δωμάτιο σπιτιού, δεν μπορείς να έχεις μια πραγματική εμπειρία θεάτρου, γιατί ακριβώς δεν υπάρχει ο χώρος, το οίκημα, η σκηνή, η αυλαία. Όμως, η θεατρική πράξη δεν οριοθετείται μόνο από αυτά. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα μαγικό κόσμο με τον ίδιο τρόπο που στην θεατρική σκηνή προσπαθούμε να φτιάξουμε έναν καινούριο μαγικό κόσμο για τον θεατή.
Πως είναι η μετάβαση από την μεγάλη σκηνή ενός θεάτρου στο να παίζετε μία παράσταση για έναν άνθρωπο;
Στέλλα Ράπτη: Υπάρχουν δυο ζητήματα εδώ. Το ένα είναι πώς προσαρμόζεις το καλλιτεχνικό κομμάτι. Το θέατρο βασίζεται σε μια αμοιβαία συνεννόηση, συνωμοσία, συνενοχή του ηθοποιού και του θεατή ότι για κάποιες ώρες θα βρισκόμαστε στην τάδε θεατρική σκηνή, εσείς είστε ο τάδε, εγώ είμαι η Στέλλα αλλά εσείς δεν θα με αμφισβητήσετε όταν εγώ σας λέω οτι είμαι η Κλυταιμνήστρα, η Αντιγόνη ή η βασίλισσα της Αγγλίας, κι ότι εδώ δεν είμαστε στην Αθήνα αλλά στην Κίνα ή οπουδήποτε αλλού. Αυτό οριοθετείται κι όχι μόνο θα θέλετε να με πιστέψετε αλλά αν εγώ δεν είμαι επαρκής θα μου πείτε «είσαι ψεύτρα, όχι επειδή μου λες οτι είσαι η Αντιγόνη αλλά επειδή δεν με κάνεις να το πιστέψω, επειδή δεν με πείθεις». Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με το εικαστικό κομμάτι, το φως, το κοστούμι, το μακιγιάζ. Υπάρχει η σημειολογία της θεατρικής πράξης. Φως στον ηθοποιό. Σκοτάδι στην πλατεία. Απόσταση. Αυλαία που ανοίγει και κλείνει και μου δίνει να καταλάβω οτι τώρα είναι η ώρα για το χειροκρότημα. Όλα αυτά στο σπίτι πρέπει να επανιδρυθούν. Ο κόσμος την μόνη καλλιτεχνική δημιουργία που γνωρίζει στο σπίτι του, και είναι απόλυτα λογικό, είναι το ζάπινγκ. Αυτό σημαίνει πως δυσκολεύεται να διαχωρίσει οτι η κοπέλα αυτή, δεν είναι η Ιφιγένεια που συστηθήκαμε πριν, υποδύεται ένα ρόλο. Μόλις οριοθετηθεί αυτό το πλαίσιο, σαν παιδιά μπαίνουν στην λειτουργία αυτή. Και εμείς αυτήν την λειτουργία του παιδιού αποζητούμε. Στο μυαλό μας έχουμε οτι είμαστε κάτι σαν τους παραμυθάδες του χωριού. Είμαστε εμείς, δεν φοράμε ένα ιδιαίτερο κοστούμι για να υποδυθούμε τον ρόλο μας, αλλά ο κόσμος που θα αφηγηθούμε είναι αληθινός, υπάρχει, και θα τον δείξουμε με το κορμί μας, την φωνή μας, την φαντασία μας.
Είναι άνθρωποι που θα παρακολουθούσαν ούτως ή άλλως θέατρο;
Στέλλα Ράπτη: Κάποιοι από αυτούς ναι, κάποιοι άλλοι όχι.
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Στην αρχή όταν μπαίνεις στο σπίτι τους, συστήνεσαι και ορίζεις τον χώρο, τους λες ότι στο θέατρο έχουμε κοστούμια, σκηνικά, μακιγιάζ και τους ρωτάς αν έχουν πάει ποτέ στο θέατρο. Είναι η πρώτη ερώτηση για να ξεκινήσει η συζήτηση περί θεάτρου. Αρκετοί λένε πως δεν έχουν πάει ποτέ. Δεν έτυχε, δεν τους άρεσε, δεν είχαν λεφτά. Κι όμως, παρ’όλα αυτά βλεπεις ανταπόκριση απ' όλους τους ανθρώπους και στο τέλος βλέπεις την ίδια χαρά σε όλα τα μάτια, την ίδια ικανοποίηση πως είδαν κάτι καινούριο, μια καινούρια παράσταση, καινούριες εικόνες -πρόσφερες ένα θέαμα. Όταν κάποιος δεν έχει δει και ποτέ του θέατρο, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Πηγαίνουμε σε σπίτια και σε μέρη που δεν πατάει άνθρωπος. Κι αυτοί οι άνθρωποι σίγουρα δεν είχαν την δυνατότητα ποτέ να πάνε στο θέατρο.
Είναι εύκολο ή δύσκολο για σας;
Στέλλα Ράπτη: Αυτό που έχει σημασία καλλιτεχνικά στο «θέατρο κατ’οίκον» είναι αυτή η ανατροφοδότηση που δεχόμαστε. Είσαι γυμνός. Τέλος. Δεν έχεις προσωπείο. Αλλά είναι κι ο θεατής γυμνός απέναντί μας. Δεν μπορεί στο σκοτάδι να πει κάτι στον διπλανό του. Στα μάτια του βλέπεις πότε βαριέται. Είναι ένα κρας τεστ για τον ηθοποιό. Δεν είναι εύκολο. Είναι μια πολύ θετική άσκηση, μια δοκιμασία για εμάς. Πολλές φορές ζοριζόμαστε πολύ, όχι ψυχολογικά με αυτό που βλέπουμε, τους ανθρώπους για τους οποίους παίζουμε. Ζορίζεσαι στο πώς πρέπει να παίξεις, να βγεις αληθινός, να ακουμπήσεις τον άλλο.
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Το πρόγραμμα αφορά ανθρώπους που είναι ηλικιωμένοι, που δεν μπορούν να πάνε στο θέατρο, που είχαν κάποιο ατύχημα, που είναι παραπληγικοί, σε παιδάκια με ειδικές ανάγκες ή που είναι άρρωστα στο σπίτι τους. Εκείνη τη στιγμή αυτό που προσπαθείς να κάνεις και που προσπαθείς να δώσεις είναι χαρά στον άλλο, να τον ψυχαγωγήσεις. Επειδή βρισκόμαστε σε εποχή που λόγω και της οικονομικής κρίσης το άγχος κυρίως σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες αυξάνεται, εγώ αυτό που έχω παρατηρήσει παίζοντας θέατρο στο σπίτι τους, είναι ότι έστω για λίγο, έστω για εκείνη την ημέρα, αυτό το άγχος μειώνεται, χαίρονται, περνάνε καλά, και έχουν και μία παρέα. Γιατί πέρα από το καλλιτεχνικό κομμάτι αυτοί οι άνθρωποι έχουν τρομερή αναγκη να δουν έναν άλλο άνθρωπο να τους πλησιάσει και σου δίνουν τρομερή αγάπη.
Με ποια λογική διαλέγετε τα κείμενα των παραστάσεων κατ’ οίκον;
Στέλλα Ράπτη: Συνήθως μπορεί να είναι μέχρι δύο άνθρωποι που ενεργοποιούνται σε μια τέτοια παράσταση, οπότε μπορεί να έχουμε από μονόλογο έως ένα μικρό μονόπρακτο ή και ποίηση. Όσον αφορά στα κείμενα, υπάρχει ένα θέμα που υπαγορεύει ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι αρκετά πιεσμένοι και φλερτάρουν με την κατάθλιψη, οπότε ένα έργο με πολύ σκοτεινό προβληματισμό που πολύ εύκολα θα πάει κάποιος να δει στο θέατρο αν είναι θεατρόφιλος, ίσως να μην είναι πολύ κατάλληλο. Εμείς επειδή είμαστε το Εθνικό Θέατρο, οφείλουμε να έχουμε μια ποιότητα, να παράγουμε καλλιτεχνικό έργο και ψυχαγωγία, η οποία προκύπτει από την αισθητική απόλαυση του έργου τέχνης. Αυτό σημαίνει ότι τα κείμενα τα οποία διαλέγουμε είναι λογοτεχνία, θεατρικά έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Κάποια κείμενα που έχουν επιλεγεί είναι τα «Ρόδινα ακρογιάλια» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μία νουβέλα στην οποία συνεχώς ανατρέχουμε. Έχουμε κάνει δυο διασκευές σε αυτήν και την μία την παίζει ήδη η Ιφιγένεια. Συγχρόνως είμαστε ήδη στην φάση της συζήτησης για διασκευή και άλλων έργων.
Υπάρχει σκηνικό για την παράσταση;
Στέλλα Ράπτη: Επειδή η Ιφιγενεια είναι πολύ μικρή, το concept είναι ότι τους επισκέπτεται στο σπίτι τους η εγγονή τους, και βγάζει τα παιχνίδια της, τα οποία είναι στην προκειμένη περίπτωση οι ήρωες του Παπαδιαμάντη. Καθώς αυτή παίζει με τα παιχνίδια της, δημιουργούνται οι σχέσεις των χαρακτήρων στο έργο.
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Είναι κάτι που έχουμε εφεύρει με την Στέλλα για να δώσουμε στον θεατή να καταλάβει τον χώρο στον οποίο διαδραματίζεται η πλοκή. Πολλές φορές αυτά τα αντικείμενα τα παρατηρούν, τα επεξεργάζονται και κάποιοι μου έχει τύχει να τα σηκώσουν μόνοι τους να δουν αν όντως είναι ο συγκεκριμένος χαρακτήρας που τους λέω.
Διηγηθείτε μου μια αντίδραση ενός θεατή που έχετε παίξει στο σπίτι του.
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Θα σου πω την πιο πρόσφατη αντίδραση που είχα από έναν άνθρωπο ο οποίος δεν μιλάει λόγω εγκεφαλικών επεισοδίων. Ζει στο σπίτι του κλεισμένος και μου είπε ο κοινωνικός λειτουργός ότι δεν έχει καμία αντίδραση -τον φροντίζει η κόρη του. Μπαίνω στο σπίτι, του λέω κάποια πράγματα έτσι για να ξεκινήσουμε και αρχίζω την παράσταση. Αυτό που έκανε αυτός ο άνθρωπος όταν τελείωσα, ήταν να πιάσει τα χέρια μου, να αρχίσει να με χαϊδεύει ξανά και ξανά και έκανε μία κίνηση με το κεφάλι του που κατάλαβα ότι ήθελε να με φιλήσει. Έσκυψα, με φίλησε στο κούτελο και όπως μπορούσε ψέλλισε «πολύ ωραίο». Η κόρη του τρελάθηκε! Εδώ κι ένα χρόνο δεν είχε αντιδράσει. Ο κοινωνικός λειτουργός τόσο πολύ ενθουσιάστηκε από το γεγονός που ζήτησε από την κόρη να καταγράψει αυτή τη στιγμή για να το παρουσιάσει στην κοινωνική υπηρεσία του για ερευνητικούς λόγους. Εμένα αυτό το περιστατικό με συγκίνησε πάρα πολύ. Έχω ζήσει πολλές τέτοιες συγκινητικές στιγμές κ αυτό είναι που μετράει για μας τους ηθοποιούς. Το «θέατρο κατ’ οίκον» σε κάνει να συνειδητοποιείς ότι κάνεις λειτούργημα.
Στέλλα Ράπτη: Έχω να διηγηθώ πολλά, ευτράπελα, αστεία, στενάχωρα. Στην αρχή αρκετοί θεατές στο σπίτι διέκοπταν την ώρα που παίζαμε γιατί ήταν πολύ δύσκολο να συνειδητοποιήσουν ότι την ώρα της παράστασης δεν είμαι η Στέλλα. Μου έχει τύχει να παίζω και να με ρωτάει «καφεδάκι δεν σε κέρασα» ας πούμε. Στις πρώτες μας παραστάσεις και εμείς οι ίδιοι ανακαλύψαμε τους κώδικες, ψαχτά. Η έκπληξη είναι ότι ο πολύς κόσμος είναι αυτός που δεν παρακολουθεί θέατρο και ο λίγος είναι αυτός που παρακολουθεί. Αυτό χρειάστηκε να το συνειδητοποιήσουμε και εμείς, να βρούμε τον τρόπο σύνδεσης αυτού του κόσμου με τον δικό μας κόσμο.
Σε μια παράσταση κατ’οίκον έχετε την ευκαιρία να πείσετε τον θεατή πιο εύκολα από ότι σε μια θεατρική σκηνή, δεδομένης της αμεσότητας και της έλλειψης απόστασης μεταξύ σας;
Στέλλα Ράπτη: Πιο εύκολα δεν θα το έλεγα. Έχει μια σειρά από δυσκολίες και πρόκειται για ανόμοιες καταστάσεις. Συνήθως σε μια παράσταση είμαστε πολλοί άνθρωποι και πρέπει να διαθέτουμε ομαδικότητα, όπως συμβαίνει σε μια ομάδα μπάσκετ. Ασίστ, πάσα, καλάθι, τόσο ακαριαία πρέπει να είναι η συνεργασία. Στο θέατρο, σε μεγάλο βαθμό υπάρχει αυτό που ονομάζουμε τέταρτο τοίχο. Εγώ καμώνομαι ότι δεν με βλέπει το κοινό. Στο «θέατρο κατ’οίκον» δεν καμώνομαι ότι δεν με βλέπει ο θεατής, δεν μπορώ να το κάνω. Είναι αστείο να το κάνω αυτό, όντας σε μια μικρή απόσταση από τον θεατή μου, είναι σαν να κάθομαι στο τραπέζι μαζί σου και να μην σου μιλάω. Δεν ξέρω τι είναι πιο δύσκολο.
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Τον κοιτάς ευθεία στα μάτια. Έχεις άμεση αντίληψη του τι του συμβαίνει εκείνη την στιγμή, πολλές φορές νιώθεις ακόμα και την αντίδρασή του και αυτό που μπορεί να σκέφτεται, καμιά φορά μιλάει την ώρα της παράστασης. Τραγουδάει μαζί σου, συμμετέχει, σχολιάζει. Αυτό είναι μοναδικό, σου δίνει ένα πουσάρισμα να πας κι εσύ την υπόθεση παραπέρα. Αυτή η αλληλεπίδραση για μένα είναι θετική. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και φορές που νιώθεις άβολα από κάτι που μπορεί να προκύψει εκείνη την στιγμή.
Στέλλα Ράπτη: Αυτή η συμμετοχή είναι φοβερό πράγμα, χωρίς να είναι διακοπή. Έχει την αντίδραση του πρωτογενώς θεατή. Είναι όπως όταν παίζεις κωμωδία και το κοινό γελάει. Ή στην κορυφαία στιγμή των Τρωάδων που βγαίνει η ασπίδα με το πτώμα του πεντάχρονου Αστυάνακτα και παγώνει το θέατρο. Είναι η αντίδραση του θεατή, απλώς εδώ την έχουμε σε πρώτο χρόνο. Δεν νιώθεις απλά κάτι, το ζεις. Μου έχει συμβεί να παίζω και να ανέβει μια γάτα στην σκηνή. Αυτά συμβαίνουν και στο θέατρο, απλά στο σπίτι επειδή είσαι τελείως ανοιχτός πρέπει να αποδεχτείς την ανοιχτότητά σου. Μπήκε η γάτα, μπήκε, τι να κάνεις; Αν κάνω πως δεν την είδα είμαι πιο γελοία.
Θεωρείτε οτι είναι λιγότερο τέχνη το «θέατρο κατ’οίκον» επειδή εξυπηρετεί κοινωνικούς λόγους;
Στέλλα Ράπτη: Στο θέατρο και στην τέχνη γενικότερα έχει σημασία ο δημιουργός να έχει μία θέση διαμέσου της οποίας θέλει να επικοινωνήσει με τον θεατή. Πολλές φορές τυγχάνει να υπάρχει μια θέση η οποία να απευθύνεται σε μια πνευματική ελίτ όπως επίσης τυγχάνει να υπάρχει μια θέση που απευθύνεται στον πολύ κόσμο. Για παράδειγμα μουσική είναι ο Μπετόβεν, μουσική είναι και τα ακραία σκυλάδικα της εθνικής οδού. Το θέμα είναι αν έχει και τί έχει ο δημιουργός να πει, ποιό είναι το νόημα, εγώ εκεί εστιάζω. Ακόμη κι όταν η «τεχνή είναι για την τέχνη», αυτό είναι ένα νόημα που μεταφέρει ο καλλιτέχνης στον άνθρωπο. Π.χ. αν γίνεται μία δράση ακραία ποιητική μέσα στο θέατρο, αυτό είναι ένα θραύσμα που περνάει δίπλα σου ξυστά σαν σφαίρα. Όλα μας επηρεάζουν όταν μπούμε μέσα σε αυτή την μαγική διαδικασία της επικοινωνίας διαμέσου του καλλιτεχνικού αντικειμένου. Το τι είναι υψηλή τέχνη και τι δεν είναι, δεν το γνωρίζω. Σίγουρα δεν είναι θεραπεία. Εμείς κάνουμε μόνο art όχι therapy. Δεν βρίσκω τί είναι λιγότερο καλλιτεχνικό από ένα εγχείρημα στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου γιατί και εκεί μπορεί να αποτύχεις.
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Εγώ πιστεύω οτι όταν οριοθετείς τα πράγματα , παντού μπορείς να κάνεις τέχνη. Από το σπίτι μέχρι το δρόμο μέχρι οπουδήποτε, αρκεί εσύ να έχεις οριοθετημένο το πλαίσιο μέσα στο μυαλό σου, να έχεις ένα καλλιτεχνικό εγχείρημα να πετύχεις και να το αποδώσεις όσο καλύτερα γίνεται και πρωτίστως στον εαυτό σου. Παίρνεις ένα ρίσκο επιλέγοντας να ξεγυμνωθείς μέσω ενός κειμένου που προφανώς θεωρείς οτι είναι αντικείμενο τέχνης. Η δραματουργική μου επιλογή, το τι επιλεγω να εκθεσω, δείχνει το ποιά είμαι. Όταν δίνεις ένα έργο που θεωρείς ότι είναι το καταλληλότερο για το συγκεκριμένο θέατρο, τότε κάνεις τέχνη.
Οι θεατές κατ’οίκον χαίρονται περισσότερο με την παρουσία σας παρά με το περιεχόμενο της παράστασης;
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Ναι μεν χαίρονται με την παρουσία μας, όμως υπάρχουν και αρκετοί που φοβούνται να δεχτούν στο σπίτι τους έναν ξένο άνθρωπο, για αυτό συνεργαζόμαστε με τους κοινωνικούς λειτουργούς. Νομίζω όμως ότι αυτό που τους μένει τελικά είναι το έργο, αυτό τους απασχολεί όση ώρα εμείς βρισκόμαστε εκεί. Δεν έχουμε παρατηρήσει να αδιαφορούν ως προς αυτό που τους παρουσιάζουμε. Πάντα ακούμε σχόλια για την παράσταση και συζητάμε για αυτήν όταν τελειώσει. Πολλές φορές μας διηγούνται περιστατικά απο την ζωή τους που άκουσαν μέσα στην παράσταση.
Στέλλα Ράπτη: Εμείς βρισκόμαστε εκεί με την καλλιτεχνική και θεσμική ιδιότητα του ηθοποιού του Εθνικού. Το τι εισπράττει ο καθένας είναι υπεράνω. Με την ίδια λογική δεν πιστεύω οτι πολύς κόσμος πάει στο θέατρο για να ξεσκάσει και δεν του μένει το έργο. Είναι αλήθεια πως πολλές φορές οι τραγωδίες και οι κωμωδίες που ανεβαίνουν στην Επίδαυρο είναι η πρόφαση για να κάνουμε διακοπές δυο ημερών, να φάμε στο Λυγουριό και να κάνουμε μπάνιο. Θελω να πω ότι δεν έχει να κάνει τόσο ο χρόνος και ο τόπος γιατί αυτή η ιδιότητα της τέχνης βρίσκεται παντού. Δεν πιστεύω πως ένα τραγούδι του Τσιτσάνη είναι περισσότερο ή λιγότερο αριστούργημα αν το τραγουδήσω στο Μέγαρο Μουσικής με την Αγνή Μπάλτσα, σε ενα κουτούκι δίπλα στη θάλασσα ή με τον φίλο μου ένα βράδυ στις τρεις τα ξημερώματα που συνειδητοποιήσαμε πόσο ερωτευμένοι είμαστε. Άλλωστε, κατα την γνώμη μου, το καλλιτεχνικό προϊόν κρίνεται δια του αποτελέσματος. Εδώ το αποτέλεσμα το βλέπει ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά. Εναπόκειται λοιπόν σε ερμηνείες και κριτική του καθενός προσωπικά. Παίρνουμε μεγάλη χαρά όταν οι άνθρωποι χαίρονται επειδή είδαν ένα καινούριο άτομο στο σπίτι τους, αλλά εκεί δεν είμαστε με αυτήν την ιδιότητα. Είμαστε μέσα σε ένα πολύ στενό πλαίσιο που δεν υπερβαίνει τους κανόνες ευγενείας και κοινωνικότητας – γιατί θα ήταν τεράστια αγένεια να πας να παίξεις στο σπίτι κάποιου και να μην τον χαιρετήσεις ή να μην συστηθείς. Είτε παίζεις σε ένα υπόγειο θέατρο, είτε σε σπίτι, είτε στην Επίδαυρο, το κύκλωμά σου μετά την παράσταση γίνεται πολύ ανοιχτό. Ο αποχαιρετισμός είναι ενα κλείσιμο και για τον δικό σου κύκλο.
Διατηρείτε σχέσεις με αυτούς τους ανθρώπους;
Στέλλα Ράπτη: Όχι εννοείται όπως και πριν τους επισκεφθούμε τα προσωπικά τους δεδομένα μένουν σε εμάς ερμητικά κλειστά. Δεν γνωρίζουμε τίποτα για αυτούς, αυτή είναι δουλειά των κοινωνικών λειτουργών, αυτοί επιλέγουν ποιά περιστατικά είναι κατάλληλα για να παίξουμε στο σπίτι τους αν φυσικά επιθυμούν να δουν θέατρο. Το τι ασθένεια έχουν, ποιο ειναι το κοινωνικό τους background και άλλα τέτοια δεδομένα είναι τελείως άγνωστα σε εμάς. Μόνο το μικρό τους όνομα γνωρίζουμε και αυτό είναι όλο. Προσωπικά τραβάω μια αόρατη αλλά σαφή γραμμή στο ότι αυτό που είδατε είναι ένα καλλιτεχνικό προϊόν, γιατί αυτοί οι άνθρωποι είναι συχνά ιδιαίτερα ευάλωτοι στο να δεθούν συναισθηματικά με κάποιον που νομίζουν πως θα γίνει φίλος τους. Δεν είναι αυτό το νόημα. Μετά χάνεται το πλαίσιο, δεν προσφέρεις, αποδομείς. Θα ήμασταν τσαρλατάνοι να πούμε ότι πάμε στο σπίτι και αλλάζουμε την ζωή των ανθρώπων. Εδώ η τραγωδία δεν άλλαξε τον ρου της ιστορίας, θα αλλάξουμε εμείς ζωές; Απλά ανασηκώνουμε λίγο το βάρος τους, τους ανακουφίζουμε, τους ψυχαγωγούμε, τους βοηθάμε να έρθουν σε επαφή με μια άλλη αισθητική.
Ποιο είναι το προσωπικό σας κέρδος;
Ιφιγένεια Θεοχαρίδη: Εγώ έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος, έχω καταλάβει ότι οι άνθρωποι πρέπει να στεναχωριόμαστε λιγότερο για πράγματα που δεν είναι τόσο σημαντικά και να μην προσπερνάμε τους ανθρώπους γύρω μας.
Στέλλα Ράπτη: Υπάρχει δυστυχία γύρω μας, δίπλα μας. Είναι μάταιο να στεναχωριόμαστε για αηδίες. Επίσης με έχει απασχολήσει το θέμα με τα γηρατειά. Ο παππούς και η γιαγιά που βλέπουμε δίπλα μας έχουν υπάρξει νέοι, ζωντανοί, ερωτευμένοι, δυναμικοί άνθρωποι κάποτε, όπως είμαστε εμείς. Αυτό που εμείς το ξεχνάμε και βλέπουμε ένα γεροντάκι σε μια καρέκλα, αυτό με έχει προβληματίσει πάρα πολύ. Έχω ανακαλύψει κάποια στερεότυπα μπετόν μέσα μου, τα οποία δεν μου άρεσαν καθόλου. Και αυτό που εγώ έχω πάρει σαν προσωπικό μου κέρδος, είναι η άμεση τεράστια αγάπη. Αυτό δεν σε ακολουθεί πάντα, γιατί όταν είσαι καλλιτέχνης έχεις φιλοδοξίες, μπορεί να θυμάσαι πιο πολύ την στιγμή που έπαιξες στην τάδε σκηνή με τον κόσμο κτλ, αυτό όμως σε συντροφεύει στην καθημερινότητά σου, σου δίνει πάρα πολύ μεγάλη ανατροφοδότηση, σε γιατρεύει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου